ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΜΑΤΙΕΣ

 

Προς μια «μηχανογενή» περιβαλλοντική συνείδηση

29 Νοέμβριος, 2010

Προς μια «μηχανογενή» περιβαλλοντική συνείδηση

Η απαίτηση του 21ού αιώνα για περιβαλλοντική ευαισθησία κρύβεται πιθανά στη μηχανογενή προέλευση μιας συνειδησιακής σχέσης η οποία αναπτύσσεται στη σχέση του άνθρωπου με τη φύση.

Του Αλέξανδρου Κιτρινιάρη


«...ανέκαθεν η φύση βρισκόταν σε πόλεμο ενάντια στη Ζωή!»
 [1]

Σε μια περίοδο οικονομικής ύφεσης, πολιτικής αστάθειας, κοινωνικής ανισσοροπίας, πολιτισμικής διασποράς και ψυχικού παραλογισμού είναι πιθανά εύλογο να στραφούμε προς το κοντινό μας παρελθόν, με απώτερο σκοπό να βρεθεί μια λύση. Τον περασμένο αιώνα η συλλογική μνήμη αποκρυσταλλώνει μια «μηχανογενή» εικόνα στα πλαίσια της περιβαλλοντικής συνείδησης η οποία φαίνεται να αναδύεται με αργούς αλλά σταθερούς ρυθμούς για τις κοινωνίες που έπονται. Παρόλα αυτά μια περιρρέουσα βουή μου λέει ότι τίποτε από τα παραπάνω δεν είναι πλέον αυτονόητο. Πρέπει να επικαλεστούμε άραγε για ακόμη μια φορά την ιστορία;

Είναι πιθανό πως ναι και εκτιθέμενοι προς μια σύντομη ιστορική αναδρομή, θα μπορούσαμε να αναφερθούμε στον 19ο αιώνα χαρακτηρίζοντάς τον ως έναν πυκνωτή ιστορικών και πολιτισμικών στοιχειών. Θα λέγαμε μάλιστα ότι συνοδεύεται από ένα χρονικό διάστημα γεωγραφικών ανακαλύψεων και ιστορικών αποκαλύψεων που οδήγησαν στην κατασκευή της ιστορίας των λαών και των πολιτισμών, όπως την γνωρίζουμε σήμερα. Μιλώντας εν συνεχεία για τον 20ο αιώνα, αναφερόμαστε σε μια χρονική περίοδο χωρικών - γεωγραφικών και πολιτικών ανακατατάξεων, δημιουργώντας μια πολύπλοκη κατάσταση η οποία εντείνεται από τους πολέμους, την διαρκή κινητικότητα πληθυσμών και την μετανάστευση.

Ως επακόλουθο των παραπάνω γεγονότων, το πρώτο μισό του 20ού αιώνα συνοδευόταν από την αρχέγονη και τραυματική εμπειρία ενός πολιτισμού πολεμικών υπολειμμάτων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα δεκάδες χιλιάδες κτίσματα που βρέθηκαν στις ακτές του Ατλαντικού μετά το τέλος του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, τα οποία κατασκεύαζαν οι γερμανοί κατακτητές για να παρεμποδίσουν ενδεχόμενες συμμαχικές εισβολές. Το 1958 ο Paul Virilio επισκέπτεται για πρώτη φορά το λεγόμενο «Τείχος του Αντλαντικού». Εκεί έρχεται αντιμέτωπος με ένα συσσώρευμα από ερειπωμένα οχυρά, στρατόπεδα, φυλακές, αντιαεροπορικά καταφύγια, βάσεις υποβρύχιων, θεματικά πάρκα, ξενοδοχεία και εξοχικά σπίτια. Λίγα χρόνια αργότερα αναλύει και περιγράφει με δέος τα αρχέτυπα μιας άγνωστης αρχιτεκτονικής η οποία έστησε στο ενδιάμεσο της γης και του θαλάσσιου ορίζοντα τα ιερά μνημεία της.

Ίσως εντοπίζεται εδώ κάπως διαφοροποιημένα η έννοια της «αρχιτεκτονικής χωρίς αρχιτέκτονες», αν θα μπορούσαμε να βασιστούμε στην ομότιτλη Αγγλική έκδοση.[2] Δηλαδή μιας αρχιτεκτονικής που είναι κτισμένη από απλούς ανθρώπους και τεχνίτες με απώτερο σκοπό να ακολουθεί τις απαιτήσεις και τις ανάγκες των καιρών της. Στην συγκεκριμένη περίπτωση τα παραπάνω κτίσματα δεν είναι σχεδιασμένα από αρχιτέκτονες αλλά από γερμανούς στρατιώτες του Τρίτου Ράιχ και εν τέλει κανείς δεν ενδιαφέρθηκε αν θα επιτελούν κάποιον άλλο σκοπό πέρα από εκείνον για τον οποίο προοριζόταν να υπηρετούν.

Η προσέγγιση του Virilio παρόλα αυτά είναι ενδιαφέρουσα διότι παρατηρεί τον πόλεμο μέσα από τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό του τοπίου. Μάλιστα η έννοια του τοπίου βαρύνεται εδώ από μια μηχανογενή συνθήκη και κάπως έτσι ο πόλεμος γίνεται ένα περίπλοκο σχεδιαστικό πρόβλημα που είναι τόσο αόριστο καθώς οι ζωές αλλά και η φύση που καταστρέφει κρύβουν τις πραγματικές του συνέπειες. Είναι επίσης άξιο λόγου ότι μετά το τέλος του πολέμου, τα κτίσματα αυτά παραμένουν στατικά και όπως αναφέρει ο ίδιος η συνύπαρξη τους με την σημερινή πραγματικότητα προκαλεί χωρικές και χρονικές αντιπαραθέσεις: «Η αντίφαση μεταξύ του καλοκαιριού των θαλασσινών λουτρών και του καλοκαιριού του πολέμου δεν θα σταματούσε ποτέ. Από εκείνη την στιγμή και ύστερα, θεωρώ ότι η οργάνωση του χώρου θα συμβάδιζε με το φανέρωμα του χρόνου». [3]

Άραγε τι μας επιφυλάσσει ο 21ός αιώνας ο οποίος ξεκίνησε παράλληλα με την έναρξη της νέας χιλιετίας; Φαίνεται από πολύ νωρίς ότι ο 21ός αιώνας, οδηγείται προς μια αναθεώρηση των κοινωνικών, πολιτικών και περιβαλλοντικών δομών, θέτοντας διαρκώς νέες βάσεις στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό. Είναι επίσης πιθανό ότι η μηχανογενής προέλευση μιας «αντι-οικολογικής αρχιτεκτονικής» των αρχών του 20ού αιώνα στις ακτές του Ατλαντικού, η οποία ορθώνεται στην άμμο και μολύνει τα θαλάσσια ύδατα, να εξασθενεί σαν σημασία μπροστά στην πραγματικότητα του ξεσπάσματος ενός από τους βαναυσότερους πολέμους στην Παγκόσμια Ιστορία.

Το ζήτημα επομένως που τίθεται εδώ εμμέσως πλην σαφώς, είναι αν θα μπορούσαμε να σκεφτούμε την σχέση του ανθρώπου με την φύση χωρίς την παρεμβολή των μηχανών. Το σίγουρο είναι ότι είμαστε μια κοινωνία, ένα είδος ζωικό που παράγει τεχνήματα. Ανέκαθεν ο άνθρωπος κατασκεύαζε τεχνήματα, είτε αν αυτά τα τεχνήματα καταστρέφουν το περιβάλλον είτε είναι φιλικά προς αυτό. Είτε αν αυτές οι μηχανές έχουν ανυπολόγιστες συνέπειες για τις ανθρώπινες ζωές και τη φύση, όπως στην περίπτωση του Δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου για παράδειγμα, είτε χρησιμοποιούνται για την ανέγερση οικοδομημάτων σοφά προσαρμοσμένων στο φυσικό ανάγλυφο του εδάφους χωρίς έτσι να διαταράσσουν την ισορροπία μεταξύ του τεχνητού και του φυσικού χώρου.

Η απαίτηση επομένως του 21ού αιώνα για περιβαλλοντική ευαισθησία κρύβεται πιθανά στην  μηχανογενή προέλευση μιας συνειδησιακής σχέσης η οποία αναπτύσσεται στην σχέση του άνθρωπου με τη φύση.

Μιλώντας μάλιστα για τον όρο «μηχανογενή προέλευση» αναφερόμαστε σε μια εκ των μηχανών γένεση. Αναλύοντας περαιτέρω την έννοια «περιβαλλοντική συνείδηση» αναφερόμαστε στην παραγωγή μιας ελεγχόμενης λογικής σχέσης που αναπτύσσει ο άνθρωπος με το περιβάλλον. Ειδικότερα ο όρος «συνείδηση» νοείται ως μια πράξη κατά την οποία μπορώ να ελέγξω με λογικό τρόπο κάτι το οποίο βρίσκεται απέναντι μου. Για κάποιον λόγο μια τέτοια λογική πράξη ελέγχουν και οι μηχανές, τις οποίες εμείς οι ίδιοι παράγουμε.  Το ερώτημα επομένως είναι αν μπορούμε να υπάρξουμε ανεξάρτητα από τις μηχανές, δηλαδή από τα τεχνήματα τα οποία φτιάχνουμε. Ίσως αυτό είναι αδύνατο καθώς δεν μπορούμε να γυρίσουμε πίσω στην ιστορία, παρόλη την ευκολία μιας ιστορικής ανασκόπησης που επιχειρήθηκε παραπάνω.

Να λοιπόν κάτι που αναμένεται να αποκαλύψει αυτός ο αιώνας. Την σχέση της ανθρωπότητας με το κοινωνικό, τον πολιτισμό και τη φύση, τα οποία τείνουν πράγματι να φθαρούν ολοένα και περισσότερο. Κάτι που δεν οφείλεται μόνο σε κοινότυπους και άμεσα εκτιθέμενους παράγοντες, όπως η μόλυνση του περιβάλλοντος αλλά σε μιας αρχέγονης, μοιρολατρικής και παθητικής στάσης του ανθρώπου προς την φύση. Μιας στάσης που έχει μετασχηματιστεί στο πέρασμα των αιώνων εξαιτίας κυρίως μιας πολιτισμικής συνδιαλλαγής η οποία δεν κρίνεται και ποτέ δεν μπορούσε να κριθεί. Μιας στάσης που ενδεχομένως προκάλεσε την απαίτηση ή έστω την ανάγκη του 21ού αιώνα για την πνευματική καλλιέργεια της περιβαλλοντικής συνείδησης. Κάτι για το οποίο η αρχιτεκτονική έχει να δώσει και έχει ήδη δώσει στο παρελθόν απαντήσεις, όντας ίσως το κυριότερο όχημα σε αυτό τον αγώνα.

Μια τέτοια απάντηση στο παραπάνω ζήτημα έρχεται να ταράξει τα νερά ακόμη περισσότερο, ενισχύοντας την αντίληψη για μια μηχανική αντιμετώπιση του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού. Αναφέρομαι στην περίπτωση του «μηχανιστικού τοπίου», το οποίο είναι αποτέλεσμα μιας σχεδιαστικής διαδικασίας βασισμένη σε προγράμματα παραμετρικού σχεδιασμού. Μιλάμε δηλαδή για τοπιακές διαμορφώσεις που παράγονται μέσω παραμετρικών προγραμμάτων από ηλεκτρονικό υπολογιστή, τα οποία δέχονται τα δεδομένα της εκάστοτε τοπιακής ανάλυσης, μεταφράζοντας τα σε χωρικές διαμορφώσεις. Είναι πιθανό μια τέτοια διαδικασία να αντικρούει τους όρους παραγωγής της, καθώς η ανάλυση ενός πεδίου το οποίο κατακλύζεται από πολλές μεταβλητές, καταλήγει στην παραγωγή μιας στατικής εικόνας η οποία στην ουσία της δεν μεταβάλλεται. Οδηγούμενοι όμως προς μια τέτοια σχεδιαστική πρόθεση, η οποία για να παράξει το τελικό αποτέλεσμα θα πρέπει να διαχειριστεί έναν τεράστιο όγκο πληροφοριών και δεδομένων, κατανοούμε πως η χρήση των μηχανών μας είναι απαραίτητη, παρόλο που η παραπάνω σχεδιαστική διαδικασία παραμένει προς το παρόν στα σχέδια και έτσι δεν μπορούμε να κρίνουμε την πρόθεση της. [4]

Ποίος είναι σήμερα λοιπόν ο ρόλος της περιβαλλοντικής συνείδησης αφού τόσο από την πλευρά του σύμπαντος όσο και από την πλευρά των ανθρώπινων υπάρξεων, τίθεται διαρκώς το ζήτημα των μηχανών, που πιθανά θα ρυθμίζουν στις επόμενες εποχές τις σχέσεις ανάμεσα στο οξυγόνο, το όζον και το διοξείδιο του άνθρακα στην γήινη ατμόσφαιρα;

Αυτό που πιθανά κρίνεται εδώ είναι μια πολιτική συγκρότηση του αρχιτεκτονικού τοπίου, βασισμένη σε κοινωνικές πρακτικές και εμπνευσμένη από την συλλογική - περιβαλλοντική συνείδηση για αυτόν τον τόπο.  Μια συνείδηση η οποία παρουσιάζεται σήμερα όλο και περισσότερο απομακρυσμένη από «μηχανιστικές» εκδοχές καθώς ταυτίζεται με μια γενικότερη περιβαλλοντική εκστρατεία στο πλαίσιο των βιώσιμων πόλεων. Άλλωστε οι συνεχείς προκηρύξεις αρχιτεκτονικών διαγωνισμών για αναπλάσεις πυκνοδομημένων αστικών κυρίως περιοχών στην Ελλάδα και το εξωτερικό εκθέτουν μια προοπτική που φαίνεται να αναδύεται σταδιακά μοιράζοντας ελπίδες για την συνέχεια.  

[1]. Guattari F., Οι Τρείς Οικολογίες, (μτφρ. Σολωμού Μ.), Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 1991, σελ.68
[2]. Rudofsky Β., Architecture without Architects, Academy Edition London, 1964
[3]. Virilio P., Bunker Archeology, Princeton, NJ, Princeton University Press, 2008
[4]. Ο όρος «μηχανιστικό τοπίο» (machinic landscape) χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στο εγχειρίδιο της Architectural Association  

Εικόνα: Μηχανικά υπολείμματα  και διαβρωμένα μπετονένια κτίσματα στις Ακτές του Ατλαντικού. Είναι πιθανό ότι η μηχανογενής προέλευση μιας «αντι-οικολογικής αρχιτεκτονικής» των αρχών του 20ού αιώνα στις ακτές του Ατλαντικού, να αδυνατίζει σαν σημασία στα πλαίσια της περιβαλλοντικής συνείδησης η οποία εκτίθεται μπροστά στον «πόλεμο» των ανθρώπινων υπάρξεων έναντι της φύσης. [Πηγή: Virilio P., Bunker Archeology, Princeton, NJ, Princeton University Press, 2008 (ηλεκτρονικά επεξεργασμένη)]

 

Ο Αλέξανδρος  Κιτρινιάρης ασχολείται με ζητήματα πολιτισμικού Συμβολισμού, διερευνώντας βαθύτερα τις σχέσεις ανάμεσα στο φυσικό και το ανθρωπογενές περιβάλλον στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό.

Share |
 

GreekArchitects Athens

Copyright © 2002 - 2024. Οροι Χρήσης. Privacy Policy.

Powered by Intrigue Digital