ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΜΑΤΙΕΣ

 

Μια Biennale για την πόλη

10 Δεκέμβριος, 2006

Μια Biennale για την πόλη

«Δεν υπάρχει μετασχηματισμός της πόλης που να μην σημαίνει και ένα μετασχηματισμό της ζωής των κατοίκων της» Aldo Rossi, Η Αρχιτεκτονική της πόλης.Η Βενετία, κάθε δύο χρόνια, αποτελεί προορισμό συν τοις άλλοις και μιας ειδικής ομάδας τουριστών – των αρχιτεκτόνων. H Biennale di Venezia διοργανώνει την Mostra Internationale di Architettura, μια έκθεση με λιγότερη αίγλη από την δίδυμή της για τα Εικαστικά, φιλικότερη όμως προς την αντίληψη του μέσου επισκέπτη.

Της Δάφνης Σουλογιάννη

 Η διαδικασία έχει ως εξής: το Ίδρυμα υπό την αιγίδα του οποίου τελεί η έκθεση, ορίζει το θέμα – φέτος, «Πόλεις – Αρχιτεκτονική και Κοινωνία» – οπότε και καλεί τα συμμετέχοντα κράτη να παρουσιάσουν τις απόψεις τους, ενώ το ίδιο το Ίδρυμα αναθέτει σε επιμελητή να διευθύνει την έκθεση, οργανώνοντας και την κεντρική θεματική παρουσίαση. Την φετινή 10η Έκθεση (10 Σεπτεμβρίου-19 Νοεμβρίου 2006) εκλήθη να διευθύνει ο Βρετανός καθηγητής Αρχιτεκτονικής και Πολεοδομίας, θεωρητικός με εξαιρετικά δημόσιο προφίλ – σύμβουλος του Δημάρχου Λονδίνου Ken Livingston, του ΒΒC, της Tate κλπ – και το αποτέλεσμα, τουλάχιστον ως προς την κύρια θεματική έκθεση, ήταν εντυπωσιακό.

Η ιδέα ήταν η παρουσίαση 16 πόλεων (Σάο Πάολο, Καράκας, Μπογκοτά, Πόλη του Μεξικού, Λος Άντζελες, Νέα Υόρκη, Κάιρο, Τζοχάνεσμπουργκ, Κωνσταντινούπολη, το σύμπλεγμα Μιλάνο-Τορίνο, Βερολίνο, Λονδίνο, Μπαρτσελόνα, Τόκιο, Βομβάη, Σανγκάι), πόλεων όχι κατ’ ανάγκη διάσημων, σίγουρα όχι υγιών, με αμφισβητούμενη πολιτική και πολιτιστική επιρροή, αλλά με σαφή την τάση ανάπτυξής τους, ενίοτε και γιγαντισμού τους.

 

Ο λιτός χώρος της Corderie dell’ Arsenale (στο σημείο του παλιού ναυπηγείου στην άκρη της πόλης) υποδέχτηκε τους αριθμούς και τις εικόνες, τα στατιστικά στοιχεία και τους ήχους αυτών των πόλεων, όπου συνδυάστηκαν διάφορα εκφραστικά μέσα (από τις παραδοσιακές μακέτες μιας διπλωματικής εργασίας μέχρι τις βίντεο-εγκαταστάσεις που θα ανέμενε κανείς να συναντήσει μάλλον στην Biennale των Εικαστικών.

 

Στόχος ήταν η πρόσληψη των δεδομένων από την ευρύτερη δυνατή κοινότητα – από τα παιδιά του Δημοτικού που επισκέφτηκαν την έκθεση με το σχολείο τους μέχρι τον ειδικό-αρχιτέκτονα που θέλησε να παρευρεθεί στο γεγονός. Το μέγεθος κάθε πόλης μετρήθηκε βάσει του πόσες Βενετίες χωράει μέσα της. Το πόσο πυκνοκατοικημένη είναι κάθε πόλη φάνηκε σε μακέτες τεράστιες σαν παγόβουνα από λευκό φελιζόλ, με ύψη που προσομοίαζαν την πυκνότητά της σε κάθε σημείο της.

 

Η φυσιογνωμία κάθε πόλης φάνηκε στις επιδαπέδιες οθόνες όπου προβαλλόταν σε γρήγορη κίνηση εικόνα από μια σταθερή κάμερα που έγραφε καθ’ όλη τη διάρκεια του 24ώρου. Βίντεο με συνεντεύξεις ειδικών, των οποίων ο ήχος διαχεόταν από λευκές τεράστιες κουπόλες, χάρτες, αεροφωτογραφίες, διαγράμματα καταγραφής και πρόβλεψης, καλλιτεχνικές φωτογραφίες, όλα τοποθετημένα στο ημίφως ενός επιμήκους βιομηχανικού κτηρίου του 19ου αιώνα, με μοναδικό κενό σημείο, το κεντρικό γεμάτο από κόσμο, κατακόκκινο αμφιθέατρο όπου προσφερόταν καφές γνωστής ιταλικής μάρκας, χορηγού της έκθεσης.

 

Ίσως θα ήταν το πιο εντυπωσιακό σημείο, εάν δεν υπήρχαν, ως ανακουφιστικά ιντερμέδια, προβολές αεροφωτογραφιών κινούμενες στο δάπεδο, κάθετα στην επιμήκη διάσταση του κτηρίου, πάνω στις οποίες ο επισκέπτης ήταν υποχρεωμένος να περάσει, και να αισθανθεί με τον τρόπο αυτό, αφενός τμήμα της πόλης, αφετέρου τον ίλιγγο που προκαλεί η ταχύτητα της εξέλιξης.

Τα υπόλοιπα κτήρια στον χώρο του Arsenale φιλοξενούσαν τα απαραίτητα βιβλιοπωλείο και café δίπλα στο νερό, το ιταλικό περίπτερο με έκθεμα τη δημιουργία μιας νέας ιταλικής πόλης, την εθνική συμμετοχή της Κίνας, δύο σχέδια επανάχρησης χώρων με την υπογραφή των Renzo Piano και Norman Foster (από τις λίγες παρουσίες «επωνύμων» αρχιτεκτόνων), καθώς και την έκθεση «Πόλεις από Πέτρα», σε συνεργασία με τα Ιταλικά Υπουργεία Οικονομίας και Πολιτισμού. Η θεματική αυτής της έκθεσης σχετικά με το τοπίο του ιταλικού νότου συμπληρώνεται με μια δεύτερη που διοργανώθηκε στο Palermo και μέχρι τις αρχές το 2007, επεκτείνοντας έτσι τον χώρο και τον χρόνο της Biennale.

Ο δεύτερος πόλος της έκθεσης βρίσκεται παραδοσιακά στην γειτονική περιοχή των Giardini, στο πάρκο της Βενετίας, ένα από τα λίγα σημεία στην πόλη με χώμα και δέντρα. Οι επισκέπτες οδηγούνταν εκεί μέσω ιδιαίτερων σημάνσεων (κόκκινες στήλες), που ήταν τοποθετημένες στους δαιδάλους της πόλης και που ανήγγελλαν το θέμα, δίνοντας σε ένα μικρό σχήμα το διάγραμμα του εκθεσιακού χώρου που ακολουθούσε. Ο χώρος των Giardini della Biennale αποτελεί τον κήπο των εθνικών περιπτέρων – κτηρίων που έχει κτίσει η κάθε χώρα και φιλοξενεί τη συμμετοχή της στην εκάστοτε Biennale, Εικαστικών και Αρχιτεκτονικής.

 

 

Στην κύρια είσοδο, ο κύβος με τις έδρες-video walls δεν λειτουργούσε σωστά στο φως της ημέρας, δημιουργούσε όμως το κατάλληλο κλίμα πανηγυρικής ατμόσφαιρας. Την παράσταση φυσικά έκλεψε το Padiglione Italia, το κτήριο που φιλοξενούσε διεθνή ερευνητικά κέντρα, πανεπιστήμια, περιοδικά και αρχιτεκτονικά γραφεία, και τις μελέτες τους σε σχέση με την αστική και την μετα-αστική κλίμακα. Σε μια δαιδαλώδη πορεία – το άκρως αντίθετο της έκθεσης στο Arsenale – ο επισκέπτης εισέπραττε τα συμπεράσματα, μεταξύ άλλων, του εργαστηρίου του Μ.Ι.Τ. Cambridge Mass. (η τεχνολογία αιχμής στο αυτοκίνητο και το κινητό τηλέφωνο επαναπροσδιορίζει την αισθητική μας και την εξέλιξη της πόλης), του Royal College of Art του Λονδίνου (κατασκευές που προσομοιάζουν ως χρώμα και φόρμα σε παιδικά παιχνίδια, διασπείρονται στο σύγχρονο Λονδίνο), του Berlage Institute στο Ρόττερνταμ (τα θέματα της γιγαντιαίας πόλης στο στρογγυλό τραπέζι της συζήτησης, έστω κι αν πρόκειται για moquant τηλεδιάσκεψη), του περιοδικού C Photo του Λονδίνου (ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε την πόλη, ως καταγραφή και ως καλλιτέχνημα), με την πολυεπίπεδη φωτογραφία του οποίου διακοσμήθηκε η πρόσοψη του Padiglione Italia.

 

Βαθύτερα στο πάρκο έβρισκε κανείς τα ετερόκλητα κτήρια των εθνικών περιπτέρων – η ελβετική συμμετοχή είχε επιμελητή τον Bernard Tschumi με τις κλασσικές μορφοκρατικές απόψεις, στο γερμανικό περίπτερο ο επισκέπτης βοηθούσε στην διαμόρφωση της έκθεσης, αποκαλύπτοντας τις κρυμμένες μακέτες και ανεβαίνοντας στην κόκκινη σκάλα που οδηγούσε στο δώμα του κτηρίου, ενώ το γαλλικό περίπτερο λειτουργούσε και ως κοινόβιο της ομάδας των εκθετών.

 

 

Το ελληνικό περίπτερο βρίσκεται στο αντιδιαμετρικό της κύριας εισόδου άκρο των Giardini, δίπλα στην δευτερεύουσα είσοδο, και πρόκειται για ένα κτήριο με αισθητική και υλικά που παραπέμπουν στην κλασσική αρχαιότητα και στο Βυζάντιο. Η συμμετοχή μας, με επιμελητές τους Κατερίνα Κοτζιά, Ηλία Κωνσταντόπουλο, Λόη Παπαδόπουλο και Κορίνα Φιλοξενίδου, είχε ως θέμα «Το Αιγαίο: μια διάσπαρτη πόλη». Θέμα που θα μπορούσε κανείς να προσλάβει ως την αντιμετώπιση του συμπλέγματος των νησιών και των κυκλοφοριών στο Αιγαίο ως κινήσεις σε έναν αστικό χώρο, σαν οι καλοκαιρινοί μας προορισμοί να ήταν περιοχές της ίδιας πόλης και τα πλοία μέσα αστικής μεταφοράς, σαν το Αιγαίο Πέλαγος να ήταν μια εκτενέστερη Βενετία. Στον κήπο μπροστά από το κτήριο διασκορπίστηκαν κιβώτια όπου αναγράφονταν ονόματα νησιών, και προετοίμαζαν την είσοδο στο περίπτερο.

 

Στην πρώτη αίθουσα το φως από το διαφώτιστο της οροφής και ο άνεμος από τους ανεμιστήρες συνομιλούσαν με την πλατφόρμα που αναπαριστούσε την κίνηση του πλοίου και τους αεικίνητους μύλους των αιολικών πάρκων. Στατιστικά στοιχεία, δεδομένα μετακινήσεων, αντικείμενα γνώριμα, ποσοστώσεις και προβλέψεις, οπτικοποιήθηκαν με ιδιαιτέρως πρωτότυπα και καλαίσθητα μέσα, αφήνοντας να μπει το χιούμορ, το χρώμα και η τεχνολογία μέσα στο ελληνικό περίπτερο.

 

 

 

 

Η αισθητική αρτιότητα και η εξωστρέφεια της έκθεσης κέρδισαν τις εντυπώσεις ανάμεσα στους επισκέπτες των Giardini, αν και μάλλον η έκθεση άρεσε περισσότερο στο μη αρχιτεκτονικό κοινό. Πάντως, χωρίς να επαναλαμβάνεται το αποκλίνον σκεπτικό της ελληνικής συμμετοχής, αυτή ήταν και η γενικότερη εικόνα της φετινής Biennale: περισσότερη θεωρία και λιγότερη πράξη, περισσότερη ανάλυση και λιγότερη σύνθεση. Με τον τρόπο αυτό η αρχιτεκτονική, η πόλη έγινε πιο προσιτή, άλλωστε γοητεύει πολλούς η προοπτική να γίνουν για λίγο αρχιτέκτονες.

Η έξοδος από τον χώρο των Giardini νομοτελειακά οδηγούσε στην laguna και στην πανοραμική εικόνα της πόλης της Βενετίας. Της πόλης-μουσείο, όπου η καινούργια αρχιτεκτονική δεν έχει καμία θέση εκτός κι αν είναι συμμετοχή στην Biennale, και οι καινούργιες κατασκευές δεν βρίσκουν χώρο εφαρμογής, εκτός κι αν πρόκειται για τις ξύλινες passerelles που τοποθετούνται στην Piazza San Marco, κάθε φορά που ανεβαίνει η στάθμη της θάλασσας και τα νερά πλημμυρίζουν την πλατεία.

 

Στο Ca’ Rezzonico – κάποτε κατοικία της ομώνυμης οικογένειας και σήμερα μουσείο – οι οροφές είναι ζωγραφισμένες από τον Giovan Battista Tiepolo, σε ένα άκρως μπαρόκ στυλ. Στην μεγάλη αίθουσα του palazzo, τα στοιχεία που μοιάζουν με ξύλινα σκαλίσματα στην οροφή, είναι και αυτά ζωγραφισμένα και συνθέτουν το πλαίσιο μιας πολυπληθούς οροφογραφίας. Τα πρόσωπα κοιτούν προς τα κάτω, ξέρουν ότι εμείς τα παρακολουθούμε, έχουν συναίσθηση της θέσης τους και της παρουσίας του επισκέπτη. Αυτός όμως προσηλώνει το βλέμμα του στον τροβαδούρο που καθισμένος στο πλαίσιο της ζωγραφικής παράστασης, έχει κρεμάσει το ένα πόδι του προς τα κάτω. Στο ίδιο palazzo και σε κάποιο ιδιαίτερο δωμάτιο, υπάρχει η τοιχογραφία ενός γερακιού που κυνηγά ένα κοπάδι ορτυκιών ανάμεσα σε σύννεφα. Στην προσπάθειά του να ξεφύγει, ένα πουλί βγαίνει τελείως από το νοητό πλαίσιο του σχεδίου, χωρίς όμως να χάσει την ζωγραφική του υπόσταση. Δίπλα του ένα άλλο πουλί δεν είναι τόσο τυχερό, καθώς στην τοιχογραφία φαίνεται μόνο η ουρά του, ενώ το σώμα του έχει εξαφανιστεί, σαν υπενθύμιση ότι ο κόσμος συνεχίζεται και πέρα από το όριο της παράστασης. Ο Tiepolo υπερβαίνει το μπαρόκ και την εποχή του, καθώς συνεχίζει τον πίνακα και πέρα από το κάδρο του, και αντιλαμβάνεται το έργο τέχνης ως ένα παράθυρο στον κόσμο, πέρα από το πλαίσιο του οποίου υπάρχουν τα αόρατα, τα οποία θα επιλέξει εκείνος πότε θα παρουσιάσει στο έργο του και πότε όχι. Μια χρήσιμη οδηγία που μπορεί να παίρνει κανείς μαζί του στην Biennale – την έκθεση που προσφέρει το πλαίσιο, μόνο για να το υπερβεί, που καταγράφει τα επιστημονικά δεδομένα, μόνο για να τα δει ως καλλιτεχνικό αντικείμενο, που περιγράφει την εποχή της, μόνο για να τη συνδέσει με παρελθόν και μέλλον.

Δάφνη Σουλογιάννη
αρχιτέκτων μηχ.

 

Share |

Σχετικές Δημοσιεύσεις:

 

GreekArchitects Athens

Copyright © 2002 - 2024. Οροι Χρήσης. Privacy Policy.

Powered by Intrigue Digital