ΜΟΝΙΜΕΣ ΣΤΗΛΕΣ

ΣΥΣΧΕΤΙΣΜΟΙ ΖΩΗΣ

ΠΑΜΕ ΜΙΑ ΒΟΛΤΑ…

06 Ιανουάριος, 2008

ΠΑΜΕ ΜΙΑ ΒΟΛΤΑ…

Η ώρα έφτασε. Η νύχτα έχει μπει για τα καλά, με τα «καλά» της, και τα ρούχα μου εντάσσονται αρμονικά στο πνεύμα των γιορτών. Όλα έχουν το ίδιο ύφος. Το γιλέκο μου, τα λαμπάκια στο περιμετρικό μπαλκόνι του γείτονα, το άρωμα στο αυτοκίνητο και ο γιορτινός φωτισμός του δήμου – ίδιος και ασχεδίαστος χρόνια τώρα, έχουν το ίδιο χαμόγελο, αυτό της «τσοκόντα».

Του Στέλιου Τσαπάρα

Η ώρα έφτασε και εγώ για μια ακόμα βραδιά δεν κατάφερα να την αποφύγω.
 Σε αυτό το αυτοκίνητο βρίσκομαι και από τα κακώς σχεδιασμένα και εφαρμοσμένα προαστιακά – αστικά πρότυπα οργάνωσης του ’70 – ’80 στη γειτονιά μου, κατευθύνομαι στην περιοχή κάτω από το κάστρο της πόλης, την Ακρολαμία. Η πιο αρχαία περιοχή της. Σπίτια χαμηλά με στέγες, από πέτρα ή και από άλλα «φτωχά» υλικά, άλλα με μικρές αυλές και άλλα με τον δρόμο να τα ξύνει. Οι δρόμοι… για το αυτοκίνητο, στα χνάρια παλιών μονοπατιών. Λίγα έχουν μείνει από αυτά. Ανηφόρες και κατηφόρες κάτω από το φωτισμένο κάστρο. Και φυσικά χρειάζεται κάτι για να συμπληρωθεί το standard ελληνικό μικροαστικό τοπίο. Έρχονται να καλύψουν το κενό οι διώροφες – τριώροφες οικοδομές του ’70 – ’80, με το μίζερο περιμετρικό στενό μπαλκονάκι και τις παρατεταγμένες σε σειρά μπαλκονόπορτες από στρατσαριστή λαμαρίνα.
 Και καθώς περιμένω τη Μαρία, κάνω επικίνδυνους ελιγμούς στα στενά δρομάκια να αποφύγω τα πολλά σταθμευμένα των λίγων κατοίκων εκεί και να ανοίξω δρόμο για την ενοχλητική κυρία που έχει πείσει τον εαυτό της ότι το smart είναι νταλίκα και η ίδια η οδηγός της…
 Το εσωτερικό του αυτοκινήτου άλλαξε. Το άρωμα του πλέον προδίδει γυναικεία παρουσία. Ο χώρος – η αρχιτεκτονική επηρεάζεται από το φύλλο; Ο χώρος μεταμορφώθηκε και σου αφαιρεί κάθε διάθεση για ταχύτητα. Τώρα απαιτεί το άνετο, το απαλό.
 Κατευθυνόμαστε προς το κέντρο. Περνάμε μέσα από ένα δασάκι, εγκλωβισμένο ανάμεσα στο κάστρο – ψηλότερα και στα φώτα της πόλης – χαμηλότερα. Ορισμένα μοναχικά αυτοκίνητα, προσανατολισμένα προς τα φώτα που χύνονται μπροστά τους. Η συνταγή γνωστή. Λίγο φως, αραιή δόμηση, ζέστη στο αυτοκίνητο, ύψωμα με θέα, κατάλληλη παρέα, αρκετό συναίσθημα (σε όποιον περισσεύει…) για το γνωστό αποτέλεσμα: ο δρόμος – ένας δημόσιος χώρος κίνησης και – στην άκρη του – στάσης, μετατρέπεται σε συγκεκριμένα σημεία του, άλλοτε σε ημιδημόσιο, άλλοτε σε ημιιδιωτικό και σε πολύ προσδιορισμένες στιγμές σε καθαρά ιδιωτικό. Και τα τζάμια να παραμένουν διαφανή…
Είναι λοιπόν το πάθος ή η επιπολαιότητα ρυθμιστής του χώρου;
 Με αυτές τις σκέψεις, σταθερά στο τιμόνι συνεχίζω αφήνοντας πίσω την αρχή από ένα μονοπάτι που κατηφορίζει και περνά μπρος από ένα εκκλησάκι. Θυμάμαι…
 Μόλις βρήκα να χωρέσω το αυτοκίνητο κάπου και περπατάμε οι δυο μας στα στενά πεζοδρόμια του κέντρου, που οι τοπικοί φορείς επιμελώς αδιαφορούν να αναβαθμίσουν, στερώντας την οικονομική – κοινωνική ανάπτυξη της περιοχής από τους κατοίκους της. Το καλοκαίρι στην ίδια διαδρομή, ο ένας πίσω από τον άλλον – δεν χωράνε αλλιώς. Το χειμώνα ο ένας δίπλα στον άλλον(η) χωράνε.
Επηρεάζεται η κλίμακα από την θερμοκρασία;
 Και καθώς έχουμε διασχίσει μια κεντρική πλατεία – που μου υπενθυμίζει ότι η παράδοση θέλει να σχεδιάζονται πρώτα οι ιδιωτικοί χώροι και αν περισσέψει και λίγη φαιά ουσία, κοιτάζονται επιφανειακά και οι δημόσιοι – και έναν κεντρικό πεζόδρομο – που όπως κάθε μεγάλη πόλη που σέβεται τον εαυτό της έχει έναν τέτοιον, που προέκυψε από την κάλυψη της ασφάλτου με κυβόλιθους, για να εξυπηρετηθούν τα πολυκαταστήματα – φτάσαμε και στον γνωστό χώρο όπου λέει πως το βράδυ από καφετέρια μετατρέπεται σε μπαράκι!
…Έτσι απλά, χαμηλώνοντας τα φώτα και δυναμώνοντας τη μουσική! Για να μου θυμίζει αυτό που διάβαζα: «…αληθινά λουλουδάκια, ψεύτικα λουλουδάκια – όλα λουλουδάκια…». Τελικά μπορεί μόνο η ένταση της μουσικής και του φωτισμού να ρυθμίσουν το «στήσιμο» ενός χώρου;
 Όμως, καθόμαστε στη μπάρα. Πίσω από αυτή μια κοινή μας φίλη. Παράξενοι συνδυασμοί ποτών, το ένα πίσω από το άλλο και εκπληκτικά σφηνάκια! Μετά από αυτές τις ποσότητες αρχίζεις και ανέχεσαι τα «γαυγίσματα» των κυριών και των κυρίων που βγαίνουν από τα ηχεία και που οι παρέες κάτω από αυτά δεν μιλάνε, απλά κοιτά ο ένας τον άλλον και όλοι μαζί το χάος γύρω τους. Σχηματίζει η πηγή της έντασης αόρατα όρια; Και άλλη μια απορία εκείνης της στιγμής, ακούγοντας τα «άσματα»: «για ποιον λόγο επιτέλους κλαίει ο κύριος;»!
 Η βραδιά τελείωσε, το ξημέρωμα έρχεται και εγώ μόλις έχω ξεφύγει από μια γλάστρα του δήμου – που παίζει το ρόλο διακοσμητικού στοιχείου στη μέση του πεζοδρομίου – και έχω μπερδέψει τον ήχο της εξάτμισης ενός αυτοκινήτου με τη μουσική που άκουγα.
 Από δω και πέρα αρχίζει το αγαπημένο μου κομμάτι των βραδινών εξόδων μου.
Στο αυτοκίνητο με παρέα ή χωρίς, με επιλεγμένη μουσική στη σωστή ένταση αυτή τη φορά, μισοζαλισμένος, κύριος του εαυτού μου και των άδειων δρόμων του ξημερώματος, με χαμηλές και άνετες ταχύτητες, με αργές και βουβές σκέψεις, να δοκιμάζω τις αναρτήσεις του οχήματος στις λακκούβες των δρόμων και στα φρεάτια…

archeste - Τσαπάρας Στέλιος

Share |
 

GreekArchitects Athens

Copyright © 2002 - 2024. Οροι Χρήσης. Privacy Policy.

Powered by Intrigue Digital