ΜΟΝΙΜΕΣ ΣΤΗΛΕΣ

Διερευνήσεις

Η έρευνα και τα νέα όρια της αρχιτεκτονικής πρακτικής

26 Μάρτιος, 2007

Η έρευνα και τα νέα όρια της αρχιτεκτονικής πρακτικής

Η έρευνα ξεφεύγει από το ακαδημαϊκό περιβάλλον και καθορίζει τα νέα όρια της αρχιτεκτονικής πρακτικής. Η έρευνα αποκτά ‘υλικότητα’ και η πρακτική γίνεται τρόπος ‘κριτικής θεώρησης’.


Το παραπάνω διάγραμμα περιγράφει έναν τρόπο θεώρησης της σχέσης θεσμικών και χωρικών διατάξεων. Η Αρχιτεκτονική εισάγει ‘πρωτότυπα’ για την αναδιοργάνωση της σχέσης αυτής
[από πρόσφατη έρευνα των συγγραφέων του άρθρου]

Εμφανίζεται συχνά τα τελευταία χρόνια η προβληματική για μια σχέση που αποκτά όλο και μεγαλύτερη ένταση, προκαλεί για κουβέντα στο ακαδημαϊκό, αλλά και επαγγελματικό περιβάλλον  και πείθει όλο και περισσότερο για την αξία ως προς την δυναμική της για παραγωγή νέων ιδεών στην Αρχιτεκτονική. Πρόκειται για τη σχέση και τους συνεπαγόμενους δεσμούς που αναπτύσσονται μεταξύ της έρευνας και της πρακτικής.
Στην δυναμική της σχέσης αυτής διαπιστώνουμε σιγά-σιγά πως η πρακτική μπορεί να έχει θεωρητική-κριτική αξία και ταυτόχρονα ότι η θεωρία μπορεί να διαθέτει ‘υλικότητα’, να έχει ‘υφή’ και να παράγει ‘αντικείμενα’. Μέσα σε αυτή τη δυναμική ο διάλογος για τα μεταξύ τους όρια παραμένει ανοιχτός, όσο επίσης ανοιχτή παραμένει και η δυνατότητα της να παράγει νέες κριτικές προσεγγίσεις της αρχιτεκτονικής πρακτικής, όσο και νέες υλικότητες της θεωρίας.

Στο σύγχρονο ακαδημαϊκό περιβάλλον εμφανίζεται πια έντονα και διεκδικητικά η αξία μιας έρευνας μέσω της πρακτικής (practice based research ή research by practice). Δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός ότι το κίνητρο μιας τέτοιας μορφής έρευνας οφείλεται σε μεγάλο βαθμό και στην ιδιομορφία της ερευνητικής περιοχής που αφορά, δηλαδή στην ίδια την φύση της Αρχιτεκτονικής. Ειδικά για περιοχές γνώσης, όπως η Αρχιτεκτονική ή η Τέχνη, η έρευνα δεν μπορεί να εξαντλείται σε αφηρημένες κριτικές θεωρήσεις. Είτε μόνο στην ανάλυση της εμπειρίας. Εξίσου σημαντικό ρόλο παίζει η αναπαραγωγή, η  κατασκευή της εμπειρίας, η υλικότητα του αφηρημένου, αλλά και κυρίως η σχέση μεταξύ αφηρημένου και εμπειρικού. Το πιο σημαντικό μέρος της Αρχιτεκτονικής εμπειρίας και διαδικασίας, είτε για αυτόν που ‘παράγει χώρο’ είτε για αυτόν που βιώνει τον χώρο, είναι το δημιουργικό. Έτσι, ακόμη περισσότερο στην περίπτωση της αρχιτεκτονικής, τον πιο σημαντικό ρόλο λαμβάνουν τα ίδια της τα εργαλεία, αυτά που μας βοηθούν να αναπαριστούμε , να εφευρίσκουμε και να κατασκευάζουμε τον χώρο, αλλά ακόμα και να τον βιώνουμε. Τα εργαλεία αυτά λοιπόν, στην περίπτωση της Αρχιτεκτονικής, μπορεί να αποτελούν  και τα βασικά εργαλεία της έρευνας, της κριτικής θεώρησης της αρχιτεκτονικής και της διερεύνησης των νοημάτων της.
Ακόμη περισσότερο, στα πλαίσια αυτής της κουβέντας, μπορούμε να ρωτήσουμε αν μια έρευνα βασισμένη στην πρακτική, μπορεί να μας αποδώσει και την δυνατότητα μιας πρακτικής βασισμένης στην έρευνα. Έτσι, η κουβέντα επεκτείνεται και στην ίδια την περιοχή της Αρχιτεκτονικής ως πρακτική και εφαρμογή, αλλά και ως επάγγελμα.

Ειδικό  ενδιαφέρον λοιπόν αποκτά η διερεύνηση της σχέσης έρευνας και πρακτικής στην ίδια την αρχιτεκτονική πράξη και στην διαμόρφωση του σύγχρονου ρόλου του αρχιτέκτονα. Ακόμη περισσότερο, προχωρώντας λίγο παραπέρα, στην διαμόρφωση των ορίων του επαγγέλματος του αρχιτέκτονα και την σχέση του με άλλα επαγγέλματα και περιοχές γνώσης, με σύγχρονα φαινόμενα και διαδικασίες. 

Μια σχέση με την βοήθεια της οποίας μπορούμε να διερευνήσουμε τη σημασία της έρευνας στην σύγχρονη αρχιτεκτονική πρακτική αποτελεί αυτή της σχέσης μεταξύ των θεσμών και του χώρου. Ειδικό μάλιστα ενδιαφέρον στην διερεύνηση της σχέσης αυτής  επιφυλάσσουν οι μηχανισμοί, οι οποίοι διαμεσολαβούν σε αυτή τη σχέση.

Θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι η αρχιτεκτονική πρακτική κατ’ ουσία  κινείται σε αυτόν τον ‘ενδιάμεσο’ χώρο. Ο ρόλος του αρχιτέκτονα είναι να παρέχει τρόπους, επιλύσεις, κίνητρα για την διαπραγμάτευση αυτής της σχέσης. Μπορεί, στην περίπτωση αυτή, να ερμηνεύουμε και να κρίνουμε την αρχιτεκτονική μέσα από την προοπτική αυτής της σχέσης. Έτσι, εντοπίζει κανείς σε αρχιτεκτονικά παραδείγματα πολλούς διαφορετικούς τρόπους επεξεργασίας της και πολλούς διαφορετικούς τρόπους εφαρμογής της διαπραγμάτευσης της σχέσης αυτής. Έναν τρόπο αποτελεί η αναπαραγωγή ενός γνωστού  τύπου σχέσης, όπως όμως και κάποιον άλλο μπορεί να αποτελεί η εφεύρεση ενός νέου τύπου σχέσης.
Αυτό αποδεικνύει πως ο αρχιτέκτονας οφείλει να κινείται σε μια περιοχή μεταξύ του αφηρημένου και του εμπειρικού.

Σύγχρονο ποιοτικό χαρακτηριστικό της Αρχιτεκτονικής αποτελεί η δυνατότητά της να υποκινεί και να οργανώνει νέες σχέσεις στον χώρο. Σε μια εποχή όπου η κατανόηση, διανοητική σύλληψη και γνώση  του κόσμου  αλλάζει, η βεβαιότητα για τα πράγματα εκλείπει και νέα γνωσιακά κενά εμφανίζονται, προκύπτει η αξία ενός νέου ρόλου, αυτού του υποκινητή (animator) της σχέσης αυτής. Ο αρχιτέκτονας μπορεί να αναλάβει τον ρόλο του υποκινητή της σχέσης μεταξύ θεσμικών και χωρικών διατάξεων, γιατί ακριβώς διαθέτει τα εργαλεία για να αντιληφθεί τον δυϊσμό αυτής της σχέσης, που κινείται ανάμεσα στην αφηρημένη σύλληψη και την εμπειρική αντίληψη των φαινομένων.
Έτσι ο αρχιτέκτονας μπορεί να αποτελέσει τον παράγοντα της ‘γνωσιακής χαρτογράφησης’ (cognitive mapping), της εισαγωγής πρωτοτύπων στον χώρο και της προτροπής της συνεύρεσης, σύγκρουσης (conflict) και διαπραγμάτευσης.

Στα πλαίσια της κουβέντας αυτής ο αρχιτέκτονας καλείται να ανταποκρίνεται και να μπορεί να κινείται όχι πια σε έναν μονόπλευρο ρόλο, αλλά σε ένα δίκτυο ρόλων:
Να μπορεί να αντιλαμβάνεται και να διαθέτει (ή μήπως να εφευρίσκει;) τα εργαλεία για την αναπαράσταση νέων θεσμικών σχημάτων.
Να εντοπίζει και να αναπαριστά γνωσιακά κενά.
Να δίνει απαντήσεις για χωρικές τυπολογίες νέων θεσμών.
Να βοηθά τον χρήστη να διαπραγματεύεται και να αντιμετωπίζει το ερώτημά του/της για την θέση του/της στον σύγχρονο κόσμο.
Να εφευρίσκει τρόπους για την συνεύρεση συγκρουόμενων προγραμμάτων και εννοιών.

Το ζήτημα εδώ είναι πώς το νέο αυτό πλέγμα ρόλων του σύγχρονου αρχιτέκτονα μας προκαλεί να προβληματιζόμαστε για τις συνθήκες συνεύρεσης της έρευνας και της πρακτικής.
Η απάντηση είναι ότι το πλέγμα αυτό είναι δυνατό μόνο μέσα από μια ανταλλαγή μεταξύ έρευνας και πρακτικής. Μια ανταλλαγή που να εννοείται: όχι ως ένα μέρος έρευνας και ένα μέρος πρακτικής, είτε ως μια πρακτική που δανείζεται θεωρητικές έννοιες. Αλλά, ως μια πρακτική που βασίζεται στην έρευνα και μια έρευνα που βασίζεται στην πράξη. Στην περίπτωση αυτή αναφερόμαστε σε μια κριτική θεώρηση (έρευνα) που διαθέτει ‘υλικότητα’ και μια πρακτική που ‘κατασκευάζει’ νέες έννοιες.

Οι παραπάνω συνθήκες προϋποθέτουν και μια διαφορετική θεώρηση της ίδιας της αρχιτεκτονικής πρακτικής:
Ο αρχιτέκτονας γίνεται χαρτογράφος (chartographer), σχεδιαστής (designer) και φροντιστής-υποκινητής (curator-animator) 

Χαρτογράφος, γιατί αποτυπώνει μια γνωσιακή κατανόηση σύγχρονων φαινομένων. Δηλαδή αναπαριστά, αποτυπώνει τη γνώση και την παρέχει σε χρήση, δηλαδή χαρτογραφεί. Έτσι, ο αρχιτέκτονας καλείται να μπορεί να αναγνωρίζει και να κατανοεί σύγχρονα φαινόμενα.
Σχεδιαστής, γιατί οφείλει να προτείνει νέους τύπους επίλυσης της σχέσης μεταξύ θεσμών και χώρου. Μια σημαντικό έννοια εδώ είναι αυτή του πρωτοτύπου, της πειραματικής συσκευής που εφαρμόζεται σε γνωσιακά κενά μεταξύ θεσμών και χώρου και εγκαθιστά μηχανισμούς αναδιοργάνωσης της σχέσης αυτής και δυνατότητες για νέες επιλύσεις της.
Τέλος, ο αρχιτέκτονας γίνεται φροντιστής και υποκινητής, καθώς θα πρέπει να εφευρίσκει τρόπους και μηχανισμούς για να υποκινεί την λειτουργία των πρωτοτύπων που προτείνει στον χώρο, οι οποίοι με την σειρά τους θα υποκινούν πρωτότυπους συσχετισμούς μεταξύ θεσμών και χώρων.

Έτσι η ‘ομπρέλα’ αυτή των νέων ρόλων του αρχιτέκτονα, τοποθετεί την νέα του πρακτική στο όριο μεταξύ θεωρίας και πράξης. Η ερευνητική προοπτική του επαγγέλματος δείχνει ότι το ένα δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς το άλλο.

Η ουσία του ρόλου του αρχιτέκτονα παρόλα αυτά δεν αλλάζει, δηλαδή η συνεισφορά του στην φροντίδα του ‘κοινωνικού χώρου’ και την ικανοποίηση των κάθε φορά σύγχρονων κοινωνικών αναγκών. Αυτό που μπορεί να αλλάζει είναι τα πολιτιστικά πλαίσια σύμφωνα με τα οποία αντιλαμβανόμαστε τον χώρο. Καθώς ο χώρος ως πολιτιστική έννοια μπορεί να περιλαμβάνει πολλές πια εκδοχές, πολλές από τις οποίες δεν γίνονται αντιληπτές από την εμπειρία με την παραδοσιακή της μορφή. Το ζήτημα εδώ είναι ο χώρος να μην αντιμετωπίζεται ως προϊόν, και καθώς η ουσία του χώρου δεν εντοπίζεται στην ανταλλακτική του αξία, ο αρχιτέκτονας να μην κατέχει τον ρόλο του διαχειριστή (manager) της σχέσης αυτής μεταξύ των θεσμών και του χώρου, αλλά του υποκινητή (animator) και του φροντιστή (curator) της σχέσης αυτής και των δημιουργικών της μετασχηματισμών.

Νεκτάριος Κεφαλογιάννης, Χρίστος Παπαστεργίου


[Ταυτότητα του κειμένου: Μια παραλλαγή του κειμένου παρουσιάστηκε στο σεμινάριο ‘Creative Thesis’ – University College London, τον Μάρτιο του 2007. Παρόντες μεταξύ άλλων ήταν οι: Dr.Yeoryia Μanolopoulou-Bartlett, prof.Murray Fraser-Univ.of Westminster,prof.Penny Florence-Slade School of Arts και καταγράφηκε από το BBC.]

Share |
 

GreekArchitects Athens

Copyright © 2002 - 2024. Οροι Χρήσης. Privacy Policy.

Powered by Intrigue Digital