ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΜΑΤΙΕΣ

 

ΤΟΠΙΑΚΟΙ ΜΕΤΑ_ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΙΙ:

24 Οκτώβριος, 2006

ΤΟΠΙΑΚΟΙ ΜΕΤΑ_ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΙΙ:

Η αντίθεση ανάμεσα στο ορθολογιστικό και το οργανικό που δομεί, στην ουσία, την ιστορία του τοπιακού σχεδιασμού έχει χαρακτηρίσει παράλληλα και την ιστορία πολλών διαφορετικών επιστημονικών πεδίων, από τη φιλοσοφία μέχρι και την πολεοδομία.

Αχιλλέας Ψυλλίδης  - axips@oneway.gr 

(ΤΟΠΙΑΚΟΙ ΜΕΤΑ_ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ Ι:)

 Η αντιπαράθεση μεταξύ μιας ορθολογιστικής, τεχνητής, γραμμικής γεωμετρίας και μιας εικονογραφικής (στην αγγλική βιβλιογραφία ο όρος συναντάται ως picturesque) αναπαραγωγής της φύσης μέσω μιας λιγότερο καθορισμένης γεωμετρίας, διατρέχει όλη την ιστορία του τοπίου. Στην κατανίκηση αυτής ακριβώς της αντιπαράθεσης εντοπίζεται η πιθανή ύπαρξη ενός νέου αναδυόμενου τοπίου – αλλά και πόλης και αρχιτεκτονικής. Το τοπίο αυτό θα χαρακτηρίζεται πιθανότατα από τις τρέχουσες εξελίξεις στους τομείς της βιοτεχνολογίας, της υπολογιστικής επιστήμης, της τεχνητής νοημοσύνης, της σύγχρονης οικολογίας, του προωθημένου αρχιτεκτονικού σχεδιασμού και τρόπου ζωής, όπου το φυσικό και το τεχνητό είναι σχεδόν αδιάκριτα (βλ. σχετικά με την οιονεί πραγματικότητα στο άρθρο «Ψηφιακή Τεχνολογία: Επαναπροσδιορισμός των Ορίων και του Διπόλου Δημόσιο-Ιδιωτικό» της παρούσας στήλης. Πρβλ. επίσης σχετικά με την σύζευξη φυσικού με τεχνητό όπως εμφανίζεται στον σύγχρονο σχεδιασμό, στους όρους “naturartificial” και “nature (advanced)” όπως αναλύονται στο “The Metapolis Dictionary of Advanced Architecture”, σελ. 448 – 451). Ο Alejandro Zaera-Polo αναφέρει μάλιστα χαρακτηριστικά ότι «το μεταλλαγμένο, το υβριδικό και το μόρφημα είναι πιθανό να αντικαταστήσουν τη μηχανή ή τον Frankenstein ως τα στερεότυπα αυτού του αιώνα».

 

 

Οι πρώτες προσπάθειες διαχείρισης και τεχνητής οργάνωσης της γης εμφανίστηκαν είτε από την ανάγκη εκμετάλλευσής της είτε από την ανάγκη επαναδιαμόρφωσής της, φυσικά και πολιτισμικά. Τόσο τα λειτουργικά μοτίβα των αγροτικών καλλιεργειών, των αρδεύσεων και των κατατμημένων οικοπέδων , όσο και τα περισσότερο πολιτιστικά και συμβολικά μοτίβα των μνημείων και των ανακτορικών κήπων , εμφανίζουν ασυνήθιστα πολλές ομοιότητες μεταξύ τους σε ολόκληρη την υφήλιο.

Χαρακτηρίζονται από την ανάπτυξη γραμμικών, απλών και κανονικών γεωμετριών πρωτογενών σχημάτων, όπως οι γραμμές, οι κύκλοι, τα τρίγωνα, τα τετράγωνα – σε πλήρη αντίθεση προς τους χαώδεις, πολύπλοκους φυσικούς οργανισμούς – οι οποίες αναπαράγονται μέσω της διαπραγμάτευσης πολλαπλών διατάξεων – γεωλογικών, βιολογικών, κλιματικών – σε μια μορφογενετική διαδικασία. Αυτές οι απλές, κανονικές γεωμετρίες αποτελούν την μετεξέλιξη των πρωτόγονων τεχνικών μέτρησης της γης, που είναι σχεδόν ταυτόσημες σε όλους τους αρχαίους πολιτισμούς, από τους Αιγύπτιους, τους Βαβυλώνιους και τους αρχαίους Έλληνες, στους Κινέζους, τους Ίνκας και τους Αζτέκους.

Αυτοί ακριβώς οι γεωμετρικοί τύποι κυριάρχησαν, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, ουσιαστικά μέχρι τον 18ο αιώνα, οπότε και οι Άγγλοι τοπιοτέχνες ξεκίνησαν να χρησιμοποιούν τις πολύπλοκες γεωμετρίες της φύσης ως βασικές πηγές νέων χωρικών εμπειριών και διηγήσεων.

Ωστόσο, η γεωμετρία τέτοιων γραφικών κήπων διαμορφώθηκε περισσότερο μέσω της απομίμησης παρά της «εφεύρεσης», και κατ’ αυτή την έννοια έμοιαζαν σαν να είναι γεωμετρικά πολύπλοκοι.

Τα πάρκα της Μοντέρνας αρχιτεκτονικής από την άλλη, εντάχθηκαν στον σχεδιασμό των πόλεων, όχι όμως σαν οργανικό τμήμα με κοινωνικές λειτουργίες, αλλά σαν «φυσικό» περιβάλλον, μέσα στο οποίο ήταν ελεύθερα χωροθετημένα τα συγκροτήματα των κατοικιών , ενώ ποτέ δεν ανέπτυξαν μηχανισμούς παραγωγής πολυπλοκότητας μακριά από τον μιμητισμό και δεν προχώρησαν ποτέ πέρα από το γραφικό. Άλλωστε, η δυσκολία σχεδιασμού πολύπλοκων μορφών ήταν ένα γεγονός, λόγω της έλλειψης των σχετικών μέσων (σήμερα η κατανόηση τέτοιων μορφών έγινε εφικτή μέσα από τα τρισδιάστατα ψηφιακά μοντέλα, όπως αυτά διαμορφώνονται μέσα από πολύπλοκα σχεδιαστικά προγράμματα), αλλά και λόγω του ότι αποτελούσε παράλληλα και έναν σχεδιαστικό φραγμό μιας που ερχόταν σε αντίθεση προς τις θεμελιώδεις αρχές του κινήματος. Είναι μάλιστα γεγονός ότι ούτε στη σχολή του Bauhaus δεν υπήρχε γνωστικό αντικείμενο σχετικό με τη διαμόρφωση του φυσικού περιβάλλοντος.


 

 Όταν το 1968 η κυριαρχία του Μοντέρνου υποχώρησε, αναπτύχθηκε ένα γενικευμένο ενδιαφέρον στην τεχνητή πολυπλοκότητα. Όσον αφορά την αρχιτεκτονική, το χάος σχεδιάζονταν ως ένα κολλάζ, μια αδιαμεσολάβητη σχέση ανάμεσα σε στοιχεία και ρυθμούς που παρεμβαίνουν ο ένας στον άλλο χωρίς να διαβρώνουν τις ίδιες τους τις ταυτότητες αλλά, αντιθέτως, δομώντας νέες ταυτότητες μέσω τις αντίθεσης. Το μεταμοντέρνο και η αποδόμηση ερεύνησαν τη δυνατότητα αυτής της αντιθετικής παράθεσης ως γενέτειρας ενός νέου ρυθμού, μιας νέας τάξης. Τα απλά, πρωτογενή σχήματα – κύκλοι, γραμμές, ορθοκανονικοί κάνναβοι – παρατάχθηκαν ασυνεπώς στο έδαφος, παραμένοντας ανεπηρέαστα, αμεσολάβητα. Οι κανονικές μορφές που παρατάχθηκαν ασυνεπώς ή τα κανονικά προγράμματα που παρατάχθηκαν σε αντίθεση το ένα ως προς το άλλο, αποτέλεσαν τις τεχνικές κολλάζ που χαρακτήριζαν το τοπίο των τελευταίων δεκαετιών του 20ού αιώνα.

Οι γεωμετρίες της καθαρής αοριστίας ή της καθαρής γραμμικότητας αποτελούν ίσως ένα ίχνος του παρελθόντος παρά μια πιθανότητα του μέλλοντος. Άλλωστε, στην κοινωνία της πληροφορίας και του κυβερνοχώρου, είναι η πρώτη φορά που ο δημόσιος χώρος επικοινωνίας φαίνεται να μην έχει άμεση ανάγκη τον αρχιτεκτονικό χώρο. Ίσως η ευκαιρία που δίδεται μελλοντικά να είναι η υπερνίκηση του φραγμού που καταφεύγει στην αντιπαράθεση ως μια μορφή πολυπλοκότητας, αλλά, αντιθέτως, να εκμεταλλεύεται την πολυπλοκότητα μέσω της συνοχής και της συνάφειας. Κατά τον Alejandro Zaera-Polo «πρέπει να μάθουμε να παράγουμε μορφές και τοπογραφίες οι οποίες θα είναι εντελώς τεχνητές αλλά παράλληλα και πολύπλοκες, και να τις αναπαράγουμε μέσα από μια μεσολαβητική, ολοκληρωμένη προσθήκη αυστηρών διατάξεων».

 

Είναι πολύ πιθανό, μέσα από αυτή την αυστηρή και ορθή εφαρμογή τέτοιων διατάξεων και τεχνικών να δοθεί η δυνατότητα της δημιουργίας μιας νέας αντίληψης όσον αφορά στη σχέση μεταξύ φυσικού και τεχνητού, μεταξύ των φυσικών μηχανισμών και του τεχνήματος ή με άλλα λόγια, μεταξύ του οργανικού και του ορθολογιστικού. 

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

1. ALEJANDRO ZAERA-POLO: “Recent Works”, University of Pennsylvania Press, Philadelphia, November 2002.
2. BETSKY, AARON: “Landscrapers: Building with the Land”, Thames & Hudson, Νέα Υόρκη, 2002.
3. DELEUSE, GILLES & GUATTARI, FÉLIX: “A Thousand Plateaus: Capitalism and Schizophrenia”, trans. Brian Massumi, University of Minnesota Press, Minneapolis, 1987.
4. DELEUSE, GILLES: “The Fold: Leibniz and the Baroque”, Minnesota Press, 1988.
5. FOA: FARSHID MUSHAVI, ALEJANDRO ZAERA-POLO: “Phylogenesis”, Actar, Barcelona, 2003.
6. GAUSA, MANUEL, GUALLART, VICENTE, MÜLLER, WILLY, SORIANO, FEDERICO, PORRAS, FERNANDO, MORALES, JOSÉ: “The Metapolis Dictionary of Advanced Architecture: City, technology and society in the information age”, Actar, Barcelona, 2003.
7. KIESLER, FREDERICK J., BOGNER, DIETER, LYNN, GREG: “Endless Space”, Hatje Cantz, Germany, 2001.
8. MOSTAFAVI, MOHSEN, NAJLE, CIRO et al.: “Landscape Urbanism. A Manual for the Machinic Landscape”, AA Architectural Association, London, 2003.
9. PEARSON, DAVID: “New Organic Architecture: The Breaking Wave”, University of California Press, Berkeley, California, 2001.
10. TSUI, EUGENE: “Evolutionary Architecture: Nature as a Basis for Design”, John Wiley & Sons, New York, 1999.
11. ΤΕΡΖΟΓΛΟΥ, ΙΩΑΝΝΗΣ: «Κοινόχρηστοι Χώροι. Ιστορική Εξέλιξη», ΕΜΠ, Αθήνα, 2003.
 

Share |
 

GreekArchitects Athens

Copyright © 2002 - 2024. Οροι Χρήσης. Privacy Policy.

Powered by Intrigue Digital