ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΜΑΤΙΕΣ

 

Ενάντια στην Οικοφοβία: Προς τη θέσπιση αρχιτεκτονικών κριτηρίων

22 Σεπτέμβριος, 2009

Ενάντια στην Οικοφοβία: Προς τη θέσπιση αρχιτεκτονικών κριτηρίων

Πολλοί από τους άγραφους κανόνες που χρησιμοποιούνται σήμερα για το σχέδιο και τη δόμηση δεν έχουν βάσιμη υπόσταση, καθώς στηρίζονται σε ιδεολογικά κατασκευάσματα.

Του Νίκου Σαλίγκαρου

English version

Πολλοί από τους άγραφους κανόνες που χρησιμοποιούνται σήμερα για το σχέδιο και τη δόμηση δεν έχουν βάσιμη υπόσταση, καθώς στηρίζονται σε ιδεολογικά κατασκευάσματα. Η σύγχρονη αρχιτεκτονική περιφρονεί οποιοδήποτε κριτήριο ποιότητας και θεωρεί πως αυτή η αδιαφορία αποτελεί σπουδαία αξία. Κατά αυτόν τον τρόπο, το σχέδιο καταλήγει να ακολουθεί απλοϊκά κριτήρια, απαλείφοντας κάθε αίσθηση ομορφιάς που συνδέει τους ανθρώπους με τη γη, την παράδοση και την κουλτούρα τους.


Εισαγωγή

Ο όρος ecophobia («οικοφοβία») αναφέρεται σε μια αναίτια, μα βαθιά ριζωμένη αντίδραση ενάντια στο φυσικό. Έχει χρησιμοποιηθεί και στην κλινική ψυχολογία για να δηλώσει τη φοβία στον οίκο (τόπο διαμονής) κάποιου, μα η χρήση αυτή του όρου είναι πλέον ξεπερασμένη. Ο φιλόσοφος Roger Scruton επινόησε τον συγγενή όρο oikophobia («οικοφοβία») για να δηλώσει τη χωρίς λόγο απέχθεια κάποιου για την τοπική του κουλτούρα. Πιστεύουμε ότι οι όροι ecophobia και oikophobia μπορούν σε πολλές περιπτώσεις να χρησιμοποιούνται εναλλακτικά. Εξάλλου στα Ελληνικά, από όπου είναι η ρίζα των όρων, τα πρώτα συνθετικά eco- και oiko- σημαίνουν ακριβώς το ίδιο (σπίτι, τόπος διαμονής= οίκος).

Εξετάζοντας την κοινωνική σφαίρα, διαπιστώνουμε ότι η εποχή μας χαρακτηρίζεται από βαθιές φιλοσοφικές και κοινωνικές εντάσεις, οι οποίες είναι το ίδιο σοβαρές όσο η ανησυχία για την αποκοπή μας από τη φύση. Ο 21ος αιώνας ξεκίνησε συνεχίζοντας, ή ίσως εντατικοποιώντας, τις χειρότερες καταστροφές που λάμβαναν χώρα στον 20ο. Η απαξίωση της εκάστοτε παραδοσιακής κουλτούρας, που συνδέει τον άνθρωπο με την τοπική του ιστορία, περιλαμβάνεται στις προαναφερόμενες «(αυτό)καταστροφικές τάσεις».

Ο Scruton μας υπενθυμίζει ότι: «ο οικοφοβικός αποκηρύσσει τα εθνικά πιστεύω και ορίζει στόχους και ιδανικά ενάντια στο έθνος, περιθωριοποιώντας τις εθνικές κυβερνήσεις έναντι των διεθνών ιδρυμάτων … ορίζοντας το πολιτικό του όραμα σε όρους παγκόσμιων αξιών εξαγνισμένων από συγκεκριμένες αναφορές μιας πραγματικής ιστορικής κοινότητας». Εδώ έχουμε τον «μοντέρνο άνθρωπο», ο οποίος ασπάζεται όλες τις μορφές τεχνολογικών παιχνιδιών, ενόσω απορρίπτει λύσεις που έχουν εξελιχτεί μέσα στα χρόνια και διαμορφώνουν τις κοινωνίες εδώ και χιλιετίες.

Ιδεολογία και δημοσιότητα

Όπως σημειώνει ο Scruton, υπάρχει ένα βαθιά πολιτικό στοιχείο στην οικοφοβία, από τη στιγμή που πολλά πολιτικά κόμματα προωθούν εαυτούς, υποσχόμενα λύσεις για τα κοινωνικά προβλήματα που βασίζονται σε παγκόσμιες (για την ώρα αυθαίρετες) ουτοπίες. Κυβερνήσεις με εντελώς διαφορετικές πολιτικές κατευθύνσεις γίνονται έρμαια εμμονών για ξενόφερτα αγαθά και ιδέες, και αυτή τους η εξάρτηση είναι προς όφελος των μεγάλων πολυεθνικών εταιριών. Το να φτάσεις και στα πιο απομακρυσμένα μέρη του πλανήτη και να προωθήσεις ξένα προϊόντα στην τοπική αγορά, με τη βοήθεια της διαφήμισης, σήμερα είναι κάτι εύκολο.

Την ίδια στιγμή οι τοπικές παραδόσεις, μαζί με ότι αποτελούσε στήριγμα της κοινωνίας, διαγράφονται. Η περιφρόνηση ή ακόμη και απέχθεια για την κουλτούρα (και τα σχετικά τεχνήματα και πρακτικές) κάποιου αποτελεί το υπόστρωμα ενός τέτοιου φαινομένου. Αυτή η αποστροφή οδηγεί τους ανθρώπους να απορρίψουν καθετί μέρος της παραδοσιακής τους κληρονομιάς και να ασπαστούν νέα, ξένα σύμβολα της καπιταλιστικής προόδου.

Η αρχιτεκτονική σαν «εικόνα», βρισκόμενη στην υπηρεσία του παγκόσμιου κεφαλαίου, έχει φτάσει στο κατώφλι του οποιοδήποτε. Θυσιάζοντας την ταυτότητα στο όνομα της παγκοσμιοποίησης, οι αξίες και τα πιστεύω, με τα οποία οι άνθρωποι έχουν επιτυχημένα πορευτεί για χιλιετίες, οδηγούνται στην εξαχρείωση.

Αντί αυτού, η σύγχρονη αρχιτεκτονική υπηρετεί μια κουλτούρα «κεφαλαίου και κατανάλωσης». Οι αξίες και τα πιστεύω αυτής της κουλτούρας αποτελούν τους θεμέλιους λίθους της αρχιτεκτονικής πρακτικής που ασκείται στις ΗΠΑ, και με αυξανόμενο ρυθμό, σε ολόκληρο τον κόσμο.

Τροφοδοτούμενη με δισεκατομμύρια δολαρίων ως κεφάλαιο, η διαδικασία προώθησης νέων, ξένων συμβόλων υποστηρίζεται από την άσκηση επιρροής στον υπόλοιπο κόσμο για να αγοράσει αυτά που η Δύση πουλά.
Καθώς πανεπιστήμια και πολιτιστικά/πολιτισμικά ιδρύματα του δυτικού κόσμου εποφθαλμιούν σε μεγαλύτερη πρόσβαση στους ανεκμετάλλευτους πόρους των υπό βιομηχανοποίηση χωρών, με το πρόσχημα μιας ευημερίας δυτικού τύπου, ένα σύμπλεγμα διαδικασιών εμφανίζεται με αποκλειστικό σκοπό την καταστροφή της κουλτούρας. Αυτές οι αξίες αποσταθεροποιούν με επιτυχία τον παραδοσιακό πολιτισμό. Μέσω την επιβολής πολυδιαφημισμένων αρχιτεκτόνων στον υπόλοιπο κόσμο, ισχυρά εμπορικά συμφέροντα πετυχαίνουν την οικονομική εκμετάλλευση. Αναγείροντας κτίρια/βιτρίνες σχεδιασμένα από διάσημους αρχιτέκτονες, όπως για παράδειγμα διάφορα μουσεία, οι κυβερνήσεις εσφαλμένα πιστεύουν ότι πράττουν καλώς για τους πολίτες τους. Αντιθέτως, αυτό που πετυχαίνουν είναι να ανοίγουν το δρόμο για την εξάλειψη της τοπικής αρχιτεκτονικής κληρονομιάς από τους «άρχοντες του παραλόγου».

Εμείς, άρχοντες του παραλόγου

Οι νέοι άνθρωποι βρίσκονται εκτεθειμένοι σε προπαγανδιστικές εικόνες αυτής της αρχιτεκτονικής από σχολεία και ΜΜΕ, κατευθυνόμενοι στο τι πρέπει να θεωρούν αξιόλογο από εδώ και στο εξής. Εμποτίζονται με δογματικές αντιλήψεις καταστροφής και απέχθειας για τις παραδοσιακές αρχιτεκτονικές δημιουργίες και πρακτικές. Το «ενάντια» αυτό ανάγεται σε υψηλό στόχο.

Πολλοί άνθρωποι, επίσης, δικαίως κατηγορούν τη Δύση και τα ισχυρά τοπικά συμφέροντα που έχουν στρέψει τη νέα γενιά ενάντια στον ιδιαίτερό της πολιτισμό. Στα πλούσια δυτικά έθνη, η προώθηση του μηδενισμού (nihilism) αποτελεί μια ακόμη ανοησία της σύγχρονης κοινωνίας, μαζί με την ψευδο-τέχνη που εσκεμμένα βεβηλώνει τον Θεό. Μα οι αναπτυσσόμενες χώρες ετοιμάζονται να ρισκάρουν όλα όσα έχουν -- την παραδοσιακή τους τέχνη και αρχιτεκτονική -- μιμούμενες τον δυτικό κόσμο.

Αναμορφώνοντας την παιδεία, θα προτείναμε την άμεση διακοπή της καλλιέργειας αυτής της απέχθειας προς την αρχιτεκτονική κληρονομιά και την κουλτούρα. Δεν υπάρχει χειρότερο έγκλημα από την πατροκτονία: να σκοτώνεις τους ίδιου σου τους γονείς. Όμως πώς μπορούμε να κρίνουμε μια αρχιτεκτονική σχολή που εκπαιδεύει τους μαθητές της να καταφρονούν την ίδια τους την κληρονομιά και να επιδιώκουν με ζήλο την καταστροφή της; 

Ο στόχος αυτής της επίθεσης είναι η κοινωνία που γέννησε αυτά τα άτομα, μοιράζοντας τη γεννήτρια ευθύνη με τους βιολογικούς τους γονείς. Διαβάζουμε θορυβημένοι σχετικά με τα σύμβολα, τις εικόνες και τις πρακτικές της τάσης Bauhaus που εντάσσονται στα εκπαιδευτικά προγράμματα των αναπτυσσόμενων χωρών. Ο Τύπος, αποτυγχάνοντας να συνειδητοποιήσει τους κινδύνους που ελλοχεύουν για την παράδοση μιας χώρας, αποκαλεί αυτή την τάση «προοδευτική».

Πολλά μπορούν να επιτευχθούν από την αξιοποίηση της επιστημονικής γνώσης σαν ένα νέο παράδειγμα για το πώς μπορεί να διδάσκεται η αρχιτεκτονική. Ο επανακαθορισμός της αρχιτεκτονικής σαν επιστημονικός κλάδος μπορεί να γίνει απλά με την επαναθεμελίωση του γνωστικού της υποβάθρου. Χωρίς ένα επιστημονικά τεκμηριωμένο γνωστικό υπόβαθρο, η αρχιτεκτονική παραμένει ευάλωτη στον εκφαυλισμό και όμηρος των ορέξεων της ιδεολογίας, της μόδας και του cult του καθενός. Κλάδοι με έμφυτες διαφορές, επιστήμη και αρχιτεκτονική, μέσα από την παράθεση των διανοητικών τους δομών, μπορούν να μας προσφέρουν πολλά σημαντικά μαθήματα.

Επιστήμη και επιστημονική έρευνα λειτουργούν μέσα σε ένα πλαίσιο συσσωρευμένης γνώσης. Οι επιστήμονες διεξάγουν έρευνα για να επεκτείνουν τον γνωστικό ορίζοντα του τομέα τους. Καταγράφουν επιμελώς τα επιτυχημένα αποτελέσματα τα οποία στη συνέχεια ενσωματώνονται στο ευρύτερο γνωστικό υπόβαθρο. Για αυτό το λόγο, με την ανάπτυξη συγκεκριμένων «γλωσσών», μέσα στο χρόνο οι επιστήμες πετυχαίνουν την αποθήκευση και μεταφορά της γνώσης προς όφελος και χρήση των επομένων γενεών. Η γνώση κάθε αυτή βασίζεται στην ύπαρξη αποτελεσματικών συστημάτων αποθήκευση της πληροφορίας.

Το κίνητρο της επιστήμης

Αυτή η διαδικασία τεκμηρίωσης και καταγραφής επιτρέπει στους επιστήμονες να κτίζουν πάνω σε προηγούμενες ανακαλύψεις. Το να ξαναεφεύρεις τον τροχό για να εκτελέσεις μια απλή ενέργεια κάθε φορά, σαφέστατα παίρνει χρόνο. Επίσης, η επιστήμη διαθέτει ένα μηχανισμό που επιτρέπει το «κοσκίνισμα» της συσσωρευμένης γνώσης για ανεύρεση τυχόν αναληθών ή ξεπερασμένων πληροφοριών. Μια θεωρία, η οποία αποδεικνύεται λανθασμένη ή αναχρονιστική, αμέσως περιθωριοποιείται ή απλά αναφέρεται καθαρά για ιστορικό ενδιαφέρον. Αυτή η αντικατάσταση συμβαίνει διότι μια νέα, καλύτερη μέθοδος,η οποία εξηγεί τα φαινόμενα, ανακαλύπτεται. Επομένως, η επιστήμη επεκτείνει συνεχώς τη βάση πληροφοριών της, διατηρώντας την οργάνωση και τη συνάφεια στο περιεκτικό σύνολο γνώσης. Αυτή η διαδικασία λαμβάνει χώρα τακτοποιώντας σε συνεπτυγμένη μορφή την επιστημονική πληροφορία, κατά ένα τρόπο συνεκτικό, παρόμοιο με αυτόν που οι βιβλιοθήκες αναπτύσσουν για τη διαχείριση ενός τεράστιου και σταθερά αυξανόμενου μεγέθους πληροφοριών. Η γνώση είναι χρήσιμη μόνο αν είναι εύκολα ανακτήσιμη, κάτι που άπτεται της ύπαρξης μια αποτελεσματικής συστηματοποίησης.

Αντίθετα, η αρχιτεκτονική πρέπει ακόμη να αναπτύξει ένα αποτελεσματικό σύστημα για την τακτοποίηση και οργάνωση της συσσωρευμένης πληροφορίας. Στην πραγματικότητα, αυτό που συμβαίνει στην αρχιτεκτονική είναι πέρα από κάθε σκέψη για τις επιστήμες: κάπου στα 1920 μια ομάδα ιδεολόγων, στην αναζήτησή τους για καινοτομίες στο σχέδιο, αυθαίρετα ξεφορτώθηκε το γνωστικό υπόβαθρο της αρχιτεκτονικής. Η δικαιολογία ήταν ότι με αυτό τον τρόπο ο κλάδος θα απογειωνόταν προς νέους κόσμους. Αυτοί που θέλησαν να πράξουν έτσι, στο όνομα της καινοτομίας, δεν ένιωσαν καμιά υποχρέωση να διατηρήσουν τη γνώση που είχε ανακαλυφθεί ή αναπτυχθεί προηγουμένως. Προφανώς, από τη στιγμή που κάποιοι δεν ένιωσαν καμιά ανάγκη να καταγράψουν την κληροδοτούμενη γνώση, βρήκαν επίσης άχρηστη τη δημιουργία ενός συστήματος οργάνωσης της παρούσας γνώσης. Από τότε, η αρχιτεκτονική καινοτομία κρίνεται ως επιτυχημένη βάση του πόσο αγνοεί τη προηγούμενη γνώση.

Αισθητικό γούστο
Κατά παράδοξο τρόπο, αυτή η καταστροφική πρακτική έχει οδηγήσει στη συσσώρευση αυστηρών δογμάτων αλλά και μιας πληθώρας αντιφατικών στυλ μαζί. Οι αρχιτέκτονες απέτυχαν να αναπτύξουν ή να εφαρμόσουν ένα σύστημα οργάνωσης ακόμη και για τα αρχιτεκτονικά στυλ στα οποία αναφέρονται συνεχώς. Οι υπέρμαχοι της κάθε τάσης μάχονται ενάντια στις υπόλοιπες, αποκαλώντας τες άχρηστες, ξεπερασμένες ή ηθικώς αδικαιολόγητες. Αυτή η ανεπίλυτη διαμάχη είναι πηγή μεγάλων, συστηματικών συγκρούσεων και αστάθειας (η οποία εμποδίζει αντί να ενθαρρύνει την ανάπτυξη). Τα διάφορα στυλ επικυρώνονται μόνο αν λάβουν την έγκριση του αυτοδιοριζόμενου «δημιουργού γούστου», ώστε να γίνει η αρχιτεκτονική πιο «μυστήρια» και δυσανάγνωστη για τους μη μυημένους στις πολυσχιδείς της θεωρίες.

Από την άλλη πλευρά, ενώ η επιστημονική αντιπαράθεση μπορεί να γίνει αρκετά εριστική, υπάρχουν αυστηρές κατευθυντήριες γραμμές για την επίλυσή της. Από το αν η γνώση επιτυγχάνει να εξηγήσει επαρκώς τα φαινόμενα, καθώς και από το αν στην πορεία κάποιο όφελος για την ανθρωπότητα δημιουργείται, κρίνεται η αξία της γνώσης στην επιστήμη. Οι επιστήμονες εγκαταλείπουν την παλιά άποψη, αν και μπορεί κάποιοι να συνεχίζουν να την υποστηρίζουν, όταν αυτή αποτυγχάνει να εξηγήσει παρατηρούμενες δομές. Οι συγκρούσεις μπορεί να είναι έντονες, μα συνήθως καθόλου μακροχρόνιες. Εν τέλει, οι επιστήμονες φτάνουν σε ένα συμπέρασμα βασιζόμενοι σε πειράματα.

Η απώλεια της πληροφορίας
Αν υιοθετήσουμε την επιστημονική προσέγγιση, η διαχείριση της συσσωρευμένης γνώσης ενός κλάδου δε γίνεται αυθαίρετα. Η αρχιτεκτονική δεν αντιμετωπίζεται σαν επιστήμη από τους περισσότερους αρχιτέκτονες, από τη στιγμή που οι τελευταίοι αποφεύγουν να συμβουλεύονται τη βάση τεκμηρίωσής της. Η καταστροφική απώλεια πολεοδομικής και αρχιτεκτονικής γνώσης και πληροφορίας που συνέβη μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ενορχηστρωμένη από εκπαιδευμένους μοντερνιστές δασκάλους που έλεγχαν κάποιες αρχιτεκτονικές σχολές, θα είχε αποφευχθεί, αν η υιοθετούμενη αρχιτεκτονική καθοριζόταν από ένα επιστημονικό μοντέλο.

Η κληροδοτούμενη γνώση είναι υπερπολύτιμη για να αγνοείται έτσι παρορμητικά. Η παλιότερη γνώση μπορεί να παραγκωνιστεί μόνο από ένα αναβαθμισμένο επεξηγηματικό πλαίσιο και όχι από αναπόδεικτες ιδέες ή απόψεις. Ξανά και ξανά, επανερχόμαστε στην ανάγκη για μια σειρά τεκμηριωμένων κριτηρίων ούτως ώστε να κρίνουμε τι είναι αξιόλογο στην αρχιτεκτονική.

Στη τυπική διδασκαλία της αρχιτεκτονικής θεωρίας, οι μαθητές, μπροστά σε ένα σύνολο αμοιβαία αντιφατικών και συχνά ασαφών διατυπώσεων και απόψεων, σαστίζουν μη μπορώντας να αποφασίσουν τι είναι και τι δεν είναι σχετικό. Ωστόσο, όλες παρουσιάζονται το ίδιο βάσιμες, καθώς περιλαμβάνονται σε κάποια έγκυρη ανθολογία. Στους μαθητές δεν παρέχεται κανένα κριτήριο αξιολόγησης: στη πραγματικότητα, ούτε ο καθηγητής τους, ούτε κι ο συγγραφέας της ανθολογίας θα τολμούσαν να ενστερνιστούν κάποιο μέτρο που καθιστά την αξιολόγηση δυνατή. Αν γινόταν το παραπάνω τότε η προτίμηση της μιας άποψης έναντι της άλλης θα αποτελούσε μια αντιδημοκρατική διαδικασία.

Το cult της άχρηστης ασχήμιας

Παρόλο αυτά, αυτή η εσφαλμένη αντίληψη πλουραλισμού αποκαλύπτει αυτό που ο κάθε διανοητικά αναπτυγμένος επιστημονικός κλάδος βρήκε αναγκαίο να διαμορφώσει. Ξεπερασμένες ή μη έγκυρες απόψεις που συνεχίζουν να εμφανίζονται στην αρχιτεκτονική θεωρία πρέπει να παραγκωνιστούν. Χωρίς την ύπαρξη ενός κριτηρίου για το τι είναι έγκυρο και τι δεν είναι, οι αρχιτέκτονες δύσκολα απαρνούνται κάτι που συνδέεται με μια ηγεμονεύουσα ιδεολογία. Αυτό σημαίνει ότι κατά αυτό τον τρόπο οι αρχιτέκτονες διαιωνίζουν άχρηστα διανοητικά μπιχλιμπίδια.

Ποικίλα στυλ μπορούν όντως να συνδυαστούν, κοιτώντας τα θετικά που μπορεί το καθένα να προσφέρει. Για ένα νέο διδακτικό πρόγραμμα, η παρουσίαση μιας θεωρητικής κατηγοριοποίησης των αρχιτεκτονικών τυπολογιών είναι απαραίτητη. Αυτή η παράθεση ενώνει διάφορα στυλ από ανταγωνιστικά σύγχρονα αλλά και παλιότερα κινήματα. Κάποιες από αυτές τις τάσεις κρίνονται ανεπαρκής γιατί δεν υπηρετούν τις ανθρώπινες ανάγκες, κάτι που οι υπάρχουσες αρχιτεκτονικές σχολές πρέπει να το έχουν υπόψη. Αν κάποιος κοιτάξει προσεκτικά, θα ανακαλύψει ότι πολλές από τις ανείπωτες αρχές που ακολουθούνται σήμερα δε βασίζονται σε κάτι αρχιτεκτονικό, παρά μόνο σε ιδεολογικούς ισχυρισμούς. Η αρχιτεκτονική δεν θα καταφέρει ποτέ να πάει μπροστά αν συνεχίζει να υποστηρίζει τυφλά και άκριτα σχεδιαστικά δόγματα.


Των Νίκου Α. Σαλίγκαρου & Kenneth G. Masden II
Μετάφραση: Βασίλης Κωστάκης

Απόσπασμα από το άρθρο “Intelligence-Based Design: A Sustainable Foundation For Worldwide Architectural Education”, Archnet-IJAR: International Journal of Architectural Research, Τόμος 2, Τεύχος 1 (Μάρτιος 2008), σελίδες 129-188.
http://archnet.org/library/documents/one-document.jsp?document_id=10330
Το παρόν απόσπασμα του άρθρου δημοσιεύθηκε στα Ιταλικά στο Domenicale, Νούμερο 14 (5 Απρίλη 2008), σελίδες 6-8.
http://www.ildomenicale.it/articolo.asp?id_articolo=904

Share |
 

GreekArchitects Athens

Copyright © 2002 - 2024. Οροι Χρήσης. Privacy Policy.

Powered by Intrigue Digital