ΜΟΝΙΜΕΣ ΣΤΗΛΕΣ

ΤΑ ΨΗΛΑ ΚΤΗΡΙΑ

Αφιέρωμα στα ψηλά κτίρια IV.β

15 Οκτώβριος, 2009

Αφιέρωμα στα ψηλά κτίρια IV.β

Το αφιέρωμα αυτό περιλαμβάνει μια γενική επισκόπηση του αρχιτεκτονικού κτιριακού τύπου των ψηλών κτιρίων, γνωστού ως ουρανοξύστης, από την εμφάνιση του το 1885 στο Σικάγο μέχρι σήμερα, τις αρχές του 21ου αιώνα.

Του Αλέξιου Βανδώρου

Έχοντας γραφτεί πολλά κείμενα και θεωρίες για τα ψηλά κτίρια, έγινε η προσπάθεια να παρουσιαστεί η ιστορική αυτή αναδρομή με έναν πρωτότυπο τρόπο, ο οποίος να διαφέρει από τους μέχρι τώρα υπάρχοντες.


οι Η.Π.Α. και ο ‘ευρωπαϊκός’ Μοντερνισμός

Η θριαμβευτική άφιξη του μοντερνισμού στην Ευρώπη ξεκίνησε στη δεκαετία του 1920, ενώ ακόμη δεν είχαν κτιστεί ουρανοξύστες εκεί. Οι ευρωπαίοι αρχιτέκτονες θα ταξίδευαν στις Ηνωμένες Πολιτείες για να μελετήσουν την ορθολογική οργάνωση των μεθόδων κατασκευής καθώς και τα τελευταία τεχνολογικά επιτεύγματα. Εντούτοις, μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1930, οι Ηνωμένες Πολιτείες παρέμειναν σε μεγάλο βαθμό ασυγκίνητες από το μοντερνισμό, πάνω από όλα, όσον αφορά την πορεία των ουρανοξυστών. Παρόλο που οι πελάτες δέχτηκαν με ενθουσιασμό την τεχνολογική καινοτομία στις κατασκευαστικές μεθόδους, στην πρόβλεψη και εφοδιασμό με ανελκυστήρες και επαρκή φωτισμό, όταν έφτασαν στην εξωτερική εμφάνιση των κτιρίων, παρέμειναν προσκολλημένοι σε παραδοσιακές σχεδιαστικές τυπολογίες. Η Ayn Rand με το μυθιστόρημα “The Fountainhead” το 1943 περιστρέφεται ακριβώς γύρω από αυτή τη σύγκρουση. Ακόμη, ο Walter Gropius, αφού διέσχισε τις Ηνωμένες Πολιτείες για δύο μήνες το 1928, σημείωσε ότι: «Δεν υπάρχει ακόμη αληθινή αρχιτεκτονική στην Αμερική».
Η πρώτη επαφή με τις εξελίξεις στην Ευρώπη ήρθε με το διαγωνισμό για το κτίριο Chicago Tribune Tower το 1922. Από τις 204 προτάσεις (εικ. 143-152), πάνω από το 1/3 προέρχονταν από ευρωπαϊκές συμμετοχές. Πάνω από όλες, οι προτάσεις που κατέθεσαν ο Adolf Loos (εικ. 153) και ο Walter Gropius (εικ. 154) φαίνεται να σημαδεύουν μελλοντικές εξελίξεις. Από τη μια μεριά, υπήρχε το καθαρά σχεδιασμένο, συμμετρικό, μοντερνίστικο «κουτί», και από την άλλη μεριά τα σχέδιά τους παρουσίαζαν τις εκφραστικές φόρμες, που αργότερα επαναπροσδιόρισε το μεταμοντέρνο κίνημα στα ψηλά κτίρια.

 


«Κλικ» για μεγέθυνση

 


Με τις συμμετοχές του διαγωνισμού να ταξιδεύουν σε περιοδική έκθεση, οι μοντερνιστές ευρωπαίοι αρχιτέκτονες έγιναν γνωστοί σε ολόκληρες τις Ηνωμένες Πολιτείες, πολύ πέρα από το Σικάγο. Οι πρώτες σαφώς αναγνωρίσιμες αντιδράσεις στις ευρωπαϊκές συμμετοχές, σε αυτόν το φημισμένο διαγωνισμό γίνονται ορατές στο κτίριο American Radiator Building (εικ. 155) στη Νέα Υόρκη. Παρόλο που ο Raymond Hood, νικητής του διαγωνισμού, επέμεινε να πραγματοποιήσει το νέο – γοτθικό πύργο του στο Σικάγο, την ίδια στιγμή στη Νέα Υόρκη εμπνεύστηκε σαφώς από ένα πολύ περισσότερο μοντέρνο σχεδιασμό του νικητή του 2ου βραβείου, τον Eliel Saarinen. Ο Hood έμαθε από το Saarinen πώς να προσδώσει στο κτίριο μία συνεπή στον εαυτό του φόρμα, και ταυτόχρονα να αναδείξει το ύψος του, με μία προσεκτικά συγκροτημένη εκλέπτυνση της κατασκευής προς τα πάνω. Με το κτίριο Radiator Building, ο Hood ενεργοποίησε ένα κύμα κτιρίων Art Deco, μέσα στη δεκαετία του 1920, το οποίο προοριζόταν να παίξει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη των ουρανοξυστών. Έτσι το κτίριο Barclay – Vesey Building που χτίστηκε το 1926 (εικ. 156), το Fuller Building που χτίστηκε το 1929 και το κτίριο Daily News Building (εικ. 157) που χτίστηκε το 1930 εντάσσονται στους πιο σημαντικούς ουρανοξύστες της εποχής τους, μέχρι που το κτίριο McGraw – Hill Building (εικ. 158), του Raymond Hood, ξεκίνησε μία νέα κούρσα μακριά από στοιχεία Art Deco και με κατεύθυνση το μοντερνισμό.

η νέα εποχή που άρχισε με το Empire State Building

Το κτίριο Chrysler Building (εικ. 159) και το Empire State Building (εικ. 160) σηματοδοτούν την δεύτερη άνθιση των ουρανοξυστών. Και τα δύο μπήκαν στη μάχη για το ψηλότερο κτίριο, που πλέον είχε μετατραπεί σε ένα δημόσιο, εορταστικό γεγονός. Το Chrysler Building αποτέλεσε το πρώτο κτίριο που άφησε πίσω τον Πύργο του Eiffel, αλλά σύντομα ξεπεράστηκε από το Empire State Building με την αποβάθρα – σταθμό για αερόπλοια, παρόλο που ποτέ δεν εξυπηρετήθηκε αυτή η λειτουργία. Ωστόσο, ήταν η πρώτη φορά που η μελλοντική σκέψη για πρόσβαση στους ουρανοξύστες από αέρος τουλάχιστον έγινε χειροπιαστή πρόθεση. Και τα δύο αυτά κτίρια βασικά παραπέμπουν στη σκέψη του Sullivan για τριμερή χωρισμό της κατασκευής καθώς και τυπολογία ψηλών κτιρίων προσαρμοσμένα στα δεδομένα της Νέας Υόρκης. Και τα δύο κτίρια διαθέτουν εξέδρες θέασης για το κοινό. Στην περίπτωση του Empire State Building, που ολοκληρώθηκε κατά την οικονομική κρίση, το εισιτήριο εισόδου που επιβλήθηκε στους επισκέπτες αποτέλεσε ένα μικρό αλλά σημαντικό έσοδο, τη στιγμή που τα περισσότερα γραφεία παρέμεναν άδεια. Όσον αφορά στο σχεδιασμό ουρανοξυστών, το Empire State Building σηματοδότησε το τέλος της παραδοσιακής – χαλύβδινου σκελετού – κατασκευής, και παρέμεινε αξεπέραστο μέχρι τη δεκαετία του 1970, επειδή αυτός ο τύπος κατασκευής απλά ήταν πολύ δαπανηρός πέρα από ένα συγκεκριμένο ύψος.

Το ρεκόρ ύψους του Empire State Building ήταν και εξακολουθεί να είναι σημαντικό για πολλούς λόγους. Παρέμεινε αξεπέραστο για περισσότερα από 40 χρόνια, και αποτέλεσε τον κυρίαρχο ουρανοξύστη. Ακόμη σηματοδότησε το στυλιστικό φινάλε των ουρανοξυστών με στοιχεία Art Deco. Το κέντρο Rockefeller (εικ. 161) σύντομα κατέγραψε την άφιξη μιας νέας σκέψης: η ιδέα της σύνθεσης μιας ομάδας ουρανοξυστών με μεγάλο εύρος, δημιουργώντας «την πόλη μέσα στην πόλη». (εικ. 162)

 


«Κλικ» για μεγέθυνση

 


Με τους νέους ελεύθερους χώρους, τα εστιατόρια στην ταράτσα, την κεντρική πλατεία και τις αίθουσες παραστάσεων, το κέντρο Rockefeller ήταν στην πραγματικότητα ένας ουρανοξύστης – πόλη. Φανερώνει έτσι πώς μια έξυπνη διασταύρωση λειτουργιών και μία οργανωμένη ενοποίηση ουρανοξυστών στο περιβάλλον τους, μπορεί να δημιουργήσει τελείως νέους αστικούς χώρους. Λίγο αργότερα, το κτίριο PSFS Building του William Lescaze (εικ. 163), στη Φιλαδέλφεια, με την οριζόντια οροφή του και τις ισχυρά ορισμένες και ασύμμετρες κατακόρυφες υπό – ενότητες του κτιρίου, σηματοδοτεί μία σημαντική φάση της στυλιστικής προόδου του ουρανοξύστη προς την κατεύθυνση του μοντερνισμού. Το παραπάνω καθώς και το κτίριο McGraw – Hill Building του Hood, ήταν τα μόνα ψηλά κτίρια που συμπεριλήφθηκαν στην έκθεση μοντέρνας αρχιτεκτονικής του 1932 στην Διεθνή Έκθεση του Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης στη Νέα Υόρκη, που διοργανώθηκε από τον Philip Johnson και τον Henry – Russell Hitchcock. Η συνοδευτική έκδοση, Το Διεθνές Στυλ, αποτελεί τον πρώτο θρίαμβο του ουρανοξύστη στη λογοτεχνία και στην ιστορία των αρχιτεκτονικών στυλ.

Mies van de Rohe – το μοντέρνο στα ψηλά κτίρια

Μέχρι το 1969 ο Mies είχε σχεδιάσει και πραγματοποιήσει ένα σύνολο από 14 ψηλά κτίρια. Ωστόσο, νωρίτερα με το σχεδιασμό του κτιρίου Seagram Building (εικ. 164) είχε ήδη κατορθώσει να φτάσει μία αρχιτεκτονική ποιότητα, που δε θα ξεπερνιόταν ποτέ. Μαζί με το κτίριο Lever House, απέναντι στο κτίριο Seagram, που ολοκληρώθηκε λίγα χρόνια νωρίτερα, αποτέλεσαν τα δύο κύρια αρχέτυπα για τις μελλοντικές εξελίξεις στην κατασκευή του ουρανοξύστη. Αυτές οι δύο εναλλακτικές λύσεις περιλάμβαναν τόσο το μουντό, γυαλιστερό κουτί με μπρούτζινους συνδέσμους, που δίνει την εντύπωση ενός κομψού γλυπτού, όσο και το λαμπερό, απαστράπτον, διαφανές κουτί , που αποκαλύπτει τις εσωτερικές δομές του. Και στις δύο περιπτώσεις, ο συσχετισμός με το αστικό υπόβαθρο στο επίπεδο του δρόμου είναι ιδιαίτερης σημασίας. Το κτίριο Lever House δημιουργούσε ένα ανοικτό, δημόσιο χώρο κάτω από την ίδια την κατασκευή, η οποία είχε ανυψωθεί για το λόγο αυτό πάνω σε στηρίξεις, ενώ το κτίριο Seagram Building τοποθετήθηκε αρκετά σε υποχώρηση από το όριο του δρόμου, ανοίγοντας ένα δημόσιο χώρο μπροστά του. Στην πραγματικότητα, σηματοδότησε τη δημιουργία της «δημόσιας πλατείας», γεγονός που επαναλήφθηκε ανά τον κόσμο ως φόρος τιμής του ουρανοξύστη στην πόλη. Έτσι, αυτή η επίλυση του σχεδιασμού ενσωματώθηκε στους καινούριους κτιριοδομικούς κανονισμούς της Νέας Υόρκης.

η μετα-μοντέρνα εποχή

Η μετα-μοντέρνα εποχή επανάφερε την έννοια του «κλασσικού» ουρανοξύστη. Αυτή είναι, ενός κτιρίου το οποίο δεν είναι μόνο ένα είδος προεξέχοντος σωλήνα ή πολύπλευρου κρυστάλλου, αλλά ένα κτίριο με μια σαφώς καθορισμένη δομή: βάση, κορμό και επίστεψη. Η εκδοχή του ουρανοξύστη ως μια κατοικίσιμη κλασσική κολόνα εξερευνήθηκε από τον Adolf Loos, με τη γιγαντιαία δωρική κολόνα που πρότεινε στο διαγωνισμό για το κτίριο Chicago Tribune το 1922: σε αντίθεση με το σχέδιο που επικράτησε στον περίφημο αυτό διαγωνισμό – των Raymond Hood και John Mead Howells – που όφειλε να είναι εξωτερικά γοτθικό, ενώ διατηρούσε το δομικό σύστημα μιας άλλης αρχιτεκτονικής (αλλά αυτό ήταν στην πραγματικότητα «γοτθικό» με την έννοια του Walpole: δηλαδή μιας αρχιτεκτονικής που ανάγεται σε διακοσμητική επικάλυψη).

Οι Hood και Howells κινήθηκαν πολύ πετυχημένα από μία βασική άποψη: η βάση του κτιρίου θεωρήθηκε ότι ανήκει στο δρόμο, και αντιμετωπίστηκε σαν να ήταν ένα τετραώροφο αστικό τετράγωνο που στρίβει στη γωνία. Στη συνέχεια ήρθε ο κατακόρυφος κεντρικός πυρήνας, που θυμίζει τον Πύργο της Βικτώριας, των Barry και Pugin, στο Παλάτι του Westminster (εικ. 165) (1835 – 52), και τέλος ο οκταγωνικός θόλος φωτισμού στην οροφή του κτιρίου, «κλεμμένος» από τον Καθεδρικό του Ely, με πρόσθετες αντηρίδες των τοιχίων. Μια τέτοια έρευνα για ιστορικά προηγούμενα των ουρανοξυστών διέφεραν μόνο στην έλλειψη ειρωνείας από το περίφημο κτίριο “Chippendale Skyscraper” του Philip Johnson, το κτίριο AT&T (1978 – 83) με το αέτωμα που δεν ολοκληρώνει τη μορφή του και τo mélange (=ανακάτεμα) κλασσικιστικών, γοτθικών και στοιχείων Deco, που κατείχαν κεντρική θέση στην περί αρχιτεκτονικής αντιπαράθεση (εικ. 166).

Ο Raymond Hood, όπως συνέβη, σύντομα εγκατέλειψε τον ιστορικισμό. Ανεξάρτητα από την αύξουσα πορεία τους, οι ουρανοξύστες συνέχισαν να διαχωρίζονται σε δύο κατηγορίες: σε εκείνους που διογκώνονταν κατά ύψος και σε εκείνους που διαστρώνονταν σε οριζόντια διάταξη. Το World Trade Center στη Νέα Υόρκη, ο Πύργος της Fiat του 1974, στην περιοχή La Défense του Παρισιού, των Roger Saubot και François Julien με τους S.O.M, καθώς και το σχέδιο του Jean Nouvel για το κτίριο Tour Sans Fins, που σχεδιάστηκε επίσης για την ίδια περιοχή, αποτελούν παραδειγματικές εξάρσεις του αστικού ιστού: σε αντίθεση με το κτίριο AT&T Building του Philip Johnson και το Hongkong and Shanghai Bank του Norman Foster που παρουσιάζουν, αν μη τι άλλο, από κοινού μία τριμερή διάκριση του κτιρίου.

οι πρώτοι ουρανοξύστες στην Ευρώπη

Στα χρόνια μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, σε πολλά μέρη της Ευρώπης υπήρξε μια αλλαγή στη στάση της κοινής γνώμης απέναντι στην κατασκευή των ουρανοξυστών. Με τον πύργο της Pirelli στο Μιλάνο (εικ. 167) και το σχέδιο του κτιρίου Thyssenhaus (εικ. 168) στο Düsseldorf, έρχεται στο προσκήνιο μία πρώιμη μορφή ευρωπαϊκού ουρανοξύστη. Στην περίπτωση του πύργου της Pirelli, ήταν ο Pier Luigi Nervi που έδωσε στο κτίριο μία κομψή αλλά ταυτόχρονα πολύ δυναμική εμφάνιση με την ιδέα της κατασκευής από μπετόν. Το κτίριο Thyssenhaus δανείζεται τόσο τη δομή της κατασκευής του, όσο και τη διαμόρφωση της όψης του στα ήδη κατασκευασμένα κτίρια της Αμερικής. Βέβαια η δομή του ισογείου και η γενικότερη σύνθεση των όγκων παρουσιάζουν ένα ενδιαφέρον που τράβηξε την προσοχή στην άλλη μεριά του Ατλαντικού. Από την αρχή, ο τυπικός σχεδιασμός των ουρανοξυστών στην Ευρώπη διαμορφώθηκε βάσει πολύ διαφορετικών κτιριοδομικών κανονισμών από εκείνους των Ηνωμένων Πολιτειών. Σε αυτούς περιλαμβάνεται η προϋπόθεση ότι κανένας χώρος εργασίας δεν θα απέχει περισσότερο από 7 μέτρα από παράθυρο. Συνεπώς, τα επίπεδα των ορόφων δεν ήταν δυνατόν να σχεδιαστούν όπως στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου επιτρεπόταν μία μέγιστη απόσταση 20 μέτρων. Έτσι τα οικοδομικά τετράγωνα ψηλών κτιρίων στην Ευρώπη παρέμειναν στενά. Το ξενοδοχείο SAS Royal Hotel (εικ. 169), που κτίστηκε στην Κοπεγχάγη το 1960, είναι σχετικά ταπεινό όσον αφορά το ύψος του, αλλά παρόλο αυτά παραμένει μία σημαντική σχεδιαστική επίλυση ψηλού κτιρίου, που φέρει τα χαρακτηριστικά εκείνα των πρόδρομών του στην Αμερική.

 


«Κλικ» για μεγέθυνση

Share |

Σχετικές Δημοσιεύσεις:

 

GreekArchitects Athens

Copyright © 2002 - 2024. Οροι Χρήσης. Privacy Policy.

Powered by Intrigue Digital