ΕΡΓΟ

ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

Α. Μ. Κωτσιόπουλος και συνεργάτες

16 Μάρτιος, 2009

Α. Μ. Κωτσιόπουλος και συνεργάτες

Ο Α.Μ. Κωτσιόπουλος, καθηγητής Αρχιτεκτονικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, δραστηριοποιείται ως αρχιτέκτων από το 1971. (Παρουσίαση, Συνέντευξη, Αρχιτεκτονικά έργα-86 φωτογραφίες, Βίντεο)  

Του Βασίλη Μιστριώτη

English version

Ακολουθούν:

1. Παρουσίαση , Συνέντευξη

2. Αρχιτεκτονικά έργα
(86 φωτογραφίες)

Προοίμιο

Ρυθμιστικά σχέδια

Σύνθετα κτίρια
1.Νέα μονάδα της Φυσικομαθηματικής Σχολής του Α.Π.Θ.
2.Νέα μονάδα της κεντρικής βιβλιοθήκης του Α.Π.Θ.
3.Ίδρυμα Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών
4.Ερασίνειο Νοσοκομείο (υπό κατασκευή)
5.Πολιτιστικό Κέντρο Κρασσά (υπό κατασκευή)


Κτίρια με χαρακτηριστικές εκδοχές φλοιών
1.Κύβοι διοίκησης του Α.Π.Θ.
2.Κεντρικά γραφεία της Alumil
3.Κατοικία στην Άνω Πόλη
4.Πολιτιστικό Κέντρο Λαναρά
5.Εμπορικό Κέντρο (υπό μελέτη)



3. Βίντεο (αρχείο GRATV)

1. Η αρχιτεκτονική σε περίοδο κρίσης. (Η Παρουσίαση -ομιλίες- του βιβλίου του Αναστάσιου Μ. Κωτσιόπουλου.

2. Ο Α. Μ. Κωτσιόπουλος , παρουσιάζει 3 κτίρια του. (Επέκταση της Φυσικομαθηματικής Σχολής του Α.Π.Θ. - Νέα μονάδα της Κεντρικής Βιβλιοθήκης του Α.Π.Θ. - Κατοικία στην Άνω Πόλη Θεσσαλονίκης)

3. Ο αρχιτέκτονας και ακαδημαϊκός Α. Κωτσιόπουλος και οι επιμελητές της μονογραφικής του έκθεσης, Άννα Σκιαδά και Ανδρέας Γιακουμακάτος, παρουσιάζουν στο greekarchitects μια διαδρομή 40 ετών στα όρια του μοντέρνου.


Ο Α.Μ. Κωτσιόπουλος, καθηγητής Αρχιτεκτονικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, δραστηριοποιείται ως αρχιτέκτων από το 1971. Από το 1984 μέχρι το 1995, o A.M. Kωτσιόπουλος συνεργάστηκε με τους αρχιτέκτονες Δ. Νικολάου, Χρ. Πανταζίδη, Δ. Δακή, Ε. Σπάρτση, Ν. Αρβανιτοπούλου, Γ. Χορόζογλου και Β. Καραλάζο, ενώ σε συγκεκριμένες μελέτες υπήρξε συνεργασία με τις αρχιτέκτονες Μ. Παπανικολάου και Ρ. Σακελλαρίδου καθώς και με άλλους αρχιτέκτονες. Από το 1997 διατηρεί αρχιτεκτονικό γραφείο με τις αρχιτέκτονες Έμυ Ζουμπουλίδου και Αλίνα Πάνου.


Α.Κωτσιόπουλος,   E. Ζουμπουλίδου,   Α.Πάνου


Ήδη από τις αρχές τις δεκαετίας του ’90, τον Α. Κωτσιόπουλο και το γραφείο απασχολεί συστηματικότερα το ζήτημα της ενεργειακής συμπεριφοράς των κτιρίων, με τις μελέτες για υπόγεια κτίρια , με σειρά μελετών για χειρισμό του φλοιού των κτιρίων ως κλιματικού μετατροπέα όπως και με παροχή συμβουλών για αντίστοιχα θέματα σε μελέτες άλλων έργων. Περισσότερες πληροφορίες>>

Συνέντευξη
Οι ερωτήσεις έγιναν από τον αρχιτέκτονα Βασίλη Μιστριώτη.

Β. Μιστριώτης: Κύριε Α. Κωτσιόπουλε, 40 χρόνια ενεργός αρχιτέκτονας και καθηγητής στο Α.Π.Θ. με πολύ σημαντικό έργο. Πρόσφατα μάλιστα, εκλεχθήκατε αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και αυτή είναι η μεγαλύτερη διάκριση που μπορεί να λάβει κάποιος στη χώρα μας. Έχοντας, λοιπόν, διανύσει μια μακρά διαδρομή και με την πολύτιμη – για εσάς όσο και για εμάς - εμπειρία σας, θα θέλαμε να μας μιλήσετε για τη σύγχρονη πόλη, σε σχέση με την αρχιτεκτονική, που χάνει πλέον την ικανότητα της να δημιουργεί χώρο στους χρήστες της και έχει μάλλον περιοριστεί στην παραγωγή μιας δισδιάστατης «όμορφης» εμπορικής εικόνας, αγνοώντας κατ’ ουσία βασικές λειτουργίες της αστικής έννοιας.

Α. Κωτσιόπουλος: Κατ’ αρχήν ευχαριστώ για τη συνομιλία μας και τα καλά σας λόγια. Η ερώτησή σας θίγει την ουσία της σύγχρονης αρχιτεκτονικής και τον τρόπο με τον οποίο την αντιλαμβανόμαστε και συχνά την αντιγράφουμε. Στη σημερινή Ελλάδα, η σύγχρονη παραγόμενη αρχιτεκτονική πρωτοπορία και η ποιότητα του καθημερινού αστικού μας περιβάλλοντος εξακολουθούν να είναι ασύμβατες. Δεν συνδέονται με τον αυτονόητο λογικό τρόπο που θα έπρεπε να συνδέονται, αλλά μέσω ενός αντιφατικού λόγου αμφίβολης στόχευσης και με στρεβλώσεις, αρκετά οξύτερες από ό,τι σε χώρες πιο ώριμες πολιτισμικά και κοινωνικά.
Τα συμπτώματα αυτής της κατάστασης είναι πολλά: λόγου χάρη, η μικρή επιρροή που ασκούν ακόμη οι αρχιτέκτονες και η αρχιτεκτονική στο κοινωνικό σύνολο, η μη σύνδεση της παραγόμενης - ακόμη και πρωτοποριακής - αρχιτεκτονικής με τον πραγματικό κόσμο και τα προβλήματά του, η άκριτη προσφυγή στη μόδα και το life-style, η συχνά παράλογη συζήτηση περί προστασίας του περιβάλλοντος και η χρέωση ανύπαρκτων ευθυνών στην αρχιτεκτονική, ο φόβος μας απέναντι σε οτιδήποτε διαφέρει από αυτό που έχουμε συνηθίσει και πολλά άλλα.
Έτσι, αυτό που ονομάζετε «βασικές λειτουργίες της αστικής έννοιας» εξακολουθεί να είναι ζητούμενο. Μάλιστα φαίνεται ότι απομακρυνόμαστε όλο και περισσότερο από αυτό, καθώς αδυνατούμε να εξασφαλίσουμε τις προϋποθέσεις που είναι απαραίτητες για την προσέγγισή του.
Δεν θέλω να είμαι απαισιόδοξος, ούτε πρεσβεύω την άποψη ότι όλα αυτά ήταν καλύτερα στο παρελθόν. Απλώς, νομίζω ότι κάτι πρέπει να κάνουμε, απομακρυνόμενοι ίσως και λίγο από την περί στυλ συζήτηση που τα τελευταία χρόνια μας παρασύρει λίγο πολύ όλους μας σε ένα αγώνα προσωπικής επιβίωσης στο εξαιρετικά ανταγωνιστικό τοπίο της αρχιτεκτονικής πρωτοπορίας.

Β.Μ.: Θα θέλαμε να μας μιλήσετε για τις πρώτες σκέψεις σας, τη στιγμή που το λευκό χαρτί σας περιμένει να ξεκινήσετε ένα νέο έργο. Η πανεπιστημιακή σας ιδιότητα  λειτούργησε ποτέ ανασταλτικά στους αρχιτεκτονικούς πειραματισμούς σας; Έχετε ίσως νοιώσει, κάποιες στιγμές, εγκλωβισμένος στις θεωρίες που μπορεί ακόμα και να διδάσκετε;

Α.Κ.: Μπορώ κατηγορηματικά να σας απαντήσω ότι η πανεπιστημιακή ιδιότητα είναι στενή, πιστή και εξαίρετη σύντροφος της δρώσας αρχιτεκτονικής. Αρχιτεκτονική χωρίς θεωρία δεν υπάρχει, αλλά και – το πιο σημαντικό – δεν μπορεί να υπάρξει θεωρία ούτε διδασκαλία της χωρίς τη διασταύρωσή της με την αρχιτεκτονική σύνθεση. Η συζήτηση με τους φοιτητές είναι πάντοτε μια αφορμή ανανέωσης των δασκάλων αλλά και οι ίδιοι οι φοιτητές αναζητούν με πάθος δασκάλους με συνεχή και ανανεούμενη εμπειρία. Νομίζω ότι όσοι υποστηρίζουν ότι ο πανεπιστημιακός δάσκαλος δεν πρέπει να ασκεί επαγγελματικά την αρχιτεκτονική, δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα και τις απαιτήσεις των καιρών.
Απαντώντας στο άλλο σκέλος της ερώτησής σας, θα ήθελα να σημειώσω ότι το τι συμβαίνει τη στιγμή που το λευκό χαρτί μας περιμένει να ξεκινήσουμε ένα νέο έργο έχει τόση σημασία όση έχει και το τι συμβαίνει αμέσως μετά και ποιού επιπέδου διάλογος ακολουθεί τις πρώτες προσεγγίσεις. Η αρχιτεκτονική είναι κατ’ ανάγκην συλλογικό έργο, αλλά – προσέξτε – όχι ισοπεδωμένο προϊόν «επιτροπής». Έχει λοιπόν αξία το δυναμικό που περικλείεται συμπυκνωμένο στην αρχική ή, όπως λέγεται συνήθως, «κεντρική» ιδέα. Το πώς αυτή η ιδέα δομείται και με ποιους νοητικούς μηχανισμούς είναι ένα από τα κεντρικά και δύσκολα ερωτήματα της επιστήμης που λέγεται Θεωρία της Τέχνης. Δεν είμαι βέβαιος ότι διαθέτουμε σήμερα σαφή απάντηση, παρά τα σοβαρά βήματα απομυθοποίησης που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια απέναντι σε διαδικασίες που μέχρι πρότινος περιεβάλλοντο το μανδύα της μεταφυσικής.

Β.Μ.: Σας απασχολεί ιδιαιτέρως το ζήτημα της ενεργειακής συμπεριφοράς των κτιρίων και ο χειρισμός του φλοιού τους, ως κλιματικού μετατροπέα. Θα μπορούσατε να μας αναλύσετε περισσότερο το θέμα αυτό μέσα στο γενικότερο πλαίσιο των αρχών του έργου σας;

Α.Κ.: Η αρχιτεκτονική πάντοτε είχε τις προτιμήσεις της, δηλαδή συστήματα αξιών που επηρέαζαν τη μορφοπλασία της. Ένα από τα συστήματα αυτά σήμερα – η ευαισθησία μας απέναντι στο περιβάλλον - οδηγεί στο αυξημένο ενδιαφέρον μας για την συμπεριφορά του κτιρίου και πρωτίστως του «φλοιού» του ως κλιματικού μετατροπέα. Το ουσιώδες δεν είναι αυτό. Το ουσιώδες στην αρχιτεκτονική είναι – όπως συνέβαινε πάντοτε με όλα τα συστήματα αξιών της – να ενσωματώνει το αίτημα της καλής ενεργειακής συμπεριφοράς σε αισθητικές έννοιες και αξίες μεταφρασμένες στη «γλώσσα» της. Σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει σήμερα, σας θυμίζω την απογοητευτική εικόνα της δεκαετίας του ’70 με τα λεγόμενα ενεργειακά κτίρια της πρώτης γενεάς, όπου η σύζευξη αυτή γινόταν με μάλλον χονδροειδή και αθροιστικό τρόπο. Σήμερα, όχι μόνο ο τρόπος σκέψης των αρχιτεκτόνων έχει αλλάξει αλλά και η βιομηχανία των δομικών υλικών έχει προσαρμοστεί προς μια τελείως διαφορετική κατεύθυνση: η φροντίδα για το περιβάλλον δεν οδηγεί απλώς σε ένα ηλεκτρομηχανολογικό περιτύλιγμα ενός αδιάφορου κτιρίου αλλά μετατρέπεται σε ουσιώδες συστατικό τόσο της κεντρικής συνθετικής ιδέας όσο και των βασικών δομικών υλικών του κτιρίου.
Οι συνεργάτες μου και εγώ ασχολούμαστε συστηματικά με τα ζητήματα αυτά επί πολλά χρόνια, πειραματιζόμενοι με σύνθετους φλοιούς είτε από μεταλλικά πλέγματα είτε από ξύλινα καφασωτά σε κτίρια που έχουν γίνει γνωστά, έχουν διακριθεί και δημοσιευθεί εντός και εκτός Ελλάδος (Κτίριο «Αλουμίλ», Κύβοι Α.Π.Θ., Κατοικία Άνω Πόλης, Μουσείο Λαναρά κ.α.). Προτάσσουμε βεβαίως όχι τόσο την ενεργειακή συμπεριφορά αυτών των κτιρίων, όσο τη γενικότερη αρχιτεκτονική τους ταυτότητα στην οποία τα ενεργειακά χαρακτηριστικά έχουν ενσωματωθεί.  Αυτό δεν είναι, άλλωστε, το ζητούμενο;

Β.Μ.: Είστε καθηγητής χρόνια. Πολλά από τα πανεπιστημιακά ιδρύματα της χώρας μας, προφανώς, δεν δίνουν τα κατάλληλα εργαλεία - εφόδια και γενικότερα την απαιτούμενη πληρότητα γνώσεων σε έναν μελλοντικό επαγγελματία. Επιπλέον, ένα σημαντικό ποσοστό των τεχνολογικών ιδρυμάτων (ΤΕΙ) υπολειτουργούν. Που εντοπίζετε τελικά το πρόβλημα; Είναι πολιτικό-θεσμικό, υπάρχει τρόπος αναβάθμισης και απλώς δεν υπάρχει η βούληση;

Α.Κ.: Σε ό,τι αφορά στα πανεπιστήμια ήθελα να σας πω το εξής: δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ό,τι καλύτερο διαθέτει σήμερα η χώρα σε επιστημονικό δυναμικό εντός των συνόρων της, ή βρίσκεται ήδη στο δημόσιο πανεπιστήμιο ή επιζητεί να ενταχθεί σε αυτό. Δεν ξέρω αν αυτό θα κρατήσει πολύ και αν θα αντέξει σε θεσμικές ρυθμίσεις που, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο,  μοιάζουν αναπόφευκτες. Πάντως, προς το παρόν ισχύει.
Το γιατί ένα υψηλής ποιότητας προσωπικό δεν κατορθώνει να οργανώσει ένα υψηλής ποιότητας πανεπιστήμιο αναζητήστε το σε άλλες αιτίες: λιγότερο στην ελλιπή χρηματοδότηση – που αφορά κυρίως στην μη κατασκευή νέων και κυρίως στη μη συντήρηση των υπαρχόντων κτιρίων ιδίως των κεντρικών πανεπιστημίων - και, πρωτίστως, στην αδυναμία των θεσμών, των διοικήσεων αλλά και όλων μας να επιβάλουμε και να συντηρήσουμε ένα κλίμα ακαδημαϊκότητας απέναντι σε απαράδεκτα φαινόμενα βίας και απέναντι σε φαινόμενα επιβολής της θέσης των μειοψηφιών απέναντι στις μάλλον αδρανείς πλειοψηφίες.
Τουλάχιστο για τη δική μας γνωστική περιοχή, πάντως, πρέπει να σας πω ότι, με τις ευκαιρίες που παρέχουν τα προγράμματα σπουδών, ένας ικανός και φιλομαθής φοιτητής μπορεί να τελειώσει τις σπουδές του σε πολύ υψηλό επίπεδο και να διακριθεί σε μεταπτυχιακές σπουδές εντός και εκτός Ελλάδος. Δεν θα αποκτήσει, βεβαίως, τα πλήρη προσόντα ώστε να ασκήσει αμέσως με την αποφοίτησή του υψηλού επιπέδου επάγγελμα. Αυτό απαιτεί μια μακρόχρονη σχέση μαθητείας πέραν των βασικών και μεταπτυχιακών σπουδών. Αντί να θεωρούμε, πάντως, ότι για όλα φταίνε τα πανεπιστήμια, ας δούμε και με ποιες διαδικασίες ελέγχονται και κατοχυρώνονται στην Ελλάδα τα επαγγελματικά δικαιώματα από τους φορείς που είναι υπεύθυνοι για αυτόν τον έλεγχο, όχι με βάση την παράδοση ή την εντοπιότητα αλλά την πραγματική ικανότητα των μηχανικών.
Στο άλλο σκέλος της ερώτησής σας, αν και δεν έχω άμεση εμπειρία για το τι συμβαίνει στα ΤΕΙ, από όσα γνωρίζω, ορισμένα Τμήματά τους που σχετίζονται με ειδικότητες μηχανικού είναι πολύ καλά. Το πώς τα ΤΕΙ και τα ΑΕΙ θα συνεργαστούν στο μέλλον στα πλαίσια ενός ενιαίου συστήματος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης είναι ένα ζήτημα προς επίλυση που απαιτεί τόλμη και φαντασία. Πάντως, κάποιος πρέπει να αναλάβει επί τέλους την πρωτοβουλία και να υποστεί το πολιτικό κόστος να το λύσει. Κατά την άποψή μου, οι πολιτικοί μας έχουν μάλλον εσφαλμένη εικόνα για το τι εκτιμά και τι όχι η σημερινή κοινωνία και οι τολμηρότεροι εξ αυτών θα διεπίστωναν ότι το θεωρούμενο ως κόστος είναι τελικώς – ακόμη και με τη στενή του έννοια – όφελος.

Β.Μ.: Πρόσφατα συμμετείχατε στις εκδηλώσεις του greekarchitects.gr που συνδιοργάνωσε με το Α.Π.Θ., στη Θεσσαλονίκη, με τίτλο: «Εβδομάδα αρχιτεκτονικής 2008». Θα θέλαμε τις σκέψεις σας για το εγχείρημα αυτό.

Α.Κ.: Η πρωτοβουλία σας να δημιουργήσετε ένα ηλεκτρονικό αρχιτεκτονικό περιοδικό είναι πολύ σημαντική, παρ’ όλον ότι οι περισσότεροι από εμάς δεν μπορούμε ακόμη να σχηματίσουμε μια πλήρη εικόνα της δομής και των δυνατοτήτων του. Η «εβδομάδα αρχιτεκτονικής» ήρθε ως συνέχεια του ηλεκτρονικού διαγωνισμού ιδεών που διοργανώσατε για τα κτίρια που γειτνιάζουν με το νέο Μουσείο της Ακρόπολης. Βρήκα πολύ ενδιαφέρουσα την έκθεση και τη συζήτηση μεταξύ των κριτών. Φαίνεται ότι όλες οι «άυλες» εκδηλώσεις χρειάζονται κατά καιρούς και την «υλική» τους έκφραση. Είμαι βέβαιος ότι θα αποκτήσετε σύντομα πολύ μεγάλη εμπειρία στη διαχείριση τέτοιων δραστηριοτήτων και θα βοηθήσετε σημαντικά στην κυκλοφορία των ιδεών στο πεδίο της νέας αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα και έξω από αυτήν.

Β.Μ.: Οι περισσότεροι Σύλλογοι αρχιτεκτόνων στην Ελλάδα βρίσκονται σε «καταστολή» και ασχολούνται μόνο με κλαδικά - επαγγελματικά θέματα και μάλιστα  εντάσσοντας αυτά σε πολιτικές η καλύτερα μικροπολιτικές σκοπιμότητες. Ποια είναι η γνώμη σας σχετικά; Μπορούν τελικά να διαδραματίσουν ουσιαστικό ρόλο ή θα είναι πάντα εκπρόσωποι πολιτικών φορέων;

Α.Κ.: Νομίζω ότι, τουλάχιστο στους Συλλόγους Αρχιτεκτόνων που γνωρίζω, έχουν γίνει κατά καιρούς σημαντικές προσπάθειες για τη διάδοση νέων αρχιτεκτονικών ιδεών, για συλλογικές δραστηριότητες και για τη συνεργασία με τα πανεπιστήμια και άλλους φορείς που προάγουν την αρχιτεκτονική, όπως το πάντοτε δραστήριο Ελληνικό Ινστιτούτο Αρχιτεκτονικής. Σας υπενθυμίζω και αντίστοιχα περιοδικά που εκδίδουν με χαρακτηριστικά επιστημονικών εκδόσεων (Σ.Α.Δ.Α.Σ., Σ.Α.Θ. κ.α.). Δεν παραγνωρίζω, βεβαίως, το γεγονός ότι, όταν σκληραίνουν οι παραταξιακές αντιθέσεις, τα πράγματα γίνονται δυσκολότερα μέχρι και του σημείου της «καταστολής» που περιγράφετε. Δεν παραγνωρίζω, επίσης, το γεγονός ότι οι προσπάθειες αυτές έγιναν κατά καιρούς είτε μόνον από μεμονωμένα πρόσωπα είτε και από ομάδες ανθρώπων που ενδιαφέρθηκαν και για άλλους στόχους. Αυτά είναι όμως πράγματα που συμβαίνουν. Η αρχιτεκτονική είναι πολυδιάστατο φαινόμενο και η προσέγγισή της νομίζω ότι πρέπει να γίνεται από πολλές – έστω και ετερόκλητες – πλευρές. 

Β.Μ.: Θα θέλατε να αναφερθείτε ιδιαιτέρως σε κάποιο άλλο ζήτημα που σας απασχολεί το τελευταίο διάστημα;

Α.Κ.: Θέλω και πάλι να σημειώσω ότι η αρχιτεκτονική είναι μια ατέρμων και ανταλλασσόμενη εμπειρία και να ευχαριστήσω πρωτίστως τους δασκάλους μου, ξεκινώντας φυσικά από τον καθηγητή Γιάννη Τριανταφυλλίδη. Είναι επίσης συλλογικό έργο και, κατά συνέπεια, θέλω να ευχαριστήσω τόσο τους παλιότερους συνεργάτες μου όσο και τους σημερινούς, την Έμυ Ζουμπουλίδου, την Αλίνα Πάνου, τη Μπέτυ Χαλκιοπούλου και όλους τους άλλους και τις άλλες.
Είμαστε ήδη παγκοσμίως σε μια περίοδο σοβαρής οικονομικής ύφεσης με άγνωστη εξέλιξη, η οποία έχει ήδη επηρεάσει και την αρχιτεκτονική οδηγώντας – προς το παρόν – σε ένα κλίμα ελλιπούς χρηματοδότησης, δισταγμού, ανασφάλειας και περιορισμού φιλοδοξιών. Η μέχρι πρόσφατα ραγδαίως αναπτυσσόμενη αρχιτεκτονική του μεγαλοιδεατισμού και όλο το σύστημα που τη στήριξε φαίνονται ξαφνικά μετέωρα.
Συνήθως από τις περιόδους κρίσης εκκινούν νέες ιδέες και νέες διέξοδοι. Παρ’ όλον ότι η κρίση - ή έστω, στην Ελλάδα, η απειλή της κρίσης - μας αγγίζει έως και μας καθηλώνει όλους, θα ήθελα να αναζητήσουμε τις νέες διεξόδους. Δεν ξέρω τι ακριβώς σημαίνει αυτό αλλά ελπίζω ότι θα το συζητήσουμε και θα το μάθουμε σύντομα.

Β.Μ.: Κύριε Καθηγητά σας ευχαριστούμε θερμά.

Α.Κ.: Και εγώ σας ευχαριστώ και σας εύχομαι καλή επιτυχία.

Share |

Σχετικές Δημοσιεύσεις:

 

GreekArchitects Athens

Copyright © 2002 - 2024. Οροι Χρήσης. Privacy Policy.

Powered by Intrigue Digital