ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ

ΝΕΑ

Ο αρχιτέκτονας Κένγκο Κούμα

03 Μάιος, 2007

Ο αρχιτέκτονας Κένγκο Κούμα

Γνωστός για τα αέρινα του κτίρια που διατηρούν ζωντανή τη σχέση τους με την παραδοσιακή αρχιτεκτονική της χώρας του, ο Κένγκο Κούμα, ο κορυφαίος Γιαπωνέζος αρχιτέκτονας, μίλησε στο Μέγαρο Μουσικής για το έργο του.

Απέναντι μου ο Κένγκο Κούμα φορούσε ένα σακάκι από περίεργο ύφασμα –χωρίς γραβάτα. Μεταξύ μας ένα γυάλινο τραπέζι και από πίσω του αναρίθμητα αρχιτεκτονικά περιοδικά. Ο ψηλοτάβανος χώρος του προσωπικού του γραφείου δεν είχε καθόλου αρχιτεκτονικές μακέτες –ούτε κορνιζωμένα αρχιτεκτονικά σκίτσα. Είχε όμως μια σειρά από καρέκλες να κρέμονται από διάφορα σημεία –σαν άτυπη έκθεση. Πίσω μου μια οριζόντια τζαμαρία απεκάλυπτε ένα εκτενές δώμα, γυμνό, καθαρό σαν λεπίδα. Το Τόκιο ξεπρόβαλε στα άκρα του –η αίσθηση ήταν ότι αιωρείσαι σε μια πλατφόρμα πάνω από την πόλη. Μόνο ο δυνατός αέρας πάνω σε ένα νάιλον έξω ακουγόταν. Ήμασταν στον ψηλότερο όροφο –ένα είδος ρετιρέ- στο γυάλινο κτίριο γραφείων του. Το παραδοσιακό τσάι πάνω στο γυάλινο τραπέζι ήταν μόνο μια «πρόγευση» από τον συνδυασμό παράδοσης και μοντέρνου στο έργο του Κούμα. Η κουβέντα μαζί του με είχε κάπως αιφνιδιάσει: Δεν ήταν ότι ο Κούμα δεν ήταν φιλικός. Κάθε άλλο. Ήταν ότι διέθετε μια σοφία διαφορετική από τους άλλους. Δεν έλεγε καθόλου κοινοτοπίες –όλα αυτά που κάθε τόσο καλούμαι να κόψω από συνεντεύξεις γιατί τα έχουμε ακούσει τόσες φορές και δεν έχουν πια νόημα να ακουστούν. Δεν ξέφευγε καθόλου όταν τον ρωτούσες κάτι. Αλλά τι ήταν αυτό που με ξάφνιαζε; Ότι ο Κούμα είχε ξεπεράσει προ πολλού τη διαισθητική, ενστικτώδη ή ποιητική αντιμετώπιση της αρχιτεκτονικής. Δεν χρειαζόταν να ερμηνεύσω το έργο του, να συνδέσω τα κομμάτια του αινιγματικού παζλ –ο ίδιος ο Κούμα είχε συνειδητοποιήσει ακριβώς τι έκανε –την κάθε του γραμμή. Ήξερε τα πάντα, από Μπεατρίζ Κολομίνα και Ζιλ Ντελέζ, μέχρι την ιστορία και τις κατασκευαστικές παραδόσεις κάθε επαρχίας της Ιαπωνίας. Μπροστά μου ο απόφοιτος αυτός του Κολούμπια της Νέας Υόρκης μιλούσε όπως ένας από τους καλύτερους κριτικούς αρχιτεκτονικής διαβάζει ένα κείμενο του. Το να έχεις γνώσεις μαζί με κριτικό πνεύμα μπορεί να είναι σπάνιο, αλλά η συνύπαρξη τους με το εκτενές και εντυπωσιακό αρχιτεκτονικό έργο του Κούμα ήταν σαφώς αναπάντεχη –δημιουργεί ένα δέος.

Η ίδια η διαδρομή προς το γραφείο του είχε όλα θαρρείς τα συστατικά της «πολιτιστικής ανάμιξης» στο έργο του: μετά από την έξοδο από το μετρό, μια γραμμική συστοιχία από ψηλά μπαμπού πριν από την είσοδο στο γυάλινο κτίριο του. Και κατά την έξοδο, στο ισόγειο του ίδιου κτιρίου, ένα από τα καλύτερα εστιατόρια παραδοσιακής γιαπωνέζικης κουζίνας, υπερυψωμένο με μια μικρή ράμπα, σχεδιασμένο άψογα από τον ίδιο τον Κούμα –οι πελάτες αόρατοι πίσω από υπερμοντέρνους ξύλινους τοίχους εντυπωσιακά φωτισμένους. Ήταν μόλις 10 χρονών, το 1964, όταν αποφάσισε να γίνει αρχιτέκτονας (ως τότε ήθελε να γίνει κτηνίατρος). Καθοριστική τότε στάθηκε η επίσκεψη του στα έργα του Κένζο Τάγκε για τους ολυμπιακούς αγώνες. Όπως και η επίδραση του πατέρα του που ήταν συλλέκτης σχεδίων του Bruno Taut, του Γερμανού αρχιτέκτονα που βρέθηκε για τρία χρόνια (1933-36) στην Ιαπωνία. Ο Κούμα θεωρεί κομβική τη μορφή του Τοτ -ότι μέσα από αυτόν ανακάλυψε ξανά την Ιαπωνία. Πρωτίστως γιατί ο τελευταίος είχε αφήσει μια από τις πιο έγκυρες αποτιμήσεις Ευρωπαίου αρχιτέκτονα για την περίφημη Katsura Villa στο Κιότο (ένα από τα σημαντικότερα δείγματα Γιαπωνέζικης αρχιτεκτονικής από τον 17ο αιώνα): «ότι η αρχιτεκτονική είναι πολύ περισσότερο η σχέση με τη φύση παρά η μορφή της». Και η κατοικία που είχε σχεδιάσει ο Τότ στο Atami θα εντυπωσίαζε τόσο πολύ τον Κούμα που άρχισε να ξεκοκαλίζει μια ολόκληρη σειρά βιβλίων για αυτόν. Ήταν λοιπόν σχεδόν μοιραίο, όταν ο Κούμα θα σχεδίαζε και αυτός στο Ατάμι -την αιθέρια βίλα του Νερό/Γυαλί (1992)- να τη θεωρήσει φόρο τιμής στον Γερμανό αρχιτέκτονα.

Πώς όμως ο Κούμα ορίζει τη σχέση του με τη φύση; Πώς χειρίζεται τα υλικά του; «Οποτεδήποτε είμαι μέσα σε ένα μπετονένιο κτίριο αισθάνομαι ότι πνίγομαι και θέλω να αποδράσω. Ίσως επειδή γεννήθηκα και μεγάλωσα σε ένα ξύλινο γιαπωνέζικο σπίτι κτισμένο πριν τον πόλεμο. Από τότε η καριέρα μου είχε ως σκοπό το πώς θα αποδράσουμε από τα δεσμά του μπετόν». Σεβασμός προς τη φύση υπήρχε –λέει ο Κούμα- μέχρι τον 19ο αιώνα, όταν το ξύλο ήταν το κύριο υλικό για τα κτίρια στη χώρα του. Όταν το 1990 μετακόμισε το γραφείο του εκτός Τόκιο, έμαθε πολλά από τους μάστορες. «Όταν τα κτίρια είναι πιο μικρά και η κατασκευή όχι τόσο άκαμπτη, τότε αποκτά μια ανθρώπινη διάσταση. Ο Αντο και ο Ισοζάκι θέλουν να κάνουν μνημεία από σύγχρονα υλικά. Εγώ θέλω να επαναφέρω τη γιαπωνέζικη παράδοση των πιο αδύναμων κτιρίων». Όποιο και να πιάσει κανείς από τα κορυφαία έργα του Κούμα -το Μουσείο της Πέτρας (2000), το Μουσείο του Αντο Χιροσίγκε (2000), την κατοικία Δάσος/Δάπεδο στο Ναγκάνο (2003), το Πλαστικό σπίτι στο Τόκιο (2002)- θα είναι πάντα ένα διδακτορικό υλικών, υφών, φωτός, διαμπερότητας. Κάτι που τα προοπτικά δεν μπορούν να αποδώσουν όπως και η φωτογραφία ενός ρούχου δεν μπορεί να αποδώσει την άνεση του να το φοράς. Για αυτό και από κοντά τα κτίρια του Κούμα κερδίζουν πολλούς πόντους –και αντίστοιχα χάνουν πόντους τα έργα της Καζιούγιο Σετζίμα… 

Ο Κούμα μπορεί να συνομιλεί ισότιμα με τη Σετζίμα και τον Τόγιο Ιτο, να αποτελούν την τριάδα της πρωτοπορίας στην Ιαπωνία. Αλλά ο Ιτο και η Σετζίμα έλκονται μόνο από το μέλλον κατάλευκων εκκεντρικών (γεωμετρικά) αντικειμένων, ενώ στο έργο του Κούμα θα συναντήσουμε και παραδοσιακές αίθουσες τσαγιού με τατάμι και δεξιοτεχνικές ξύλινες στέγες. Θα διακτινιστούμε δηλαδή συχνά στην παράδοση και ας την έχει «ντοπάρει» ο Κούμα με υψηλής τεχνολογίας υλικά για πρόσθετη αντοχή στη φωτιά, στο καιρό και στα φορτία. Εκεί μάλιστα που η αισθησιακή ρευστότητα του μπετόν καθοδηγεί την πλαστικότητα της αρχιτεκτονικής των Σετζίμα και Ιτο, για τον Κούμα η τακτική είναι διαφορετική: «Έμαθα ότι μπορώ να επαναφέρω τη φύση μέσα στο κτίριο με το να κατακερματίζω φυσικά υλικά σε πολύ μικρά κομμάτια. Το πιο σημαντικό στην αρχιτεκτονική δεν είναι η κάτοψη ή οι όψεις της, αλλά τα κομμάτια από τα οποία έχει φτιαχτεί. Κατάλαβα ότι η αρχιτεκτονική μπορεί να σβήνεται -όχι με το να τη θάβεις αλλά με το να τη σπας σε κομμάτια. Η διαφάνεια δεν είναι για μένα απλά μια οπτική συνέχεια. Είναι η κατάσταση στην οποία το κτίριο και το περιβάλλον σβήνουν το ένα μέσα στο άλλο. Ο Αντο Χιροσίγκε και άλλοι χαράκτες από τον 19ο αιώνα δίδαξαν τους δυτικούς πώς αυτό μπορούσε να γίνει. Η ελπίδα μου είναι να αναβιώσω αυτή την τεχνική σήμερα με προωθημένες τεχνολογικά λύσεις και τοπικά φυσικά υλικά.»

Για τον Κούμα όλη αυτή η σχέση με τη φύση τον φέρνει πιο κοντά σε ένα πρότυπο του: στον κηπουρό που βρίσκεται άρρηκτα δεμένος με τον κήπο που περιποιείται. «Ανακάλυψα τη δυνατότητα της αρχιτεκτονικής να λειτουργεί ως μια εμπειρία ή ως ένα φαινόμενο παρά ως ένα αντικείμενο». Στα πορώδη κτίρια του τα κατακερματισμένα του υλικά και η φύση γίνονται σχεδόν ισοδύναμα. Στο Lotus House (2005) για παράδειγμα, θεωρεί ότι τα νούφαρα αντιστοιχούν με τα κομμάτια από τραβερτίνο που εκτείνονται στις όψεις του σαν πίξελς. Κάθε φορά πράγματι εισάγει παρόμοια κενά στα κτίρια του, είτε πρόκειται για πέτρα, αλουμίνιο είτε ξύλο. Είναι σα να σβήνεις ένα σκίτσο –αρχίζουν τα περιγράμματα να χάνονται. Δοκιμάζει την πέτρα, το κεραμικό, το ξύλο αλλά στη λεπτότερη δυνατή μορφή τους, προσέχοντας σχολαστικά τα ρυθμικά κενά μεταξύ τους. Έτσι έχουν γίνει σήμα κατατεθέν του οι λεπτές κατακόρυφες λουρίδες, μια σύγχρονη μεταφορά των μπαμπού –κορμοί των οποίων συστηματικά (και ευεργετικά) εμφανίζονται δίπλα στα έργα του. Τα φίλτρα αυτά του Κούμα φαίνονται απλά, αλλά τελικά δεν είναι: όχι μόνο χρησιμοποιούν κορυφαίες κατασκευαστικές γνώσεις και πειραματισμούς (που μόνο οι Γιαπωνέζοι τεχνίτες μπορούν να φέρουν επιτυχώς σε πέρας) αλλά και εφαρμόζονται σε έργα μιας απλησίαστης λιτότητας. Όποιος δηλαδή δει σχεδιασμένες τις όψεις της κατοικίας Lotus αφοπλίζεται –δεν γίνεται να λύσεις σπίτι με τόση σιγουριά, τόση απλότητα, χωρίς μπαλκόνια, κάγκελα, πέργκολες. Η ρυθμική πειθαρχία των κενών του μου θυμίζει τις γνώριμες επικές σκηνές Γιαπωνέζων στρατιωτών αναπτυγμένων σε απόλυτη τάξη. Η οφθαλμαπάτη εξαφάνισης που ονειρεύεται ο Κούμα μοιάζει να λειτουργεί. Η αρχιτεκτονική γίνεται κάτι σαν ατμός (με pixels) ή κάτι σαν βροχή (οι κατακόρυφες γραμμές). Δείτε τα σκίτσα του -με αδρό μολύβι έχουν δώσει όλη την εύθραυστη ατμόσφαιρα για την οποία τόση ώρα μιλάω. Δείχνουν τον διάλογο ανάμεσα σε μια γκρι επιφάνεια και μια συστοιχία γραμμών: Θα μπορούσε να είναι ένα τοπίο…   

Μέμος Φιλιππίδης


Εικονογραφικό υλικό αντλήθηκε από τη μονογραφία Kengo Kuma, Works and Projects (Electa, 2005)

Share |
 

GreekArchitects Athens

Copyright © 2002 - 2024. Οροι Χρήσης. Privacy Policy.

Powered by Intrigue Digital