ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΜΑΤΙΕΣ

 

Η Αριστερή Ιδεολογία στην Πολεοδομία στην Ελλάδα, από το 1960 ως το 1990. (Μέρος Α)

10 Οκτώβριος, 2012

Η Αριστερή Ιδεολογία στην Πολεοδομία στην Ελλάδα, από το 1960 ως το 1990. (Μέρος Α)

Εισαγωγή - η προϊστορία του Μεσοπολέμου και η ενδιάμεση φάση, Κατοχή και Εμφύλιος.

 

Του Γεωργίου Μ.Σαρηγιάννη

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Μέρος Α
.Αντί για πρόλογο
.Η προϊστορία του Μεσοπολέμου
.Η ενδιάμεση φάση, Κατοχή και Εμφύλιος

Μέρος Β
.Η αριστερή ιδεολογία στην Πολεοδομία στην «Ανοιξη του ‘60»

Μέρος Γ
.Η αριστερή ιδεολογία στην Πολεοδομία στην Δικτατορία

Μέρος Δ
.Η αριστερή ιδεολογία στην Πολεοδομία στην Μεταπολίτευση

Συμπεράσματα

Αντί για πρόλογο
Το θέμα της αριστερής ιδεολογίας, είναι πάντα επίκαιρο, αλλά και στις τελευταίες δεκαετίες πολύ σύμπλοκο, απαραίτητο αλλά και δύσκολο να διευκρινιστεί, γι' αυτό όμως και ελκυστικό. Στα άρθρα αυτά, γίνεται προσπάθεια να διερευνηθεί ποιά ιδεολογία υπήρχε και αναπτύχθηκε στην περιοχή της Πολεοδομίας, κυρίως μετά τον Εμφύλιο μέχρι και την Μεταπολίτευση. Υπάρχουν πολλές έρευνες για την Αριστερή Ιδεολογία που αναπτύχθηκε αλλά συνήθως οι αναλύσεις αφορούν κυρίως τον πολιτικό - θεωρητικό τομέα, και σε αρκετές περιπτώσεις την λογοτεχνία ή ακόμη και τις εικαστικές τέχνες, σε ένα γενικό όμως πάντα πλαίσιο, και οι περισσότερες ως «παράπλευρες» όψεις της γενικής Ιδεολογίας.

Στην Πολεοδομία, δεν υπήρξαν έρευνες  για την επικρατούσα αριστερή ιδεολογία, γενικά οι αριστεροί πολεοδόμοι ως προς τις αντιλήψεις μέχρι την δεκαετία του '60 κινούνται ανάμεσα Ενγκελς και Le Corbusier, οι αριστεροί πολεοδόμοι που έδρασαν στην Ελλάδα τροφοδοτούνταν αφ' ενός από την «Κατάσταση της Εργατικής Τάξης στην Αγγλία» και το «Ζήτημα της Κατοικίας» απαιτώντας γενικώς βελτίωση της ζωής των εργαζομένων στην πόλη, και αφ' ετέρου από  τον χείμαρρο των αριστερής φρασεολογίας αλλά φασιστικής νοοτροπίας κειμένων του Le Corbusier,  πολύ περισσότερο πρώτον διότι έλληνες πολεοδόμοι, σημαντικά στελέχη της Αριστεράς, εργάστηκαν στο Γραφείο του και ενστερνίστηκαν τις θέσεις του, και δεύτερον διότι και οι σοβιετικοί πολεοδόμοι είχαν γενικά επίσης αποδεχτεί τις απόψεις του, όπως και οι δυτικοευρωπαίοι συνάδελφοί τους μετά τον Πόλεμο. Θέσεις όπως του Δεσποτόπουλου, καθαρά μαρξιστικές, δεν είχαν μελετηθεί, δεν είχαν αναλυθεί ή και ήταν και άγνωστες, παρ' όλη την σχεδόν συνεχή παρουσία του στον ελληνικό χώρο, όπως επίσης δεν είχαν μελετηθεί οι θέσεις και τα επιτεύγματα των αρχιτεκτόνων και πολεοδόμων των Μεγάλων Συγκροτημάτων της Βιέννης και της Σχολής του Αμστερνταμ, οι οποίες κατά την γνώμη μου, αποτελούσαν πραγματικά μαρξιστικές απόψεις τόσο στην θεωρία όσο και στην εφαρμογή.

Στην Μεταπολίτευση, εισέβαλαν και στον ελληνικό χώρο, θέσεις που είχαν αναπτυχθεί στην Γαλλία κυρίως, και μάλιστα μέσα από τον «Μάη του '68», όπως του Μ.Castells, του Η.Lefebvre, κ.α. οι οποίες και αποτελούν το πλαίσιο μιάς συγκεκριμένης ιδεολογικοπολιτικής κατεύθυνσης αριστερών πολεοδόμων, παράλληλα με τις πολιτικές απόψεις περί «ευρωκομμουνισμού» που αναπτύχθηκαν εκείνη την εποχή. Σημαντικό για την ανάλυση αυτών των θέσεων (και των μεταγενέστερων, που όμως είναι εκτός του αντικειμένου αυτών των άρθρων) από την δική τους βέβαια ιδεολογική σκοπιά, είναι το πρόσφατο βιβλίο της Ν.Βαϊου και του Κ.Χατζημιχάλη «ο χώρος στην αριστερή σκέψη», Αθήνα 2012.

Από την δική μας την πλευρά, θα αναλυθεί το θέμα κυρίως στις περιόδους από το 1945 ως το 1980 περίπου (Εμφύλιος -  Ανοιξη του '60 -  Δικτατορία - Μεταπολίτευση) με μια εισαγωγή για τον Μεσοπόλεμο που αποτελεί την απαρχή της Αριστεράς στην Ελλάδα. Η μεταγενέστερη εποχή, συνδέεται και με την διάλυση του σοσιαλιστικού στρατοπέδου και με όλα τα παράλληλα ή επόμενα γεγονότα, και απαιτεί άλλη έρευνα για την γενική ιδεολογικοπολιτική κατάσταση και την ιδεολογία στην πολεοδομία.

Με την ευκαιρία αυτή, θα ήθελα να εκφράσω πολλές ευχαριστίες στον φίλο Νίκο Σαραντάκο για το υλικό και τις παρατηρήσεις του, καθώς και τα «λαθάκια» που μου επισήμανε! Αν υπάρχει άλλο λαθάκι η πρόβλημα, από δώ και πέρα η ευθύνη είναι αποκλειστικά δική μου.

Μέρος Α
Εισαγωγή - η προϊστορία του Μεσοπολέμου
Υλισμός και Ιδεαλισμός στον Μεσοπόλεμο.

Οι πολιτικές εξελίξεις, εσωτερικές διεργασίες των πολιτικών παρατάξεων και σχηματισμών και ιδεολογικές μεταβολές και ανακατατάξεις, είναι συνεχείς σε όλο το διάστημα από τον 19ο αιώνα μέχρι και σήμερα. Αντικείμενο αυτών των άρθρων δεν είναι η έκθεση και ανάλυση των διεργασιών αυτών, παρά μόνον στον βαθμό που είναι απαραίτητες για την ανάλυση της Ιδεολογίας στον Πολεοδομικό τομέα. Είναι γνωστό ότι υπάρχει πλούσια βιβλιογραφία για το αριστερό κίνημα στην Ελλάδα, από όλες τις πλευρές του, τόσο από επίσημα κείμενα του βασικού του φορέα -του ΚΚΕ- και από κείμενα συμπολιτευόμενων σ' αυτό και παράλληλων φορέων όσο  ακόμη και αντιπολιτευόμενων, ή και ανοιχτά εχθρικών σ' αυτό, και μπορεί ο καθένας να την μελετήσει και να οικοδομήσει τα δικά του συμπεράσματα.

Από την άλλη μεριά, είναι γεγονός ότι όλη η πολιτική και ιδεολογική διαπάλη, κυρίως στον Μεσοπόλεμο αλλά και μετά,  εστιάζεται στο θέμα της γενικής τακτικής και στρατηγικής του αριστερού Κινήματος, και ελάχιστες είναι οι αναφορές σε θέματα έξω από την γενική πολιτική, όπως για παράδειγμα στην Πολεοδομία, ενώ είναι περισσότερες  -και αποτελούν και συστατικό της γενικότερης πολιτικής διαπάλης - οι αναφορές στην λογοτεχνία και την τέχνη γενικότερα, σ' αυτές θα αναφερθούμε περιστασιακά όσο έχουν συσχετισμούς με το θέμα μας.

Επίσης γνωστά είναι τα προβλήματα στον Μεσοπόλεμο με ομάδες αστών διανοουμένων που προσέγγιζαν σε νεαρή ηλικία την μαρξιστική ιδεολογία, τις περισσότερες φορές σε ακραίες θέσεις, και οι πιο πολλοί από αυτούς ξεκίνησαν αρχικά ως μέλη ή και στελέχη του ΣΕΚΕ και του ΚΚΕ, στην συνέχεια  ως αντιπολίτευση στο ΚΚΕ κυρίως στα πλαίσια της διαμάχης Στάλιν και Τρότσκι, και μετά ορισμένοι πέρασαν στην Δεξιά, ακόμη και στην άκρα Δεξιά μετά τον Πόλεμο, στις ομάδες αυτές έδρασαν αστοί, (κάποιοι από τους οποίους ήταν και γόνοι μεγάλων οικογενειών), όπως ο Θεοφύλακτος Παπακωνσταντίνου, ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο Αγγελος Προκοπίου, ο Σάββας Κωνσταντόπουλος και πολλοί άλλοι (κάποιοι εξορίστηκαν από τον Μεταξά ως «κομμουνιστές» !). Ο «μαρξισμός» τους όμως, διαβαζόταν από την αστική τάξη, και έτσι δεν επηρέασε ούτε το ΚΚΕ ούτε τους αριστερούς διανοούμενους και ούτε και την εργατική τάξη. Για παράδειγμα, όπως διηγείται ο Κώστας Γεωργουσόπουλος για τον Παπακωνσταντίνου (Τα Νέα, επετειακές αγγαρείες, 23.3.2012) «...έγραψε και βιβλίο, την πρώτη απόπειρα στην Ελλάδα ερμηνείας του όρου διαλεκτικός υλισμός. Νέος και θεωρητικά νήπιος έπεσε σε τόσες παρερμηνείες και παραναγνώσεις ώστε έδωσε την ευκαιρία στον Παναγιώτη Κανελλόπουλο στο περιοδικό «ΙΔΕΑ» του Μελά να τον κάνει με τα κρεμμυδάκια...». Ο Παπακωνσταντίνου διετέλεσε στον Μεσοπόλεμο και διευθυντής του «Λαϊκού Βιβλιοπωλείου» και εκδότης του δεκαπενθήμερου περιοδικού «Μαρξιστική Βιβλιοθήκη» (Der Spiegel, 24/6/1968), αρχικά ανήκε στην Κομμουνιστική Νεολαία Αθήνας ως το 1927 που διαγράφτηκε, και είχε δράσει ως «λικβινταριστής» προερχόμενος από τους «αρχειομαρξιστές» γράφοντας και μια μπροσούρα κατά της ΟΚΝΕ (Οργάνωση Κομμουνιστικών Νεολαιών) τον Φλεβάρη του 1927, οπωσδήποτε δεν ήταν οργανωτής της ΟΚΝΕ όπως λανθασμένα αναφέρει ο Γεωργουσόπουλος (Χ. Τζιτζιλώνης,  ΟΚΝΕ 1923-1943, Αθήνα 1989), στην Κατοχή πέρασε στην αστική ιδεολογία και στην δικτατορία του 1967 έγινε Υπουργός Παιδείας.

Η ιδεολογική διαμάχη με τον μαρξισμό στον Μεσοπόλεμο είχε πολλά μέτωπα, ένα βασικό ανάμεσα υλιστών-ιδεαλιστών, και (τουλάχιστον) ένα ανάμεσα στους τροτσκιστές και το ΚΚΕ. Στο πρώτο μέτωπο βασικές  ομάδες ενάντια στον μαρξισμό ήταν το περιοδικό «Ιδέα» (1933-1934) που διευθύνονταν από τον Σπύρο Μελά, τον Γ.Θεοτοκά, τον K.Δημαρά  και τον Γ.Οικονομίδη, και το περιοδικό «Αρχείο Φιλοσοφίας και Θεωρίας των Επιστημών» (1929-1940) το οποίο διευθυνόταν από την τριάδα Π.Κανελλόπουλου-Κ.Τσάτσου-Ι.Θεοδωρακόπουλου, τους λεγόμενους «ομάδα της Χαϊδελβέργης» λόγω των σπουδών που είχαν κάνει στο εκεί Πανεπιστήμιο.

Η «Ιδέα»  ήταν έντονα αντικομμουνιστική, κατά την Λαδογιάννη και φιλοφασιστική (βλ. βιβλ. σελ. 140) διακήρυσσε την πάλη της ενάντια στον Ιστορικό Υλισμό, είχε κατηγορηθεί ότι χρηματοδοτείτο από την Εθνική Τράπεζα και το Κόμμα Φιλελευθέρων  (προσθέτουμε ότι οι δύο αυτοί φορείς χρηματοδοτούσαν και το κακέκτυπο των ναζί, τους τριεψιλίτες, ΕΕΕ). Οι ιθύνοντες προέρχονταν από την «γαλλική σχολή» ο βασικός όμως διευθύνων νούς, ο Σπύρος Μελάς χαρακτηρίζεται ως «...αμφισβητούμενη προσωπικότητα, ...αντλούσε κύρος από τις σχέσεις του με τους ισχυρούς...τους οποίους εξυπηρετούσε με δημοσιογραφικά κείμενα...κατέληξε σε συνεργασία με τους κατακτητές ναζί ... και την θεωρητική υποστήριξη του «εαμοσυμμοριτισμού»...» (Λαδογιάννη, 34).

Κάτι που αναφέρει η Λαδογιάννη (174) αλλά που δεν του έδωσε την ανάλογη σημασία είναι ότι η «Ιδέα» χαρακτηρίζει τις (τότε) αισθητικές αντιλήψεις  ως ανήκουσες στην νοσηρή τέχνη, θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι ο όρος αυτός (εκφυλισμένη, νοσηρή κλπ) είχε χρησιμοποιηθεί κατά κόρον από το Ναζιστικό Κόμμα το οποίο είχε οργανώσει για «παράδειγμα προς αποφυγήν» και Εκθεση Mοντέρνας Tέχνης με τον τίτλο «entartete Kunst» (εκφυλισμένη Τέχνη), στο Μόναχο το 1937 στο «Haus der deutsche Kunst» μόνο που τους ήρθε μπούμερανγκ γιατί ήταν μια πολύ καλή παρουσίαση της τότε πρωτοπορείας, τόσο γερμανών της «Δημοκρατίας της Βαϊμάρης» και της Neue Sächichkeit, όσο και γενικότερα Εξπρεσσιονιστών, Ντανταϊστών, Σουρρεαλιστών και την επισκέφθηκαν πάνω από 2 εκατομμύρια επισκέπτες. Η Εκθεση παρουσιάστηκε σε άλλες 12 πόλεις της Γερμανίας,  και στην Βιέννη το 1939. Αλλωστε, ήδη από το 1933 είχαν οργανωθεί στην Καρλσρούη, το Ντεσσάου, την Δρέσδη και την Νυρεμβέργη παρόμοιες εκθέσεις που χαρακτήριζαν την σύγχρονη Τέχνη ως  «εκφυλισμένη, μπολσεβίκικη, αποσυντεθημένη».

Συνεργάτες της «Ιδέας» ήταν ο Κ.Δημαράς, δεδηλωμένος αντίπαλος του ιστορικού υλισμού, ο Α.Καραντώνης, ο Θ.Ξύδης, αλλά και περιστασιακά με λίγες συνεργασίες ο Π.Λεκατσάς, ο Αγγελος Τερζάκης, ο Π.Κανελλόπουλος, ο Κ.Δεσποτόπουλος, ο Γ.Κοτζιούλας κ.α.

Το «Αρχείο Φιλοσοφίας και Θεωρίας Επιστημών»  ήταν επίσης  αντικομμουνιστικό και ιδεαλιστικό, συνδύαζε τον γερμανικό νεοκαντιανισμό και νεοπλατωνισμό, και ήταν σοβαρότερο περιοδικό από την «Ιδέα». Συνεργάτες του ήταν και διανοητές ευρύτερης φιλοσοφικής κατεύθυνσης, άλλοι ευκαιριακά, άλλοι μέχρι να κατασταλάξουν τις ιδέες τους και να παραμείνουν ή να φύγουν (όπως και στην «Ιδέα» ο Π.Λεκατσάς, ο Γ.Κοτζιούλας και ο Κ.Δεσποτόπουλος), όπως ο Π.Παπαληγούρας, ο Ι.Κακριδής, ο Κ.Δεσποτόπουλος, ο Π.Ζερβός, κ.α. Κατά την γνώμη μου, λαθεμένα ο Χ.Μπαλτάς πιστεύει ότι «...ο κύκλος του περιοδικού ΑΦΘΕ ...μετέφερε στην Ελλάδα το γερμανικό Μεσοπολεμικό πνεύμα της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης ...» (Χ.Μπαλτάς «ΑΦΘΕ 1929-1940», Αθήνα 2001 σελ.55) πιθανόν κάποιες συνιστώσες της, αλλά η «Δημοκρατία της Βαϊμάρης» είναι πολύ σύνθετο φαινόμενο και όχι μονοσήμαντη έννοια, στο κάτω-κάτω το πνευματικό υπόβαθρο της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης  περιλάμβανε πλατύ πολιτικό φάσμα διανοουμένων, από αστούς, σοσιαλδημοκράτες, σοσιαλιστές και κομμουνιστές, που δρούσαν ο καθένας στην κατεύθυνσή του, όπως θα δούμε στα επόμενα.

Με λιγώτερη επιρροή, κυκλοφορούσαν και άλλα περιοδικά όπως το «Σήμερα» (Ηλ.Τσιριμώκος) με την δήλωση ότι «...το περιοδικόν δεν είναι κομμουνιστικόν...πιστεύομεν στην επείγουσα ανάγκη μιάς γενναίας αναμόρφωσης...», η «Κοινωνική Ερευνα» (Δ.Πουρνάρας, Κ.Βαφειάδης, Τσαβέας) η οποία καταγγέλει την κακοποίηση του Μαρξ από την «Ιδέα» (βλ. Λαδογιάννη σελ. 143 κ.εφ.) και άλλα μικρότερης εμβέλειας και διάρκειας.

Στην άλλη πλευρά, πέρα από το επίσημο ΚΚΕ το οποίο εκτός από τον Ριζοσπάστη εκφραζόταν μέσα από την ΚΟΜΕΠ, την Αναγέννηση (1927-1929, Διευθυντής Δημήτρης Γληνός), τους Πρωτοπόρους και τους Νέους Πρωτοπόρους, και τον Νέο Λενινιστή (όργανο της ΟΚΝΕ), κυκλοφορούσε και η Νέα Επιθεώρηση (1933) από τον Ι.Κορδάτο και τον Θ.Παπακωνσταντίνου χαρακτηρισμένους τότε ως τροτσκιστές. Ο Θ.Παπακωνσταντίνου ανήκε στην Κομμουνιστική Νεολαία Αθήνας (ΚΝΑ) μέχρι το 1927 που διαγράφτηκε.

Δεν θα αναφερθούμε στις επί μέρους συγκρούσεις, η βασική αντιπαράθεση γινόταν ανάμεσα στην «Ιδέα» και τους «Νέους Πρωτοπόρους», ή στις δημόσιες συζητήσεις στο Πανεπιστήμιο το 1931-1932 με οργανωτές τον Κ.Τσάτσο, Π.Κανελλόπουλο, Αν.Χριστοφιλόπουλο,  Γ.Θεοτοκά, Αλ.Δελμούζο, Α.Καραντώνη κ.α.  και από την άλλη μεριά τον Δ.Γληνό,  τον Κ.Βάρναλη, τον Νικήτα Ράντο, (ένα από τα ψευδώνυμα του Νίκου Καλαμάρη, γνωστού ως «Μ.Σπιέρος» και «Νίκολας Κάλας») και τους τότε κομμουνιστές Σάββα Κωνσταντόπουλο και Αγγελο Προκοπίου (κατά τον Κ.Γιαννόπουλο οι δύο τελευταίοι ήταν και καθοδηγητές στο φοιτητικό κίνημα). Οι Συζητήσεις αυτές σταμάτησαν απότομα και χωρίς αιτιολογία, ίσως διότι έφερναν το αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό που επιθυμούσαν οι οργανωτές τους.

Γενικά ο Μεσοπόλεμος χαρακτηρίζεται από την δράση πολλών εκτός ΚΚΕ μικρών αριστερών ομάδων είτε αυτές προερχόταν από διαδοχικές διασπάσεις της αντιπολίτευσης του ΚΚΕ (κυρίως των αρχειομαρξιστών και τροτσκιστών) είτε από άλλες θνησιγενείς  σοσιαλιστικές ή σοσιαλίζουσες ομάδες, οι κινήσεις αυτές ήταν μέρος της γενικότερης πολιτικής και ιδεολογικής διαπάλης αλλά δεν αφορούν το θέμα μας μια και δεν είχαν καμμία επίδραση στην ιδεολογία περί αρχιτεκτονικής ή πολεοδομίας, αλλά μόνο σε γενικό πολιτικό επίπεδο και όχι βέβαια στην ...έννοια της πόλης !

 



Μαρξιστικές Εκδόσεις του Μεσοπολέμου


Τα περιοδικά ΙΔΕΑ και ΑΦΘΕ

 

Σχολιασμένη βιβλιογραφία : Τα βιβλία που τυπώνονταν σχετικά με την αριστερή ιδεολογία κυκλοφορούσαν από το ΚΚΕ, τους αρχειομαρξιστές και άλλες ομάδες τροτσκιστικής κατεύθυνσης (πολλές φορές εκδίδοταν το ίδιο έργο και από το ΚΚΕ και από την αρχειομαρξιστική και μετά τροτσκιστική αντιπολίτευση). Μπορούμε να πούμε ότι ήταν κυρίως περιλήψεις, συνόψεις, σχεδόν πάντα σε μικρό μέγεθος 12Χ18 ώστε να κρύβονται και στην τσέπη, μπροσούρες τελικά, όπως του Μπουχάριν, «θεωρία του Ιστορικού Υλισμού» (160 σελ. 11Χ14, Εκδότης Γ.Παπαδημητρίου, το πλήρες έργο εκδόθηκε γύρω στο '60 από τον Αναγνωστίδη σε 430 σελίδες σε κλασικό 8ο σχήμα 14Χ20), «το εγχειρίδιον του εργάτου» (λείπει το εξώφυλλο και δεν μπορεί να προσδιοριστεί συγγραφέας και εκδοτικός οίκος), Καρόλου Ράποπορτ  «Σύνοψη του Κομμουνισμού», 1927, «σοσιαλιστικά τραγούδια» (1928,«σοσιαλιστικό βιβλιοπωλείο», Αγίου Μάρκου 29β, με αναφερόμενους  στο οπισθόφυλλο 40 περίπου τίτλους μαρξιστικών έργων των Μαρξ, Ενγκελς, Λένιν, Μπουχάριν, Στάλιν, Τρότσκι, Πλεχάνωφ, Κάουτσκι, Λαφάργκ κ.α.) στο οποίο ενσωματώνεται και τεύχος «κόκκινα τραγούδια», έκδοση του 1921 του ΣΕΚΕ, ανάμεσα στα οποία και του Κωστή Παλαμά, του Ρήγα Γκόλφη, του Κ.Χατζόπουλου κ.α.  όλα σε σχήμα 11 Χ 14 περίπου.

Τελικά φαίνεται ότι είχαν εκδοθεί στον Μεσοπόλεμο αρκετοί τίτλοι σε τέτοιες μπροσούρες. Κάποιοι μεγαλύτεροι εκδοτικοί οίκοι, όπως του Κ.Γκοβόστη, του Ι.Βασιλείου κ.α. εκδίδαν και έργα του Κορδάτου («η κοινωνική σημασία της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821» 1923, «Νεοελληνική Πολιτική Ιστορία» (1927), «Αρχαίες Θρησκείες και Χριστιανισμός» 1927, «η κομμούνα της Θεσσαλονίκης» 1928 κ.α.). Στον ίδιο εκδοτικό Οίκο (Ι.Βασιλείου) είχαν εκδοθεί έργα του Κάουτσκι (ηθική και υλιστική αντίληψις της Ιστορίας) και του Λαφάργκ (η εξέλιξη της ιδιοκτησίας) μαζί με έργα του Νίτσε (Ζαρατούστρας), του Νορντάου (τα κατά συνθήκην ψεύδη) κ.α. που διαβαζόταν πολύ στον Μεσοπόλεμο, στις «Εκδόσεις Γκοβόστη» είχε εκδοθεί και ένα έργο του Αγγελου Προκοπίου (ο Γκρέκο και η εποχή του). Ο Κώστας Γκοβόστης αναφέρεται από τον Λιβιεράτο ως ιδρυτικό μέλος του «Αρχείου» το 1923.

Από το 1923 ως το 1928 είχε εκδοθεί η σειρά «Αρχείο του Μαρξισμού» αρχικά από μέλη του ΣΕΚΕ και με την ενθάρρυνσή του, αργότερα οι σχέσεις διακόπηκαν όταν οι «αρχειομαρξιστές» συγκρότησαν αντιπολίτευση και τελικά πέρασαν στον Τροτσκισμό. Στην σειρά αυτή,  είχαν εκδοθεί έργα των Μαρξ, Ενγκελς, Λένιν, Στάλιν, Μπουχάριν, Κάουτσκι, Βάργκα, Λαφάργκ και άλλων καθώς και γενικά πληροφοριακά έργα για την Σοβιετική Ενωση και άλλα, συνολικά πάνω από 30 τίτλους, σε κυμαινόμενη ποιότητα μεταφράσεων, (κάποιες ο Λιβιεράτος τις χαρακτηρίζει «άθλιες» αλλά αναγνωρίζεται ότι πρόσφεραν πολλά στην μαρξιστική εκπαίδευση των εργατικών κυρίως μαζών (Δ.Λιβιεράτος «Κοινωνικοί αγώνες στην Ελλάδα, επαναστατικές εξαγγελίες», Αθήνα 1985). Μετά την σύγκρουση ΚΚΕ και αρχειομαρξιστών-τροτσκιστών, το 1927, το ΚΚΕ έκανε δικές του εκδόσεις έργων των κλασικών (κυρίως μέσω του «σοσιαλιστικού βιβλιοπωλείου»).

Από την άλλη μεριά έχουμε την «Ιδέα» και το «Αρχείο Φιλοσοφίας και Θεωρίας των Επιστημών» που αναφέρθηκαν. (βλ. την πολύ καλή και περιεκτική εργασία της Γεωργίας Λαδογιάννη, «το περιοδικό ΙΔΕΑ 1933-1934. Παρέμβαση στην κοινωνική κρίση και την αισθητική αναζήτηση», διδ. διατρ. Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, 1989, ακόμη Χ.Μπαλτάς, «το περιοδικό ΑΦΘΕ 1929-1940», Αθήνα 2001, διπλ. εργ. Μεταπτ. Πολιτικής Επιστήμης και Κοινωνιολογίας του ΕΚΠΑ, Χ. Τζιτζιλώνης,  ΟΚΝΕ 1923-1943, Αθήνα 1989, επίσης, Κ.Γιαννόπουλος «μια διαμάχη του Κ.Τσάτσου με τρείς κεντρώους διανοούμενους» στο www.constitutionalism.gr «επιστημονικός όμιλος Αριστόβουλος Μάνεσης», και ακόμη στις ιστοσελίδες στην wikipedia και το google, ( «Ιδρυμα Ανδρέα Παπανδρέου», στα λήμματα «Θ.Παπακωνσταντίνου», «Π.Κανελλόπουλος», «Σ.Κωνσταντόπουλος», «Κ.Τσάτσος», κλπ όπου εκφράζονται διάφορες απόψεις, όμως όχι πάντα έγκυρες).

Βλ. ακόμη, «Kunst und Diktatur», (δίτομος κατάλογος της ομώνυμης Εκθεσης στο Künstlerhaus Wien, 1994), και  «Entartete Kunst»  ένα πολύ καλό λήμμα στην Wikipedia όπου και αναλυτική βιβλιογραφία.

Θα πρέπει να τονιστεί από τώρα, ότι όλα τα κείμενα που κυκλοφόρησαν στον Μεσοπόλεμο, κάθε αριστερής κατεύθυνσης, αφορούσαν πάλι θέματα γενικής πολιτικής και γενικής ιδεολογίας, όμως μέσα από την ύπαρξή τους, και ακόμη και μέσα από την σχέση με άλλες εκδόσεις που ήταν best seller του Μεσοπολέμου (όπως τα έργα του Freud, του Nitsche, του Η.Ellis κ.α)  μπορεί κανείς να έχει μια εικόνα του ιδεολογικού εξοπλισμού που υπήρχε εκείνη την εποχή στην Αριστερά γενικότερα.

 

Η «γενιά του '30»
Για τον Μεσοπόλεμο, έχουν γραφεί πολλές αναλύσεις για την γνωστή «γενηά του '30» μια άνθηση της τότε διανόησης και τέχνης σε όλους τους τομείς και σε ευρύτερο πολιτικό και ιδεολογικό φάσμα.  Ορισμένοι ερευνητές, περιορίζουν την «γενηά του ΄30» σε συγκεκριμένη ομάδα λογοτεχνών (Θεοτοκάς, Τερζάκης, Μυριβήλης, Καραγάτσης κ.α.), Νομίζω ότι στον όρο «γενηά του '30», όπως και στον όρο «άνθηση του '60» που θα αναλυθεί στην συνέχεια, πρέπει να συμπεριλάβουμε όλη την πνευματική και καλλιτεχνική δημιουργία εκείνης της εποχής, ανεξάρτητα κλάδου (λογοτεχνία, εικαστικές τέχνες, μουσική, αρχιτεκτονική κλπ) και επίσης ανεξάρτητα ιδεολογικής τοποθέτησης : όλοι, συνιστούν την Μεσοπολεμική αυτή Δημιουργία, η οποία δικαιούται να ονομάζεται «γενηά του '30» μια και εκφράζει ένα σύνολο πνευματικής δημιουργίας και ζύμωσης σε όλους τους κλάδους και σε όλο το ιδεολογικό φάσμα. Σε αντίθετη περίπτωση, φοβάμαι ότι απλά κάποιοι προσπαθούν να περιορίσουν την σημασία της ή και να αποσιωπήσουν το σύνολο της δημιουργίας αυτής, περιορίζοντάς το σε 5-10 αντικομμουνιστές λογοτέχνες.

Θα πρέπει να τονιστεί ότι το εύρος αυτού του πολιτικού και ιδεολογικού φάσματος που ήταν πολύ πλατύ, θα μπορούσε να «ταξινομηθεί» σε τρείς ομάδες: εκείνη των αριστερών διανοουμένων, εκείνη των συντηρητικών και εκείνη των σε γενικά προοδευτική κατεύθυνση, ή πιο σωστά, σε κατεύθυνση που βοηθούσε  την «αυτογνωσία» χωρίς όμως να θέτει ζητήματα πολιτικής.

Στην πρώτη ομάδα, που είναι εύκολο σχετικά να οριοθετηθεί, ανήκουν βασικά εικαστικοί και λογοτέχνες, οι περισσότεροι από αυτούς ήταν ήδη έντονα πολιτικοποιημένοι, (αρκετοί ήταν και οργανωμένοι στο ΚΚΕ) και συνέχισαν στην Κατοχή σε αντιστασιακές οργανώσεις, κυρίως στο ΕΑΜ.

Στην ομάδα των «συντηρητικών» (χρησιμοποιούμε με πολύ προσοχή αυτόν τον χαρακτηρισμό) ανήκαν πολλοί διανοούμενοι πλατειού φάσματος, από δεδηλωμένους αντικομμουνιστές μέχρι «α-πολιτικούς» οι οποίοι είτε αρνιόταν την πολιτική-ιδεολογική πλευρά των προβλημάτων, ή απλά δεν τους απασχολούσε, έτσι άλλοι από αυτούς στην Κατοχή και την Αντίσταση πέρασαν στην ανοιχτή πολιτική δράση στο ΕΑΜ, ενώ άλλοι ή έμειναν σπίτια τους ή ήταν ακόμη και φιλικά προσκείμενοι με τους κατακτητές, για διάφορους λόγους ο καθένας.

Ενα πολύ χαρακτηριστικό σημείο της «γενηάς του '30» ήταν η στροφή στον λαϊκό πολιτισμό, την λαϊκή τέχνη, την ιστορία της λαϊκής τέχνης, αρχιτεκτονικής και λογοτεχνίας. Πολλοί ήταν ευνοϊκά τοποθετημένοι απέναντι στην λαϊκή δημιουργία, αλλά ίσως λίγο εκ των άνω, θα έλεγε κανείς «πατερναλιστικά».  Μέρος της τότε διανόησης από την αρχή του αιώνα ήταν προσανατολισμένο ειδικότερα προς την αρχαιότητα, όπως η Εύα Πάλμερ-Σικελιανού με την ύφανση αρχαιοπρεπών ενδυμάτων, το εγχείρημα της αναβίωσης των Δελφικών Εορτών, κ.α. η όλη κατάσταση προκάλεσε την αντίδραση του Δημήτρη Γληνού με τα άρθρα του «Δημιουργικός Ιστορισμός» (1920) και «Πνευματικές μορφές της Αντίδρασης» (1932), κατά τον Γληνό, και σωστά, μπορούμε και πρέπει να διδασκόμαστε και να σεβόμαστε την Παράδοση, αλλά όχι με απλή μίμηση και επαναφορά καταστάσεων άλλων εποχών, πρέπει ο Ιστορισμός να είναι δημιουργικός και όχι στείρα και εκτός τόπου και χρόνου μίμηση.

Πρέπει να σημειωθεί με έμφαση ότι η ανάπτυξη της έρευνας της λαϊκής δημιουργίας, ξεκίνησε μάλλον από μη πολιτικοποιημένους κύκλους ή και συντηρητικούς, (και μάλιστα με σχέσεις με τα Ανάκτορα όπως το ανίχνευσε η Α.Κωτσάκη στο υπό έκδοση έργο της «Νεοελληνική Αρχιτεκτονική και Παράδοση: χρήσεις και κατεξουσιάσεις» όπου και αναλύει το θέμα διεξοδικά) και θα μπορούσαμε να προσθέσουμε όπως έχει επισημανθεί από ερευνητές, και στα πλαίσια ενός νέου εθνικισμού που ώφειλε να αντικαταστήσει την Μεγάλη Ιδέα. Ακριβώς στον Μεσοπόλεμο αναζωπυρώθηκαν οι συζητήσεις περί «ελληνικότητας» περί «Ανατολής-Δύσης», περί «Ελλάδας και Ευρώπης» κ.α. (βλ. και Ξιφαράς «η ελληνική εθνικιστική ιδεολογία στο Μεσοπόλεμο,...» περιοδικό Θέσεις 53/1995 και 54/1996). Στις ομάδες εργασίας τους εργαζόταν και πολιτικοποιημένοι διανοούμενοι. Χαρακτηριστικό παράδειγμα με σημαντική δράση είναι ο Σύλλογος «Ελληνική Λαϊκή Τέχνη» που ιδρύθηκε το 1930 με επικεφαλής την Ναταλία Μελά και οργάνωσε την ογκώδη συλλογή υλικού λαϊκής Αρχιτεκτονικής με επικεφαλής τον Δημήτρη Πικιώνη και συνεργάτες πολλούς γνωστούς αρχιτέκτονες και ζωγράφους (όπως η Μωρέττη, το ζεύγος Γιαννουλέλλη, ο Τσαρούχης και άλλοι), από την αρχιτεκτονική της Μακεδονίας, οργάνωσε  δύο εκθέσεις (1937 και 1938), και τελικά το υλικό άρχισε να δημοσιεύεται  μετά τον Πόλεμο, με την χορηγία του (Βασιλικού) Εθνικού Ιδρύματος (Αρχοντικά της Καστοριάς, 1948, σπίτια της Ζαγοράς, 1949), και αργότερα της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος  (τα αρχοντικά της Κοζάνης και της Σιάτιστας 2005, τα Αθηναϊκά σπίτια του Νίκου Εγγονόπουλου 2006, τα Σπίτια της παληάς Αθήνας του Γιάννη Τσαρούχη 2006 κ.α).

Ετσι λοιπόν, στην περίφημη «γενηά του '30», εντάσσεται όλο το πολιτικό φάσμα, άλλοι αντικομμουνιστές, άλλοι απλά  συντηρητικοί, άλλοι περισσότερο ή λιγότερο  σοσιαλιστές ή σοσιαλδημοκράτες, άλλοι και κομμουνιστές (πολλοί τότε και μέλη του ΚΚΕ, όπως ο Κούν, ο Τάσσος, η Μαγγιώρου, ο Σαπόρτα, φυσικά ο Γληνός, ο Βάρναλης και ο Αυγέρης κ.α.). Ονόματα όπως του του Τσαρούχη, του Εγγονόπουλου, του Κόντογλου, της Χατζημιχάλη, του Κεφαλληνού, της Κατράκη, του Βασιλείου, του Κορογιαννάκη, του Παρθένη, του Μαλέα, του Βέλμου, του Παπαλουκά, του Γουναρόπουλου, του Χατζηκυριάκου-Γκίκα, του Σπυρόπουλου, του Κοντόπουλου και πολλών άλλων, στον λογοτεχνικό κλάδο του Καβάφη, του Σικελιανού, του Καζαντζάκη, και όσων αναφέρθηκαν πριν (Τερζάκης, Θεοτοκάς, Σεφέρης, Ελύτης, Καραντώνης, Καραγάτσης, Μυριβήλης κλπ), ιστορικών όπως του Κορδάτου και του Αμαντου, και πάρα πολλών άλλων, κάθε πολιτικής απόχρωσης και σε κάθε τομέα της πνευματικής ζωής δίνουν ένα πλαίσιο αναφοράς σ' αυτήν την περίφημη «γενηά του '30».

Μπορούμε να την δούμε ως σχετικά ανάλογη με την άνθιση της «Δημοκρατίας της Βαϊμάρης» ; μάλλον ναι: πολιτικά πρόκειται για ένα «διάλλειμα δημοκρατίας» (ουσιαστικά προσωρινή υποχώρηση της αστικής τάξης μετά τον Πόλεμο και τις εργατικές εξεγέρσεις και επαναστάσεις που ακολούθησαν), διάλλειμα που ετοίμαζε όμως την επόμενη φάση της  κυριαρχίας των στρατοκρατών αστών και την προετοιμασία του επόμενου Πόλεμου όπως παραστατικά απεικονίζεται στα έργα του Georg Grosz, αλλά παράλληλα, και μια σειρά παροχών στην εργατική τάξη καθώς και την άνθηση μιάς πνευματικής παραγωγής πολλαπλής, κάθε ιδεολογικής κατεύθυνσης, από ακραίο αντικομμουνισμό έως καθαρά επαναστατικές θεωρήσεις. Τα γεγονότα αυτά, πολιτικά και διανόησης και τέχνης, είναι εντελώς παράλληλα, και στην Γερμανία και στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου.

 




Βαϊμάρη : Αρντζ, «Πόλεμος» 1931, Grosz, «επειδή απαιτούσε δουλειά» Grosz, «ολοκληρωμένη Δημοκρατία», Kolwitz, «διαδήλωση» 1931, Kolwitz, «Μάνες» 1923

 

Δεν θα αναφερθούμε περισσότερο στο θέμα, υπάρχει άλλωστε πλούσια και γνωστή βιβλιογραφία. Θα πρέπει όμως να σημειωθεί για παράδειγμα, ότι ο ορισμός που δίνει στην «γενηά του ‘30» ο Δ,Ξιφαράς, νομίζω ότι είναι πολύ περιορισμένος: «...ένας κύκλος λογοτεχνών, κριτικών και γενικότερα διανοουμένων (Σεφέρης, Ελύτης, Θεοτοκάς, Τερζάκης, Καραντώνης, Δημαράς, Τσάτσος και άλλοι) που εμφανίζονται στο προσκήνιο αυτή την εποχή έχοντας αστική καταγωγή, ευρωπαϊκή παιδεία και όντας πνευματικά τέκνα του δημοτικισμού...» (Δ.Ξιφαράς, η ελληνική εθνικιστική ιδεολογία στο Μεσοπόλεμο, όψεις διαμόρφωσης της εθνικής θεωρίας, Μέρος Α στο «Θέσεις» τ.53/1995, βλ. και μέρος Β. «Θέσεις» 54/1996), και είναι περιορισμένος όχι απλά διότι περιλαμβάνει μόνο τον λογοτεχνικό κλάδο, αλλά τους περιορίζει πολύ στενά μόνο στους αστούς ιδεαλιστές-αντιμαρξιστές της «Ιδέας» και του «ΑΦΘΕ». Από την άλλη μεριά, θέσεις όπως του Δημήτρη Τζιόβα ο οποίος διατυπώνει άποψη ότι «η γενηά του '30 δεν υπήρξε», είναι νομίζω εκτός συζήτησης.

 




Εικαστικοί της γενηάς του '30: Κορογιαννάκης, «Δημοτικά Εργα» 1936, «τρύγος» 1937, «υφάντρες» 1937, Τσαρούχης «η κ.Γ και η κόρη της» 1937, του ίδιου, «σπίτια της Αθήνας» από τις εργασίες του ομίλου «Ελληνική Λαϊκή Τέχνη», Εγγονόπουλος «σπίτι της Μακεδονίας» από την ίδια σειρά, και του ίδιου «άγαλμα πελιδνά σουβαντισμένο» 1939.

 

Σχολιασμένη βιβλιογραφία. Περιοδικό «το 3ο Μάτι» Αθήνα 1935-1937, που εκδίδεται από «ομάδα φίλων» (με την σειρά που αναφέρονται στο περιοδικό: Ν.Χατζηκυριάκος-Γκίκας, Δ.Πικιώνης, Σ.Παπαλουκάς, Σ.Καραντινός, Σ.Δούκας, Τ.Παπατζώνης Μ.Τόμπρος, Α.Θεοδωρόπουλος . Ειδικά στο τελευταίο εξαπλό τεύχος με θέμα «ο νόμος του αριθμού στη φύση και στην τέχνη» σημειώνεται ότι η σύνθεση της ύλης έγινε από Χατζηκυριάκο και Πικιώνη. Το θέμα αυτό ήταν σχεδόν κεντρικό στους κύκλους των διανοουμένων της εποχής -γεωμετρικά σχήματα στην φύση, αρμονικές χαράξεις κλπ- πρβλ το λήμμα «αεί ο θεός γεωμετρεί» στην Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια (τ.Α.1926, το λήμμα υπογράφεται από τον Σ.Ε.Λ (;), γενικότερα για την εποχή αυτή και την «γενηά του ΄30» βλ. Mario Vitti «η γενηά του '30», Αθήνα 1979, Δ.Ξιφαράς , «Η ελληνική εθνικιστική ιδεολογία στο Μεσοπόλεμο» περιοδ. Θέσεις, τ.53/1995 και 54/1996 όπου και αναλυτική βιβλιογραφία), Γ.Σαρηγιάννης «Η Χάρτα της Αθήνας μέρος Α» και «μέρος Β», στο www.GreekArchitects.gr 12.12.2010 και 4.1.2011 αντίστοιχα, του ίδιου «Τέχνη και Κοινωνία, σχετικά με τον όρο ρεαλισμός και τα παράγωγά του» Διάπλους τ.30/Φεβρ.-Μάρτ. 2009

, Δημήτρης Τζιόβας, «Οι μεταμορφώσεις του εθνισμού και το ιδεολόγημα της ελληνικότητας στο Μεσοπόλεμο», Αθήνα 1989. Για μια διερεύνηση των πηγών της ιδεολογίας της γενιάς του '30 βλέπε στο Αντώνης Λιάκος, «Ζητούμενα ιδεολογίας της Γενιάς του '30», Θεωρία και Κοινωνία, χρόνος 1ος, τεύχος 3ο, Δεκέμβριος 1990, σς. 722. Δημήτρης Γληνός, «ο δημιουργικός ιστορισμός» στο «εκλεκτές σελίδες» τ.Α., Αθήνα 1971, και του ίδιου «πνευματικές μορφές της αντίδρασης» στο «εκλεκτές σελίδες» τ.Δ., Αθήνα 1975, περιοδικό «Ηώς» αφιέρωμα στην Εύα Palmer-Σικελιανού, τεύχος 98-102, Αθήνα 1966. Κ.Καρακώτιας «η εικόνα του κομμουνιστή στη μυθοπλασία της γενηάς του '30», Θέσεις, τ.17 1986,  Δ.Τζιόβας «ελληνικότητα και γενηά του '30», περιοδικό cogito 28.6.2008.

Για τον εικαστικό τομέα, βλ. βασικά τα λευκώματα των εκδόσεων Μέλισσα «Ελληνες Ζωγράφοι» και Ελληνική Ζωγραφική», την σειρά «σύγχρονοι έλληνες εικαστικοί» (έκδοση της εφημερίδας Τα Νέα), καθώς και ατομικά λευκώματα για κάθε καλλιτέχνη.

Αρχιτεκτονική και Πολεοδομία, το Bauhaus, το 4o CIAM, η επίσημη κρατική πολεοδομία
Στην Αρχιτεκτονική και Πολεοδομία, ο Μεσοπόλεμος, χαρακτηρίζεται από την άνθιση του Μοντέρνου Κινήματος το οποίο ξεκίνησε και έδρασε ως αριστερό προοδευτικό Κίνημα σε διάφορες φάσεις ήδη από τις αρχές του 20ου αιώνα, μέχρι την χειραγώγησή του από τον Le Corbusier στο 4ο CIAM του 1933. Εκεί, αποδυναμωμένο κυρίως από τους γερμανούς αριστερούς και κομμουνιστές αρχιτέκτονες -απόντες λόγω της επικράτησης των Ναζί στην Γερμανία-  εύκολα διολίσθησε σε μορφοκρατικές κατευθύνσεις αλλά και κοινωνιολογικά και πολιτικά σε στερεότυπα που δεν είχαν να κάνουν πολλά με τις αρχικές θεωρητικές και ιδεολογικές θέσεις του Bauhaus και των σοβιετικών πολεοδόμων της δεκαετίας του '20.

Από το 4ο CIAM οι σοβιετικοί ήταν επίσης απόντες, έτσι κι αλλιώς είχε επανέλθη ο ακαδημαϊσμός στην Σοβιετική Ενωση και ότι απέμεινε από το επαναστατικό μοντέρνο κίνημα της δεκαετίας του '20 εκφραζόταν στον έντονο κοινωνικό εξοπλισμό των συγκροτημάτων κατοικίας αλλά και την στερεότυπη «κατά στοίχους δόμηση» η οποία είχε απορριφθεί τόσο από την Βιέννη (από τον Adolf Loos ως προς την χαμηλή δόμηση και από τους αρχιτέκτονες των Μεγάλων Συγκροτημάτων ως προς τα πολυόροφα κτήρια) όσο και από την Σχολή του  Αμστερνταμ οι οποίοι επίσης ήταν απόντες.

Υπενθυμίζονται, ότι μετά τις μορφοκρατικές διακηρύξεις του van der Velde  του 1903 και 1907 και του Pölzig του 1906, ακολούθησε η διακήρυξη της «Επιτροπής Εργασίας για την Τέχνη» του 1919 (Walter Gropius, Cesar Klein, Adolf Bene), όπου ενσωματώθηκε και τμήμα του «Αρχιτεκτονικού Προγράμματος» του Bruno Taut του 1918. Στην διακήρυξη αυτή τονίζεται ότι «...Τέχνη και λαός πρέπει να αποτελούν ενότητα, η Τέχνη να μην είναι απόλαυση των λίγων αλλά ευτυχία και ζωή των μαζών...». Ακολουθεί το Πρόγραμμα του Bauhaus στην Βαϊμάρη ( Gropius 1919), και το «Μανιφέστο για την πρώτη Εκθεση του Bauhaus» το 1923 όπου το κείμενο του Oscar Schlemmer  που σημείωνε  ότι «...το Bauhaus ... γίνεται αρχικά σημείο συγκέντρωσης όλων εκείνων που πιστεύοντας στο μέλλον και πετώντας στα ουράνια, θέλουν να κτίσουν τον καθεδρικό του Σοσιαλισμού...» πολτοποιείται από την Επιτροπή. Το 1928 παραιτείται ο Gropius και αναλαμβάνει με πρότασή του την διεύθυνση του Bauhaus ο κομμουνιστής Hannes Mayer, ο οποίος στο Πρόγραμμα διδασκαλίας του τονίζει ότι «...η Αρχιτεκτονική σαν συναισθηματική έκφραση του καλλιτέχνη δεν έχει δικαίωμα ύπαρξης, η Αρχιτεκτονική σαν συνέχεια της παράδοσης είναι ιστορία της Αρχιτεκτονικής,....αρχιτεκτονική σημαίνει ανώτερη οργάνωση των διαδικασιών της ζωής, ...το λειτουργικό διάγραμμα και το οικονομικό πρόγραμμα είναι οι βασικές κατευθυντήριες γραμμές του δομικού έργου.... είναι υπόθεση ξεχωριστών ανθρώπων ... που γίνεται συλλογική υπόθεση των λαϊκών συντρόφων... είναι μόνο οργάνωση : κοινωνική, τεχνική, οικονομική, ψυχική...»

Η «Σχολή του Αμστερνταμ», των  Michel de Klerk, και H.P.Berlage και των άλλων αρχιτεκτόνων που απηχούσαν τις απόψεις τους (J.F.J.Staal, Piet Krammer κ.α.) π.χ. για το πολεοδομικό σχέδιο «Plan Zuid» του Berlage -1917- που κατασκευάστηκε στην δεκαετία του '20 από τους παραπάνω, ήταν επίσης απούσα από το 4ο CIAM.  Η παρουσία του van Eesteren, συντάκτη με τον Th.K.van Lohnizen στον Δήμο του Αμστερνταμ του Ρυθμιστικού Σχεδίου του Αμστερνταμ του 1935 μάλλον δεν κάλυψε το κενό. Αλλωστε ο van Eesteren κτίζοντας συγκροτήματα κατοικιών μετά το 1934 ευθυγράμμισε την ολλανδική Πολεοδομία στην «κατά στοίχους δόμηση» εξοστρακίζοντας την «Σχολή του Αμστερνταμ» και όλες τις κοινωνικές και πολεοδομικές κατευθύνσεις της. Απόντες ήταν και οι βιεννέζοι, των μεγάλων συγκροτημάτων της Βιέννης, Ehn, Hoppe, Schöntal, Matuschek, Gessner και πολλοί άλλοι (περί τους 25-30 σχεδίασαν τα Μεγάλα Συγκροτήματα, καθόλου γνωστά τα ονόματα, δεν ήταν «φίρμες» αλλά η εργασία ήταν άριστη και σωστή) απών και  ο Adolf Loos (απεβίωσε τον Αύγουστο του 1933), απών και ο  Hubert  Gessner του οποίου μετά την προσάρτηση της Αυστρίας στο Ράϊχ το 1938 του απαγορεύτηκε να ασκεί επάγγελμα -Berufsverbot, (απεβ. 1943), απών και ο Karl Ehn (1884-1957) απών και ο Piet Krammer (1881-1961), όπως τελικά και όλοι οι αρχιτέκτονες των Μεγάλων Συγκροτημάτων της Βιέννης και των συγκροτημάτων της Σχολής του Αμστερνταμ.

Η ελληνική αριστερή παρουσία στο 4ο CIAM  καλυπτόταν από τον Ι.Δεσποτόπουλο και τον Ι.Σαπόρτα (ο οποίος αρχικά είχε δραστηριοποιηθεί με την ισπανική ομάδα), και ίσως εν μέρει και τον Στ.Παπαδάκη.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η εξαμελής γερμανική αντιπροσωπεία αποτελείται από μάλλον άγνωστα ονόματα (πλήν του ζωγράφου Moholy-Nagy), στην τριμελή ολλανδική περιλαμβάνεται ο γνωστός van Eesteren του οποίου όμως η ομιλία αναλώθηκε σε τεχνικά θέματα, η διμελής αυστριακή περιλάμβανε τον Neurath o οποίος όμως ανέλυσε το «μία πρότασις περί εφαρμογής της βιενναίας μεθόδου συμβολισμού εις την πολεοδομίαν και την κατανομήν γηπέδων» (πρόκειται για σύστημα απεικόνισης στατιστικών δεδομένων). Τελικά κυρίαρχος του παιχνιδιού  παρέμεινε ο Le Corbusier ο οποίος «πέρασε» τις απόψεις του περί υψηλών κτηρίων, περί κυκλοφορίας ως βασικής συνιστώσας της πολεοδομίας, περί διαχωρισμού των λειτουργιών (το γνωστό zoning) κ.α. Γνωστά ονόματα του Μεσοπολέμου από την Ελβετία (Gedion, Moser, Roth), Γαλλία (Fernand Leger, Christian Zervos) Φινλανδία (Alvar Aalto) και Ισπανία (José-Louis Sert), τόσο από τα Πρακτικά του Συνεδρίου όσο όμως -και κυρίως- από το αποτέλεσμα, δεν φαίνεται να έπαιξαν σημαντικό ρόλο, ενώ από την άλλη μεριά, ο φασισμός φαίνεται ότι αποτελούσε συστατικό στοιχείο του, όσο και αν δεν έχει ως τώρα επισημανθεί. Αν δούμε για παράδειγμα την ιταλική αντιπροσωπεία, θα το διαπιστώσουμε, τόσο στο σύνoλό της σχεδόν, όσο και ειδικά από ορισμένα μέλη της, όπως ο Barbi ο οποίος ήταν στέλεχος του φασιστικού κόμματος και ήταν εκείνος ο οποίος έφερε σε επαφή τον Le Corbusier με τον Μουσολίνι. Από την ελληνική συμμετοχή, ήταν όλοι θιασώτες του Μοντέρνου Κινήματος αλλά μόνο ως προς την μορφολογία του, οι κοινωνικές και πολιτικές απόψεις του πρώϊμου Bauhaus που εξέφραζε ο Δεσποτόπουλος, μάλλον περιορίστηκαν στη τελική φράση περί «ιδιωτικού και δημοσίου συμφέροντος» και λίγες ακόμη των θέσεων του Συνεδρίου. Πρέπει όμως να σημειωθεί η ομιλία του Fernand Leger, η οποία όμως δόθηκε εκτός Συνεδρίου, και η οποία ήταν έντονα πολιτικοποιημένη και συνέδεσε την Αρχιτεκτονική, την Wall Street και τις τότε οικονομικές εξελίξεις.

Έτσι, στα δημοσιευμένα το 1933 στα Τεχνικά Χρονικά «Συμπεράσματα» του CIAM, όπως έγιναν γνωστά αργότερα ως «Χάρτα των Αθηνών» δημοσιευμένα με επεξεργασία από τον Le Corbusier το 1943, κυριαρχούν τεχνικά ζητήματα όπως υγιεινής της κατοικίας, κυκλοφορίας. Στα συμπεράσματα του Συνεδρίου, ελάχιστα σημεία θα μπορούσαν να ανιχνευθούν ως αριστερής ιδεολογίας:  «...η πόλις είναι μέρος του οικονομικού, κοινωνικού και πολιτικού συνόλου...», αλλά αμέσως στην συνέχεια που αναλύει τα πλαίσια ανάπτυξης των πόλεων, παραμένουν μόνον οι τεχνικοί-φυσικοί παράγοντες, εξαφανίζεται ο κοινωνικός, ο οικονομικός εκφυλίζεται σε ενεργειακές πηγές και ο πολιτικός σε διοικητικό σύστημα !  (ΙΙ.Διαπιστώσεις),   τελικά η τελευταία φράση του ακροτελεύτιου σημείου «14»  ότι «το ιδιωτικόν συμφέρον πρέπει να υποταχθεί εις το συμφέρον της ολότητος» θυμίζει όλους τους κοινωνικούς αγώνες του Μοντέρνου Κινήματος, αλλά υπό αίρεση, γιατί δεν ξεκαθαρίζεται τι εννοείται ως «ολότης» (σε όφελος τίνος δηλαδή, ποιος τελικά θα κυριαρχούσε σ' αυτήν την «ολότητα» ;)

Θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί στην χρήση αυτών των όρων γιατί μην ξεχνάμε ότι ο Μεσοπόλεμος ήταν εποχή που εκθειάζονταν η συλλογική συμμετοχή στο Κράτος και ο κολλεκτιβισμός, μόνο που στα φασιστικά καθεστώτα Ιταλίας και Γερμανίας αυτό είχε άλλο νόημα: την πλήρη υποταγή των πολιτών στο Κράτος -εν ονόματι της συλλογικότητας και του κοινού συμφέροντος- και ξέρουμε πολύ καλά τι σήμαινε για την Ιταλία και Γερμανία «κοινωνία» και «κράτος» κάτω από την κυριαρχία του φασιστικού και του ναζιστικού κόμματος: Ein Staat, ein Volk, ein Führer (Ενα Κράτος, ένας Λαός, ένας Αρχηγός»...αλλά σε όφελος τίνος; Της Krupp, της Bayer, της Siemens, της BASF...;).

Ετσι, δεν θα πρέπει να μας παραξενεύει αλλά κυρίως να μην θεωρούμε ως έκφραση «αριστερής ιδεολογίας» τους ύμνους για την «κολλεκτιβιστική ζωή» που ακούστηκαν από πολλούς στο Συνέδριο, διότι αλλιώς το εννούσε ο Barbi, και αλλιώς ο Δεσποτόπουλος ή ο Σαπόρτα. Μην ξεχνάμε ότι και ο Le Corbusier εξεθείασε στο Συνέδριο την συλλογικότητα  και τον κολλεκτιβισμό, όμως από την δική του σκοπιά, της νεοπλατωνικής θεωρίας των ελίτ -με τον Αρχιτέκτονα κυρίαρχο και τους άλλους «ενωμένους» να υπακούουν- και ξέρουμε πόσο έχουν αναλυθεί, οι θέσεις του ως φασιστικές και ολοκληρωτικές ιδίως μετά τον Μάη του '68. Η πρότασή του «la ville contemporaine» (1925) είχε καταγγελθεί ήδη από την L'Humanité στον Μεσοπόλεμο ως αντιδραστική (και αναγκάστηκε ο Le Corbusier να διευκρινίσει ότι «δεν αποτελούσε υποστήριξη του γαλλικού φασιστικού κόμματος Action Française» !). Και βέβαια στο ίδιο πλαίσιο είναι και η όλη του σταδιοδρομία: οι σχέσεις του με την πολεμική βιομηχανία Voisin, η αίτησή του για συνεργασία με το επίσημο φασιστικό όργανο «Il Popolo d' Italia», η έκδοση του περιοδικού Prélude με τον Hubert Legardelle (γνωστού για τις σχέσεις του με την «αριστερά» του ιταλικού φασιστικού Κόμματος),  οι επαινετικές αναφορές του στον Hitler στην αλληλογραφία του, οι σχέσεις του με τον Barbi, τον Mussolini, τον Petain...

Μην ξεχνάμε άλλωστε και το Καθεστώς της 4ης Αυγούστου, του οποίου ο θεωρητικός εκπρόσωπος Θεόδουλος Νικολούδης δήλωνε (ως Υφυπουργός Τύπου) ότι «...το "Εθνικόν Κράτος" είναι κατά του ατόμου και υπέρ του έθνους, αντίθετα με τη φιλελεύθερη εκδοχή της δημοκρατίας που έχει ως θεμελιώδη αρχή την απόλυτη ελευθερία του ατόμου...» (Νικολούδης, «το Νέον Κράτος ως πολιτικόν και κοινωνικόν Σύστημα» λόγος προς την ΕΟΝ, Νεοελληνικά Γράμματα 112/21.1.1939 σελ.11, αναφορά στου Ξιφαρά, «Η ελληνική εθνικιστική ιδεολογία στο Μεσοπόλεμο» Θέσεις, τ.54/1996).

Στις παραμονές του Συνεδρίου, είχαν δημοσιευθεί δύο κείμενα του Ι.Δεσποτόπουλου τα οποία οριοθετούσαν το αριστερό κοινωνικό πλαίσιο της πολεοδομίας. Στην συγκρότηση των πολεοδομικών συγκροτημάτων όμως, ο Δεσποτόπουλος ήταν θιασώτης της κατά στοίχους δόμησης σε όλη την σταδιοδρομία του, τόσο στην Ελλάδα (ως το 1945) και μετά το 1960) όσο και στην Σουηδία στο ενδιάμεσο διάστημα, σε εντελώς άλλο δρόμο από την Βιέννη και την Σχολή του Αμστερνταμ. Η κατά στοίχους δόμηση ήταν η κυρίαρχη πρόταση των αρχιτεκτόνων του Μοντέρνου Κινήματος, τόσο στην Δύση όσο και στην Σοβιετική Ενωση, από τον Μεσοπόλεμο, μέχρι και την δεκαετία του '60, το γιατί, το έχουμε αναλύσει στην Συνάντηση του Docomomo του 2010 στην Θεσσαλονίκη (βλ. βιβλιογρ.).

 


Μεσοπόλεμος, «Τεχνικά Χρονικά» (στο πρώτο τα δύο άρθρα του Δεσποτόπουλου, στο δεύτερο τα Πρακτικά του 4ο CIAM). «Το 3ο μάτι» , πρώτο τεύχος Οκτ. 1935

 

Τα άρθρα αυτά του Δεσποτόπουλου είναι ουσιαστικά η έκθεση των απόψεων της αριστερής ομάδας του Bauhaus και μάλλον ο Δεσποτόπουλος οδηγήθηκε στην δημοσίευσή τους προσπαθώντας να καλύψει το κενό από τους απόντες γερμανούς, αυστριακούς, σοβιετικούς και ολλανδούς αριστερούς πολεοδόμους.

Στα άρθρα του ο Δεσποτόπουλος τονίζει ότι γενικές αρχές της διαμόρφωσης των πόλεων είναι η ανάγκη ασφάλειας των κατοίκων, ο προσανατολισμός, οι συγκοινωνιακοί οδοί, και συνεχίζει με την βασική παρατήρηση ότι «...Εκαστον κοινωνικόν σύστημα έχει ίδιον πνευματικόν πολιτισμόν επιδρώντα χαρακτηριστικώς επί της διαμορφώσεως των πόλεων...». Στην συνέχεια τονίζει με έμφαση για τον Μεσαίωνα (Βυζάντιο, Δυτ. Μεσαίωνας, Ισλάμ) την συνεκτικότητα και εντελώς κολλεκτιβιστική ζωή, «...όλοι οι κάτοικοι εμπνέονται υπό των κυριαρχουσών πνευματικο-θρησκευτικών αρχών μετέχουν δε ενεργώς εις την κοινωνικήν ζωήν...» και αποδίδει αυτές τις καταστάσεις στην ιδεολογική κυριαρχία του Χριστιανισμού ή του Ισλάμ αντίστοιχα, σε αντίθεση με την Αναγέννηση που επικράτησε ο ορθολογισμός και ο ατομικισμός. Αποδίδει την σύγχρονη άθλια κατάσταση των πόλεων ευθέως και χωρίς περιστροφές στην κατάρρευση του κεφαλαιοκρατικού συστήματος και περιγράφει την επερχόμενη σοσιαλιστική πόλη με παραδείγματα νέων πόλεων της Σοβιετικής Ενωσης ενώ επισημαίνει ότι η πόλη «...έχει φυσιογνωμία εξαρτώμενην εκ του χαρακτήρος των κατοίκων, του κλίματος και εκ των πολιτικο-οικονομικών και πνευματικών εκδηλώσεων του κυριαρχούντος κοινωνικού συστήματος ...» Εδώ βρίσκουμε την πρώτη διατύπωση του όρου «ιδεολογική φυσιογνωμία της πόλης» που ανέλυσε ο Δεσποτόπουλος εκτενέστερα αργότερα. Συνεχίζοντας για την «σοσιαλιστική πόλη» σημειώνει ότι «..λαμβάνει ήδη διά της πλήρους οργανώσεως των νέων αρχών, ωρισμένην μορφήν, χαρακτηριστικήν εν τη ιστορία του πολιτισμού...». Σημειώνεται ότι ένα περίπου παρόμοιο «σχήμα» είχε αναλύσει το 1931 ο γερμανός φιλόσοφος και κοινωνιολόγος Alfred Vierkandt, χωρίς όμως τις πολιτικές αναφορές του Δεσποτόπουλου.

Παράλληλα, η επίσημη Κρατική Πολεοδομία είχε εκφραστεί σε τέσσερεις κυρίως  περιπτώσεις: η μία, στην εκπόνηση του σχεδίου της Θεσσαλονίκης από τον Εμπράρ, (και ακόμη το Σχέδιο Σερρών και άλλα παρόμοια μικρότερης έκτασης), η δεύτερη στην σχεδίαση κατεστραμμένων ή νεοϊδρυόμενων χωριών στην Μακεδονία, τα περισσότερα από γάλλους και άγγλους αρχιτέκτονες της Ανταντ, και έλληνες, η τρίτη στην εκπόνηση του Σχεδίου της Αθήνας από την «Επιτροπή Καλλιγά» (1924) και η εκπόνηση του σχεδίου της Διοίκησης Πρωτευούσης από τον Πάτροκλο Καραντινό (1940). Σε όλα μπορούμε να δούμε καθαρά την ιδεολογία των σχεδίων, οι δύο πρώτες περιπτώσεις αφορούσαν νεοκλασικά ή κυρίως εκλεκτικιστικά σχέδια και εκείνη την εποχή μάλλον δεν μπορεί κανείς να μιλήσει καν για ύπαρξη αριστερής ιδεολογίας στην πολεοδομία. Τα σχέδια όμως εκφράζαν έντονα την αυταρέσκεια ενός Κράτους που ήθελε να είναι «ευρωπαϊκό» σε έναν αποστεωμένο νεοκλασικισμό από την Θεσσαλονίκη ως το τελευταίο χωριό. Από την άλλη μεριά, τα σχέδια Καλλιγά και Καραντινού για την Αθήνα, προσπαθούν να «διαχειριστούν» τον αθηναϊκό χώρο, με κάποιες αναφορές στην γερμανική πολεοδομία των αρχών του αιώνα, αδιαφορώντας όμως για τα μεγάλα προβλήματα του αθηναϊκού πληθυσμού, όπως ήταν οι πρόσφυγες που κυριολεκτικά το 95% «πετάχτηκε» σε αυθαίρετες κατασκευές και «προσωρινές» παράγκες, μέχρι και το τέλος της δεκαετίας του '60. Οι τότε αριστεροί πολεοδόμοι, ή δεν ασχολούνταν, ή ασχολούνταν με την ιδανική σοβιετική πόλη του μέλλοντος.

 


Πολεοδομικά σχέδια του Υπουργείου Συγκοινωνιών βρετανών, γάλλων και ελλήνων αρχιτεκτόνων του Μεσοπολέμου. Εκλεκτικισμός, πολλές φορές και αντιλειτουργικός και καθαρά μορφοκρατικός.
(κάντε κλικ για μεγέθυνση)

 

Ελληνικά πολεοδομικά βιβλία δεν έχουν επισημανθεί για εκείνη την περίοδο, κυκλοφορούσαν γερμανικά  κυρίως. Μην ξεχνάμε ότι οι περισσότεροι καθηγητές του Πολυτεχνείου, είχαν σπουδάσει ή μετεκπαιδευτεί στην Γερμανία, και κυριαρχούσαν στο ΕΜΠ, παρ' όλη την πλειάδα αρχιτεκτόνων με σπουδές στην Ecole des Beaux-Arts που δρούσαν όμως στο ελεύθερο επάγγελμα και ελάχιστοι στον ακαδημαϊκό χώρο. Ετσι, τα βιβλία ήταν τεχνικά εγχειρίδια πολεοδομίας γερμανικών Πολυτεχνείων  (βλ. βιβλιογραφία) ενώ τα δημοσιευόμενα άρθρα στα Τεχνικά Χρονικά συνήθως κάλυπταν δημοσιεύσεις αρχιτεκτονικών έργων, πληροφοριακά σημειώματα για CIAM και το Μοντέρνο Κίνημα (συνήθως του Στάμου Παπαδάκη), και τεχνικά θέματα πολεοδομίας ιδίως για αθηναϊκά προβλήματα. Ελάχιστα άρθρα ήταν εκτός του «τεχνικού κλίματος» όπως η δημοσίευση της περίληψης της διδακτορικής διατριβής του Κ.Δοξιάδη για τις χαράξεις στην αρχαία πολεοδομία η οποία προκάλεσε θετικές αντιδράσεις από τον Πικιώνη και αρνητικές από τον Μιχελή, η προ-δημοσίευση κεφαλαίων του βιβλίου του Μιχελή «Η Αρχιτεκτονική ως Τέχνη» και ελάχιστα  άλλα.

Γενικώτερα για τον Μεσοπόλεμο θα πρέπει να αναφερθεί ιδιαίτερα το περιοδικό «το 3ο Μάτι» που διευθυνόταν από Επιτροπή επικεφαλής της οποίας ήταν Πικιώνης,  Χατζηκυριάκος, και Στρατής Δούκας των οποίων και τις θέσεις εξέφραζε. Το περιοδικό, σε καμμία περίπτωση δεν είχε πολιτικές ανησυχίες, ήταν ευνοϊκά στραμμένο στην λαϊκή δημιουργία  -εκ των άνω όμως, όπως είδαμε-  και οι άξονές του ήταν η μορφή στην τέχνη μέσα από τις χαράξεις και την γεωμετρία αλλά και φιλοσοφικές αναζητήσεις σε ένα όμως επίπεδο που μάλλον προσέγγιζε το ars gratia artis (η Τέχνη για την Τέχνη) παρά το κοινωνικό περιεχόμενο της Τέχνης.

Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι τα άρθρα του Δεσποτόπουλου που αναφέρθηκαν ίσως είναι και η μόνη ελληνική αριστερή ιδεολογική αναφορά στην Πολεοδομία του Μεσοπόλεμου. Για τον κοινωνικό χαρακτήρα της Τέχνης, είχαν μιλήσει πολλοί, λογοτέχνες και εικαστικοί, για το κοινωνικό σύστημα του μέλλοντος επίσης, αλλά για την αρχιτεκτονική και την πολεοδομία δεν έχει λεχθεί κάτι συγκεκριμένο, πέρα από την ανάγκη κάλυψης των λαϊκών αναγκών, την επισήμανση της αθλιότητας των εργατικών συνοικιών και άλλα πολυσυζητημένα ήδη από τα μέσα του 19ου αιώνα (Ενγκελς, «Η κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία», 1845, του ίδιου, «για το ζήτημα της κατοικίας» 1872, κ.α.).

Οι μορφολογικές αρχές του Bauhaus  και του Μοντέρνου Κινήματος όπως αυτές εκφραζόταν στην Κατασκευαστικότητα και την Λειτουργικότητα (Constrouctivisme, Fonctionalisme) είχαν αναλυθεί  πάρα πολύ, και προφανώς δεν αποτελούσαν προνόμιο της αριστερής ιδεολογίας, πάρα πολλοί αρχιτέκτονες τις είχαν ενστερνιστεί χωρίς κατ' ανάγκην να είναι και αριστεροί -στο κάτω-κάτω λειτουργικότητα και κατασκευαστικότητα υπήρχε από αρχαιοτάτων χρόνων σε όλες τις περιόδους ακμής ενός πολιτισμού, πριν μεταπέσει στην αποσύνθεσή του και στην «μπαρόκ» εποχή του. Ομως η σχέση πόλης και Κοινωνικού Συστήματος, η ιδεολογική φυσιογνωμία της και ο ρόλος της στο όλο Κοινωνικό Σύστημα, διατυπωνόταν με αμιγή μαρξιστική θέση για πρώτη φορά.

Από την άλλη πλευρά, θα μπορούσαμε να επισημάνουμε για παράδειγμα  από το σύγγραμμα του Π.Μιχελή «η Αρχιτεκτονική ως Τέχνη» (1940) το κεφάλαιο «ο κοινωνικός προορισμός του έργου τέχνης» στο οποίο αναφέρει ότι «..η Τέχνη έχει κοινωνική αξία ...ότι προκαλεί τους ανθρώπους να επικοινωνήσουν εις μίαν ενότητα...», και στην συνέχεια «....με το έργο της Αρχιτεκτονικής ...όχι μόνον η κοινωνική ενότης πραγματοποιείται, αλλά και εξευγενίζεται η ζωή αμεσότερα...» και σε άλλο σημείο «...το άτομο προηγείται, η Κοινωνία έπεται...». Προφανώς δεν μπορούμε να μιλάμε για μαρξισμό, ούτε καν για «αριστερές» απόψεις, πρόκειται για καθαρά ιδεαλιστικές θέσεις της γερμανικής αστικής φιλοσοφίας.

Οσο για το Κεφάλαιο ΙΙ «οργάνωσις και σύνθεσις» στο οποίο επιχειρεί να αναλύσει την πολεοδομική εξέλιξη είναι μάλλον εκ των έξω περιγραφή, η οποία τελικά καταλήγει σε μία ανάμιξη ατελών κοινωνιολογικών παρατηρήσεων με έντονες μορφολογικές συσχετίσεις, καθαρά σε ιδεαλιστικό πλαίσιο, όσο και αν χρησιμοποιεί όρους και δεδομένα που έχει χρησιμοποιήσει και ο Δεσποτόπουλος, ο Μιχελής μεταφέρει το ιδεαλιστικό πλαίσιο του νεοκαντιανισμού της Γερμανίας των αρχών του 20ου αιώνα και του Μεσοπολέμου.

Σχολιασμένη βιβλιογραφία : Τεύχος-Αφιέρωμα στο 4ο CIAM των Τεχνικών Χρονικών, αρ. 44-46/1933, Ι.Δεσποτόπουλος, Πολεοδομική, Σχέδια Πόλεων -λήμματα στην Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια (Πολεοδομική τ. 20ος (1932) και Σχέδια Πόλεων τ.22ος (1933) και δημοσ. στα Τεχνικά Χρονικά τ. 39/1.8.1933, A.Vierkandt Handwörterbuch der Soziologie, Stuttgart 1931, αναφορά στον A.Kriesis, Versuch einer soziologischen Typologie des Stadtplanes (1951) που αναδημοσιεύθηκε στο A.Kriesis, Greek Town Building, Athens 1965, Ulrich Konrads, Programme und Manifeste zur Architektur des 20. JH,  ελλ.μτφρ. Μανιφέστα και προγράμματα της Αρχιτεκτονικής του 20ου αιώνα, Αθήνα 1977, Ι. Σαπόρτα, επάγγελμα Αρχιτέκτων, μια αφήγηση ζωής, Αθήνα 1996, Anatole Kopp, ville et revolution, ελλ.μτφρ. «πόλη και επανάσταση» Αθήνα 1976, Riccardo Mariani «l' architecte est nu», Face, 5/6 1987, (το περιοδικό Face εκδίδεται από την Αρχιτεκτονική Σχολή του Πανεπιστημίου της Γενεύης και στο συγκεκριμένο άρθρο αναλύεται η σχέση Le Corbusier, Barbi και Moussolini), Le Corbusier «Η Χάρτα των Αθηνών», πρώτη έκδοση ανώνυμα Παρίσι 1943, (δεύτερη έκδοση με το όνομα του LC 1957), ελλ.μτφρ. και πολύ καλή εισαγωγή από τον Γ.Σημαιοφορίδη, Αθήνα 1987, Γ.Σαρηγιάννης «Με την ευκαιρία της περιφερόμενης έκθεσης «γνωρίστε τον Le Corbusier» Δελτίο ΣΑΔΑΣ Σεπτ.-Οκτ. 1988 σελ. 29-30., του ίδιου, «Η Χάρτα της Αθήνας μέρος Α» και «μέρος Β», στο www.GreekArchitects.gr 12.12.2010 και 4.1.2011 αντίστοιχα, του ίδιου «Τέχνη και Κοινωνία, σχετικά με τον όρο ρεαλισμός και τα παράγωγά του» Διάπλους τ.30/Φεβρ.-Μάρτ. 2009, του ίδιου, «Μεταφορά των αρχών της πολεοδομίας του Μοντέρνου Κινήματος στον ελληνικό χώρο, από τον Μεσοπόλεμο μέχρι και την δεκαετία του '60», 5η Επιστημονική Συνάντηση του ελληνικού Docomomo, Θεσσαλονίκη 3-4 Ιουνίου 2010, στα Πρακτικά (υπό εκτύπωση),  Περιοδικό «το 3ο Μάτι» Αθήνα 1935-1937 που αναφέρθηκε, Π.Μιχελής «η Αρχιτεκτονική ως τέχνη» εκδόσεις ΤΕΕ, Αθήναι 1940, για κριτική μεταγενέστερων απόψεων του Μιχελή (της δεκαετίας του 1950) βλ. στο οικείο κεφάλαιο -βιβλ. Γ.Σαρηγιάννης «η Αρχιτεκτονική στην Ελλάδα και οι σπουδές της στο ΕΜΠ», Τεχνικά Χρονικά 3/1977.

Για την κρατική πολεοδομία, και τα σχέδια πόλεων της Θεσσαλονίκης, βλ. την σειρά των ιδιαίτερα σημαντικών μελετών και βιβλίων της Α.Γερόλυμπου και της Β.Χαστάογλου, για τα ανοικοδομημένα κλπ χωριά της Μακεδονίας βλ. το τεύχος του Υπουργείου Συγκοινωνιών «Απόσπασμα μελετών σχεδίων συνοικισμών κλπ» χ.χ. Για τα σχέδια των Αθηνών, για να μην επαναλαμβάνουμε τα ίδια, βλ. αναλυτική βιβλιογραφία στο βιβλίο «Αθήνα 1830-2000» και στα δύο άρθρα του γράφοντος στο GreekArchitects «τα ρυθμιστικά σχέδια Αθηνών» και «Χάρτα της Αθήνας μέρος Α.». Ακόμη και οι κρατικοί οικισμοί των προσφύγων, έγιναν με το κλασικό για την εποχή «κατά στοίχους»  σύστημα δόμησης, τα μεγάλα συγκροτήματα της Βιέννης και η Σχολή του Αμστερνταμ ήταν άγνωστα στην Ελλάδα. Βλ. και εισήγηση του γράφοντος στο Docomomo που αναφέρθηκε.

Βλ. ακόμη γιά την Σχολή  του Αμστερνταμ ειδική ανάλυση στης Maristella Casciato «The Amsterdam School», Rotterdam 2003, όπου και πλούσια βιβλιογραφία, και επίσης για την Βιέννη στην σειρά  «Veröffentlichungen zur Architektur» TU Berlin, Heft 23 «Die Wiener Superblocks» 1969 και  λήμματα στο διαδίκτυο «rotes Wien», «School of Amsterdam», και στα ονόματα των αρχιτεκτόνων Piet Krammer, Karl Ehn, J.F.Staal κ.α. που αναφέρθηκαν.

Σημαντικές ήταν τότε οι Eκδόσεις του Τεχνικού Επιμελητηρίου της Ελλάδος (ΕΤΕΕ), συνολικά πάνω από 30 τίτλοι, όμως για την Αρχιτεκτονική και Πολεοδομία εκδόθηκε μόνον ένα σύγγραμμα το γνωστό «η Αρχιτεκτονική ως Τέχνη» του Π.Μιχελή το 1940, παραμονές της εκλογής του στο Πολυτεχνείο. Το βιβλίο βασίζεται στην θεωρία της «ενσυναίσθησης» του Lipp και κυρίως αντλεί υλικό από γερμανικά συγγράμματα και κάποια τμήματά του είχαν δημοσιευθεί ήδη στα Τεχνικά Χρονικά (1.10.1938). Οι άλλοι τίτλοι των ΕΤΕΕ αφορούσαν τεχνικά θέματα Πολιτικού Μηχανικού και περίπου οι μισές από αυτές  ήταν μεταφράσεις από κλασσικά συγγράμματα καθηγητών γερμανικών Πολυτεχνείων. (Αργότερα, το 1949 με αριθμό έκδοσης 42 εκδόθηκε μια περίληψη (ή απόσπασμα) του πολύτομου έργου του W.Durant «ιστορία του πολιτισμού» σε 235 σελίδες 8ου σχήματος με θέμα την αρχαία Ανατολική Μεσόγειο).

Σημειώνουμε δειγματοληπτικά κάποια από τα γερμανικά ακαδημαϊκά συγγράμματα για την πολεοδομία που ήταν εν χρήσει και στην Ελλάδα : Otto Blum, Städtebau, (στην σειρά Handbibliothek für Bauingenieure) Berlin 1937 (1η έκδοση 1921), «Hütte des Ingenieurs Taschenbuch», 26η έκδοση Berlin 1936, πρόκειται για κλασσικό συνοπτικό εγχειρίδιο στις 1200 περίπου σελίδες του περιλαμβάνονται και τα κεφάλαια «Κατοικία» και «Οδοποιία-Πολεοδομία» (sic). Erich Frank, Geordnete Wohnungswirtschaft, Neuaufbau und Sanierung, Berlin 1939, στον τίτλο «Dr-Tech» του συγγραφέα, προστίθεται και ο τίτλος «ειδικός συνεργάτης στην υπηρεσία Τεχνικής της περιοχής του Βερολίνου του Ναζιστικού Κόμματος» (Sachbearbeiter im Amt für Technik, Gau Berlin der NSDAP), και βέβαια ο κλασικός «Neufert» ο οποίος εκδίδεται από το 1936 σε επάλληλες εκδόσεις και μεταφράσεις (Ernst Neufert, Bauentwurfslehre, Handbuch für den Baufachmann, Bauherren, Lehrenden, und Lehrnenden, 1η έκδοση Berlin 1936. Ο Neufert εργάστηκε στο Bauhaus με τον Gropius, τον Kandinski, τον Klee κ.α. αλλά και το 1939 με τον A.Speer, «επίσημο αρχιτέκτονα του NSDAP»  σε θέματα προτύπων στην βιομηχανία.

Για την ζωγραφική και χαρακτική στην Δημοκρατία της Βαϊμάρης, βλ. «Γερμανική Χαρακτική 1919-1933» Κατάλογος Εκθεσης στην Εθνική Πινακοθήκη, Αθήνα 1991, Georg Grosz «das Gesicht der herrschende Klasse», Berlin 1921, ελλ. μτφρ. «το πρόσωπο της άρχουσας τάξης» Θεσσαλονίκη, 1996, Otto Nagel, «Käthe Kolwitz», Dresden 1963.

Για τις σχέσεις Ελλάδας-Γερμανίας στον ακαδημαϊκό χώρο στον Μεσοπόλεμο βλ. Johannes Irmscher, «οι επιστημονικές σχέσεις του Πανεπιστημίου του Βερολίνου με την φασιστική Ελλάδα», στα «Πρακτικά του Διεθνούς Ιστορικού Συνεδρίου Η Ελλάδα 1936-1944», Αθήνα 1989, στα ονόματα που αποδελτιώνει ο Irmscher βλέπουμε την «δεύτερη γενεά» ελλήνων που μετεκπαιδεύτηκαν στην Γερμανία (πολλοί από τους οποίους είναι γυιοί ακαδημαϊκών επίσης με σπουδές στην Γερμανία στο τέλος του 19ου - αρχές του 20ου αιώνα -η πρώτη γενεά) και οι περισσότεροι από τους οποίους κατέλαβαν επίσης ακαδημαϊκές θέσεις στην Ελλάδα στην συνέχεια.

Η ενδιάμεση φάση, Κατοχή και Εμφύλιος.
Ιστορικό Πλαίσιο, η κατάσταση στην διανόηση

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι την περίοδο αυτή, «ξεχώρισε η ήρα από το στάρι», υπήρξαν αριστεροί αρχιτέκτονες των οποίων το κύριο μέλημα ήταν η επιβίωση, και άλλοι οι οποίοι μετείχαν ενεργά στην Αντίσταση μέσα στην Αθήνα όπως ο Φοίβος Τσέκερης, ο Αριστομένης Προβελέγγιος, ο Ιάννης Ξενάκης, και πολλοί άλλοι, ή και στο βουνό όπως ο Ισαάκ Σαπόρτα κ.α. Πολλοί εργαζόταν σε θεωρητικές μελέτες για το τι θα κάνουν μετά την Απελευθέρωση, και μετά τον Πόλεμο δημοσιεύθηκαν πολλές μελέτες εκπονημένες μέσα στην Κατοχή, με ιδεολογικά πλαίσια ανάλογα των συντακτών τους, από αριστερά ως δεξιά, από κοινωνικά έως τεχνοκρατικά ή και μορφοκρατικά.

Στην Τέχνη, αντίστοιχα, υπάρχει πολύ μεγάλη παραγωγή έργων μαχητικού πολιτικού και κοινωνικού περιεχομένου, τόσο από μεμονωμένα πρόσωπα όσο και από οργανωμένους στο ΕΑΜ, το οποίο το 1942 είχε ιδρύσει το «ΕΑΜ Καλλιτεχνών» με την καθοδήγηση της Ηλέκτρας Αποστόλου. Οργανωμένα συνεργεία από καλλιτέχνες και κυρίως χαράκτες σχεδίαζαν και τοιχοκολλούσαν το βράδυ αφίσες, σκόρπιζαν προκηρύξεις, ή σχεδίαζαν και εκδίδαν φυλλάδια και λευκώματα με αντιστασιακό περιεχόμενο, καλυμμένο ή όχι (Βασιλείου, Τάσσος,  Μαγγιώρου, Κορογιαννάκης, Κατράκη, -σχεδόν όλο το Εργαστήριο Χαρακτικής του Κεφαλληνού-, Σεμερτζίδης, Φέρτης, Μάρθας, Κανάς, Πολυκανδριώτης, Στεφανίδης, Μπαχαριάν, Σικελιώτης, Βελισσαρίδης, Μόσχος Γραμματόπουλος και πάρα πολλοί άλλοι). Η μαρτυρία του Τάσσου είναι χαρακτηριστική: «...παίρναμε από την ΚΕ του ΕΑΜ τα συνθηματα ...συχνά η δουλειά ήταν ομαδική, πολλά από τα ξύλα χαράχτηκαν στο σπίτι του Βασιλείου... όταν τελειώναμε παραδίναμε τα χαραγμένα ξύλα στο καθορισμένο ραντεβού κι ύστερα χάναμε τα ίχνη τους... κάποιο πρωϊ βλέπαμε ... το έργο μας κολλημένο παντού, στους τοίχους, τις μάντρες...» (Γ.Μπόλης, «Α.Τάσσος» 35). Ο Κεφαλληνός «...υπεραμύνεται του κοινωνικού ρόλου της χαρακτικής, για την δυνατότητα πολλαπλής αναπαραγωγής του έργου τέχνης. Την συγκεκριμένη λειτουργία ενστερνίζεται και η μαρξιστική ιδεολογία....συνηγορεί υπέρ μιάς στρατευμένης -πολιτικής έκφρασης σε ευθεία αντιστοιχία με λαϊκούς αγώνες, εργατικές διεκδικήσεις, δικαιώματα του προλεταριάτου...» (Γ.Μπόλης, «Βάσω Κατράκη» 19). Τότε πράγματι οι καλλιτέχνες ασκούσαν κοινωνικό έργο και δεν ήταν εξαφανισμένοι από τα προβλήματα του ελληνικού λαού όπως είναι σήμερα, ακόμη και οι αριστεροί...

Μετά την Κατοχή η κατάσταση  είναι δύσκολη και σύμπλοκη, Δεκεμβριανά, Βάρκιζα, Εμφύλιος, η ανασύνταξη του αριστερού κινήματος δεν έγινε εύκολα, τόσο στον πολιτικό όσο και τον πολιτιστικό τομέα.

Σημαντικά στελέχη της διανόησης με κομμουνιστική ή γενικά αριστερή ιδεολογία, ή είχαν βγεί στο βουνό, ή είχαν καταφύγει μετά τον Δεκέμβρη στην Γαλλία με την γνωστή πρωτοβουλία του Οκτάβιου Μερλιέ, τότε Διευθυντή του Γαλλικού Ινστιτούτου (γύρω στα 200 άτομα περίπου απαρτίζαν την «αποστολή Μερλιέ» με 30-40 περίπου από αυτούς οργανωμένα μέλη του ΚΚΕ), και όλα αυτά συνιστούσαν μια πολύ μεγάλη αφαίμαξη από αριστερή διανόηση στην μεταπολεμική Ελλάδα με ό,τι αυτό συνεπάγεται γενικότερα.  Για λόγους σκοπιμότητας ο Μερλιέ είχε περιλάβει στους 200 όχι μόνο διωκόμενους αλλά και μερικούς άλλους, ακόμη και δεξιούς, η Νέλλη Ανδρικοπούλου πιστεύει ότι αυτό δεν έγινε μόνο για «κάλυψη» των υπολοίπων αλλά ήταν στα γενικότερα πλαίσια της πολιτικής του Γαλλικού Ινστιτούτου στην διαμόρφωση μιας γαλλόφιλης ελίτ διανοουμένων και στην Ελλάδα σε αντιστάθμισμα των με γερμανική παιδεία του Μεσοπολέμου αλλά και των αυξανόμενων με βρετανική κουλτούρα, πιθανόν να ήταν και έτσι, αλλά αυτό δεν μειώνει την σημασία του αρχικού στόχου, της διάσωσης αριστερών διανοουμένων. Η επιχείρηση αυτή είναι γνωστή και ως το «ταξίδι του Ματαρόα» από το όνομα του οπλιταγωγού (της γνωστής σειράς Liberty) που παρέλαβε τους 200 τον Δεκέμβριο του 1945 από τον Πειραιά και τους αποβίβασε στον Τάραντα και από εκεί με τραίνο έφθασαν στο Παρίσι. Από αρχιτέκτονες, στην αποστολή Μερλιέ ήταν 16, ανάμεσά τους ο Μανώλης Κινδύνης, ο Πάνος Τσολάκης, ο Πάνος Τζελέπης ο Αριστομένης Προβελέγγιος (καπετάνιος του ΕΛΑΣ στην Μάχη της Αθήνας) ο Γιώργος Κανδύλης, ο Εμμανουήλ Λαζαρίδης. Ο Αντώνης Κριεζής καταγράφεται στην «ομάδα θεάτρου και σκηνοθεσίας», ενώ «με δικά τους έξοδα» αναφέρονται ο Φωκίων Λοϊζος, ο Γιάννης Λυγίζος και ο Τάκης Ζενέτος. (συνολικά 154 υπότροφοι και 59 με δικά τους έξοδα). Σ' αυτούς πρέπει να προσθέσουμε και τον Ιάννη Ξενάκη, ο οποίος τότε νοσηλευόταν βαρειά τραυματισμένος στην Μάχη της Αθήνας, και έφυγε αργότερα. Δεν αναφέρεται στα Αρχεία, αλλά είναι μάλλον βέβαιο ότι μετείχε και η Ελένη Αντωνιάδου - Μπιμπίκου. Σημειώνεται ότι στην αποστολή, μετείχε και ο Αγγελος Προκοπίου, ως το 1941 καθηγητής του Πολυτεχνείου, αρχικά στον Μεσοπόλεμο ως κομμουνιστής της αρχειομαρξιστικής ομάδας αλλά μετά πέρασε σε εντελώς δεξιά πλευρά.

 



Κατοχή, Αντίσταση: «Λεύκωμα από το πρόγραμμα της Λαϊκής Δημοκρατίας», έκδοση του ΕΑΜ που περιγράφει μια Λαϊκή Δημοκρατία, όπως αυτές που οικοδομήθηκαν στην Ανατολική Ευρώπη μετά τον Πόλεμο.




Κατοχή, Αντίσταση, Δεκέμβρης : Κατράκη δύο «παράνομα Κατοχής», Τάσσος, «από το Λεύκωμα της ΕΠΟΝ, 1943, Τάσσος «αντάρτες» 1944, Βασιλείου «ακόμη τούτη την Ανοιξη...» παράνομο 1942, Κατράκη «Δεκέμβρης»


Το πρώτο τεύχος του «Ανταίου» (20.5.1945) και κατάλογος των εκδόσεων «Τα Νέα Βιβλία» (1946-1947)


Εικαστικοί στον εμφύλιο. Γ.Στεφανίδης, «στην εξορία» 1949, του ίδιου, «τα παιδιά του χωριού στο συρματόπλεγμα» 1949.



Έντυπα του εμφύλιου και μετά. Χειρόγραφη εφημερίδα κρατουμένων Αίγινας, κάρτες πολιτικών κρατουμένων, προπαγανδιστικό βιβλίο για το Σχέδιο Μάρσαλλ

 

Σχολιασμένη βιβλιογραφία : τις τελευταίες δεκαετίες, έχει αυξηθεί το ενδιαφέρον και φυσικά και η βιβλιογραφία για την εποχή 1940-1949, αναφέρουμε ενδεικτικά το συλλογικά έργο «Η Ελλάδα στην δεκαετία 1940-1950 - ένα έθνος σε κρίση» , Αθήνα 1984 του οποίου ο δεύτερος τόμος αποτελεί βιβλιογραφικό οδηγό 200 σελίδων, επίσης τον συλλογικό τόμο  «Μελέτες για τον Εμφύλιο Πόλεμο 1945-1949», Αθήνα 1992, και τα Πρακτικά του Διεθνούς Συνεδρίου «Η Ελλάδα 1936-44, Αθήνα 1990, ακόμη, του Marc Mazower «Στην Ελλάδα του Χίτλερ», Αθήνα 1994, και βέβαια τις εκδόσεις με επίσημα κείμενα του ΕΑΜ, της ΠΕΕΑ, του ΚΚΕ, τα αρχεία του Foreign Office κ.α. τα οποία έχουν εκδοθεί σε συγκεκριμένες εκδόσεις όπως ακόμη και η τρίτομη έκδοση εγγράφων του Υπουργείου Εξωτερικών «Η Ελλάδα στο μεταίχμιο ενός νέου κόσμου», Αθήνα 2002.  Σημαντικό επίσης είναι το βιβλίο του Β.Κόντη, «η αγγλοαμερικανική πολιτική και το ελληνικό πρόβλημα 1945-1949» Θεσσαλονίκη 1984, επίσης για το Σχέδιο Μάρσαλλ του Γ.Σταθάκη, «το δόγμα Τρούμαν και το σχέδιο Μάρσαλ», Αθήνα 2004, Φυσικά υπάρχουν πλήθος έργων που εκφράζουν τις απόψεις των συγγραφέων τους οι οποίοι έδρασαν εκείνη την εποχή, όπως για παράδειγμα του Φοίβου Τσέκερη, «Εδώ Πολυτεχνείο - στα χρόνια της Κατοχής» Αθήνα 2007 με πολλά στοιχεία για την δράση της «Σπουδάζουσας» του Πολυτεχνείου στην Κατοχή, Α.Αγγελλόπουλου «από την Κατοχή στον Εμφύλιο» Αθήνα 1994, επίσης τα βιβλία του Νίκανδρου Κεπέση, του Σπ.Κωτσάκη και πλήθος άλλων αγωνιστών εκείνης της εποχής.

Για την «αποστολή Μερλιέ» βλ. Νέλλη Ανδρικοπούλου, «το ταξίδι του Ματαρόα 1945», Αθήνα 2007, προσωπικό Αρχείο Ελένης Παπανικολάου, (Η Ε.Π. ήταν γραμματέας του Οκτάβιου Μερλιέ).

Για τον εικαστικό τομέα υπάρχει πάρα πολύ υλικό δημοσιευμένο σε λευκώματα ή σε καταλόγους εκθέσεων, εντελώς ενδεικτικά αναφέρονται : Ασαντούρ Μπαχαριάν-Πέτρος Ανταίος, «εικαστικές μαρτυρίες» Γ.Εκδοση Αθήνα 1995, με πολύ υλικό και ιδιαίτερα σημαντικές  μαρτυρίες για τον τρόπο δουλειάς των συνεργείων του ΕΑΜ, Δ.Σέρβος «Παράνομες χειρόγραφες εφημερίδες απ' τις φυλακές και τις εξορίες» Αθήνα 2003 με πλούσιο υλικό και σημαντικές μαρτυρίες, Λεύκωμα «ΚΚΕ 1918-1978» Αθήνα 1978,  Λευκώματα του ΕΑΜ «Για την χιλιάκριβη την Λευτεριά» Αθήνα 1945, «Θυσιαστήριο της Λευτεριάς», με 10 χαρακτικά, χ.χ. Δ.Μεγαλίδη «Λεύκωμα του Αγώνα», Αθήνα 1946,  Ν.Πετσάλης-Διομήδης «Σπύρου Βασιλείου, οι ξυλογραφίες» Αθήνα 1981, «Β.Σεμερτζίδης», Αθήνα 1976,  Γιάννης Στεφανίδης «Ζωγραφική στην εξορία» Αθήνα 1988, Φ.Δημητριάδης «Σκιά πάνω απ΄ την Αθήνα», Αθήνα 1970, «Α.Κορογιαννάκης», κατάλογος Εκθεσης στην Εθνική Πινακοθήκη, Αθήνα 1987,  «Βάσω Κατράκη» έκδοση Δήμου Αιτωλικού, χ.χ., «Δ.Φαρσακίδης»,  Γ.Μπόλης, «Βάσω Κατράκη», «Α.Τάσσος», «Γ.Τσαρούχης» στην σειρά «σύγχρονοι έλληνες εικαστικοί» (έκδοση εφημερίδας ΤΑ ΝΕΑ χ.χ.)

 

Η κατάσταση στην πολεοδομία
Την εποχή της Κατοχής δεν συζητάμε βέβαια για πολεοδομικές εφαρμογές, δεν έλλειπαν όμως τα θεωρητικά έργα (βλ. βιβλιογραφία) στην μετέπειτα εποχή μέχρι το 1950, η πολεοδομική πρακτική εξαντλείτο στην στοιχειώδη  ανοικοδόμηση της καταστραμμένης από τον πόλεμο υπαίθρου, και η βιβλιογραφία ήταν κυρίως του Υφυπουργείου Ανοικοδομήσεως ή του Ανταίου και της Νέας Οικονομίας. Σίγουρα, και μάλιστα μέσα στον Εμφύλιο, και με τους αριστερούς αρχιτέκτονες του Μεσοπολέμου να έχουν εκπατριστεί, (Σαπόρτα στις ΗΠΑ, Δεσποτόπουλος στην Σουηδία κ.α. και εκείνοι της αποστολής Μερλιέ στην Γαλλία), ο Δεσποτόπουλος είχε απολυθεί το 1946 μαζί με άλλους καθηγητές στο ΕΜΠ  (Ι.Δεσποτόπουλος, Νίκος Κιτσίκης, Αχ. Παπαπέτρου, Νίκος Κριτικός, Κ.Βέης,) και τα άλλα ΑΕΙ (Σημίτης, Γεωργαλάς, Κόκκαλης, Αγγελόπουλος, Ιμβριώτης, Καλιτσουνάκης κ.α) δεν υπήρχαν ιδεολογικές αναζητήσεις στην Πολεοδομία. Γενικά η ανασύνταξη του αριστερού κινήματος ξεκίνησε στην αρχή της δεκαετίας του '50, για την πολεοδομία δε, στις αρχές της δεκαετίας του '60.

Θα πρέπει να αναφερθεί η ύπαρξη και η δράση μέσα στην Κατοχή, των «Ομάδων Μελέτης Σχεδιοποιημένης Ανοικοδόμησης», (ΟΜΣΑ) όπως αναφέρει η Ελλη Παππά στην Εισαγωγή της στην επανέκδοση του Ανταίου, που καθοδηγούσε ο Γιάννης Ζεύγος και η Ηλέκτρα Αποστόλου από το ΕΑΜ, στις οποίες εργαζόταν επιστήμονες μέσα στα πλαίσια του ΕΑΜ και της ΠΕΕΑ και οι οποίες μελετούσαν τα οικονομικά, τεχνικά, κοινωνικά κλπ στοιχεία και κατευθύνσεις για μια σχεδιοποιημένη οικονομία μετά τον Πόλεμο. Αλλωστε η ΠΕΕΑ είχε ήδη θεσμοθετήσει τον «Κώδικα Λαϊκής Δικαιοσύνης» και είχε επεξεργαστεί το «Σχέδιο για μια Λαϊκή Παιδεία».

Παράλληλα, με την καθοδήγηση του Νίκου Κιτσίκη, υπήρχαν επιτροπές εργασίας μέσα στο Τεχνικό Επιμελητήριο, οι οποίες μελετούσαν την εποικιστική και οικιστική πολιτική,  την υδραυλική και θερμική ενέργεια, παραγωγικά έργα, δασικό πλούτο, βιομηχανία και μεταλλευτικό πλούτο, συγκοινωνίες, τηλεπικοινωνίες κ.α. Δυστυχώς, πέρα από τις αναφορές σε κείμενα του ίδιου του Κιτσίκη, δεν έχουμε άλλα στοιχεία, ας ελπίσουμε ότι θα υπάρχουν για τους ερευνητές στα αρχεία του ΤΕΕ εκείνης της περιόδου. Εχοντας υπ' όψιν τις απόψεις του Κιτσίκη, αλλά και το αισιόδοξο κλίμα ότι μετά τον Πόλεμο η Ελλάδα θα μπορούσε να αναπτύξει τους πλουτοπαραγωγικούς της πόρους μέσα από μια λαϊκή διακυβέρνηση, θα μπορούσαμε να υποθέσουμε την κατεύθυνση και τα πλαίσια αυτών των επιτροπών. Αλλωστε, όπως σημειώνει και η Ελλη Παππά στην εισαγωγή της που αναφέρθηκε, οι επιτροπές αυτές (ΤΕΕ και ΟΜΣΑ) θεωρούνται «πρόγονοι» του «Ανταίου» και της οργάνωσης ΕΠ-ΑΝ (Επιστήμη-Ανασυγκρότηση). Ετσι, η ιδεολογία στην «ανάπτυξη» είναι φανερό ότι ήταν στα πλαίσια μιάς αυστηρά σχεδιοποιημένης οικονομίας, σίγουρα σοβιετικού τύπου, μια και με τα «πεντάχρονα» σχέδια της ΕΣΣΔ είχε εκτοξευθεί η τσαρική «μεταφεουδαλική» οικονομία σε παγκόσμια δύναμη στον Μεσοπόλεμο. Αλλωστε το σοβιετικό μοντέλο, είχε ήδη εφαρμοστεί με επιτυχία στην Παλαιστίνη στον Μεσοπόλεμο κυρίως στην οργάνωση της γεωργοκτηνοτροφικής παραγωγής αλλά και του σχεδιοποιημένου εποικισμού, με τα Κιμπούτς και Μοσάβ, αντίστοιχα των Κολχόζ και Σοβχόζ της ΕΣΣΔ.

Για τις μελέτες που εκπονήθηκαν μέσα στην Κατοχή, εντελώς δειγματοληπτικά αναφέρονται μερικά παραδείγματα, όπως Κ.Φ.Κρίσπης, «είκοσι ετών χωρονομικό σχέδιο για την Ελλάδα», Αθήναι 1944-1945 (συλλογή άρθρων στο περιοδικό «Τεχνική» 25/10/1943 έως 7.2.1944 (πρώτη ολοκληρωμένη δημοσίευση «το χωρονομικόν πρόβλημα της Ελλάδος, οδός προς την ευημερίαν», Αθήναι 1943), ο συγγραφέας εξετάζει την μελλοντική μεταπολεμική ανάπτυξη της χώρας μετά τις καταστροφές του Πολέμου μέσα στα πλαίσια της υφιστάμενης οικονομικής δομής και συστήματος, Κυπρ. Μπίρης,  «Νηπιαγωγεία», Αθήνα 1945, είναι χαρακτηριστικοί οι τίτλοι κεφαλαίων όπως «Σημερινή κατάσταση και κρίσεις γι' αυτήν : η αγωγή του παιδιού του αγρότη, του εργάτη του φτωχοεπαγγελματία... του παιδιού που γεννιέται σε πλουσιόσπιτο....στο νεοπλουτικό σπίτι...»,  Ι.Βασιλείου, «η Λαϊκή Κατοικία», Αθήνα 1944, ο συγγραφέας αναφέρει στον πρόλογο ότι «θα πρέπει όσο περισσότεροι άνθρωποι να μπορούν να απολαμβάνουν την χαρά της ζωής και τα αγαθά του πολιτισμού και ότι η Ελλάς θα πρέπει να είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει το πρόβλημα...τόσο από κοινωνική όσο και από τεχνικοοικονομική άποψη». Αλέξ Ν. Λοϊζος, «Ο Ηλιασμός εις την Αρχιτεκτονικήν και την Πολεοδομίαν», εκπονήθηκε, όπως αναφέρει ο συγγραφέας, από τον Νοέμβριο του 1942 έως τον Μάϊο του 1945, υποστηρίχθηκε ως διδακτορική διατριβή το 1946 και εκδόθηκε στην σειρά των εκδόσεων του Υφυπουργείου Ανοικοδομήσεως το 1946 με αριθμό 14, και ανατυπώθηκε το 1970 από το ΤΕΕ. Ο Ι.Δεσποτόπουλος στον πρόλογό του (ο οποίος έχει αφαιρεθεί από την δεύτερη έκδοση!) αναρωτιέται με πικρία γιατί να χρειάζεται να εκπονούνται μελέτες για αυτονόητα θέματα, και δίνει την απάντηση ότι λόγω της εμπορευματοποίησης της κατοικίας αναγκαζόμαστε να μετράμε ακόμη και την ποσότητα του ήλιου...,  βλ. ακόμη, Αλέξανδρος Σίνος, «Η γεωγραφική ενότης του ελληνικού Μεσογειακού χώρου», τ.1 η γεωφυσική ενότης, Αθήναι 1945, τ. 2 η οικονομική ενότης Αθήναι 1946, πρόκειται για γενικό χωροταξικό αλλά με πολιτικό πλαίσιο σχέδιο, όπου αποδεικνύει την πραγματική ενότητα του Μεσογειακού Χώρου ως θα ώφειλε να είναι χωρίς τους πολιτικούς διαχωρισμούς που επιβάλλονται ανάλογα με την εποχή από τις διάφορες Μεγάλες Δυνάμεις.

Αγνωστα είναι ακόμη στους ερευνητές, μια σειρά εργασιών που δημοσιεύθηκαν μέσα στην Κατοχή από τον ονομαζόμενο «Κύκλο Τεχνικών»  με συγγραφέα τον Κ.Δοξιάδη όπως «διάγραμμα της ιστορίας, της μορφής και της πολεοδομικής αναπτύξεως του Λεκανοπεδίου των Αθηνών», 1942, «περί χωροταξίας» 1942, Εισαγωγή στην έρευνα του προβλήματος της λαϊκής κατοικίας», 1942,  «η κατοικία στην Ρωσσία», 1942 , «η κατοικία στην Αυστρία»  1942, «η στατιστική της κατοικίας των οικοδομών και των οικοπέδων της πόλεως», 1942,  «η σύγχρονη κρατική χωροταξία» 1943, «γύρω από την μορφή των πλατειών» 1943, «οι οικισμοί από οικονομική άποψη» 1943,  κ.α. σε πολλά ως συνεργάτες του αναφέρονται μετέπειτα στελέχη του Υπουργείου όπως ο Β.Βαφειάδης, ο Π.Βασιλειάδης κ.α., ο Σωτ. Αγαπητίδης και άλλοι.

Φυσικά για την εποχή αυτή θα πρέπει να αναφερθεί ότι μετά την Κατοχή, από το 1944 μέχρι και το 1947 ακόμη, εκδίδονταν και κυκλοφορούσαν πολλά μαρξιστικά βιβλία, πέρα από τα γενικά φιλοσοφικά και πολιτικά, μεταφράσεις από την Σοβιετική Ενωση, λογοτεχνία, παιδικά βιβλία  και άλλα, (υπήρχε ο εκδοτικός οίκος «Τα Νέα Βιβλία» τον οποίο έκλεισε η Ασφάλεια το 1947 μαζί με τον Ριζοσπάστη και την ΚΟΜΕΠ με την έναρξη του Εμφύλιου), και βέβαια πρέπει να σημειωθεί η έκδοση του περιοδικού «Ανταίος» και η ίδρυση της οργάνωσης ΕΠ-ΑΝ (Επιστήμη-Ανασυγκρότηση) που διευθύνονταν από τον Δημήτρη Μπάτση (Πρόεδρος Νίκος Κιτσίκης, ειδικός γραμματέας  Γιάννης Τομπρογιάννης). Στον «Ανταίο», αρθρογραφούσαν πλήθος μεγάλων ονομάτων της ελληνικής διανόησης, κομμουνιστές, αριστεροί,  εαμογενείς αλλά και έξω από τον κύκλο του ΕΑΜ (Ι.Δεσποτόπουλος, Κ.Δεσποτόπουλος, Α.Αγγελλόπουλος, Χ.Θεοδωρίδης, Η.Ηλιού, Δ.Μέξης, Σ.Μάξιμος, Δ.Μπάτσης, Ν.Κιτσίκης, κ.α). Το περιοδικό το έκλεισε η Ασφάλεια μετά από την σύλληψη του Μπάτση. Τέλος θα πρέπει να αναφερθούμε στο κλασικό βιβλίο του Μπάτση «Η βαρειά βιομηχανία στην Ελλάδα» που εκδόθηκε το 1947. Παράλληλα, κυκλοφορούσε το περιοδικό «Νέα Οικονομία» που διηύθυνε ο Αγγελος Αγγελόπουλος, εαμογενές στέλεχος της ΠΕΕΑ, στο οποίο αρθρογραφούσαν και κομμουνιστές.

Τέλος, στην περίοδο 1946-1950 εκδόθηκαν υπό την διεύθυνση του Κ.Δοξιάδη από το τότε Υφυπουργείο Ανοικοδομήσεως μια σειρά που περιλάμβανε πάνω από 40 τίτλους, βιβλία με πολεοδομικά, χωροταξικά και αναπτυξιακά θέματα, τεχνικές οδηγίες για την ανοικοδόμηση των χωριών, σε σχέδια και οικοδομικές κατασκευές,  και μερικά για την μελέτη της παραδοσιακής  αρχιτεκτονικής.

 

του Γεωργίου Μ. Σαρηγιάννη


Share |

Σχετικές Δημοσιεύσεις:

 

GreekArchitects Athens

Copyright © 2002 - 2024. Οροι Χρήσης. Privacy Policy.

Powered by Intrigue Digital