ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΜΑΤΙΕΣ

 

ΚΑΤΑΦΥΓΙΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ

07 Σεπτέμβριος, 2009

ΚΑΤΑΦΥΓΙΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ

Το εκπαιδευτικό κληροδότημα του Frank Lloyd Wright. (παραδείγματα καταφυγίων)

Του Άρη Γεωργίου

English version

Με αφορμή τη διπλή επέτειο των πενήντα χρόνων από τα εγκαίνια του μουσείου Guggenheim της Νέας Υόρκης και του θάνατου του αρχιτέκτονά του Frank Lloyd Wright (1867-1959), το μουσείο φιλοξένησε (μέχρι 23 Αυγούστου 2009), την αναδρομική έκθεση Frank Lloyd Wright: From Within Outward, και παράλληλα μία δευτερεύουσα, μικρή έκθεση με τίτλο Learning By Doing (μαθαίνω, κάνοντας), οργανωμένη από την αρχιτεκτονική σχολή Taliesin, στο πολιτιστικό κέντρο Sackler του μουσείου. Το αντικείμενο της δεύτερης αυτής έκθεσης ήταν η ιστορική αναδρομή στις μικρής κλίμακας πειραματικές οικοδομές (η σχολή τις αποκαλεί καταφύγια), που σχεδιάζουν και κατασκευάζουν οι φοιτητές στο Taliesin West της Αριζόνας και το Taliesin του Ουΐσκόνσιν, όπου διαβιώνουν κατά τη διάρκεια των σπουδών τους. Η σχολή, που ίδρυσε ο Wright το 1932, έχει αρχίσει να κινεί το ευρύτερο ενδιαφέρον για την οικολογική της ευαισθησία, πράγμα που για δεκαετίες είχε, καλώς ή κακώς, σπανίως αποτελέσει αντικείμενο μελέτης στις πολυάριθμες ιστορικές εργασίες και εκδόσεις που τον αφορούν. Το ευρύ κοινό δεν γνωρίζει τον Wright ως παιδαγωγό καί συνήθως θεωρεί την αρχιτεκτονική του καθαρά ιδιότυπη υπόθεση.

 

 

 

Παρά το γεγονός ότι η έκθεση των καταφυγίων φώτιζε μία από τις σημαντικές δραστηριότητες των φοιτητών, δεν υπεισέρχεται στην εξελικτική πορεία της σχολής καθαυτής, κάτι που τελικά φέρνει στην επιφάνεια περισσότερα ερωτήματα παρά απαντήσεις για την εκπαιδευτική φιλοσοφία του Taliesin.


Πριν αναφερθώ στα καταφύγια ως μαθήματα απτής αρχιτεκτονικής (ή απλά τεχνικής), είναι σημαντικό να προσδιοριστεί προηγουμένως η έννοια του καταφυγίου, με γνώμονα τον ίδιο τον Wright και τη θυελώδη πορεία του η οποία άφησε το στίγμα της στην ίδια τη σχολή.

Τον Μάρτιο του 1911 ο Wright σχεδιάζει μια μικρή κατοικία για τη μητέρα του στις πλαγιές ενός λόφου δίπλα στον ποταμό Ουΐσκόνσιν, σε γή που ανήκε στην οικογένεια των Ουαλών μεταναστών, της μητέρας του. Ο Wright είχε μόλις επιστρέψει στην Αμερική μετά από δύο χρόνια «αυτοεξορίας» στη Φλωρεντία, βρίσκοντας την επαγγελματική του καριέρα ληγμένη λόγω του σκανδάλου της φυγής του με τη σύζυγο του πελάτη του Edwin Cheney: ασυγχώρητο για το πουριτανικό Σικάγο του 1900. Δύο μήνες αργότερα, τον Ιούνιο του 1911, σχεδίαζει τις πρώτες κατόψεις του Taliesin I και αμέσως ξεκινάει την κατασκευή του, δημιουργώντας το προσωπικό του καταφύγιo στο καταπράσινο τοπίο του Νοτιοδυτικού Ουΐσκόνσιν.

Αφού ξεπέρασε δύο τραγωδίες που κατέστρεψαν την κατοικία του, με τις μετέπειτα ανακατασκευές στο Taliesin, ο Wright καταφέρνει να το μετατρέψει σε οχυρό και ορμητήριο, απ’όπου, για το υπόλοιπο της ζωής του, θα μας αφήσει ορισμένα από τα σημαντικότερα κτίρια και κείμενα της αρχιτεκτονικής του. Το καταφύγιο Taliesin δεν αποτελεί τόπο φυγής και απόσυρσης, αλλά βατήρα εξόρμησης και διοικητήριο της μάχης του με το μοντέρνο κίνημα που εισάγεται στην Αμερική μεταπολεμικά, και στο οποίο θα αντιπαρατεθεί ασταμάτητα  μέχρι το θάνατό του. Είναι σημαντικό να ειπωθεί πως το σύνολο της πολεμικής του Wright προς το μοντέρνο κίνημα γίνεται και με κέφι και με μία δόση τραγικής ειρωνείας, αφού όσο και να έγραψε, μίλησε και επιχειρηματολόγησε για μια οργανική, ιθαγενή αμερικάνικη αρχιτεκτονική, η συνείδησή του παραμένει έμμονα εστιασμένη στο έργο του και στο πελατολόγιό του. Αυτό ίσως να υπονοεί πως ο Wright δίνει ουσιαστική προσοχή στο επαγγελματικό του έργο παρά στη συστηματική ανάπτυξη αρχιτεκτονικής θεωρίας. Σίγουρα η φιλοσοφία του είναι κυρίαρχο στοιχείο της δουλειάς του, όμως οργανώνεται κι εκρφάζεται μέσω των αναθέσεων, και σπάνια σαν αυτοσκοπός. Είναι εντυπωσιακή η παραγωγικότητα του Taliesin τις τελευταίες δεκαετίες του Wright, με αναθέσεις είκοσι ως τριάντα έργων ετησίως. H σχολή και οι αφοσιωμένοι μαθητές του συμμετέχουν σε αυτήν την παραγωγικότητα, ενώ παράλληλα διοχετεύουν στο έργο του την νεανική τους δημιουργική ενέργεια.

Στα μέσα της δεκαετίας του 1920, λίγα χρόνια πριν τη δημιουργία της σχολής, ο Wright ανακαλύπτει τις λιακάδες της Αριζόνας. Ο εργοδότης του Alexander Chandler, για τον οποίο σχεδιάζει τρία σημαντικά έργα, του παρέχει ένα γήπεδο όπου ο Wright κατασκευάζει τον καταυλισμό Ocotillo, στην έρημο Sonora, προκειμένου να πειραματιστεί πάνω σε εφήμερες κατασκευές. Ο καταυλισμός αυτός θα αποτελέσει τον προάγγελο του Taliesin West.

 

 

 

Στο Ocotillo οι οροφές είναι από καραβόπανο, τεντωμένο σε ξύλινα τελάρα και οι κατασκευές θεμελιώνονται σε πασσάλους ώστε ο καταυλισμός να μπορεί να ξηλωθεί δίχως να αφήσει ίχνη στο πετρώδες έδαφος. Μέσα σε μία δεκαετία, η σχολή θα έχει εδραιωθεί και το 1937 θα ξεκινήσει η κατασκευή του Taliesin West, αποκλειστικά με την προσωπική εργασία, κόπο και ιδρώτα των φοιτητών του. Έτσι αρχίζει το δίπολο των δύο Taliesin, μεταξύ των οποίων θα μετακινείται η σχολή δύο φορές το χρόνο, αποφεύγοντας τους παγερούς χειμώνες του Ουΐσκόνσιν και τα καυτερά καλοκαίρια της Αριζόνας. Το ταξίδι αυτό συνεχίζεται μέχρι σήμερα, δίνοντας στους φοιτητές τη δυνατότητα να διασχίζουν τα απέραντα τοπία των great plains (των κεντρικών πεδιάδων της Αμερικής) σε μία απόσταση σχεδόν 3.000 χλμ., κάθε άνοιξη και φθινόπωρο.

 

Τα πρώτα φοιτητικά καταφύγια ήταν απλές σκηνές από καραβόπανο πάνω σε ξύλινες βάσεις. Μέσα σ’αυτές υπήρχαν ένα απλό κρεβάτι με υπνόσακκο (sleeping bag), κερί η γκαζόλαμπα, βιβλία και φακός. Τα υπόλοιπα υπάρχοντά τους αποθηκεύονταν σε ένα μικρό κτίριο αποθηκών, αποδυτηρίων και λουτρών.

Ένας από τους πρώτους φοιτητές που αφομοίωσε την ερημική διαβίωση και μελέτησε το καταφύγιο ως αρχιτεκτονική ήταν ο John Lautner, που αργότερα έγινε ιδιαίτερα γνωστός στο Los Angeles. Ο Lautner, για το σχεδιασμό του καταφυγίου του, αναζήτησε απλές τεκτονικές επιλύσεις που είναι βασισμένες στο μοτίβο του Taliesin West, με την περίφημη στρέψη της ορθής γωνίας κατά 15°.

 

 

 

Στον απλό χώρο του ύπνου, πρόσθεσε ένα εξωτερικό, σκιασμένο χώρο, όπου τοποθέτησε το σχεδιαστήριό του με θέα τα βουνά και τον ορίζοντα της κοιλάδας του Phoenix. Αυτή η υπέρβαση της σκηνής προς το μικρογραφικό αρχιτεκτόνημα θα γίνει η χαρακτηριστική πράξη του φοιτητή που ανησυχεί και ψάχνει τη δική του αρχιτεκτονική. Όπως είναι φυσικό, στις δεκαετίες που ακολουθούν υπάρχει πλέον καθαρή διάκριση μεταξύ των φοιτητών που σχεδιάζουν υπό την επιρροή του δασκάλου, καθηλωμένοι στη μίμηση κι εκείνων που αποσπώνται από το μορφολογικό συντακτικό του Wright για ν’ αναπτύξουν το δικό τους, προσωπικό λεξιλόγιο. Γι’ αυτούς το καταφύγιο δεν αποτελεί μόνο σπουδή αρχιτεκτονικής μικρογραφίας, αλλά και τόπο εξουδετέρωσης της επιρροής του δασκάλου, άρνησης του δόγματος και αμφισβήτησης των αξιωμάτων που δέχονται καθημερινά. Κατά συνέπεια, τα καταφύγια αυτά έχουν μεγάλο ιστορικό ενδιαφέρον και μέχρι σήμερα θέτουν ερωτήματα στους φοιτητές. Η διαφορά είναι ότι σήμερα οι φοιτητές και οι φοιτήτριες του Taliesin δεν έχουν ν’ αποφύγουν τον Wright, αλλά αυτό που αντιλαμβάνονται ως «μόδα» και καταναλωτισμό των σύγχρονων δυτικών μοντέλων αρχιτεκτονικής.

Συνεχίζει λοιπόν αυτή η υπέρβαση ν’αποτελεί πράξη πάλης και ωρίμανσης των νέων, που μέσα στην πληθώρα της δικτυωμένης καθημερινότητάς τους, αναζητούν να κατανοήσουν πού βρίσκονται πλέον οι αρχιτεκτονικές αξίες και τι θέση παίρνουν απέναντί τους.

 
Δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα καταφυγίων που, μέσα από την υπέρβαση, άνοιξαν μέτωπα προς τον σύγχρονο προβληματισμό για θέματα περιβάλλοντος και οικολογίας είναι εκείνα των φοιτητών Victor Sidy και Chad Cornette τα οποία πραγματοποιήθηκαν σε διάστημα διετίας λίγο πρίν το 2000 και σηματοδοτούν τη νέα φιλοσοφία που εξελίσεται στη σχολή σε ότι αφορά τον πειραματισμό με υλικά και συναρμολογήσεις.

 

 

Και τα δύο μελετήθηκαν πάνω σε ερείπια παλιών κατασκευών ώστε να μη τραυματίσουν παρθένο έδαφος. Τουλάχιστον τα μισά υλικά είναι μεταχειρισμένα. Στη διαδικασία της μελέτης, σημαντικό ρόλο έπαιξε η αναζήτηση χορηγών για τα υπόλοιπα υλικά, οι οποίοι πείστηκαν από τους ίδιους τους φοιτητές προκειμένου να υποστηρίξουν το έργο τους. Η προκατασκευή μερών των κατασκευών στο εργαστήριο υλικών της σχολής ώστε να ελαχιστοποιηθεί η κατασκευαστική ρύπανση στο σημείο ανέγερσης, αποτέλεσε ιδιαίτερα κρίσιμο τμήμα της υλοποίησης. Έξυπνες μετασκευές λεπτομερειών συναρμολόγησης συμπεριλαμβάνονται στη συνολική αισθητική του σχεδίου. Η ανέγερσή τους έγινε με ελάχιστη βοήθεια από τρίτους, ώστε ο νέος αρχιτέκτονας να συνειδητοποιήσει το μέγεθος του κόπου μεταξύ σχεδίασης και υλοποίησης των ιδεών του. Το κτιριολογικό τους πρόγραμμα, αν και μικρογραφικό, συμπεριλάμβανε χώρους κοινωνικής φύσης ώστε τα καταφύγια να μη περιορίζονται σε κάλυψη προσωπικών αναγκών, αλλά με χώρους για συνάξεις, να γίνονται τόποι συζητήσεων και επιχειρηματολογίας μεταξύ των φοιτητών.

Πριν από δύο χρόνια, με πρωτοβουλία των φοιτητών, ξεκίνησε μία νέα προσπάθεια για την ανέγερση καταφυγίων και στο Taliesin του Ουισκόνσιν, τα οποία ονόμασαν καταφύγια στο λιβάδι (prairie shelters), διαχωρίζοντάς τα από τα καταφύγια στην έρημο (desert shelters). Για να μπορέσει να επιτευχθεί αυτή η πρωτοβουλία, μία ομάδα τελειοφοίτων ανέλαβε να ετοιμάσει το υλικό με το οποίο αιτήθηκε στις τοπικές αρχές να τροποποιήσουν τον οικοδομικό κανονισμό της περιοχής της σχολής, ώστε αυτές οι πειραματικές κατασκευές να είναι νόμιμες. Η παραπάνω διαδικασία έδωσε στους φοιτητές την εμπειρία της συναλλαγής με τις αρχές που πείστηκαν κι ενέκριναν τις πειραματικές κατασκευές, ως μια νέα οικοδομική κατηγορία στην περιοχή. Στην αρχή σχεδιάστηκαν δύο καταφύγια ως πρότυπα, ανοίγοντας το δρόμο για τη συνέχεια της παράδοσης που περιοριζόταν στον προβληματισμό των συνθηκών της ερήμου. Τα περιβαλλοντολογικά προβλήματα στο βόρειο κλίμα είναι σχεδόν αντίθετα με αυτά της νότιας ερήμου. Εδώ το έδαφος είναι ιζηματογενές αντί πετρώδες και παγώνει τους χειμώνες μέχρι και σε ένα μέτρο βάθος. Η θεμελίωση γίνεται σοβαρό στοιχείο του σχεδιασμού, και απαιτεί πολύ περισσότερα υλικά. Η βροχή και το χιόνι, που αφθονούν τον περισσότερο καιρό, απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή στη στεγάνωση και στα ενεργά δομικά φορτία. Ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται για την προστασία από πληθώρα εντόμων. Συγκριτικά με την σχεδόν αδρανή έρημο, το περιβάλλον στο Taliesin είναι ζωντανό και απαιτητικό. Κατά συνέπεια τα μαθήματα στις δύο σχολές, καλύπουν ένα πολύμορφο φάσμα προβληματισμού, επιλύσεων και εφαρμογής ιδεών.

Τα δύο καταφύγια που βρίσκονται υπό κατασκευή στο λιβάδι, αναζητούν δύο διαφορετικές αρχιτεκτονικές περιπέτειες. Το πρώτο, του φοιτητή Ryan Hewson, εκτελείται με το 80% των υλικών του να προέρχεται από τη συστηματική κατεδάφιση και ανακύκλωση μιας αποθήκης του 1930, που βρίσκεται σε γειτονικό αγρόκτημα. Το σχέδιο είναι μια αρχιτεκτονική σπουδή της μορφολογίας των ιδιόμορφων τοπικών αποθηκών (sheds) πού βρίσκονται διάσπαρτες στις φάρμες του Ουΐσκόνσιν. Ακόμη και στη μικροκλίμακα του καταφυγίου, ο Ryan μελέτησε τον πρόβολο, το δομικό πλαίσιο, τη ροπή και το τοιχείο.

 


Στο δεύτερο καταφύγιο, η συνεργασία μεταξύ των φοιτητών Michael Des Barres και Christian Butler, ακολούθησε την κατεύθυνση του πειραματισμού με τον ψηφιακό υπολογισμό του αλγορίθμου Voronoi, με βάση τον οποίο ανέπτυξαν έξι πλέγματα που σχημάτισαν δομικό κύβο από χάλυβα, ο οποίος τοποθετήθηκε σε βάση από οπλισμένο σκυρόδεμα. Ενώ δεν υπάρχουν ούτε δύο όμοια πολύγωνα στο σχέδιο, η ψηφιακή υπολογιστική ισχύς διοχετεύτηκε προκειμένου να περιοριστεί στο ελάχιστο η σπατάλη υλικού, ώστε για όλα τα ανόμοια τμήματα των πολυγώνων να βρεθεί η βέλτιστη θέση τους στo αρχικό μήκος της κοιλοδοκού πριν την κοπή.

 

Το αποτέλεσμα φέρνει στην επιφάνεια ένα τρέχον θέμα που αποσχολεί την αρχιτεκτονική θεωρία τα τελευταία χρόνια. Το δίπολο μεταξύ της υψηλής τεχνολογίας των ψηφιακών υπολογισμών (computation) και της στρατηγικής διαχείρησης των οικοδομικών υλικών που ευθυγραμμίζεται με τον οικολογικό προβληματισμό. Ίσως το χάσμα να φαίνεται αγεφύρωτο προς το παρόν, αλλά όταν οι νέες γενιές αρχιτεκτόνων έχουν το προνόμιο της άμεσης σχέσης κι εμπειρίας σε αυτά τα θέματα, με την υποστήριξη της παιδαγωγικής φιλοσοφίας του πειραματισμού, είναι πιθανό πως θα βρούν τη χρυσή τομή μεταξύ της εικονικής πραγματικότητας των ηλεκτρονικών εργαλείων σχεδίασης και της φυσικής πραγματικότητας των υλικών που όλο και περισσότερο αναζητούνται στην πράξη που ορίζει την ανακύκλωση και τη βιωσιμότητα, πρωταρχικές ιδέες.

Στοιχεία της εκπαιδευτικής φιλοσοφίας του Taliesin βασίζονται στον William James, και ειδικά στη θεωρία του ριζοσπαστικού εμπειρισμού (radical empiricism). Ο James ήταν πρωτοπόρος του πραγματισμού μαζί με τον Peirce στο Harvard, όπως επίσης και της θεωρίας της ελεύθερης βούλησης (free will) και του πληθωριστικού σύμπαντος (pluralistic universe). Στα μέσα του 19ου αιώνα ανέπτυξε τις αρχές της αλληλεπίδρασης των εμπειρειών και κατέληξε πως η εμπειρία της πραγματικότητας ανέρχεται μέσα από την άμεση επαφή με τους συσχετισμούς πολλαπλών εμπειρειών και δημιουργεί ένα ολιστικό δυναμικό δίκτυο μνήμης το οποίο σταθεροποιεί τη γνώση. Αυτή η θεωρία που πιθανότατα επέδρασε στην ανάπτυξη της θεωρίας της σχετικότητας και της απροσδιοριστίας, βρήκε εύφορο έδαφος στην καθαρά πρακτική προσέγγιση της παιδείας του Taliesin και θεμελίωσε τις βάσεις του προγράμματος που αναγνωρίζεται σήμερα ισότιμο όλων των πανεπιστημίων της Αμερικής. Στις βάσεις αυτές επιδρούν οι πιό πρόσφατες θεωρίες του αυτοπροσδιορισμού (self-determination theory) που ορίζει ως τρείς πρωταρχικές ψυχολογικές ανάγκες την ικανότητα, αυτονομία και συσχετισμό, και της αντανακλαστικής πρακτικής (reflectivfe practice) που υποστιρίζει την σημάσια της στοχαστικής ανάπτυξης ιδεών. Αυτές οι αρχές προσφέρουν στους σημερινούς φοιτητές μία εντελώς εναλλακτική πορεία μέσα στην ανώτατη παιδεία της αρχιτεκτονικής που τους προετοιμάζει για τον πολύπλοκο επαγγελματικό δυναμισμό απο τη μία, και για την ασταμάτητη αυτοπαιδεία από την άλλη.

Μέσα σ’αυτό το πλαίσιο το καταφύγιο παύει να περιορίζεται στο αντικείμενο που αντιπροσωπεύει τον αρχιτέκτονα και μετατρέπεται σε ένα πείραμα ιδεών του οποίου ο σκοπός δεν είναι τόσο η δημιουργική έκφραση, όσο η εξερεύνηση των επιλύσεων και της επίτευξης ενός στόχου. Ακόμα και στις περιπτώσεις λαθών και αστοχίας, ο φοιτητής αρχιτέκτονας καταλήγει να κατοικεί μαζί τους, γεγονός που τελικά επιφέρει τη συνειδητοποίηση της βαρύτητας των σχεδιαστικών του αποφάσεών.

H πολύπλευρη έννοια του καταφυγίου που εδραίωσε ο Wright για τον ίδιο του τον εαυτό, και κατά συνέπεια για τους φοιτητές του Taliesin, παραμένει πλούσια στην ουσία της και άκρως πειραματική. Παρότι ελάχιστοι από τους χίλιους πεντακόσιους αρχιτέκτονες που πέρασαν απο το Taliesin κατάφεραν ν’αναγνωριστούν για το δικό τους έργο (Fay Jones, John Lautner, Paolo Soleri, Richard Neutra, Rudolph Schindler), πρέπει να μην αγνοηθεί το γεγονός πως η δημιουργικότητα και η αφοσίωση πού έδωσαν στη σχολή είναι σημαντικό κομάτι των εβδομήντα πέντε χρόνων της ιστορίας της. Άλλωστε ο Wright χαΐδευτικά αποκαλούσε το Taliesin ως μικρό πείραμα και πρότρεπε τους μαθητές του να βρούν πηγή έμπνευσης στη φύση και όχι στο πρόσωπό του. Η συνέχεια μιας παράδοσης, όταν ακολουθεί αρχές αντί σχήματα, επιβιώνει ακόμα και σε δύσκολες και αντίξοες συνθήκες. Αυτή η παράδοση της εμπειρικής εκπαίδευσης αρχιτεκτόνων στο Taliesin παραμένει ζωντανή και καίρια.

Οι δύο εκθέσεις θα μεταφερθούν το φθινόπωρο στο μουσείο Guggenheim του Μπιλμπάο στην Ισπανία, όπου οι δύο μορφές αρχιτεκτονικής, οι δυο Franks, ο Wright και ο Ghery, θα μας δώσουν ακόμη μία αφορμή να συνεχίσουμε τη συζήτηση περί ουσίας στην αρχιτεκτονική.

Του Άρη Γεωργίου, Καθ. Αρχιτεκτονικής, Taliesin

Σχετικά:
Τετάρτες Βραδύ στη Ξάνθη και “Καταφύγια Αρχιτεκτονικής”   
Ίσως οι “Τετάρτες Βράδυ” της Ξάνθης και οι αντίστοιχες των άλλων σχολών, να μπορέσουν να βρουν ένα διαδικτυακό χάραμα.
Του Κωστή Κεβεντσίδη-Αρχιτέκτονα, διδ. (407/80) ΔΠΘ

 

Συμμετοχή στο greekarchitects.gr  
Καλούμε όλους όσοι επιθυμούν να συμμετέχουν στο e-περιοδικό μας, είτε αρθρογραφώντας είτε παρουσιάζοντας αρχιτεκτονικά τους έργα, διπλωματικές εργασίες κτλ., να επικοινωνήσουν μαζί μας. (κατηγορίες & τρόπος συμμετοχής)

Share |
 

GreekArchitects Athens

Copyright © 2002 - 2024. Οροι Χρήσης. Privacy Policy.

Powered by Intrigue Digital