ΔΙΑΛΟΓΟΣ

Κοινωνική ευθύνη

Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΩΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΑΓΑΘΟ…ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

24 Ιανουάριος, 2010

Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΩΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΑΓΑΘΟ…ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Το κείμενο του αρχιτέκτονα Νίκου Καλογερά, περιλαμβάνεται στην ειδική έκδοση που πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια της 'Εβδομάδας Αρχιτεκτονικής 2008 με θέμα: H Αρχιτεκτονική ως πολιτιστικό αγαθό μέσα από την αρχιτεκτονική πραγματικότητα στην Ελλάδα του 2008. 

Έχει μεταλλαχθεί η Ελληνική Κοινωνία τα τελευταία χρόνια, επιζητεί ο πολίτης καλύτερη Αρχιτεκτονική ή έστω απλά Αρχιτεκτονική και όχι το σχεδιασμό της οικείας του από κάποιον Μηχανικό;
Ποιος είναι ο ρόλος του Αρχιτέκτονα στη σημερινή κατασκευαστική πραγματικότητα;
Είναι ο ρόλος του Αρχιτέκτονα καθαρά σχεδιαστικός ή οφείλει μέσα από την πολυσχιδή προσωπικότητα του να παρέμβει και να συμβάλλει καθοριστικά στην ευρύτερη παίδευση της κοινωνίας;
Σε αντίθεση με τις καθοριστικές δεκαετίες του θαύματος του ‘ΕΟΤ’ και των μοναδικών σχολικών κτιρίων ποια είναι σήμερα η παραγόμενη ‘δημόσια’ αρχιτεκτονική;
Αποτελεί η βιώσιμη Αρχιτεκτονική λύση στη διαρκώς διογκούμενη περιβαλλοντική καταστροφή και πώς μπορεί να εφαρμοστεί στην Ελλάδα;
Ο απαρχαιωμένος ΓΟΚ είναι σε θέση να διαχειριστεί τις νέες οδηγίες για την ενεργειακή ταυτότητα;
Ποια είναι η πραγματική σχεδιαστική ελευθερία του Αρχιτέκτονα μέσα σε τόσο περιορισμένους οικοδομικούς κανονισμούς και την εργολαβομηχανικίστικη νοοτροπία της πλειοψηφίας των πολιτών;
Οι αρχιτέκτονες κλήθηκαν να αναπτύξουν το θέμα κυρίως από τη σκοπιά του ελεύθερου επαγγελματία που ασκεί το επάγγελμα τις τελευταίες δεκαετίες και δευτερευόντως μέσα από τις πολύ σημαντικές παράλληλες δραστηριότητες τους στον εκπαιδευτικό, δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα.

Ακολουθεί η περίληψη της ομιλίας του Νίκου Καλογερά, αρχιτέκτονα – Προέδρο Ελληνικού Ινστιτούτου Αρχιτεκτονικής

*Πρωτότυπα (και ανέκδοτα) κείμενα των υπόλοιπων ομιλητών της κεντρικής εκδήλωσης της 'Εβδομάδας Αρχιτεκτονικής 2008' υπάρχουν στην ειδική έκδοση που πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια της Εβδομάδας Αρχιτεκτονικής.

Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΩΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΑΓΑΘΟ…ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Η έννοια του πολιτιστικού αγαθού αναφέρεται σε κάτι που «ανήκει» στο σύνολο της κοινωνίας, κάτι που αυτή όχι μόνον το κατέχει αλλά και το απολαμβάνει. Το αρχιτεκτόνημα για να αποκτήσει τον χαρακτήρα αυτό πρέπει να συμβαίνουν  δύο τουλάχιστον πράγματα: πρώτον, να αναγνωρισθεί η αισθητική του αξία από το σύνολο, ή έστω να εκτιμηθεί από τους ειδικούς που στη συνέχεια θα επηρεάσουν την κοινή γνώμη, και δεύτερον, το κοινό ή μία συγκεκριμένη ομάδα ατόμων, μεγάλη ή μικρή, να «οικειοποιηθεί» το κτίριο, να το χρησιμοποιεί και να αισθάνεται ικανοποιημένη.  Αυτό το δεύτερο χαρακτηριστικό δεν αποκτιέται από την μία μέρα στην άλλη. Απαιτεί χρόνο, που πολλές φορές προσφέρει την απαιτούμενη χρονική απόσταση, από την στιγμή της δημιουργίας, για να ανατρέψει την αρχική γνώμη των ειδικών. 

Από την άλλη πλευρά, οι ειδικοί μπορεί να μην πετύχουν να πείσουν την κοινή γνώμη για την αισθητική αξία και ποιότητα του έργου, παρόλη την δύναμη που διαθέτουν σήμερα. Έτσι προκύπτει το ερώτημα, κατά πόσο ένα αμφιλεγόμενο κτίριο μπορεί να παίξει τον ρόλο του πολιτιστικού αγαθού σ’ έναν τόπο. Η «χρησιμότητά» του σ’ αυτήν την περίπτωση περιορίζεται στο να προκαλέσει μία ευρύτερη συζήτηση γύρω από την αρχιτεκτονική, εφόσον, βέβαια, υπάρχουν οι προϋποθέσεις. Ωστόσο σήμερα με την ρευστότητα που επικρατεί στον κόσμο της Τέχνης και την έλλειψη ενός κυρίαρχου ρεύματος όπου οι δυνάμεις της αγοράς αποκτούν ιδιαίτερη ισχύ, οι απαντήσεις σε παρόμοια ερωτήματα δεν είναι τόσο απλές.

Στην σύγχυση συμβάλλει και η ύπαρξη ενός μικρόκοσμου όπου αρχιτέκτονες με ιδιαίτερη διεθνή προβολή και πελάτες με μεγάλη οικονομική επιφάνεια, «συναλλάσσονται» με τους κριτικούς της αρχιτεκτονικής και με τα αντίστοιχα περιοδικά και δημιουργούν εικόνες αρχιτεκτονικής πρωτοπορίας. Σ’ αυτόν τον κόσμο επιδιώκεται η πιο ακραία μορφολογική επινόηση που θα καταπλήξει και θα εξασφαλίσει στον δημιουργό του κι’ άλλες παραγγελίες.  Τα κτίρια χάνουν την σχέση τους με τον τόπο και την κοινωνία που τα δημιούργησε και εκφράζουν μόνον τις επιδιώξεις προβολής της επιχείρησης ή του κράτους που τα χρηματοδότησε.  Γίνονται, δηλαδή, αντικείμενα που μπορούν να «εναλλάσσονται» σε παγκόσμιο επίπεδο.

Μέσα σε αυτό το σκηνικό της διεθνούς αρχιτεκτονικής σκηνής, η Ελλάδα παίζει έναν πολύ περιορισμένο ρόλο. Ωστόσο μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι υπήρξαν σημαντικές αλλαγές τα τελευταία 10 με 15 χρόνια.  Μία νέα  γενιά αρχιτεκτόνων αρχίζει να αφήνει τα ίχνη της στον τόπο, παρόλα τα εμπόδια που ορθώνονται στο δρόμο της καλής Αρχιτεκτονικής, όπως η άκρατη εμπορευματοποίηση, η απαίτηση για εντυπωσιασμό, η νομιμοποίηση του νεοπλουτισμού με την συνταύτισή του με τον νεοκλασικό ρυθμό! 

Την εξέλιξη αυτή την βλέπουμε στις πολύ λίγες εκθέσεις που οργανώνονται στην Ελλάδα είτε από ιδιωτικούς φορείς, όπως το Μουσείο Μπενάκη και το Ελληνικό Ινστιτούτο Αρχιτεκτονικής, είτε από ορισμένους περιφερειακούς Συλλόγους Αρχιτεκτονικής, είτε από τις Αρχιτεκτονικές Σχολές, που σήμερα με την αύξησή τους καλύπτουν το σύνολο της χώρας, ενώ το επίσημο Κράτος δεν δηλώνει παρουσία.
Εκείνο, όμως, που πραγματικά λείπει είναι μία συστηματική και συνεχής προσπάθεια να παρουσιαστεί η Αρχιτεκτονική στο ευρύτερο κοινό μέσα από πιο άμεσες εκδηλώσεις, που θα διαχέονται σε όλη την πόλη ή μέσα από τα καθημερινά ΜΜΕ.

Η μεγάλη ευκαιρία χάθηκε πριν από τέσσερα χρόνια με τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Τότε η δημοσιότητα γύρω από αρχιτεκτονικά θέματα περιορίστηκε στις παρεμβάσεις ενός και μόνον αρχιτέκτονα με διεθνή φήμη, και δεν αναπτύχθηκε ένας γόνιμος διάλογος γύρω από την Πόλη και την Αρχιτεκτονική.  Αντίθετα κάτω από την πίεση του χρόνου, αποτέλεσμα του ελλιπούς γενικότερου προγραμματισμού των έργων, οι αρμόδιοι κατέφυγαν στο ιδιαίτερα αντι-αρχιτεκτονικό σύστημα της μελετο-κατασκευής, τα αποτελέσματα του οποίου κληρονομήσαμε όλοι.

Και εδώ προκύπτει ένα κρίσιμο ερώτημα: σε ποιό βαθμό η Ελληνική κοινωνία είναι δεκτική στα μηνύματα για καλή αρχιτεκτονική;
Για τους αισιόδοξους η απάντηση πρέπει ίσως ν’ αναζητηθεί στην δραστηριότητα στην περιφέρεια και μακριά από τους δύο μεγάλους αστικούς πόλους, την Αθήνα και την Θεσσαλονίκη, νέων κυρίως αρχιτεκτόνων που εισάγουν για πρώτη φορά στον κοινωνικό τους περίγυρο ένα νέο αρχιτεκτονικό ήθος, και στις αναθέσεις μεγάλων δημοσίων κτιρίων από ιδρύματα σε σημαντικούς αρχιτέκτονες του εξωτερικού.  Για τους απαισιόδοξους η απάντηση έχει ήδη δοθεί πολύ εμφαντικά στα ακριβά προάστια των μεγάλων πόλεων, κυρίως της Αθήνας, και στην εξάπλωση του ψευδεπίγραφου νεοκλασικισμού.  
 

Νίκος Καλογεράς, Αρχιτέκτων
Πρόεδρος Ελληνικού Ινστιτούτου Αρχιτεκτονικής

Share |
 

GreekArchitects Athens

Copyright © 2002 - 2024. Οροι Χρήσης. Privacy Policy.

Powered by Intrigue Digital