ΜΟΝΙΜΕΣ ΣΤΗΛΕΣ

ΣΥΣΧΕΤΙΣΜΟΙ ΖΩΗΣ

Μέσα στο λευκό πουκάμισο

07 Σεπτέμβριος, 2010

Μέσα στο λευκό πουκάμισο

Μα αυτός ο Ελλαδικός χώρος είναι αχόρταγος, έχει ορμή ερωτική, είναι μεγάλος και αδίστακτος. Αν αφεθεί κανείς, τον μάγεψε, του πήρε τα μυαλά, τον καταβρόχθισε.

Του Στέλιου Τσαπάρα

Ακουμπώ βαριεστημένα την πλάτη μου στον πέτρινο τοίχο. Τα γόνατα λυγισμένα, αγκαλιασμένα από τα δυο μου χέρια. Εμβρυακή στάση στη μήτρα της φύσης, γόνος και εγώ αυτού του τόπου, του χωριού που έσπειρε τους προπάτορες μου. Αφήνομαι να με σκεπάσουν τα ευσκιόφυλλα πλατάνια, τα γέρικα έλατα.
Η μύτη μου θα καταλάβει  την ξερή μυρωδιά του κομμένου ξύλου που ζεσταίνεται όταν πέφτει απάνω του αυτός ο ήλιος και τα αυτιά μου θα ζαλίζονται από το νερό στην παλιά βρύση και τα τζιτζίκια, ενώ τα μπάσα στην σύνθεση αυτή θα τα κρατάει το απαλό αεράκι που τρυπάει τα δέντρα του δάσους. Ζω και εγώ λοιπόν μέσα στο καλοκαίρι. Πηκτή παύση παντού στο κίτρινο τοπίο του μεσημεριού.

 


          Στη νύστα της ζέστης μισοκλείνω τα μάτια και το τοπίο «καδράρεται» μπροστά μου. Είναι ακριβώς εκείνο το στάδιο μεταξύ ύπνου και ξύπνιου, που η ζαλάδα σου μπερδεύει την πραγματικότητα και αφήνει ανοιχτές τις πόρτες του εγκεφάλου στις σκέψεις και στις αναμνήσεις. Για να λέω πως απέναντι μου, αλλά και μέσα μου, είχα αυτόν τον Ελλαδικό τόπο, το ελληνικό τοπίο.
Μέσα σε αυτό ζούσα μέρες και μήνες από τα παιδικά, τα εφηβικά και από τα ύστερα ακόμα καλοκαίρια μου. Αυτός ήταν λοιπόν ο τόπος, το σκηνικό, πάνω στο οποίο, μέσα στο οποίο σχηματίστηκαν οι σκέψεις, τα όνειρα και οι φαντασιώσεις μου και σ’ αυτό πήρανε σάρκα και οστά. Είναι ο ελληνικός ο τόπος. Αυτός σε βάζει αβίαστα να «γεννήσεις» όνειρα, πάθος, έρωτες, παραγωγική σιωπή, να δημιουργήσεις. Για να θέλω να πω πως εκεί μέσα ανασαίνει ένας ερωτισμός και αυτός είναι η μυστική δύναμη που γίνεται γενεσιουργός αιτία για όλα τα παραπάνω. Είναι αυτή η γη, αυτό το χώμα, είναι αυτό το κλίμα.
Είναι το αεράκι που γίνεται γυναικεία ανάσα στο αυτί μου και ψίθυρος, και αυτοί οι λόφοι και αυτές οι κοιλάδες, γραμμές γυναικείου σώματος που με αφήνει να το κοιτώ, να το περιεργάζομαι, να το ακουμπώ και να ζω σε αυτό, μέσα σε αυτό.
Και με τις λέξεις του Περικλή Γιαννόπουλου :


«Είναι μια μόνη γραμμή καμπύλη... Μια καμπύλη γραμμή λόφου, μαλακά καμπυλωμένος λαιμός γυναικός, είναι γραμμή γεννώσα συμπάθειαν, πόθον θωπείας έλκουσα το φίλημα, είτε γυναικός είτε λόφου γραμμή είναι η έλκουσα προφανώς το χέρι δια την απαλήν θωπείαν, ζητητική θωπείας.»


          Αυτή λοιπόν η «καμπύλη γραμμή» - που για να εξηγηθεί ο ερωτισμός αυτός του ελληνικού τοπίου γίνεται στη φαντασία του Π. Γιαννόπουλου «μαλακά καμπυλωμένος λαιμός γυναικός» - μαζί με άλλα χαρακτηριστικά του κλίματος, όπως ο ξηρός αέρας, οι υψηλές θερμοκρασίες κ.ά. γίνονται η αιτία για τη βίωση μιας ερεθιστικής ατμόσφαιρας- «ζητητική θωπείας».
          Και έτσι θέλω να πω ότι γίνεται φανερή η σχέση του τόπου με τον ψυχισμό του ανθρώπου. Το ίδιο το τοπίο παρουσιάζεται να είναι εξανθρωπισμένο, πιστό στην ανθρώπινη κλίμακα.

 

Άνθρωπος και τόπος. Το ένα μπαίνει μέσα στο άλλο, το ένα θα χωρέσει  μέσα στο άλλο.

          Και αυτή η σχέση γίνεται απτή και επιμένει να υπάρχει στα μέτρα του καθενός από εμάς. Έτσι γίνεται το κλείσιμο των ξύλινων πατζουριών – εκείνα με τις μισοβαμένες και μισοφαγωμένες σταθερές ξύλινες περσίδες – τα καλοκαιρινά μεσημέρια, αφήνοντας έξω τον δολοφονικό ήλιο και μέσα μια ηδονική σχεδόν ατμόσφαιρα, που θα εκτονωθεί στο υπνοδωμάτιο των γονιών και στο σκανταλιάρικο βλέμμα των πιτσιρικάδων, που πίσω από τα φύλλα του κουφώματος θα «κάνουν ματάκι» - μέσα από τις φωτεινές σχισμές – τους περαστικούς, το ζευγαράκι ίσως στο απέναντι παγκάκι. Από ένα τέτοιο φίλτρο – όπως το πατζούρι, αυτός ο ερωτισμός του τοπίου διοχετεύεται στον άνθρωπο. Για να θέλω να πω ότι οφείλει το άτομο να δεχτεί και αυτό μέσα του, τον τόπο και να τον χωρέσει.

 


          Μα αυτός ο Ελλαδικός χώρος είναι αχόρταγος, έχει ορμή ερωτική, είναι μεγάλος και αδίστακτος. Αν αφεθεί κανείς, τον μάγεψε, του πήρε τα μυαλά, τον καταβρόχθισε.
          Δεν χωράει έτσι όλος μέσα μου. Χρειάζομαι ένα κλειστό πατζούρι, χρειάζομαι τα μισόκλειστα μάτια, το σμίξιμο των φρυδιών, το σκοτείνιασμα του βλέμματος. Έτσι, θα σταθώ μπροστά στο τοπίο και θα το χωρέσω, θα το αντέξω, θα γίνω ένα με αυτό.
          Θα έχω σχηματίσει έναν ενδιάμεσο χώρο – το «φίλτρο». Θα βρίσκομαι και μέσα μου, θα πατάω και στο γύρο μου. Θα ζω στο σκοτεινιασμένο βλέμμα μου.
Αυτό το βλέμμα είναι το υπόστεγο.
Κάτω από αυτό όταν σταθείς θα νιώσεις το ερωτικό κάλεσμα της γραμμής του λόφου – είναι τότε που θα ενδώσεις. Θα νιώσεις ότι βουτάς μέσα στο τοπίο, ότι το «θωπεύεις», ότι σε ρουφάει το γύρο, ότι το αντέχεις να το χωρέσεις και εσύ, ότι υπήρχε εκεί αιώνια, λες και το γέννησε η φύση η ίδια, είναι από το ίδιο υλικό.


          Καθώς στέκεσαι εκεί, λοιπόν φοράς το λευκό πουκάμισο της φύσης, το ίδιο που φορούσε και αυτή. Το έχει ποτίσει με την ερωτική της διάθεση. Θα την καταλάβεις τότε, γιατί θα ζεις μέσα στο δικό της ρούχο. Και αυτό το τελευταίο θα σε προστατέψει από τον ήλιο και από άλλα, όμως πάντα θα σε αφήνει ελεύθερο να επιλέξεις, να φύγεις προς οποιανδήποτε κατεύθυνση, επιστρέφοντας πίσω το δανεισμένο λευκό πουκάμισο.


 
Τσαπάρας Στέλιος

Σκίτσα – φωτογραφίες : Τσαπάρας Στέλιος
ΑΜΠΛΙΑΝΗ ΕΥΡΥΤΑΝΙΑΣ ΙΟΥΛΙΟΣ 2007

Ημ. Πρώτης δημοσίευσης στο greekarchitects.gr 2007-09-20

Share |
 

GreekArchitects Athens

Copyright © 2002 - 2024. Οροι Χρήσης. Privacy Policy.

Powered by Intrigue Digital