ΜΟΝΙΜΕΣ ΣΤΗΛΕΣ

ΤΑ ΨΗΛΑ ΚΤΗΡΙΑ

Συνέντευξη με τον Νίκο Καλογήρου

20 Σεπτέμβριος, 2010

Συνέντευξη με τον Νίκο Καλογήρου

Ακολουθεί video και ελεύθερη καταγραφή της μαγνητοφωνημένης συνέντευξης από τον Αλέξιο Βανδώρο.

Του Αλέξιου Βανδώρου

Στο πλαίσιο της μόνιμης στήλης με θέμα τα ψηλά κτίρια κρίθηκε σκόπιμο να πραγματοποιηθούν ορισμένες συζητήσεις με επιφανείς Έλληνες Αρχιτέκτονες, οι οποίοι θα καταθέσουν τις προσωπικές τους απόψεις και θέσεις πάνω στην κατασκευή των ψηλών κτιρίων γενικότερα και της Ελληνικής πραγματικότητας στον τομέα αυτό.

Η 14η συζήτηση πραγματοποιήθηκε με τον Νίκο Καλογήρου, αρχιτέκτονα και καθηγητή στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων Α.Π.Θ., ο οποίος ζει και δραστηριοποιείται μόνιμα στην Θεσσαλονίκη.

Ο Νίκος Καλογήρου είναι αρχιτέκτων (Α.Π.Θ., 1975) με μεταπτυχιακά στο Παρίσι (DEA, EHESS 1976 και Paris 1 1977, δίπλωμα CRU 1976-79 και διδακτορικό Paris 1, 1979). Είναι καθηγητής στο τμήμα Αρχιτεκτόνων Α.Π.Θ. και ακαδημαϊκός υπεύθυνος στο μεταπτυχιακό Περιβαλλοντικού Σχεδιασμού του Ε.Α.Π.

Έχει δημοσιεύσει άρθρα σε επιστημονικά περιοδικά, και έχει συγγράψει-επιμεληθεί βιβλία για την αρχιτεκτονική και την πόλη. Το εφαρμοσμένο έργο του στους τομείς της αρχιτεκτονικής και αστικής σύνθεσης έχει δημοσιευτεί στον ειδικό τύπο, σε εκθέσεις και έχει διακριθεί με βραβεία σε αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς.

 

Η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε στον πολυχώρο Αθηναΐς στην Αθήνα. Η έγγραφη μορφή της αποτελεί ελεύθερη καταγραφή της μαγνητοφωνημένης συνέντευξης από τον Αλ. Βανδώρο και δεν περιλαμβάνει γραπτές απαντήσεις του Ν. Καλογήρου.

 

 

ΑΛΕΞΙΟΣ ΒΑΝΔΩΡΟΣ: Έχετε επισκεφτεί κάποιο ψηλό κτίριο; Ποια είναι η άποψη σας για τα ψηλά κτίρια, ως προς τη χρήση και τη λειτουργία;

ΝΙΚΟΣ ΚΑΛΟΓΗΡΟΥ: Έχω επισκεφτεί ορισμένα ψηλά κτίρια, και νομίζω ότι όσον αφορά τη χρήση και τη λειτουργία τους μπορεί κανείς να τα θεωρήσει ότι είναι όπως και όλα τα άλλα κτίρια. Συνήθως είναι βέβαια κτίρια γραφείων.

Α.Β.: Πιστεύετε ότι όταν ξεφεύγουμε ως προς το ύψος, διατηρούμε τη λειτουργία; Το κάνουμε δηλαδή για λειτουργικούς σκοπούς ή συμβολικά, για λόγους ματαιοδοξίας ή κάτι άλλο; Δηλαδή από ένα ύψος και πάνω για ποιο σκοπό γίνονται αυτά τα κτίρια;

Ν.Κ.: Ιστορικά βέβαια τα κτίρια αυτά γίνονταν για συμβολικούς λόγους. Ήταν κάποιοι μη λειτουργικοί πύργοι εκκλησιών ή μνημεία. Σήμερα νομίζω ότι, συνήθως, οι περισσότερες περιπτώσεις αφορούν περιοχές όπου είναι ιδιαίτερα αυξημένη η γαιοπρόσοδος και υπάρχει λόγος να κτιστούνε μεγάλα κτίρια σε περιοχές που έχουν κάποια εξυπηρέτηση από συγκοινωνία ή κάποιο τέτοιο λόγο.

Α.Β.: Η χωροθέτηση ψηλών κτιρίων σε συνδυασμό με την αξιοποίηση των ελεύθερων χώρων που προκύπτουν μπορεί να αποτελέσει μια οικολογική απάντηση στη σημερινή απάνθρωπη αστική πυκνότητα ορισμένων πόλεων;

Ν.Κ.: Δε νομίζω ότι σε αυτό το ερώτημα μπορεί να απαντήσει κανείς με ένα ναι ή με ένα όχι. Το όραμα του μοντερνισμού θεωρούσε ότι τα ψηλά κτίρια θα απελευθερώσουν το γήπεδο. Αυτό δεν έχει παύσει να ισχύει κατά την άποψη μου, αρκεί φυσικά να δει κανείς πώς εντάσσονται τα κτίρια αυτά στον ευρύτερο πολεοδομικό σχεδιασμό.

Α.Β.: Συγκρίνοντας την ενεργειακή συμπεριφορά ενός ψηλού κτιρίου σε σχέση με αυτή μιας ομάδας χαμηλών κτιρίων με αντίστοιχη δόμηση, θεωρείται ότι το ψηλό κτίριο είναι πλέον ανταγωνιστικό; Οδηγούμαστε δηλαδή στη δημιουργία οικολογικών ουρανοξυστών - ecoscrapers;

Ν.Κ.: Παλιότερα υπήρχε η φήμη, και όχι άδικα, ότι τα ψηλά κτίρια είναι ενεργοβόρα. Είναι όμως πολλά χρόνια τώρα που τα περισσότερα προβλήματα έχουν λυθεί και ενδεχομένως ορισμένα από αυτά να εμφανίζουν αντίστοιχα και καλύτερα χαρακτηριστικά από αντίστοιχα χαμηλά κτίρια. Εξάλλου το ενεργοβόρα δε θα έλεγα εγώ να το περιορίζει κανείς μόνο στην αμιγή ενεργειακή κατανάλωση, αλλά εάν βάλει και τις παραμέτρους όπως της χωροθέτησης, το πόσο γήπεδο καταλαμβάνουν, το πόσο κόστος χρειάζεται για να προσεγγίσει κανείς ένα κτίριο τέτοιου τύπου, νομίζω ότι είναι ακόμα πιο λογικό να τα εξετάζει κανείς συνθετικά.

Α.Β.: Πείτε μου αν γνωρίζετε ποιες προσπάθειες έχουν γίνει για την ανέγερση ψηλών κτιρίων στην Ελλάδα και ποιο είναι το μέλλον για αυτά τα κτίρια στην Ελλάδα;

Ν.Κ.: Όπως όλοι γνωρίζουμε έχουμε ελάχιστα ψηλά κτίρια από μια μικρή περίοδο που επιτράπηκε. Ενώ με τους νέους οικοδομικούς κανονισμούς απαγορεύεται. Άρα στην ουσία υπάρχει μια πολύ μεγάλη περίοδος στην οποία δεν έχουμε καμία εμπειρία από ψηλά κτίρια στην Ελλάδα.

Α.Β.: Ποιο θεωρείς ότι θα μπορούσε να είναι το μέλλον των κτιρίων αυτών;

Ν.Κ.: Δε μπορώ να αντιληφθώ γιατί ειδικά η Ελλάδα είναι μια από τις ελάχιστες, ίσως και η μόνη χώρα που ξέρω, που απαγορεύεται εντελώς η δόμηση των ψηλών κτιρίων. Από την άλλη βέβαια δε θα ήμουν και σύμφωνος με την ανεξέλεγκτη δόμηση τέτοιων κτιρίων, με το γνωστό βέβαια ελληνικό πρόβλημα που μπορεί κανείς να κάνει ότι θέλει όπου θέλει.

Α.Β.: Είναι παράδοξο το γεγονός πως οι μεγάλοι κατασκευαστές, οι διεθνείς developers που κατασκευάζουν και εκμεταλλεύονται πληθώρα ψηλών κτιρίων από την Κίνα έως την Μέση Ανατολή, απουσιάζουν μυστηριωδώς από οποιαδήποτε συζήτηση περί απελευθέρωσης των υψών στην Ελλάδα. Σε μια χώρα που οι πολιτικές αποφάσεις συχνά ποδηγετούνται από κάθε είδους οικονομικά συμφέροντα, προξενεί εντύπωση πως ένα τομέας όπως ο κατασκευαστικός, ο οποίος αποτελεί για χρόνια τον κινητήριο μοχλό της ελληνικής ανάπτυξης, διατηρεί έναν τέτοιο περιοριστικό κανονισμό. Είναι απορίας άξιο πως τόσοι άνθρωποι, οι οποίοι καθοδηγούν έως και την εξωτερική πολιτική της χώρας στο βωμό του κέρδους, όχι μόνο δεν πιέζουν προς την απελευθέρωση των υψών αλλά έχουν κυριολεκτικά αφανίσει κάθε τέτοιου είδους συζήτηση.

Ν.Κ.: Είναι εύλογο αυτό το ερώτημα, και εμένα μου μένει αυτή η απορία. Βέβαια γνωρίζουμε ότι υπάρχει ένας μεγάλος κατακερματισμός των δυνάμεων της κατασκευής στην Ελλάδα και στο πλαίσιο ενός αναμενόμενου εκσυγχρονισμού περιμένει κανείς μια περισσότερη συγκέντρωση. Ωστόσο αυτό πολλά χρόνια δεν είναι ορατό και το γνωστό μοντέλο αντιπαροχής και δόμησης σε μικρές ομάδες είναι πιο αποτελεσματικό ακριβώς γιατί υπερβαίνει, εντός εισαγωγικών, το πλαίσιο δόμησης με μικροπαραβιάσεις. Είναι γεγονός ότι μια σοβαρή επένδυση και μια σοβαρή εταιρεία δε θα ρίσκαρε κάτι τέτοιο, νομίζω ότι αυτός είναι και ο λόγος που γενικότερα οι μεγάλες επενδυτικές κινήσεις στην Ελλάδα είναι περιορισμένες και έχουμε πολλές μικρομεσαίες ή μικρές που κινούνται στα όρια της νομιμότητας όπως και η περισσότερη παραγωγή του ελληνικού χώρου.

Α.Β.: Στην σημερινή Ελλάδα, οι δύο μεγάλες πόλεις, η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη πλέον έχουν επεκταθεί υπερβολικά ενσωματώνοντας σταδιακά παρακείμενες περιοχές δημιουργώντας φαινόμενα μεγαπόλεων. Μήπως θα ήταν προτιμότερο να συγκρατήσουμε την κατά πλάτος ανάπτυξη, δίνοντας ύψος ώστε να συγκεντρώσουμε λίγο τον πληθυσμό;

Ν.Κ.: Είναι γεγονός ότι οι ελληνικές πόλεις με το μοντέλο της πολυκατοικίας και της εμμονής του δρόμου, που θυμίζει πολεοδομία του 19ου αιώνα, έχουν κάποια ορισμένα μικρά προτερήματα συνεκτικότητας. Όμως η σημερινή ανεξέλεγκτη περιφερειακή ανοικοδόμηση που καταλαμβάνει τεράστια κομμάτια της υπαίθρου σίγουρα δημιουργεί μεγάλα προβλήματα. Άρα λοιπόν, εάν εξετάσει κανείς το πρόβλημα από λειτουργική άποψη συγκέντρωσης ορισμένων  κτιρίων σε πόλους που εξυπηρετούνται από δημόσια μεταφορά, κάτι που είναι ζητούμενο για όλους, νομίζω ότι θα μπορούσε να σκεφθεί ότι σε ορισμένες ειδικές περιοχές που έχουν αυτά τα χαρακτηριστικά θα ήταν μάλλον σκόπιμη η απελευθέρωση από τους περιορισμούς αυτούς. Εγώ πάντως πιστεύω μέσα από ένα πολύ συνεκτικό πλαίσιο δόμησης και όχι με τη λογική της φιλελεύθερης ανεξέλεγκτης ανοικοδόμησης σε οποιεσδήποτε περιοχές της πόλης.

Α.Β.: Θεωρείτε ότι πρέπει να γίνει τοπικά αυτό ή σε μεγαλύτερη κλίμακα; Να γίνει δηλαδή ένα μικρό Manhattan, ή όπως στο Παρίσι ή στο Λονδίνο που υπάρχουν κάποια μεμονωμένα κτίρια μέσα στον αστικό ιστό;

Ν.Κ.: Δεν είναι εύκολο να απαντήσει κανείς σε αυτή την ερώτηση. Προφανώς σίγουρα πρέπει να προηγηθεί πολεοδομικός σχεδιασμός και μάλιστα και αστικός σχεδιασμός. Πιστεύω περισσότερο στο ευρωπαϊκό μοντέλο των ψηλών κτιρίων, το οποίο σε μερικές πόλεις γίνεται επιλεκτικά σε συγκεκριμένες θέσεις και μπορώ να αναφέρω το παράδειγμα της Βαρκελώνης όπου τα δημόσια κτίρια επιλέγονται που θα μπουν και σε ποιες περιοχές και μάλιστα έχει προηγηθεί ακόμα και το μέγεθος τους και το ύψος τους και μετά καλείται ο αρχιτέκτονας, ο οποίος δίνει συγκεκριμένη μορφή στο κτήριο αυτό. Αυτό θεωρώ ότι είναι πιο καλά προσαρμοσμένο σε πόλεις που έχουν ιστορικό χαρακτήρα, όσο βέβαια ιστορικός χαρακτήρας έχει απομείνει στις ελληνικές πόλεις για να είμαστε λίγο ρεαλιστές.

Το άλλο μοντέλο, το οποίο εκφράστηκε κυρίως στις αμερικάνικες πόλεις έχει ένα δυναμισμό που δε νομίζω ότι ανταποκρίνεται στα πραγματικά δεδομένα της Ελλάδας, ενώ στις ασιατικές χώρες είναι ένα ανεξέλεγκτο μοντέλο ανάπτυξης με αρκετά προβλήματα. Πιστεύω λοιπόν περισσότερο στη λογική της επιλεγμένης χωροθέτησης, δε μπορώ όμως να πω ότι θα ήταν άσκοπο να ήταν αυτά συγκεντρωμένα σε μια περιοχή αν αποφασίσουμε να κάνουμε ένα πραγματικό επιχειρηματικό κέντρο ή αν θα πρέπει να είναι πιο διάσπαρτα σε ορισμένες περιοχές κομβικές. Ίσως και τα δύο.

Α.Β.: Θα σας αναφέρω την προσωπική μου εκτίμηση-απάντηση σε ορισμένους αστικούς μύθους οι οποίοι έχουν επικρατήσει στην ελληνική κοινωνία ως προς την κατασκευή ψηλών κτιρίων. Θα ήθελα να μου αναλύσετε συνοπτικά την άποψη σας για κάθε έναν από αυτούς:

(1) Το κόστος κατασκευής ενός ψηλού κτιρίου σε σχέση με την αντίστοιχη δόμηση σε χαμηλά κτίρια είναι μικρότερο.

Ν.Κ.: Δεν είμαι προετοιμασμένος να απαντήσω με ακρίβεια. Αλλά και να είναι ακόμα ψηλότερο το κόστος κατασκευής, προφανώς αυτό θα αποσβεστεί από την πιο ορθολογική χρήση του οικοπέδου ή από τη θέση που θα βρεθεί το κτίριο αυτό. Πιστεύω ότι στην πραγματική τιμή των κτιρίων στην Ελλάδα ελάχιστα συμβάλλει το κόστος κατασκευής το οποίο είναι λίγο πολύ ενοποιημένο και περισσότερο συμβάλλει η γαιοπρόσοδος ή η χωροθέτηση.

Α.Β.: (2) Οι απαιτήσεις για πυρασφάλεια, τόσο σε παθητικά όσο και ενεργητικά συστήματα αυξάνονται γραμμικά ανάλογα με τη δόμηση και όχι εκθετικά με το ύψος.

Ν.Κ.: Είναι προφανές ότι ένα ψηλό κτίριο πρέπει να έχει πολύ καλή μελέτη πυρασφάλειας για να διασφαλίζει τις διαφυγές, αλλά αυτά νομίζω ότι είναι ζητήματα που έχουν λυθεί. Είναι σα να συζητούμε τώρα, εκ των υστέρων, εκατόν τόσα χρονιά μετά τη γενικευμένη εφαρμογή τους ότι θα πρέπει να τηρούνε κάποιες προδιαγραφές ασφαλείας. Αυτό ισχύει και για τα χαμηλά κτίρια, δεν είναι μόνο χαρακτηριστικό των ψηλών.

Α.Β.: (3) Με τη χρήση σωστού αρχιτεκτονικού σχεδιασμού και βιοκλιματικών παραμέτρων είναι δυνατός ο αερισμός των χώρων σε οποιοδήποτε ύψος.

Ν.Κ.: Αυτό είναι γνωστό και πιστεύω πολύ στην περιβαλλοντική προσέγγιση της δόμησης και σίγουρα οι σωστές συνθήκες ηλιασμού και αερισμού πρέπει να υπάρχουν σε οποιοδήποτε κτίριο, προφανώς και σε ένα ψηλό.

Α.Β.: (4) Οι ενεργειακές απαιτήσεις ενός κτιρίου εξαρτώνται από τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό και τη χρήση ή μη αρχών βιώσιμης αρχιτεκτονικής.

Ν.Κ.: Ταυτολογία είναι αυτό, προφανώς ναι.

Α.Β.: (5) Με τη χρήση των νέων τεχνολογιών - ανελκυστήρες διπλού ύψους που εξυπηρετούν διπλάσιο πληθυσμό και τη δημιουργία πυρασφαλών ανελκυστήρων - η ανάγκη σε κλιμακοστάσια και ανελκυστήρες είναι λίγο μεγαλύτερη από την αντίστοιχη ανάγκη για την ίδια δόμηση σε χαμηλά κτίρια.

Ν.Κ.: Καταρχήν είναι γνωστό ότι προϋπόθεση για την ύπαρξη των ψηλών κτιρίων ήταν η εφεύρεση του ανελκυστήρα. Δεν είναι δυνατόν να φανταστεί ότι μπορούσε να προσεγγίσει αυτά τα ύψη με τις σκάλες, για αυτό και παλιά είχαμε μόνο μνημεία, τα οποία δεν είχανε ουσιαστική χρήση. Προφανώς η τεχνολογία προχωρεί και είναι ζητήματα τα οποία αντιμετωπίζονται κάθε φορά μέσα από την κατάλληλη τεχνολογία.

Α.Β.: (6) Η 'ανεμπόδιστη' θέα προς την Ακρόπολη δε θα διακοπεί με την κατασκευή ορισμένων ψηλών κτιρίων στο Ελληνικό ή στους Ελαιώνες.

Ν.Κ.: Υπάρχει μια ιδεολογική φόρτιση γύρω από αυτό το θέμα. Είναι φανερό ότι θα πρέπει να υπάρχει θέα προς την Ακρόπολη, αλλά είναι επίσης φανερό ότι πραγματικά με ένα σωστό σχεδιασμό μπορεί να επιλέξει κανείς κάποιες περιοχές στις οποίες θα μπορεί χτίσει ψηλά κτίρια. Εξάλλου από πόσα σημεία έχουμε ανεμπόδιστη θέα προς την Ακρόπολη; Δηλαδή το τείχος αυτό των 8ορόφων και 9ορόφων πολυκατοικιών δεν εμποδίζει τη θέα προς την Ακρόπολη; Εμπίπτει στα θέματα ιδεολογίας και αυτό.

Α.Β.:Παράλληλα έχουν κατασκευάσει ψηλά κτίρια:

(7) πόλεις που βρίσκονται σε περιοχές εξαιρετικά σεισμογενείς, σαφώς περισσότερο από την Ελλάδα (Τόκυο, Λος Άντζελες)

Ν.Κ.: Είναι μια σοβαρή παράμετρος που πρέπει να λαμβάνεται υπ' όψιν σε κάθε δόμηση στην Ελλάδα και νομίζω ότι αυτό είναι θέμα ενός ειδικού κανονισμού και της σωστής εφαρμογής του που κατά τεκμήριο θα είναι και πιο προσεγμένη σε ένα σοβαρό κτίριο όπως αυτό, απ' ότι στις καθημερινές κατασκευές όπου συχνά παρατηρείται αυτή η γνωστή ελαστική εφαρμογή των κανονισμών.

Α.Β.: (8) πόλεις με εξαιρετικά ιστορικά κέντρα, τα οποία παρεμπιπτόντως τα έχουν προστατευμένα και από τα αυτοκίνητα και από τη φθορά (Ιταλία, Ισπανία, Γαλλία, Γερμανία)

Ν.Κ.: Τα ιστορικά κέντρα θα πρέπει να είναι σεβαστά και η δόμηση σε αυτά θα πρέπει να γίνεται με πολύ προσοχή. Πάλι όμως εγώ δεν αποκλείω την επιλεγμένη τοποθέτηση κάποιου κτιρίου το οποίο θα αντιπαρατεθεί σε ένα ιστορικό κέντρο. Το ζήτημα είναι ότι σίγουρα η πρώτη παράμετρος είναι η προστασία του ιστορικού τοπίου, όπου αυτό υπάρχει, και παρά το γεγονός ότι οι Ελληνικές πόλεις έχουν σε πολύ μεγάλο βαθμό αλλοιωθεί και καταστραφεί, είμαι από εκείνους που πιστεύουν ότι θα πρέπει να σεβόμαστε την παράδοση και την Αρχιτεκτονική μας, αλλά επίσης ότι η νέα δόμηση - κάποιου είδους - μέσα στα ιστορικά κέντρα θα πρέπει να δείχνει την εποχή της και να είναι εμφανής.

Α.Β.: (9) πόλεις σε χώρες που βρίσκονται πολύ χαμηλότερα από την Ελλάδα τόσο σε βιοτικό επίπεδο¹, όσο σε οικονομική επιφάνεια (Βουλγαρία, Τουρκία, χώρες στην Αφρική και τη Νότια Αμερική)

Ν.Κ.: Αυτό φανερώνει ότι δεν είναι θέμα οικονομικού επιπέδου, αλλά είναι θέμα μιας ιδεοληψίας γύρω από αυτά τα ζητήματα με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Ενδεχομένως αυτό έχει διαφυλάξει κάπως τις Ελληνικές πόλεις από μια ανεξέλεγκτη κατά τεκμήριο, λόγω της ελληνικής πραγματικότητας, δόμησης ψηλών κτιρίων, αλλά νομίζω τώρα που μπαίνουμε σε μια εποχή που φαίνεται ότι θα υπάρχουν γενικότεροι έλεγχοι στα οικονομικά δεδομένα με τη σημερινή κρίση ίσως είναι μια ευκαιρία να βρούμε πιο βιώσιμα - με την ευρύτερη έννοια, την οικονομική δηλαδή όχι μόνο την ενεργειακή- μοντέλα ανάπτυξης της πόλης τα οποία θα περιλαμβάνουν πολλούς τρόπους δόμησης. Χωρίς κατ' ανάγκη να θεωρώ ότι η δόμηση των ψηλών κτιρίων είναι πανάκεια ή καταστροφή. Δηλαδή, κάπου ενδιάμεσα είναι η αλήθεια.

Α.Β.:  Ας θεωρήσουμε την κρίση μια ευκαιρία για να επανεξετάσουμε ορισμένα αστικά μοντέλα ανάπτυξης.

Ν.Κ.: Νομίζω ότι η κρίση αυτή δίνει την ευκαιρία να επανεξετάσουμε όλο το πρότυπο της ανάπτυξης των πόλεων και αυτό πρέπει να συνοδεύεται και από μια γερή δόση ρεαλισμού. Από αυτές τις συζητήσεις που έχω ακούσει για το νέο ρυθμιστικό σχέδιο της Αθήνας και τις σκέψεις που διατυπώνονται πρόσφατα  και συζητούν για μια επάνοδο στο κέντρο, το οποίο με βρίσκει σύμφωνο. Δε μπορούμε όμως να παραμείνουμε μόνο εκεί, είναι φανερό ότι οι ανάγκες των πόλεων έχουν μεγαλώσει και είναι γεγονός ότι εδώ και πάρα πολλά χρόνια ο πολεοδομικός σχεδιασμός υστερεί και ακολουθεί  την πραγματικότητα εξαιτίας αυτής της υποκρισίας. Θέλουμε να έχουμε συνεκτικές πόλεις και στην ουσία έχουμε ανοικοδόμηση κατά μήκος των αξόνων, των παραλιών και των ευαίσθητων τοπίων. Και από την άλλη μεριά φοβόμαστε και έχουμε κάποια ταμπού τα οποία δε μας επιτρέπουν να κάνουμε κατά μήκος κάποιων πραγματικά συγκοινωνιακών κόμβων, που θα αξιοποιούσαν ενδεχομένως και τα μέσα μαζικής μεταφοράς - το μετρό που επεκτείνεται - σε κατάλληλες θέσεις.

Αυτά θα πρέπει να τα δει κανείς στο πλαίσιο μιας συνολικής οπτικής και στρατηγικής η οποία περιλαμβάνει, χωρίς προκαταλήψεις, όλα τα μοντέλα τα οποία θα κριθούν κατάλληλα μέσα από ένα προσεκτικό σχεδιασμό που, κατά την άποψη μου, θα έπρεπε να περιλαμβάνει και αυτό το μοντέλο δόμησης. Και μόνο για το λόγο ότι είναι πάρα πολύ διαδεδομένο διεθνώς και δεν έχω κατανοήσει ποιος είναι ο λόγος που εμείς εδώ θεωρούμε ότι αυτό αποκλείεται και είναι πολύ καλό αυτό.

Α.Β.:  Ευχαριστώ πολύ για την εποικοδομητική συζήτηση και πιστεύω πως στο άμεσο μέλλον θα μας δοθεί η δυνατότητα να επαναλάβουμε τη συζήτηση.

 

Share |
 

GreekArchitects Athens

Copyright © 2002 - 2024. Οροι Χρήσης. Privacy Policy.

Powered by Intrigue Digital