ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ

ΝΕΑ

Νέο Μουσείο Ακροπόλεως, η μεγάλη στιγμή

06 Ιούνιος, 2009

Νέο Μουσείο Ακροπόλεως, η μεγάλη στιγμή

Λίγο πριν από τα εγκαίνια του πιο μεγάλου δημόσιου κτιρίου των τελευταίων ετών, η σχέση του με την πόλη διχάζει.

«Εσάς, δηλαδή, σας αρέσει το νέο Μουσείο της Ακρόπολης;». Μερικές φορές οι ίδιες οι ερωτήσεις περικλείουν και τις απαντήσεις. Εχοντας μπει στην τελική ευθεία για τα εγκαίνια της 20ής Ιουνίου, το νέο Μουσείο Ακρόπολης δημιουργεί έντονες αντεγκλήσεις, χωρίζει φίλους και παρέες σε ιδεολογικά και αισθητικά στρατόπεδα, προκαλεί μικρά πάθη.

Μια πρώτη νίκη

Θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι αυτή είναι μια πρώτη νίκη για τον Ελβετό αρχιτέκτονα Μπερνάρ Τσουμί και τον Ελληνα συνεργάτη του Μιχάλη Φωτιάδη. Οι έντονες αντιδράσεις, ακόμα κι αν δεν είναι πάντα επαινετικές, σημαίνουν συνήθως ότι αυτό που δημιούργησες απέφυγε τη χειρότερη καταδίκη κάθε ανθρώπινης δραστηριότητας: την αδιαφορία.

Κι όσο θα πλησιάζουμε το εορταστικό τετραήμερο που μας υποσχέθηκε ο υπουργός Πολιτισμού Αντώνης Σαμαράς, τόσο θα φουντώνουν οι συζητήσεις και οι διαφωνίες με επίκεντρο τον όγκο της κατασκευής και την ένταξή του στις παρυφές μια πυκνοδομημένης συνοικίας του κέντρου της Αθήνας. Συμπτωματικά (;) λίγες ημέρες πριν από τα εγκαίνια, στο Ζάππειο Μέγαρο θα βρίσκεται σε εξέλιξη (15 - 18.6) έκθεση των 172 συμμετοχών για την «αντιμετώπιση των πίσω όψεων των διατηρητέων κτιρίων της Διονυσίου Αρεοπαγίτου 17 και 19», που διοργάνωσε το ηλεκτρονικό περιοδικό greekarchitects. gr πέρυσι. Αν ήμασταν δίκαιοι με το κοινό αίσθημα θα λέγαμε ότι το νέο Μουσείο προκαλεί σε πολλούς Αθηναίους αμηχανία. Μας είναι δύσκολο να διαχειριστούμε δύο διαφορετικά μεγέθη. Στο ένα άκρο η «εθνική» αποστολή του νέου Μουσείου: φορτισμένο ιδεολογικά από το αίτημα της επιστροφής των Μαρμάρων του Παρθενώνα, πολύ πριν ανοίξει τις πόρτες του, είναι ήδη κομμάτι της εθνικής μας ταυτότητας. Και στο άλλο άκρο η παραδοσιακή μας αμφιθυμία απέναντι σε νέα αρχιτεκτονικά και πολεοδομικά δεδομένα.

Εξοικειωμένοι με τη μικρή κλίμακα, δυσκολευόμαστε να αφομοιώσουμε τον «δεσποτικό» όγκο του νέου μουσείου. Ακόμα κι όταν ο άμεσα περιβάλλων χώρος είναι οι περιφρονημένες από εμάς τους ίδιους πολυκατοικίες.

Αλλά, η ιστορία της Αθήνας είναι γεμάτη από αρχιτεκτονικά «σκάνδαλα» που συνήθως έχουν να κάνουν με «απρεπείς» όγκους και ύψη.

Την ίδια στιγμή, η υποδοχή του κτιρίου από τον διεθνή Τύπο αγνοεί επιδεικτικά το εγχώριο κύμα αμφισβήτησης. «Εως τώρα έτεινα να είμαι πιο κοντά στις βρετανικές θέσεις», έγραψε σ' ένα υμνητικό του άρθρο στους «Νιου Γιορκ Τάιμς» ο επιφανής κριτικός Νικολάι Ουρουσόφ. «Αλλά αναμειγνύοντας γλυπτική, αρχιτεκτονική και το αρχαίο τοπίο σε μια δυναμική αφήγηση, το νέο μουσείο της Ακρόπολης προσφέρει μια καινούργια οπτική που υπερνικά τις δογματικές θέσεις. Είναι αδύνατον να στέκεσαι στις αίθουσες του τελευταίου ορόφου, με θέα τον ταλαιπωρημένο, ξεθωριασμένο από τον ήλιο, σκελετό χωρίς να λαχταράς την επιστροφή των Μαρμάρων».

Aνταλλαγή απόψεων

Οποια θέση κι αν παίρνει κανείς, υπέρ ή κατά, το νέο Μουσείο της Ακρόπολης σε λίγες ημέρες από σήμερα θα είναι μια χειροπιαστή πραγματικότητα για την Αθήνα.

Η «Καθημερινή»  εγκαινιάζει σήμερα έναν ζωντανό διάλογο για το σημαντικότερο δημόσιο κτίριο που χτίστηκε στην πρωτεύουσα την πρώτη δεκαετία του νέου αιώνα με τις απόψεις του καθηγητή Αρχαιολογίας Χρίστου Ντούμα και δύο αρχιτεκτόνων - καθηγητών, του Δημήτρη Φιλιππίδη και του Πάνου Δραγώνα.

Η συζήτηση, η ανταλλαγή απόψεων, ακόμα και η αντιπαράθεση δεν ολοκληρώνεται σήμερα αλλά θα συνεχιστεί μέσα από τις σελίδες της ηλεκτρονικής έκδοσης της «Καθημερινής» (www. kathimerini. gr). Εκεί θα μεταφέρουμε τον διάλογο για το σημαντικό δημόσιο κτίριο των τελευταίων δεκαετιών στην Ελλάδα με στόχο να καταγραφεί ο παλμός της πραγματικής κοινωνίας.


Αποψη: Κτίριο χωρίς ανάταση

Tου Δημητρη Φιλιππιδη*

Μ’ αρέσει η υποδομή του Νέου Μουσείου της Ακρόπολης, δηλαδή εκείνη η αίσθηση υπέρτατου ιλίγγου καθώς κοιτάζεις προς τα κάτω, μέσα από το γυαλί που σε χωρίζει από την πόλη των προγόνων σου – εκείνο τον ακαταλαβίστικο αχταρμά που λέγεται Ιστορία.

Με συναρπάζει αυτό το ένδοξο παρελθόν και με διαπερνούν ρίγη εθνικής υπερηφάνειας καθώς αιωρούμαι τόσα μέτρα από πάνω του. Δεν μ’ αρέσει ό,τι βρίσκεται πάνω από την επιφάνεια του γυάλινου εδάφους: αυτό που λέμε κτίριο του Μουσείου, γιατί όπως ισχυρίζονται πολλοί (και τους πιστεύω ακράδαντα) είναι μοντέρνο και τολμηρό ενώ εγώ θα προτιμούσα μια πιστή αναπαράσταση όλου του Παρθενώνα κι όχι μια αναπαράσταση μόνο της ζωφόρου του – και μάλιστα κατεβασμένη στο ύψος του ανθρώπου, για πρακτικούς λόγους.

Πώς να νιώσω καλλιτεχνική ανάταση γνωρίζοντας πως έχουν γίνει τέτοιας έκτασης εκπτώσεις;

Δεν είναι ιεροσυλία ένας τέτοιος επιλεκτικός ρεαλισμός;

* Ο κ. Δημήτρης Φιλιππίδης είναι αρχιτέκτων και επίτιμος καθηγητής του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου.


Aποψη: Ο χρόνος θα μιλήσει

Tου Πανου Δραγωνα*

Η τελευταία δεκαετία χαρακτηρίστηκε από τη δημιουργία πολυάριθμων κτιρίων γοήτρου στις πιο αναπτυγμένες πόλεις του πλανήτη. Βασικό χαρακτηριστικό της αρχιτεκτονικής κατά την εποχή της παγκοσμιοποίησης είναι η επιθετικότητα. Πολλά κτίρια δημοσίου ενδιαφέροντος αδιαφορούν για τη σχέση τους με το αστικό περιβάλλον. Η διεθνής αρχιτεκτονική επενδύει περισσότερο στην ισχυρή ταυτότητα παρά στη διερεύνηση των λεπτών σχέσεων με την πόλη και τον τόπο.

Το Νέο Μουσείο Ακρόπολης είναι ένα σύγχρονο, αυστηρό, κτίριο που παρουσιάζει διαφορετικά πρόσωπα στην πόλη: Κατηφορίζοντας την Διονυσίου Αρεοπαγίτου, η παρουσία του γίνεται διακριτικά αντιληπτή ανάμεσα στο εκλεκτικιστικό κτίριο του Κουρεμένου και το κτίριο Βάιλερ. Η όψη του κτιρίου από το ανώτερο σημείο της οδού Μακρυγιάννη είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα καθώς στο σημείο αυτό οι λιτές οριζόντιες γραμμές του Μουσείου αποκτούν πλαστικότητα. Οσο όμως ο περαστικός κατηφορίζει τη Μακρυγιάννη, αρχίζει να συνειδητοποιεί τον πραγματικό όγκο και την επιθετικότητα του Μουσείου. Συνειδητοποιεί ότι πρόκειται για ένα μεγάλης κλίμακας κτίριο, το οποίο είναι αδύνατον να γίνει αντιληπτό στον ελάχιστο χώρο που απομένει. Η σύγκριση με τα εναπομείναντα κτίσματα του οικοδομικού τετραγώνου είναι δραματική. Το Νέο Μουσείο Ακρόπολης μοιάζει να απαιτεί την απομάκρυνσή τους, δίχως το ίδιο να έχει αποδείξει τη θετική συμβολή του στη ζωή της πόλης. Η ειρωνεία είναι, μάλιστα, ότι μετά την πρόσφατη κατεδάφιση των λαϊκών κτισμάτων της οδού Χατζηχρήστου, το Νέο Μουσείο Ακρόπολης δείχνει ακόμη πιο επιβλητικό και επιθετικό απέναντι στην πόλη.

Είναι ένα εξαιρετικά σημαντικό έργο για την Αθήνα. Η λειτουργική και συμβολική αξία του είναι αναμφισβήτητη. Δεν ισχύει, δυστυχώς, το ίδιο και για την αστική υπόστασή του. Είναι δεδομένο σήμερα ότι υπάρχουν προβλήματα στις σχέσεις του κτιρίου με το περιβάλλον του. Θα ήταν, όμως, λάθος να αντιμετωπιστούν εάν το Νέο Μουσείο δεν τεθεί σε πλήρη λειτουργία για ένα εύλογο χρονικό διάστημα.

* Ο κ. Πάνος Δραγώνας είναι αρχιτέκτων και επίκουρος καθηγητής του Παν. Πατρών.


Αποψη: Εργο αναφοράς αλλά για άλλα εκθέματα

Tου Xριστου Nτουμα*

Η έκθεση μνημείων της πολιτισμικής κληρονομιάς μέσα σε ένα χώρο που τον αποκαλούμε μουσείο αποβλέπει στην ανάδειξη των αξιών εκείνων, για τις οποίες το κοινωνικό σύνολο αξίζει να υποβληθεί στις απαιτούμενες δαπάνες. Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός απαιτείται ο εκθεσιακός χώρος να είναι όσο γίνεται πιο ουδέτερος, ει δυνατόν ένα κέλυφος αόρατο, που δεν θα παγιδεύει την προσοχή του θεατή και θα τον οδηγεί άμεσα στα εκθέματα.

Είναι αυτονόητο, ότι στις περιπτώσεις, όπου το περιεχόμενο ενός μελλοντικού μουσείου είναι εκ των προτέρων γνωστό, η μουσειολογική/εκθεσιακή μελέτη πρέπει να αποτελεί το υπόβαθρο, επάνω στο οποίο θα βασίσει την πρότασή του ο αρχιτέκτων. Με βάση δε αυτή τη μουσειολογική μελέτη θα πρέπει να αξιολογείται τελικά και η αρχιτεκτονική πρόταση. Στο παλαιό Μουσείο της Ακρόπολης, η αρχή αυτή λειτούργησε θαυμάσια, αφού το κέλυφος όχι μόνο αναδείκνυε τα αριστουργήματα που στέγαζε αλλά και παρέμενε ουσιαστικά αθέατο: ο επισκέπτης έπρεπε σχεδόν να σκοντάψει επάνω του για να αντιληφθεί την ύπαρξή του.

Δυστυχώς, το παράδειγμα του παλαιού Μουσείου της Ακρόπολης σε ελάχιστες περιπτώσεις ακολουθήθηκε. Ο πολιτικός καιροσκοπισμός, που εντάθηκε μετά τη μεταπολίτευση, οδήγησε σε προχειρότητες και αυτοσχεδιασμούς που ελάχιστα τιμούν μια χώρα σαν την Ελλάδα. Αυτού του καιροσκοπισμού κορυφαίο μνημείο αποτελεί, κατά την άποψή μου, η περίπτωση του νέου Μουσείου της Ακροπόλεως, του κελύφους που κατασκευάστηκε για να στεγάσει τα σύμβολα του κλασικού ιδεώδους, τα γλυπτά του Παρθενώνα.

Είχα την τύχη ή ατυχία να αποκτήσω προσωπική εμπειρία του καιροσκοπισμού που ντύθηκε το μανδύα της δήθεν διεκδίκησης των γλυπτών του Παρθενώνα. Υπηρετούσα ακόμη στην Αρχαιολογική Υπηρεσία (1981), όταν κλήθηκα από την τότε υπουργό Πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη να παράσχω εξηγήσεις γιατί, καθώς την είχαν πληροφορήσει, ασκούσα κριτική για την πολιτική της σχετικά με την επιστροφή των γλυπτών αυτών. Στην παρατήρηση ότι η κριτική μου συνίστατο στην ιεράρχηση των προτεραιοτήτων της και ότι πριν ζητήσουμε επιστροφή των ελγινείων οφείλουμε να εξαλείψουμε τον «ελγινισμό» από την πολιτική μας για τα μνημεία, με αφοπλιστική ειλικρίνεια μου εξήγησε, ότι η εκστρατεία της απέβλεπε στο να κεντρίσει το ενδιαφέρον του πρωθυπουργού (Α. Παπανδρέου) για το υπουργείο Πολιτισμού.

Την ίδια εντύπωση καιροσκοπισμού δίνουν και οι διαδικασίες για την ανέγερση του νέου Μουσείου Ακροπόλεως. Χωρίς να έχουν προηγηθεί, όπως η περίσταση απαιτούσε, οι αναγκαίες μουσειολογικές μελέτες, στις οποίες θα βασιζόταν ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός, προκηρύχτηκαν διεθνείς αρχιτεκτονικοί διαγωνισμοί και η αξιολόγηση των προτάσεων έγινε με κριτήριο το ποια από αυτές θα στόλιζε την Αθήνα με ένα αρχιτεκτόνημα αναφοράς. Πράγματι, το νέο Μουσείο Ακροπόλεως είναι κτίριο αναφοράς και θα μπορούσε να είναι έργο άξιο θαυμασμού ως δημιούργημα της σύγχρονης αρχιτεκτονικής κάπου αλλού και για να στεγάσει εντελώς άλλα πράγματα, όχι το κλασικό ιδεώδες. Το κτίριο αυτό δεν συνιστά αόρατο κέλυφος που θα συμβάλει στην ανάδειξη τόσο των πέριξ μνημείων όσο των εκθεμάτων μέσα σ’ αυτό. Τουναντίον, εξωτερικά μεν κραυγάζει, εσωτερικά δε με τις διαστάσεις και τη διαρρύθμισή του τείνει να εκμηδενίσει τα κορυφαία δημιουργήματα της κλασικής τέχνης, καταδικάζοντας το κλασικό ιδεώδες σε αιώνια... κάθειρξη!

Ελπιζα ότι τα δύο μνημεία της νεότερης αρχιτεκτονικής κληρονομιάς μας, που παρεμβάλλονται μεταξύ του Μουσείου και του Παρθενώνα, θα προστάτευαν το βλέμμα του επισκέπτη της Ακρόπολης από το να αντιπαραβάλει το μοναδικό αγώνισμα ελευθερίας, τον Παρθενώνα, όπως τον αποκαλούσε ο καθηγητής φιλοσοφίας Ιω. Θεοδωρακόπουλος, με το μοντέρνο κτίριο. Φαίνεται όμως ότι τα σημερινά κριτήρια είναι διαφορετικά. Ισως η ελκυστικότητα της... καφετέριας και η αποδοτικότητα της επιχείρησης έχουν προτεραιότητα!

*Ο κ. Χρ. Γ. Ντούμας είναι ομότιμος καθηγητής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών

Του Δημητρη Pηγοπουλου


Σχετικά
Το νέο Μουσείο...ΕΚΤΑΚΤΟ ΔΕΛΤΙΟ.

Share |

Σχετικές Δημοσιεύσεις:

 

GreekArchitects Athens

Copyright © 2002 - 2024. Οροι Χρήσης. Privacy Policy.

Powered by Intrigue Digital