ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΕΣ

Συμμετοχες 2015

30 Οκτώβριος, 2015

122.15 Αρχαιολογικό Μουσείο στην Παροικιά της Πάρου

Η παρούσα διπλωματική αφορά τη δημιουργία ενός αρχαιολογικού μουσείου-ερευνητικού κέντρου στην Πάρο, ικανού να στεγάσει τις ανάγκες μελέτης, συντήρησης και προβολής του εξαιρετικά πλούσιου αρχαιολογικού υλικού που παρέχει το νησί αλλά και το ευρύτερο σύμπλεγμα Αντιπάρου-Δεσποτικού, καθώς το υπάρχον αρχαιολογικό μουσείο κρίνεται ανεπαρκές.

English version

Φοιτήτρια: Μεσσήνη Κατερίνα
Επιβλέπουσα: Σόνια Χαραλαμπίδου
Σύμβουλος: Παναγιώτης Βασιλάτος
Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο
Ημερομηνία Παρουσίασης: Απρίλιος 2015

Η Πάρος αποτελεί το τρίτο σε μέγεθος νησί των κυκλάδων και ο πληθυσμός της ανέρχεται στους 13.710 κατοίκους. Τα σχετικά εύφορα εδάφη αλλά και η καίρια γεωγραφική θέση της στο κεντρικό Αιγαίο, στο σταυροδρόμι των θαλάσσιων δρόμων, αποτέλεσε τη διαχρονική βάση για την ανάπτυξη του νησιού, ήδη από τους προϊστορικούς χρόνους.

Σήμερα η οικονομία της Πάρου είναι σχεδόν εξ ολοκλήρου στραμμένη προς τον τουρισμό και η προσπάθεια ανάδειξης του ιστορικού πλούτου του νησιού συχνά επιδιώκεται στα πλαίσια μιας διαφημιστικής αντίληψης με καθαρά εμπορικό είτε τοπικιστικό χαρακτήρα. Στον αντίποδα αυτής της τάσης, η πρόταση της διπλωματικής αφορά τη δημιουργία όχι μόνο ενός μουσειακού χώρου αλλά και ενός πολυδύναμου κέντρου, που να προωθεί με επιστημονικό τρόπο τη γνώση γύρω από την ιστορία του νησιού, τόσο για τον κάτοικο όσο και για τον επισκέπτη.

Όχι μόνο επειδή αποτελεί την σημερινή πρωτεύουσα και το κύριο λιμάνι του νησιού, αλλά και λόγω της πληθώρας τεκμηρίων από αλλεπάλληλες ιστορικές στρώσεις που παρουσιάζει, η Παροικιά θα επιλεγεί σαν τόπος ένταξης της μελέτης. Όπως η αρχαία πόλη της Παροικιάς εξαπλώθηκε με πυρήνα τον προϊστορικό οικισμό του Κάστρου, έτσι ο νεώτερος οικισμός δημιουργήθηκε με τη μορφή επάλληλων δακτυλίων με κέντρο το ενετικό οχυρό που δέσποζε στον ίδιο λόφο από τον 15ο αιώνα. Οι σύγχρονες επεκτάσεις χαρακτηρίζονται από έντονη διάχυση και κύριο όριο του ευρύτερου οικιστικού συνόλου της Παροικιάς σήμερα μπορούμε να θεωρήσουμε τον περιφερειακό άξονα με ΝΔ διεύθυνση.

 

Η περιοχή μελέτης εφάπτεται αυτού του άξονα, αλλά βρίσκεται και σε μια πολύ καλή σχέση με τον κύριο πεζόδρομο της Εκατονταπυλιανής, παρουσιάζοντας πλεονεκτήματα τόσο ως προς τη σύνδεση με το κέντρο του οικισμού και τα χαρακτηριστικά του τοπόσημα όσο και την εύκολη πρόσβαση με όχημα. Παράλληλα γειτνιάζει με μεγάλους ελεύθερους χώρους και κτιριακά σύνολα που απομακρίνονται από τις αναλογίες του συνεκτικού ιστού, γεγονός που διευκολύνει την ένταξη μιας κατ΄ανάγκην μεγάλης κλίμακας πρότασης. Τέλος, οι περισσότεροι υπάρχοντες αρχαιολογικοί χώροι της Παροικιάς βρίσκονται σε εγγύτητα με την περιοχή μελέτης και υπάρχει η δυνατότητα σύνδεσής τους μέσα από ένα πλέγμα προτεινόμενων διαδρομών.

 

 

Το οικόπεδο αποτελείται από εκτάσεις που ανήκουν στο δήμο και ένα ιδιόκτητο τμήμα εκτός σχεδίου για το οποίο προβλέπεται απαλλοτρίωση. Το 1984 έγινε μελέτη για τη δημιουργία πολιτιστικού κέντρου στην περιοχή, οπότε και ήρθαν στο φως τμήματα ελληνιστικών οικιών με ψηφιδωτά. Στα επόμενα χρόνια ακολούθησαν ανασκαφές που δεν ολοκληρώθηκαν. Παρά την αναγνώριση τμήματος της περιοχής ως αρχαιολογικού χώρου, σήμερα αυτή βρίσκεται σε υποβάθμιση ενώ παραλαμβάνει λειτουργίες στάθμευσης.

Λόγω της επιβεβαιωμένης ύπαρξης περεταίρω αρχαιοτήτων, περιορίζουμε την επέμβασή μας σε βάθος μέχρι μια συγκεκριμένη στάθμη. Προσδιορίζεται έτσι μια ζώνη προστασίας του ιστορικού υποβάθρου, στην οποία θεωρούμε αυθαίρετα κάποια σημεία ανάδειξης με τη μορφή είτε εξωτερικών σκαμμάτων είτε ορατών τμημάτων εντός του μουσείου. Στοχεύουμε έτσι στη δημιουργία ενός ευρύτερου αρχαιολογικού πάρκου-πλατείας, σε άμεσο διάλογο με τις υπάρχουσες και τις υποθετικές μελλοντικές ανασκαφές. Για το σχεδιασμό του λήφθηκαν υπόψιν ιδιαίτερα οι οπτικές φυγές προς ποικίλους αρχαιολογικούς χώρους απ όπου έχουμε ευρήματα αλλά και προς χαρακτηριστικά τοπόσημα της περιοχής και τοπία φυσικής ομορφιάς. Οι θεάσεις αυτές εξασφαλίζονται από την υπερύψωση του τοπικού λόφου αλλά και μέσω του εξ οκλήρου βατού δώματος του κτιρίου. Οι βασικές συνθετικές χαράξεις δόθηκαν από την προέκταση του πεζοδρομημένου άξονα της Εκατονταπυλιανής, τα όρια του οικοπέδου αλλά και την οπτική φυγή προς το λόφο του Κάστρου.

 

 

Ο κτιριακός όγκος, διατεταγμένος σπειροειδώς γύρω από αίθριο, οργανώνεται σε 3 πτέρυγες: κυρίως έκθεση, μελέτη-συντήρηση-διοικητικές λειτουργίες και κοινόχρηστοι χώροι πολλαπλών χρήσεων. Σημαντική πρόθεση αποτελεί η δυνατότητα οπτικής επαφής του επισκέπτη με τις δραστηριότητες αποθήκευσης-συντήρησης, με στόχο τη συνολική σύλληψη «παραγωγής» του εκθέματος. Ως βασικό υλικό κατασκευής χρησιμοποιείται το οπλισμένο σκυρόδεμα ενώ γίνεται μερική χρήση χάλυβα corten σε στέγαστρα, πατάρια και στην επικάλυψη συγκεκριμένων επιφανειών.

 

Ο χώρος της μόνιμης έκθεσης εντάσσεται στην πτέρυγα του μουσείου με το μεγαλύτερο υπόσκαφο ποσοστό, καθώς ο λόφος υψώνεται πίσω της προς τα ανατολικά. Με αυτό τον τρόπο γίνεται εκμετάλλευση της μερικής έλλειψης φυσικού φωτός εσωτερικά, όπου διατάσσουμε, κυρίως σε προθήκες, τα ευρήματα μικρότερης κλίμακας που κατ' ανάγκη χρειάζονται τεχνητό φωτισμό. Αντίθετα, από τη δυτική πλευρά εισάγεται το φως και τοποθετούνται τα μεγαλύτερης κλίμακας εκθέματα, κυρίως γλυπτά, τα οποία φωτίζονται και από την οροφή μέσω οριζόντιας σχισμής κατά μήκους του κτιρίου. Σε αυτή την πλευρά διατάσσεται και η ημιυπαίθρια έκθεση, σαν γραμμικό στοιχείο ορατό και από τις δυο πλευρές του, ενώ επιδιώκεται και η οπτική επαφή με το αίθριο. Στην ίδια διεύθυνση τοποθετείται εσωτερικά και η ζώνη ορατού ιστορικού εδάφους μέσω διαφανούς δαπέδου. Η διαδρομή του επισκέπτη ακολουθεί ελικοειδή πορεία ξεκινώντας από το πατάρι και προχωρώντας στο ισόγειο, ενώ υπάρχει σαφής χρονολογική οργάνωση των εκθεμάτων με διεύθυνση απο τη μεγαλύτερη προς τη μικρότερη πλευρά της σφηνοειδούς πτέρυγας.

 

Share |
 

GreekArchitects Athens

Copyright © 2002 - 2024. Οροι Χρήσης. Privacy Policy.

Powered by Intrigue Digital