ΜΟΝΙΜΕΣ ΣΤΗΛΕΣ

ΤΑ ΨΗΛΑ ΚΤΗΡΙΑ

Αφιέρωμα στα ψηλά κτίρια II.β

19 Αύγουστος, 2008

Αφιέρωμα στα ψηλά κτίρια II.β

Το αφιέρωμα αυτό περιλαμβάνει μια γενική επισκόπηση του αρχιτεκτονικού κτιριακού τύπου των ψηλών κτιρίων, γνωστού ως ουρανοξύστης, από την εμφάνιση του το 1885 στο Σικάγο μέχρι σήμερα, τις αρχές του 21ου αιώνα. Έχοντας γραφτεί πολλά κείμενα και θεωρίες για τα ψηλά κτίρια, έγινε η προσπάθεια να παρουσιαστεί η ιστορική αυτή αναδρομή με έναν πρωτότυπο τρόπο, ο οποίος να διαφέρει από τους μέχρι τώρα υπάρχοντες.

Του Αλέξιου Βανδώρου

Δείτε:
<< Αφιέρωμα στα ψηλά κτίρια I
<< Αφιέρωμα στα ψηλά κτίρια IΙα
<< Αφιέρωμα στα ψηλά κτίρια IIΙ.α
 

II. ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ – ΜΕΡΟΣ Β

το οικονομικό κραχ του 1987 και η αναζήτηση νέων αγορών

Σε αναλογία με τη Μεγάλη Κρίση της δεκαετίας του ’30 που ακολούθησε το οικονομικό κραχ της 29ης Οκτωβρίου του 1929, η ύφεση των αρχών της δεκαετίας του ’90 ανέστειλε την υλοποίηση διάφορων σχεδιασμών ψηλών κτιρίων στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπως το σχέδιο του Cesar Pelli (1990) για το ψηλότερο κτίριο του κόσμου. Οι Αμερικανοί αρχιτέκτονες στράφηκαν στην αναπτυσσόμενη αγορά της Ασίας και των χωρών της πρώην Σοβιετικής Ένωσης (μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου το1989). Με τις οικονομίες να αναπτύσσονται ραγδαία σε αυτές τις χώρες, και τους δείκτες ανάπτυξης να φτάνουν πολλές φορές σε διψήφιο αριθμό, ήταν σχετικά εύκολο για τις αμερικανικές εταιρίες, με εμπειρία στην κατασκευή ψηλών κτιρίων, να βρουν έργα στον υπόλοιπο κόσμο, καθώς τα ποσοστά κενότητας των κτιρίων γραφείων σε Σικάγο, Los Angeles και Νέα Υόρκη αυξάνονταν δραματικά. Υπήρξαν ακόμη και προτάσεις για την υλοποίηση του ψηλότερου κτιρίου στον κόσμο σε κάποια ασιατική πόλη, ακόμη και στη Μόσχα. Σε πρακτικό επίπεδο, πολλοί αρχιτέκτονες από την Αμερική ήδη κατασκεύαζαν ουρανοξύστες στην Ευρώπη και την Ασία κατά τη δεκαετία του ’80, συνεπώς η σχέση με τους «πελάτες» ήταν ήδη παγιωμένη. Παράλληλα με τον αρχιτέκτονα I.M. Pei και το γραφείο των SOM, μπορούν εξίσου να αναφερθούν κατασκευές όπως ο πύργος Messe στη Φρανκφούρτη  του Helmut Jahn (1984-91), που αποτέλεσε το ψηλότερο κτίριο της Ευρώπης στα 257 μέτρα, όπως επίσης και το κτίριο DG Bank των Kohn Pedersen Fox στην ίδια πόλη (1993), με ύψος 206 μέτρα.

Συμπτωματικά, και τα δύο παραπάνω κτίρια εκτοπίστηκαν μέσα σε τρία χρόνια από το κτίριο Commerzbank του Foster, στα 259 μέτρα. Το παραπάνω αλλά και άλλα κτίρια είναι ουσιαστικά προϊόντα των περιόδων αυτών της ύφεσης και ανάκαμψης στα μέσα της δεκαετίας του ’90, όταν οι αρχιτέκτονες στράφηκαν και ανέλαβαν μεγάλα έργα σε χώρες με αναπτυσσόμενες οικονομίες, κυρίως στη Νοτιοανατολική Ασία. Το γεγονός αυτό καταγράφεται και από τον Τύπο της εποχής με τις δραματικές αλλαγές που έλαβαν χώρα σε αυτά τα αστικά τοπία από τα μέσα μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’90. Διατρέχει τόσο τον επανασχεδιασμό της περιοχής Pudong της Σαγκάη και τη μετατροπή της σε μία σύγχρονη εμπορική πόλη ψηλών κτιρίων, μέχρι την ολοκλήρωση του ψηλότερου κτιρίου στον κόσμο (1996-97): τους πύργους Petronas στην Kuala Lumpur με ύψος 452 μέτρα. Στη συνέχεια, στα τέλη του 1998, ασταθείς μετακινήσεις στην παγκόσμια αγορά και πτωτικές τάσεις στην οικονομία των ασιατικών χωρών, που σημειώθηκαν, οδήγησαν σε ματαίωση και αόριστη αναβολή αρκετών νέων κτιριακών γραφείων σε ολόκληρη τη νοτιοανατολική Ασία. Η οικονομική ισχύς της Ασίας έχει πλέον χαθεί και τα ολοκληρωμένα κτίρια τόσο στη Σαγκάη όσο και στη Kuala Lumpur και τη Μπανγκόκ συγκεντρώνουν λίγους επενδυτές. Παρόλα αυτά πρέπει να γίνει κατανοητό ότι ακολουθείται μία κυκλική πορεία σε όλο αυτό το γεγονός. Ακόμη και αν χρειάζεται αρκετά χρόνια για διάφορες χώρες ανά τον κόσμο να επανακάμψουν οικονομικά, οι ασιατικές αστικές πόλεις φάνηκε να «αναρρώνουν» ταχύτατα με την έλευση της νέας χιλιετίας. Παρά την ασιατική οικονομική και οικοδομική ύφεση, την περίοδο αυτή, η αμερικανική πόλη έχει να αντιμετωπίσει μία έντονη ανοικοδόμηση από το 1997-98, λαμβάνοντας υπόψη ακόμη και την κατασκευή κτιρίων μέσου ύψους (15-20 ορόφους) και το σχεδιασμό νέων ουρανοξυστών. Αντίθετα με τις επιπτώσεις από την Μεγάλη Κρίση του 1930, η ύφεση της δεκαετίας του ’90 παρουσιάζει έναν περισσότερο τοπικό και σποραδικό χαρακτήρα.

η νέα χιλιετία – νέα ρεκόρ και ουτοπικά project

Την παραμονή της νέας χιλιετίας, πραγματοποιήθηκε ένας νέος αγώνας για τον τίτλο του ψηλότερου κτιρίου στον κόσμο. Πολλές χώρες ανακοίνωσαν σχεδιασμούς έργων που θα κατακτούσαν το βραβείο. Το απραγματοποίητο κτίριο Miglin – Beitler Tower, που σχεδιάστηκε για το Σικάγο το 1988 μετά από ένα σχεδιασμό του Cesar Pelli, θα έφθανε το συμβολικό ύψος 610 μέτρων. Ένα από τα πιο διάσημα projects ήταν εκείνο του Norman Foster, το 1989, για το οικοδόμημα Millennium Tower στο Τόκιο. Αυτή η μελέτη για μία κατακόρυφη πόλη προγραμματίστηκε να στεγάσει 60.000 κατοίκους και προοριζόταν να κτιστεί στην παραλία του Τόκιο. Φτάνοντας στα 840 μέτρα, θα είχε ξεπεράσει κάθε προηγούμενο. Ο σχεδιασμός, συναφής με εκείνον στο κτίριο John Hancock Center, οργανώνεται σε ένα άκαμπτο σωλήνα, μολονότι τώρα σε σχήμα κώνου, με σκοπό να αντιστέκεται τόσο στον άνεμο όσο σε σεισμό. Το σχέδιο του Norman Foster για το κτίριο Millennium Tower στο Λονδίνο, ύψους 386 μέτρων, επίσης δεν πραγματοποιήθηκε. Ωστόσο, το 2004 κατάφερε να χρησιμοποιήσει τη περιοχή της πρότασης για ένα διαφορετικό σκοπό, δηλαδή για κάτι μικρότερο όπως το κτίριο Swiss Re Headquarters. Το 1989 ο Jean Nouvel παρουσίασε μια πρόταση για τον «πύργο χωρίς τέλος» το κτίριο Tour sans Fin στην περιοχή του Παρισιού, γνωστή ως La Défense. Αγγίζοντας τα 420 μέτρα, το κτίριο αυτό θα κατακτούσε το ρεκόρ ύψους για την Ευρώπη. Το 1995 στην Αυστραλία, ο επενδυτής Bruno Grollo ανακοίνωσε την κατασκευή ενός κτιρίου – πύργου στα 495 μέτρα, στην πόλη της Μελβούρνης, σχεδιασμένος από τον Harry Seidler. Την ίδια περίοδο, στα 1996, η αρχιτεκτονική ομάδα Future Systems σχεδίαζε ένα οικοδόμημα 442 μέτρων, για το Λονδίνο, που θα ονομαζόταν “Green Bird”.

scyscrapers

Ένα άλλο έργο που θα κατέρριπτε προηγούμενα ρεκόρ, και παρουσιάστηκε το 1996 από μία ομάδα Ισπανών αρχιτεκτόνων με αρχηγό τον Javier Pioz: ο «Βιονικός Πύργος» για τη Σαγκάη  ενσωμάτωνε μία ουτοπική προσέγγιση βασισμένη σε ευρήματα της εφαρμοσμένης βιολογίας. Σχεδιασμένο για να φτάσει στα 1,228 μέτρα και δυνατότητα να στεγάσει 100,000 ανθρώπους, το κτίριο αυτό θα είχε υποσκελίσει όλα τα προηγούμενα ρεκόρ του παρελθόντος. Εντούτοις ακόμη ένα απραγματοποίητο project σχεδιάστηκε το 1998 από το γραφείο των SOM στο Σικάγο και αυτό θα επιτύγχανε το συμβολικό ύψος των 610 μέτρων.

Τα περισσότερα από αυτά τα φιλόδοξα σχέδια απέτυχαν κυρίως για οικονομικούς λόγους. Στο τέλος, ακριβώς πριν από τη νέα χιλιετία, το ρεκόρ ύψους μεταφέρθηκε στη Μαλαισία. Το 1998 οι πύργοι Petronas Towers κέρδισαν τον τίτλο για τον ψηλότερο ουρανοξύστη της χιλιετίας για την Ασία. Με 452 μέτρα ύψος είναι ψηλότεροι από το κτίριο Sears Tower στο Σικάγο. Ένα χρόνο αργότερα, το κτίριο Jin Mao Tower στη Σανγκάη έφτασε μόλις στα 421 μέτρα, παρόλο που ήταν ήδη ψηλότερο από το Empire State Building.

Το 2004, ο ουρανοξύστης Taipei 101 διεκδίκησε το επόμενο ρεκόρ για την Ασία. Με ύψος 508 μέτρα, επί του παρόντος αναγνωρίζεται από τη Διεθνή Επιτροπή ως το ψηλότερο κτίριο στον κόσμο. Ο οικονομικός ανταγωνισμός μεταξύ των εθνών της Ασίας γίνεται ορατός σε νέα σχέδια για ψηλότερους ουρανοξύστες. Ακόμη και η καταστροφή της 11/9 στη Νέα Υόρκη δεν ανέστειλε αυτή την εξέλιξη. Επίσης στην έκθεση της Αρχιτεκτονικής Biennale της Βενετίας του 2002, οι ουρανοξύστες – ως στοιχείο του μέλλοντός μας – αποτέλεσαν το κεντρικό σημείο της παρουσίασης. Εντούτοις, συνήθως τα εμπορικά, αρχιτεκτονικά σχήματα της Αμερικής, όπως οι Skidmore, Owings & Merrill, Kohn Pedersen Fox, Murphy/Jahn και Cesar Pelli, που έχουν παγκόσμια παρουσία, καταφέρνουν να μεταδίδουν την πολύχρονη εμπειρία τους στα εντυπωσιακά κτίρια ουρανοξυστών. Το κτίριο World Financial Center που σχεδιάστηκε από τους Kohn Pedersen Fox για τη Σανγκάη πιστοποιεί το γεγονός αυτό, όπως και το κτίριο Burj Dubai που σχεδιάστηκε από τους SOM.

scyscrapers

η σύγχρονη άποψη, ο προβληματισμός και ο μύθος για τους ουρανοξύστες

Ευθύς εξαρχής, έγινε φανερό ότι οικονομικά ενδιαφέροντα καθοδήγησαν την οργάνωση και το σχεδιασμό των ουρανοξυστών, περισσότερο από κάθε άλλο είδος κτιρίου. Πρόσθετα σε αυτό, οι πελάτες που κτίζουν τέτοια κτίρια σπάνια μπορούν να ελπίζουν σε μία ταχεία απόσβεση κεφαλαίου. Πολύ μεγαλύτερης σημασίας θεωρείται η αύξηση του κύρους της εταιρίας, της πόλης ή ακόμη και της χώρας. Από τότε που ξεκίνησε για πρώτη φορά αυτός ο αρχιτεκτονικός αγώνας για την κατάκτηση του ουρανού, τα ρεκόρ ύψους αποτέλεσαν τον πιο αποτελεσματικό τρόπο για να επικεντρώσουν το ενδιαφέρον του κοινού σε μία αρχιτεκτονική φίρμα. Εντούτοις την ίδια στιγμή, ένας σχεδιασμός υψηλής ποιότητας είναι πρωταρχικός στην παγίωση της εικόνας κάποιου. Ταυτόχρονα γίνεται φανερό ότι η σημαντική αρχιτεκτονική ώθηση προέρχεται από projects που δεν επιδιώκουν να αποσπάσουν νέα ρεκόρ. Το CCTV Headquarters του Rem Koolhaas στο Πεκίνο, για παράδειγμα, με ένα σύνθετο σχεδιασμό παρουσιάζει μία τελείως νέα πρόκληση σε στατικό επίπεδο, και φανερώνει επίσης μια ενδιαφέρουσα προσέγγιση στη χωρική ανάλυση της κατασκευής. Και η γλυπτική φόρμα που εμφανίζεται στο κτίριο Turning Torso του Santiago Calatrava στο Malmö, και θα αποτελέσει το ψηλότερο κτίριο στη Σουηδία, θα μπορούσε να εισάγει ένα νέο στοιχείο στο σχεδιασμό ουρανοξυστών για το μέλλον.

Με το πρόσφατα ολοκληρωμένο κτίριο Swiss Re Headquarters στο Λονδίνο, ο Norman Foster έδειξε για ακόμη μία φορά πόσα μπορούν ακόμη να γίνουν σε επίπεδο τυπολογίας για να βελτιωθεί ο ουρανοξύστης, ακόμη και όταν το κτίριο δείχνει σχετικά ταπεινό με γνώμονα το ύψος. Επίσης τόνισε τις σημαντικές δυνατότητες που ενυπάρχουν στην προώθηση οικολογικών προσεγγίσεων στο μέλλον. Η έντονη μορφολογική συγγένεια παρουσιάζει αυτός ο πύργος του Foster με το κτίριο του Jean Nouvel Torre Agbar στη Βαρκελώνη, μπορεί να είναι αποκλειστικά και μόνο θέμα τύχης, μιας και οι δύο ουρανοξύστες έχουν κατασκευαστεί με εντελώς διαφορετικές μεθόδους. Ωστόσο, όπως στο κτίριο Swiss Re Headquarters, ο πύργος Agbar αποτελεί μία σύνθετη απάντηση στο περιεχόμενο της ευρωπαϊκής πόλης. Εξίσου το κτίριο London Bridge Tower του Renzo Piano, που σχεδιάζεται να ολοκληρωθεί το 2009, με τους δημόσιους χώρους του σε ψηλά επίπεδα – «τις πλατείες του στους ουρανούς» - εμπεριέχει κάποιες σημαντικές αρχές για το μέλλον.

Το 1978 στο “delirious New York” , ο Rem Koolhaas περιγράφει τον ουρανοξύστη και τον επερχόμενο «πολιτισμό του συνωστισμού» ως το κύριο θέμα σύνθεσης της αρχιτεκτονικής του 20ου αιώνα. Στο «Αναδρομικό Μανιφέστο» διαμορφώνει τη θεωρία του για τον «Μανχατανισμό», μέσω του οποίου οι ορθολογικές και οικονομικές προσεγγίσεις της κατασκευής του ουρανοξύστη πάντα θα καταστρατηγούνται από φανταστικές και ουτοπικές αντιλήψεις. Στην άποψη του Koolhaas για το Rockefeller Center συνοψίζει αυτή τη σύγχυση, ακριβώς επειδή δεν εστιάζει σε ένα μεμονωμένο κτίριο αλλά κατασκευάστηκε ως ένα πολύ – λειτουργικό σύνολο. Έχοντας αναλύσει την προοδευτική πτώση του Μανχατανισμού που συμπίπτει με την εξασθένιση του μοντέρνου, ο Koolhaas προσπάθησε να αντιταχθεί σε αυτό με σχέδια δικά του όπως τους Togok Towers για τη Σεούλ (1995) και το Hyperbuilding (=υπέρ – οικοδόμημα) (1996) μολονότι δεν πραγματοποιήθηκαν ποτέ. Σε αυτές τις προτάσεις, ο στόχος του να παρουσιάσει το ιδεατό σχήμα μιας πόλης – ουρανοξύστη με νέες κατασκευές και προσεγγίσεις: «Αποτελεί μύθο το γεγονός ότι ο ουρανοξύστης είναι η μόνη τυπολογική δομή που αυξάνει την αστική πυκνότητα». Με το σχέδιο για το κτίριο CCTV στο Πεκίνο, ο Koolhaas δεν θα είναι σε θέση να υλοποιήσει τη θεωρία του στην πιο καθαρή μορφή της, αλλά τουλάχιστον θα κατασκευάσει ένα κτίριο με ένα από τα μεγαλύτερα επίπεδα ορόφου στον κόσμο και μία συνθετικά πολύπλοκη εσωτερική διάταξη. Και η πρόταση που υπέβαλε η ομάδα αρχιτεκτόνων United Architects για το Ground Zero ακολούθησε μία ανάλογη πορεία σε αναζήτηση νέων τυπολογιών. Εδώ, επίσης, ο σχεδιασμός δεν προσανατολίζεται σε ένα μεμονωμένο κτίριο – πύργο, αλλά σε μία κατακόρυφη αλληλοσυνδεόμενη αστική κατασκευή.

scyscrapers

 

Share |

Σχετικές Δημοσιεύσεις:

 

GreekArchitects Athens

Copyright © 2002 - 2024. Οροι Χρήσης. Privacy Policy.

Powered by Intrigue Digital