ΔΙΑΛΟΓΟΣ

Κοινωνική ευθύνη

Απόδραση απο το μύθο.

18 Μάρτιος, 2011

Απόδραση απο το μύθο.

Ανάκτηση επιστημονικής αξιοπρέπειας και κοινωνική πρακτική. (Του Ανδρέα Μαριάτου)


Για την ανάγνωση της παρούσας, αρχιτέκτονας σημαίνει αυτός που αρχιτεκτονεί, όχι αυτός που ασχολείται με την αρχιτεκτονική, ούτε αυτός που απλά έχει πτυχίο αρχιτεκτονικής.

Αν εξετάσουμε περίπου με ποιά δεδομένα εργαζόμαστε, τις συνθήκες, τις αντιξοότητες και τους συμμάχους στην παραγωγή αρχιτεκτονικής, το ρόλο δηλαδή του κράτους, των φορέων, των συναδέλφων, της αγοράς και της κοινωνίας, θα διαπιστώσουμε οτι η εικόνα δείχνει ζοφερή. Οπωσδήποτε η επιστήμη θα έλεγε οτι η Ελλάδα είναι ακατάλληλο οικοσύστημα για να επιβιώσει αρχιτεκτονική. Κι όμως, "...η πραγματικότητα είναι οτι στην Ελλάδα είναι ακόμα δυνατή η επιβίωση πολλών μικρών -και όχι μόνο- αρχιτεκτονικών γραφείων σε θέση να παράγουν έργο με τα πιο διαφοροποιημένα αποτελέσματα από άποψη ποιότητας, πράγμα που δεν συμβαίνει πια στις οικονομικά προηγμένες κοινωνίες της Δύσης αλλά και της Άπω Ανατολής"[1]. Πράγματι, αν δούμε πως κτίζεται η κατοικία στις περισσότερες προηγμένες χώρες, αυτές που άκριτα πολλές φορές υμνούμε και ζηλεύουμε, θα διαπιστώσουμε οτι ο μέσος έλληνας πολίτης έχει -τουλάχιστον είχε μέχρι πρόσφατα- τη δυνατότητα να κτίσει το Σπίτι του. Όχι μια τυποποιημένη κατοικία από την εταιρεία real estate που ανέλαβε την επέκταση του ρυμοτομικού σχεδίου μιας ολλανδικής -πρωτοπόρου κατά τα άλλα- πόλης. Να φτιάξει την κατοικία ΤΟΥ, στο κομμάτι γης που διάλεξε, με τον μηχανικό που διάλεξε. Αναμενόμενο είναι βέβαια, σύμφωνα με την επαγγελματική και επιστημονική απαξίωση της αρχιτεκτονικής που προαναφέραμε, να υστερούμε σε μέσο όρο ποιότητας[2].

Όμως, τότε, γιατί άραγε ο ρόλος των αρχιτεκτόνων -το ποσοστό τους κατ'αρχάς στα βιβλία με τα στελέχη αδειών στα πολεοδομικά γραφεία- αναβαθμίζεται αργά αλλά σταθερά χρόνο με το χρόνο; Η μια αλήθεια είναι οτι η επίδραση των αρχιτεκτόνων στο μεταπολιτευτικό σώμα της κοινωνίας ξεκίνησε από το μηδέν και δε μπορούσε να μειωθεί. Η άλλη αλήθεια είναι οτι το κτισμένο έργο ΔΙΔΑΣΚΕΙ. Κάθε μικρή νίκη που σε αυτές τις συνθήκες ολοκληρωτικού πολέμου καταφέρναμε, έστω κι αν αυτή ήταν ασήμαντη μπροστά στην πληρότητα των ολοκληρωμένων αρχιτεκτονημάτων, "έγραφε" στο υποσυνείδητο των πολιτών. Και βέβαια, ελλείψει αγωνιστικότητας των συλλογικών μας φορέων, οι μάχες δόθηκαν με αποκλειστικό όπλο τον προσωπικό  "ιεραποστολικό" ηρωισμό των συναδέλφων αρχιτεκτόνων. Τέλος, υπάρχει και μια ακόμη αλήθεια: οτι η παραγωγή αρχιτεκτονικής από τα μικρά γραφεία είναι κατ'εξοχήν διαδικασία προσωπικής σχέσης με τον εργοδότη και ως εκ τούτου μοναδική, μη εμπορεύσιμη μαζικά, αντικαταναλωτική.

Εχω την εντύπωση οτι κύριος φορέας του "αντιαρχιτεκτονικού μένους" σήμερα είναι ολοένα και λιγότερο τα παραδοσιακά ανταγωνιστικά επαγγέλματα και ολοένα και περισσότερα ένα σύμπλεγμα συμφερόντων που θέλουν τον πολίτη ως απολύτως παραδεδομένο καταναλωτή. Και σε μια κοινωνία σε κρίση (εφόσον πιστεύουμε οτι η αρχιτεκτονική έχει νόημα και κομίζει λόγο) έρχεται η στιγμή που θα πρέπει να επιλέξουμε, εάν όχι με πολιτικά κριτήρια έστω με κριτήρια επιβίωσης: Τι είναι αυτό που εξασφαλίζει τον κοινωνικό μας ρόλο; Ως προς τη δυνατότητα που έχουμε ως κλάδος να αποφασίσουμε ψύχραιμα και με βάση πραγματικά στοιχεία θα μου επιτρέψετε να αμφιβάλλω. Για τούτο, για την συνειδητοποίηση δηλαδή του που βρισκόμαστε οι αρχιτέκτονες αυτή την εποχή, θα ήθελα να προσπαθήσω μια ανάλυση κάποιων στερεότυπων στο χώρο μας εκφράσεων και θέσεων:

 

«Η καλή αρχιτεκτονική κοστίζει»

Τη φράση πρωτοάκουσα στις αρχές των σπουδών μου να συνοδεύει επιμορφωτικές εκδρομές σε κατοικίες των βορείων προαστείων. Και ναι μεν, θα μπορούσε κάποιος να υπεκφύγει του πραγματικού νοήματος της φράσης, διατυπώνοντας εναλλακτικά την έννοια του κόστους (όπως ο K.Frampton αποφεύγει να προϋποθέσει την υποστήριξη "πλούσιου" λέγοντας "υψηλού επιπέδου" εργοδότη)[3]. Έτσι παράγεται μια ερμηνεία για το επίπεδο της αρχιτεκτονικής στη χώρα μας, πολύ βολική και αρκούντως "μη-δεξιά" (εφόσον αποκρύπτει την ταξικότητα).

Πίσω όμως από τη διατύπωση κρύβεται αμείλικτη η θέση οτι η καλή αρχιτεκτονική -άρα η αρχιτεκτονική- δεν αναφέρεται σε μέσα, χαμηλά και ανύπαρκτα εισοδήματα. Και είναι τόσο διαδεδομένη μέσα στις σχολές αρχιτεκτονικής αυτή η αντίληψη ώστε από την αρχή στη διάπλαση του αρχιτέκτονα να τίθεται ως φαντασιακός στόχος η "υψηλή"αρχιτεκτονική και να διδάσκεται οτι η τέχνη μας απευθύνεται σε μαικήνες, πάνω και πέρα από το πλατύ κοινωνικό πεδίο. Υπάρχει η σημειωτική δομή (η "καλή αρχιτεκτονική") και κάθε φέρελπις αρχιτέκτων καλείται να λάβει θέση σε αυτό το μοντέλο. Σχηματίζεται λοιπόν έτσι ένα πρώτο σύμπλεγμα-σχίσμα, μιας και η συντριπτική πλειονότητα των υποψηφίων αρχιτεκτόνων προέρχεται από μέσα στρώματα που τώρα μυούνται στη νέα συλλογική μυθοπλασία. Η προσωπική φαντασίωση πλέον επιτρέπει μια υπερφίαλη συμπεριφορά ενατένισης στο υπερπέραν της starchitecture ταυτόχρονη με την ταπεινωτική εξάρτηση από το πατρικό χαρτζηλίκι. Συνειδητοποίηση της ταπείνωσης, της αδυναμίας προσέγγισης του υψηλού στόχου συμβαίνει σπάνια στον κόσμο των αρχιτεκτόνων.[4] Με αποτέλεσμα μόνοι μας να εκφυλίζουμε τον κοινωνικό μας ρόλο σε γραφικότητα, την αρχι-τεκτονική σε στερούμενη κοινωνικού ερείσματος καλλιτεχνία.

Αλλά και όταν ο προσωπικός μύθος του μετέχειν στην υψηλή αρχιτεκτονική θρυμματίζεται, η ίδια, με τα πραγματικά έργα της ως διεθνή εξουσιαστικά μεγέθη, στήνει το σκηνικό της απαγόρευσης στη θέση της απόλαυσης: τα μεγάλα έργα δεν είναι για μικρούς αρχιτέκτονες, αυτοί είναι "αδειάδες" που δικαιούνται απλά να κοσμούν τα ράφια τους με γυαλιστερά έντυπα, ως απομεινάρια των πεθαμένων λατρευτικών συμβόλων.[5] Διότι, πέρα από τους καθηγητές των σχολών -θύματα οι περισσότεροι της ίδιας φαντασίωσης που αναπαράγουν- τον ίδιο ρόλο εξυπηρετούν και τα πάσης φύσης έντυπα και ηλεκτρονικά φερέφωνα του διεθνούς mainstream.

 

«Υπάρχουν και κακοί αρχιτέκτονες»

Όταν δεν εκφέρεται από αρχιτέκτονες, είναι προφανής συνήθως ο ρόλος της κατηγορίας αυτής.[6] Όμως, εντός του κλάδου μας, άραγε τι κομίζει στο εκάστοτε τραπέζι του διαλόγου αυτή η έκφραση πέρα από το αυτομαστίγωμα; Κυρίως, καθώς αυτή προσφέρεται ως ανάγνωση του τι συμβαίνει γύρω μας, με τη διατύπωση: "υπάρχουν κακοί αρχιτέκτονες" εξάγεται ένα προδήλως στρεβλό συμπεράσμα, ότι: όπου υπάρχει κακή αρχιτεκτονική προφανώς φταίει μόνο ο αρχιτέκτονας. Ωσάν να μην πάσχει σύσσωμο το πλαίσιο παραγωγής δομημένου χώρου, ωσάν να μην υπάρχουν στρεβλοί ή ανεπαρκείς κανονισμοί[7], ανειδίκευτα και κακοπληρωμένα συνεργεία ή  απαίδευτοι εργοδότες με παράλογες απαιτήσεις.

Αλλά και πόσοι πτυχιούχοι αρχιτέκτονες έχουν πραγματικά τη δυνατότητα να ασκούν αρχιτεκτονική; Συντριπτικό ποσοστό των συναδέλφων εργάζονται ως υπάλληλοι αμοιβόμενοι με την ώρα, υποκείμενοι απόλυτα στις επιταγές άλλων. Πόσο συγγραφέας είναι ο γραφιάς που περνάει στο χαρτί τη διήγηση άλλου; Και όταν υπάρχει η δυνατότητα ενοικίασης πτυχίου, όταν απλά μπαίνει η σφραγίδα μου σε οτιδήποτε κυκλοφορεί ελεύθερο, για τι αρχιτεκτονική πράξη μιλάμε;

Επιπλέον, η παραπάνω φράση πάντα -προφανώς- αφορά "άλλους" και σχεδόν ποτέ κάποιον συγκεκριμένο συνάδελφο και αποτελεί οπλοστάσιο ανθρώπων άσχετων λίγο-πολύ με τους πραγματικούς όρους του κτίζειν: είτε από θεωρητικούς-ακαδημαϊκούς που δεν αντιλαμβάνονται το πλήθος των παραγόντων που συνδιαμορφώνουν το αρχιτεκτονικό αποτέλεσμα, είτε από δημοσίους υπαλλήλους που διεκδικούν μερίδιο στον έλεγχο της αρχιτεκτονικής. (Φαντάζεστε; Αν δεν υπήρχαν κακοί αρχιτέκτονες, τί ρόλο θα είχαν οι ΕΠΑΕ;)

 

 

«Έχουμε μερίδιο ευθύνης»

Είναι εντυπωσιακή η συχνότητα της παρουσίας της παραπάνω φράσης στις επίσημες ομιλίες, δημοσιεύσεις, τοποθετήσεις μας. Φαίνεται οτι το δικαίωμα γνώμης στους αρχιτέκτονες δίδεται μόνο  προσωρινά και μόνο με προϋπόθεση αυτό το ισοδύναμο του "εκλαμπρότατε", τον προπομπό υποταγής και ομολογία ενοχής. Και ενώ υπάρχει πληθώρα εξαιρετικών αναλύσεων και ανάληψη ευθύνης εντός των τειχών του κλάδου των αρχιτεκτόνων για τα πραγματικά μας λάθη, εμείς σπεύδουμε να παραδεχτούμε ασυζητητί την ενοχή για εγκλήματα που δεν διαπράξαμε: για τις τερατώδεις πόλεις μας[8], για την κατάντια του δημόσιου χώρου, για την έλλειψη ποιοτικών αρχιτεκτονικών έργων[9], ακόμα και για τα.... ενεργοβόρα κτίρια.[10] Έχει δημιουργηθεί μια πρωτοφανής απαξίωση των αρχιτεκτόνων, ο κάθε άσχετος κατηγορεί για την εκάστοτε σκοπιμότητα τους έλληνες αρχιτέκτονες και εμείς, μόνο και μόνο για να κερδίσουμε λίγο ατομικό χώρο στην επικαιρότητα (δηλαδή στην "προνομιακή" πλατφόρμα των media) συμμετέχουμε στην κατασυκοφάντηση της τέχνης μας.

Ίσως η μεγαλύτερη ευθύνη μας είναι οτι -με ηρωικές εξαιρέσεις- αφεθήκαμε και ενδώσαμε[11], όσο μπορούν να κατηγορηθούν για ενδοτικότητα επαγγελματίες/επιστήμονες που υφίστανται εδώ και 40 τουλάχιστον χρόνια ανηλεή πολέμο από τα οργανωμένα στο ίδιο πλέγμα με τη διοίκηση συμφέροντα. Διότι απεκδυθήκαμε τον ρόλο του Αρχιμάστορα όχι από τεμπελιά ή από αδιαφορία αλλά από επιτακτική ανάγκη για επιβίωση.

Κι όμως, εάν υπήρχαν κοινωνική μάζα και διοίκηση ικανές να δεχτούν την τεχνογνωσία των ειδικών, θα είχαν στα χέρια τους εμπεριστατωμένες θέσεις και προτάσεις από την αρχιτεκτονική κοινότητα. Διότι υπήρξε αντίδραση τεκμηριωμένη για όλα τα σημαντικά ζητήματα που υπέπεσαν στην αντίληψη του ημιλιπόθυμου σώματος των αρχιτεκτόνων. Και μάλιστα, με όρους σύνδεσης του επιστημονικού λόγου[12] με την κοινωνική πρακτική, μάλλον στην κορυφή της νεοελληνικής διανόησης κατατάσσονται οι αρχιτέκτονες. Είχαμε, εδώ που τα λέμε, προειδοποιήσει για τα πάντα: για το αεροδρόμιο στα Σπάτα, για τη θέση Μακρυγιάννη για το ΝΜΑ, για την όπερα, για τον ιππόδρομο, για τον Ελαιώνα, για το φαληρικό Δέλτα, για το Ελληνικό, για τους ΠΟΤΑ, για την αντιπαροχή, τα δημόσια έργα, τη γραφειοκρατία, τη διαφθορά, τις διεθνείς συμβάσεις και υποχρεώσεις κλπ., αλλά η εγχώρια εξουσία ενοχλείται και σιωπηρά απορρίπτει τις παρεμβάσεις μας.

Α! Εκτός από μια.... Δεν θα έπρεπε άραγε να μας προκαλεί εντύπωση οτι από όλες τις προτάσεις των αρχιτεκτόνων, η ελληνική διοίκηση υιοθέτησε μόνο τις.... ΕΠΑΕ;

 

ΕΠΑΕ

Θεωρούνται η μεγαλύτερη κατάκτηση των αρχιτεκτόνων στην Ελλάδα. Με την επιστημονική γελοιότητα του "αισθητικού ελέγχου" νιώσαμε οτι επιτέλους θεσμοθετήθηκε ο ρόλος μας. Πως είναι δυνατόν οι αρχιτέκτονες να υποσκάπτουν τη θέση τους ευτελίζοντας την επιστήμη και την τέχνη υφιστάμενοι...αισθητικό έλεγχο από  άλλους αρχιτέκτονες;  Τελικά, η μέγιστη κατάκτησή μας ήταν να βαστάμε μόνοι το λουρί μας![13] Φοβική και κομπλεξική συντεχνία, έχουμε αποδεχτεί την ενοχή μας, μόνο και μόνο για να νιώθουμε την εξουσία του ελέγχοντος. Γιατί άλλωστε οι ΕΠΑΕ λειτουργούν αμισθί; Μα διότι μπορούν! Αφενός διότι οι περισσότεροι συνάδελφοι θα πληρώνανε κιόλας[14] για να μπορέσουν να αλλάξουν ρόλο: από τον άχαρο του αρχιτέκτονα-υπαίτιου για τα δεινά της αρχιτεκτονικής σε αυτόν του σταυροφόρου ή έστω του ηρωικού Δον Κιχώτη σε ατομική ελεύθερη πτήση κριτικής πάνω από τη μιζέρια της. Αφετέρου διότι, έστω κι αν ευγενικά ζητήσαμε μια συμβολική αμοιβή, η διοίκηση έχει πλήρη γνώση του συντεχνιακού μας κομπλεξισμού και δεν ψάρωσε.

Αξιοθαύμαστα αποκαλυπτική ως προς τη σύγχιση της αρχιτεκτονικής κοινότητας είναι η Πρόταση Ριζικής Αναμόρφωσης των ΕΠΑΕ που συνοδεύει ένα ερευνητικό πρόγραμμα του ΕΜΠ.[15] Προτείνεται ούτε λίγο, ούτε πολύ η δημιουργία.... «στελεχών» εξειδικευμένων στον αρχιτεκτονικό έλεγχο, δηλαδή Σώματα Ασφαλείας αρχιτεκτονικής. Όταν ακαδημαϊκοί φτάνουν σε τέτοια συμπεράσματα χωρίς καν να τους απασχολεί καθαυτή η έννοια του αρχιτεκτονικού ελέγχου, αντιλαμβάνεστε πόσο ανοχύρωτοι είμαστε απέναντι στην ποινικοποίηση της αρχιτεκτονικής δημιουργίας -είτε αυτή προέρχεται από «έξω», είτε από «μέσα» με μορφή πεφωτισμένων συναδέλφων[16] (τους καρπούς αυτής της απαξίωσης δρέπουμε τώρα με τις φασιστικές προτάσεις Σηφουνάκη.[17])

 

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΙ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

Πάγιο αίτημα του ΣΑΔΑΣ η αναβάθμιση του θεσμού, επιτροπές, προτάσεις, υπομνήματα. Εντάξει, είναι γόνιμη η σύγκριση διαφορετικών απόψεων για το ίδιο θέμα, κυρίως όμως στη θεωρία της ιστορίας της αρχιτεκτονικής. Επίσης να δεχτούμε -έστω και αν ιστορικά ελέγχεται- οτι σε έργα μεγάλης συμβολικής σημασίας έχει όντως νόημα η εξέταση πολλών προτάσεων ώστε να αποκλειστούν οι χειρότερες (διότι καλύτερες πάντα θα υπάρχουν). Στην πράξη όμως έχουμε μια αναπαραγωγή του διεθνούς α-τοπικού μοντέλου της υψηλής αρχιτεκτονικής σε μικρότερη κλίμακα (αν συνέρρεαν οι αρχιτέκτονες παλαιότερα στην περιφέρεια για να "νιώσουν" με μια επίσκεψη το πεδίο ενός πανελλήνιου διαγωνισμού, τώρα αρκούνται στην περιήγηση μέσω google earth). Νιώθουμε οτι έχουμε το παγκόσμιο δικαίωμα να σχεδιάσουμε για την Κοζάνη, για το Ηράκλειο και για τη Βυρηττό, καλά εκπαιδευμένοι στην κυρίαρχη μυθοπλασία. Από την άλλη, ο Μολώχ των διαγωνισμών αποστραγγίζει τεράστιες ποσότητες εργασίας, σε κάθε διαγωνισμό παράγεται εκατονταπλάσια ποσότητα αρχιτεκτονικής από αυτή που θα υλοποιηθεί.[18] Τόσος εκουσίως χαμένος κόπος θα έπρεπε να μας κάνει να αντιληφθούμε οτι το κύριο αποτέλεσμα είναι να περισώζεται η ατομική μας μυθολογία συμμετοχής στο star system. Σήμερα, οι διαγωνισμοί είναι το όπιο των αρχιτεκτόνων. Έτσι εξηγούνται τόσο η συνεχείς δεήσεις προς τη διοίκηση να τους αναβαθμίσει όσο και ο από την πλευρά της προσεκτικός έλεγχος της δοσολογίας, πρέπει πάντα η απόλαυση να μένει ανεκπλήρωτη για να αυξάνει η επιθυμία και επομένως η φαντασίωση.[19] 

 

ΚΑΤΑΚΛΕΙΔΑ

Στην ίδια νάρκωση συμβάλλουν και τα media· σε εφημερίδες, περιοδικά και τηλεόραση η αρχιτεκτονική λανσάρεται ως να αφορά μόνο κορυφαία έργα κλίμακας ΝΜΑ ή έσχατα έργα διακοσμητικής ανακαίνισης καταθλιπτικών διαμερισμάτων. Το 99% της παραγόμενης αρχιτεκτονικής, η μεσαία, καθημερινή αρχιτεκτονική που αφορά υπαρκτά πρόσωπα απουσιάζει επιδεικτικά. Και, όσο κι αν σε επίπεδο κοινότητας το κτισμένο έργο διδάσκει, η ισχύς της κυρίαρχης προπαγάνδας είναι 100πλάσια: διέσχισε κατακόρυφα όλα τα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας η είδηση για το "καλύτερο", "πιο σύγχρονο" αεροδρόμιο της Ευρώπης.[20] Αρχιτεκτονική βαφτίστηκε η απουσία της. Ομοίως μετέπειτα, οι υπερκατασκευές του Καλατράβα, η γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου, το ΝΜΑ, παρουσιάστηκαν ως πέρα από κριτική απόλυτα αρχιτεκτονήματα. Εκπαιδεύτηκε η ελληνική κοινωνία να δέχεται εξίσου άκριτα το τίποτα και το παν αρκεί να είναι υπογεγραμμένο από αλλοδαπό αρχιτέκτονα και έμεινε μόνο η μίζερη εικόνα των πόλεων να οφείλεται στην "ανικανότητα" των ελλήνων συναδέλφων. Η διαδικασία ανάθεσης των συμβολικά -και βεβαίως οικονομικά- σημαντικών έργων (οι αντισυνταγματικές διαδικασίες με τα ειδικά διατάγματα, fast track και απευθείας αναθέσεις σε ημέτερους σταρ) είναι πλέον ξεκάθαρη δήλωση προς τους έλληνες αρχιτέκτονες: "αυτά δεν είναι για εσάς, κάντε καμιά τακτοποίηση και πέστε και ευχαριστώ". Το αρχιτεκτονικό -και κατ'επέκταση το κοινωνικό- σώμα δέχεται πλέον παθητικά τον ΚΕΝΑΚ, τους ενεργειακούς επιθεωρητές, την επερχόμενη πιστοποίηση των πάντων, χωρίς λεξιλόγιο αντίστασης στην αντικατάσταση της αρχιτεκτονικής από το εμπόρευμα, του προσώπου από τον καταναλωτή[21].

Συνοψίζοντας τις παραπάνω παραγράφους: οι έλληνες αρχιτέκτονες νιώθουμε και είμαστε εγκλωβισμένοι στα όρια που τίθενται αφενός από τη διεθνή σύγχρονη μυθοπλασία της υψηλής αρχιτεκτονικής και αφετέρου από την αδυσώπητη ελληνική πραγματικότητα: το φάσμα της ανεργίας, την κατασυκοφάντηση και απαξίωση της αρχιτεκτονικής. Ενστερνιζόμενοι κι εμείς την πρώτη ύλη αυτού του μύθου, προσαρμόζουμε τις δικές μας φαντασιώσεις σ'αυτόν[22], ανεβαίνουμε στο άρμα του mainstream και εγκλωβιζόμαστε σε αυτό το δίπολο που στην πραγματικότητα συντηρεί την ίδια φαντασίωση απόλαυσης. Και όλο το ενδιάμεσο πεδίο, ο πραγματικός χώρος των πραγματικών ανθρώπων, αυτή η άπειρη περιοχή ανάμεσα στις πολυτελείς λεκάνες του εργολάβου και τα υψίπεδα του Dubai, είτε περνάει κάτω από το βλέμμα ως ανάξιά μας, είτε φαντάζει ως επικίνδυνη θάλασσα που απειλεί να ποντίσει την φαντασίωση της αρχιτεκτονοσύνης μας.[23] Κι όμως, είναι η "στεριά" που μας πνίγει, η -καθιερωμένη από το πανίσχυρο οικονομικό σύστημα ως στέρεο έδαφος- απρόσωπη εμπορευματοποιημένη δόμηση.

Η προσπάθεια αποκατάστασης της αρχιτεκτονικής αυτή την εποχή δεν μπορεί να ξεκινήσει αυτόνομη και απευθείας μέσα από την ελληνική κοινωνία -την οποία πια έχουμε σχεδόν χάσει στη δίνη του καταναλωτισμού. Πρώτον, διότι όλο το φάσμα της ζωής μας, όλες οι πτυχές του βίου μας δέχονται ίδια επίθεση κατάλυσης του μέτρου και του προσώπου. Δεύτερον, διότι ακόμα και εντός των τειχών του κλάδου μας κυκλοφορεί με ευκολία η αυτοκατασταλτική άποψη οτι "εμείς φταίμε". Αντί όμως να κατηγορούμε εαυτούς για την αδυναμία εκπλήρωσης του κυρίαρχου φαντασιακού, πρέπει απλά να σπάσουμε την ενατένιση της "υψηλής" αρχιτεκτονικής με όρους λαγνείας. Να δούμε κριτικά τη διεθνή βροχή διαττόντων, να ξεχωρίσουμε τα επιτεύγματα από τις εξυπνάδες. Να δώσουμε και να αντλήσουμε δύναμη διαβάζοντας τα σημάδια, τα σήματα που εκπέμπουν -πάντα ηρωικά και ενίοτε μυστικά- οι πολύπαθες απόπειρες καθημερινής αρχιτεκτονικής. Τούτο γίνεται μόνο αν μετριάσουμε το zoom, αν ανοίξουμε το φακό και δούμε επιτέλους τι συμβαίνει μπροστά στα μάτια μας.

Οφείλουμε να υπερασπιστούμε μια αρχιτεκτονική που υμνεί τη μερικότητα, που διαλύει τον φαύλο-κύκλο της φαντασίωσης πληρότητας απόλαυσης/απαγόρευσης. Να στηρίξουμε τον πανάρχαιο μύθο του μέτρου και του προσώπου, με μια  πρόταση, απτή, απλή, με πίστη στην αρχιτεκτονική και στον κοινωνικό της ρόλο, ικανή να συσπειρώσει και να καταστήσει συλλογικό αγώνα όλες τις αμέτρητες προσωπικές μάχες που πεισματικά δίνουν σήμερα, αβοήθητοι οι έλληνες αρχιτέκτονες.

 

Του Ανδρέα Μαριάτου
Από το τεύχος ''Δικτύου Μικρών Αρχιτεκτονικών Γραφείων''

 

[1] Α.Γιακουμακάτος, Αρχιτεκτονικά Θέματα, τ.32,1998, Η αρχιτεκτονική στην περιφέρεια. - Η αλήθεια είναι οτι από το 1998 μέχρι σήμερα, το μόνο που έχει αλλάξει είναι οι προοπτικές επιβίωσης αυτών των γραφείων.
[2] Για το ρόλο των αρχιτεκτόνων στην παραγωγή της κατοικίας, βλ. την Εισήγηση του Κωστή Γκάρτζου στο 10ο ΠΣΑ, «Αρχιτεκτονική και πόλη: όραμα, γνώση, συλλογικότητα».
[3]  Όπως παρατηρεί ο K.Frampton στην ανανεωμένη Ιστορία της μοντέρνας αρχιτεκτονικής του, "με τον έναν ή τον άλλον τρόπο όλα τα αξιόλογα αρχιτεκτονικά έργα είναι το αποτέλεσμα ενός υψηλού επιπέδου εργοδότη......Χωρίς την κατάλληλη "υποστήριξη" δεν είναι δυνατόν να κατακτηθεί ούτε να διατηρηθεί ένα αποδεκτό επίπεδο παραγωγής, γιατί η αρχιτεκτονική είναι μια δημόσια τέχνη που χρειάζεται έναν αποτελεσματικό κοινωνικό εργοδότη και ένα υψηλό επίπεδο επένδυσης,...". Στις γραμμές αυτές βρίσκεται οπωσδήποτε η απάντηση για το επίπεδο της αρχιτεκτονικής στη δική μας χώρα.  Α.Γιακουμακάτος, Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΚΑΙ Η ΚΡΙΤΙΚΗ, Β' ΕΚΔΟΣΗ 2009, Η Σύγχρονη "Ιδεολογία" της Αρχιτεκτονικής. Από την αποδόμηση στην απλή γεωμετρία. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΝΕΦΕΛΗ.
[4] "Οι σύγχρονοι αρχιτέκτονες εμφανίζονται πιεσμένοι και γεμάτοι άγχος για την επιβίωση στο εύθραυστο κλίμα της εληνικής κοινωνίας, πράγμα που όμως δεν τους εμποδίζει να απολαμβάνουν τα προτερήματα ενός γλυκού ύπνου που μοιάζει τελικά με λήθαργο." Β.Πετρίδου, Άγχος και νοσταλγία: συμπτώματα της σύγχρονης ελληνικής αρχιτεκτονικής, περ. Αρχιτέκτονες, 3/4-06.
[5] "Το Σύστημα, επιτρέπει δύο κατευθύνσεις, η μία είναι να πλέουν διδάσκοντες και διδασκόμενοι σε ονειρικούς και νεφελώδεις κόσμους, έτσι που όταν έλθει η ώρα της αλήθειας και της κατασκευής, να μην έχουν διαμορφώσει δική τους άποψη και να υποτάσσονται εύκολα στα κυκλώματα κατασκευής. Ο άλλος επιδιωκώμενος δρόμος είναι να περνά η ιδεολογία των κυκλωμάτων αυτών απ'ευθείας στους διδάσκοντες και στη συνέχεια και στους διδασκόμενους.", Γ.Σαρηγιάννης, Το σύστημα διδασκαλίας είναι η διδασκαλία του συστήματος, περ. Αρχιτέκτονες Τ.42, 12-03
[6]   Πχ., όταν το λέει ένας υπομηχανικός εννοεί πιθανότατα οτι ο ίδιος είναι καλύτερος από έναν κακό αρχιτέκτονα, άρα ας τα κάνουμε όλα όλοι. Όταν το λέει ένας πολιτικός, μάλλον ενημερώνει οτι το επόμενο μεγάλο έργο θα το υπογράψει ισπανός συνάδελφος.
[7]  Πχ., με τους τραγικούς ειδικούς όρους δόμησης που εφαρμόζονται από την άσχετη διοίκηση και υποχρεώνουν σε κεραμοσκεπή ακόμα και το...γραμματοκιβώτιο, καθίσταται "κακός" όποιος αρχιτέκτονας δεν μεταναστεύσει από τον "προστατευόμενο" τόπο;
[8]    Ν.Ντόριζας, http://www.dorizas-arch.gr/gr/interview.html
[9]   Π.Μακρίδης, Η αρχιτεκτονική ως πολιτιστικό αγαθό, ομιλία, Σεπτέμβριος 2008
[10]  Στο προσχέδιο της ΤΟΤΕΕ για την βιοκλιματική αρχιτεκτονική αναφέρεται οτι μέχρι τώρα η αρχιτεκτονική ήταν: "στιλιστική υπόθεση αποσχισμένη από την τεχνολογική εξέλιξη, την κοινωνική και περιβαλλοντική ευθύνη και την πολιτιστική έκφραση"!
[11] «Αποδεχτήκαμε και συνεχίζουμε να αποδεχόμαστε τον, άνευ όρων, εγκλωβισμό...σε θεσμικά πλαίσια ηγεμονευόμενα από τους πολιτικούς μηχανικούς, Πολυτεχνεία και ΤΕΕ.», Ελένη Φεσσα-Εμμανουήλ, Η περιθωριοποίηση των αρχιτεκτόνων στη διαμόρφωση της σύγχρονης ελληνικής πόλης και των σημαντικών της κτιρίων, Εισήγηση στο 10ο ΠΑΣ.
[12] Επιστημονικού εννοώ επίσης οτι ανεξαρτήτως ιδεολογικής αφετηρίας οι προτάσεις των αρχιτεκτόνων συνέκλιναν τις περισσότερες φορές, ας δούμε την κριτική στο αεροδρόμιο στα Σπάτα και την ταύτιση   παραδοσιακών αριστερών με φιλελεύθερους
[13] Θυμίζω, τα ειδικά κτίρια, όσα δηλαδή υπογράφονται υποχρεωτικά από αρχιτέκτονα, ελέγχονται οπωσδήποτε απο ΕΠΑΕ. Επί της ουσίας, πιστεύει η διοίκηση οτι μόνο εμείς είμαστε επικίνδυνοι...
[14] Ιδού ένα ωραίο και κερδοφόρο πείραμα για τον ΣΑΔΑΣ: να προκηρύσσει σε πλειοδοτικό διαγωνισμό τις θέσεις συμμετοχής στις ΕΠΑΕ.
[15] Ερευνητικό Πρόγραμμα Αρχιτεκτονικής Σχολής ΕΜΠ, «ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΩΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΤΡΟΠΩΝ ΣΤΟΥΣ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΥΣ ΟΙΚΙΣΜΟΥΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΩΝ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗΣ ΤΟΥΣ», V. ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ, ΡΙΖΙΚΗ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ, σελ.103: «3. Η άσκηση του ελέγχου να γίνεται από κρατικούς λειτουργούς. Με την συμμετοχή ιδιωτών επαγγελματιών, η διπλή ιδιότητα και εναλλαγή ρόλων ελέγχοντος και ελεγχομένου είναι απαράδεκτη όπως είναι απαράδεκτο ο δικαστής να ασκεί και επάγγελμα δικηγορίας. 4. Η στελέχωση των επιτροπών θα πρέπει να γίνεται με έτομα εξειδικευμένα στο αντικείμενο ελέγχου..... ..η διοίκηση... μπορεί να επιδιώξει την δημιουργία εξειδικευμένων στελεχών και θα μπορούσε κάλλιστα να το έχει κάνει στην 20ετία λειτουργίας των ΕΠΑΕ...
[16]  Βλ. πχ. την εισήγηση δύο μελών της Β'θμιας ΕΠΑΕ Αττικής όπου προτείνει, πέρα από την ένδυση υφιστάμενων κτιρίων με  «τυπικά μορφολογικά στοιχεία», την κατεδάφιση κτιρίων έστω κι αν έχουν «αυτοτελή αρχιτεκτονική ποιότητα» εφόσον «είναι ασύμβατα με το περιβάλλον τους ή αποκρύπουν τα μνημεία...». Δ.ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ & Π.ΚΑΡΓΑ, Ο ΘΕΣΜΟΣ ΑΠΟΣΥΡΣΗΣ ΚΤΙΡΙΩΝ & ΚΑΤΑΣΚΕΥΩΝ, Τετράδια Πολιτισμού, Τεύχος 2, 12/07, ΥΠΠΟ
[17] Συνέντευξη Ν.Σηφουνάκη, Κ.Ελευθεροτυπία, 13-02-2011.
[18] "380 προτάσεις στις οποίες συμμετείχαν συνολικά 949 μελετητές από 44 χώρες.......Υπάρχουν οι ενδείξεις, ότι η περίπτωσή τους δεν αφορά απλώς και μόνο συμπαθείς ψυχολογικές υπεραναπληρώσεις υψηλότητας ["Κουκουλώνοντας τη Ματαίωση"], αλλά ότι πρόκειται για κάτι τελείως διαφορετικό: Όταν το Ωραίο και το Καλό τα βρίσκουν σκούρα, παρεμβαίνει το Υψηλό". Γ.Κουτούπη, Τυχαίο; Δε νομίζω, Αύγουστος 2010, ιστοσελίδα Greek Architects.
[19] Πχ., η υπόσχεση της Μ.Καλτσά για περισσότερους διαγωνισμούς στην προσυνεδριακή ημερίδα τον Μάρτιο του 2010, άσχετη με το θέμα και εμφανώς αποπροσανατολιστική για ένα ΣΑΔΑΣ που προς στιγμήν έδειξε οτι ενδέχεται να εγείρει αξιώσεις.
[20] Ναι, είχαμε μια ευθύνη τότε για το οτι δεν στείλαμε σε κάθε σπίτι μια επιστολή που να αποκαλύπτει την απάτη.
[21] Αντίστοιχη υποδοχή είχαν τα Δελτία Αναγνώρισης και οι Ειδικοί όροι Δόμησης στο τέλος της 10ετίας του 1980, όταν δεχτήκαμε -αρχιτέκτονες και πολίτες- παθητικά την παραίτηση από πρωταρχικές ανάγκες και δικαιώματα του κατοικείν· θέας, φωτισμού, ελευθερίας έκφρασης της προσωπικότητας στο όνομα της «προστασίας» του παραδοσιακού χαρακτήρα.
[22] Ενδιαφέρουσα θα ήταν μια ανάλυση των κατά κόρον παρουσιαζόμενων ως "δύο σύγχρονων κυρίαρχων ρευμάτων" της αρχιτεκτονικής με όρους ψυχανάλυσης. Η επανάκαμψη του "μοντέρνου" ως αναζήτηση των πρωταρχικών αξιών που συντηρεί τη φαντασίωση μέσα από τη διαλεκτική άρνησής της (απαγόρευση) και από την άλλη η υπόσχεση της πλήρους απόλαυσης από τον ψηφιακά υποστηριζόμενο αρχιτεκτονικό υπερθεματισμό. Βλ. και Α.Κωτσιόπουλου, Η αρχιτεκτονική σε περίοδο κρίσης, σελ.17: "...η επιστροφή...προς το μοντέρνο...δεν διαφέρει ιδεολογικά από την επιστροφή των μεταμοντέρνων στο κλασικό ή στο νεοκλασσικό. Δεν μπορεί να διαφέρει."
[23]"...οι αρχιτέκτονες χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες...: σ'αυτούς που ασχολούνται με τα υπόγεια και τα ισόγεια, σ'αυτούς που ασχολούνται με τους μεσαίους ορόφους όπως ο Le Corbusier, και σ'αυτούς που ασχολούνται με τις οροφές ή πιο ποιητικά με τον ουρανό". Και σας ερωτώ γιατί κι εγώ να μην ασχοληθώ με τον ουρανό, γιατί να μην ενσωματωθώ σ'αυτήν τη τρίτη κατηγορία των αρχιτεκτόνων, που από ότι κατάλαβα με το φτωχικό μυαλό μου, φαίνεται να είναι και η πιο τιμημένη. Και θα μου απαντήσετε πολύ σωστά: "Που πας κυρία μου, σε ποιά κτίρια θα ασχοληθείς με τον ουρανό, ο κύριος Prix δεν έχει αφήσει αρχιτεκτονικό για αρχιτεκτονικό διαγωνισμό, χώρια τις απευθείας αναθέσεις από μεγάλες εταιρείες απανταχού του κόσμου....." Γι'αυτό κι εγώ σας λέω, αφήστε με, δεν έχω άλλη επιλογή, πρέπει να πείσω την κυρία Καλλιοπίτσα να χτίσουμε το δικό της "ουρανό.", Βασ.Παναγιωτοπούλου, Ουρανο[κατεβ]άσματα, περ. Αρχιτέκτονες, Τ.57, 5/6-06.

Share |
 

GreekArchitects Athens

Copyright © 2002 - 2024. Οροι Χρήσης. Privacy Policy.

Powered by Intrigue Digital