ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΕΣ

Συμμετοχές 2011

(165.11) Νέο Μοναστήρι στη Ζάλτσα Βοιωτίας

07 Απρίλιος, 2012

(165.11) Νέο Μοναστήρι στη Ζάλτσα Βοιωτίας

Ακολουθώντας το συντακτικό Δομή - Μορφή - Λειτουργία.

English version


Φοιτητές: Νίκος Βλαβιανός, Χρυσοβαλάντης Μπασούκος
Επιβλέπουσα καθ. : Σοφία Τσιράκη
Σύμβουλος καθ. : Βασίλης Τσούρας
Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο
Ημερομηνία παρουσίασης : 31 Μαρτίου 2011

Σύντομη περιγραφή
Η διπλωματική εργασία αναφέρεται στη σύνθεση ενός νέου μοναστηριακού συγκροτήματος στη περιοχή Ζάλτσα του νομού Βοιωτίας. Η ειλικρίνεια και η λιτότητα τόσο στο συντακτικό Δομή - Μορφή - Λειτουργία όσο και στη κατασκευή, είναι οι βασικές θεωρητικές αρχές της αρχιτεκτονικής σύνθεσης. Η αναφορά του νέου μοναστηριού στην αρχιτεκτονική της εποχής του, τη συμβολική υλικότητα, τη στιβαρή δομική του υπόσταση, την οικονομία των υλικών μέσων και στο διάλογο με τη μοναστηριακή παράδοση της ορθόδοξης εκκλησίας, είναι οι βασικές δομικές αρχές πάνω στις οποίες στηρίχθηκε η σύνθεση.

 

 

Το θεωρητικό υπόβαθρο της διπλωματικής εργασίας βασίστηκε στην ερευνητική εργασία που πραγματοποιήθηκε και παρουσιάστηκε στο πλαίσιο των διαλέξεων του Ιουνίου του 2010 στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο με τίτλο ¨Συνθετική ανάλυση της Σιμωνόπετρας¨.

Περιοχή μελέτης
Το μοναστήρι τοποθετείται στις νότιες πλαγιές του όρους Ελικώνα, κοντά στο μικρό οικισμό Καραχάλιος και στην παραλία της Ζάλτσας. Η συγκεκριμένη περιοχή επιλέχθηκε ως πεδίο ανάπτυξης της διπλωματικής λόγω του ότι διαθέτει πνευματική μνήμη, είναι τόπος αναχώρησης και εμφανίζει έντονο ανάγλυφο.

Το πεδίο ανάπτυξης της διπλωματικής εργασίας περιλαμβάνει στο νότο έναν εκτεταμένο ελαιώνα, ο οποίος αναπτύσσεται αμφιθεατρικά δημιουργώντας ένα ¨κοίλο¨ που στρέφεται στη θάλασσα, ενώ στη βόρεια πλευρά του υπάρχει μία επιμήκης βραχώδης έξαρση που αναπτύσσεται με κατεύθυνση το άξονα ανατολής - δύσης. Η σύνθεση του νέου μοναστηριού αναπτύσσεται κατά μήκος αυτής της έξαρσης πάνω στο νοητό όριο μεταξύ του ¨μαλακού¨ του ελαιώνα και του ¨σκληρού¨ του βράχου.

Η κεντρική ιδέα της σύνθεσης στοιχειοθετείται από δύο σκέλη: την οργάνωση κινήσεων και τη χωροθέτηση διακριτών λειτουργιών.

Το πρώτο σκέλος αναφέρεται στην πορεία προσέγγισης της μονής, που ξεκινά από το πορταρίκι (πύλη της περιφερειακής μάντρας) και καταλήγει στο καθολικό της (κεντρική εκκλησία). Οι διάφορες μοναστικές ενότητες αναπτύσσονται πάνω σε αυτή την πορεία, η οποία ακολουθεί το ανάγλυφο του εδάφους και έχει τα εξής χαρακτηριστικά:

α. Κυκλοτερής κίνηση ελεύθερη στα όρια του ελαιώνα (κοίλο) που καταλήγει στο καθολικό
β. Ομαλή απομάκρυνση της πορείας από τον βράχο (άμεση θέαση κορυφής) και σταδιακή αποκάλυψή του.
γ. Σταδιακή υποχώρηση-ταπείνωση παρακολουθώντας το ανάγλυφο (συμβολικό περιεχόμενο, έννοια ταπείνωσης)

Το δεύτερο σκέλος αναφέρεται στον τριμερή διαχωρισμό της μονής με βάση το βαθμό ιδιωτικότητας και την ειδική λειτουργία κάθε χώρου. Προσεγγίζοντας τη μονή ο πρώτος χώρος απευθύνεται στην υποδοχή και φιλοξενία των επισκεπτών - προσκυνητών, ακολουθεί η μοναστηριακή αυλή με το καθολικό που προορίζεται για την κοινή ζωή της μονής και δυτικότερα ο χώρος των κελιών με την αυλή των πατέρων (υπόμνηση άβατου).

Αποτέλεσμα των συνθετικών αυτών χειρονομιών είναι ο αρμονικός και συμβολικός συνδυασμός στοιχείων εσωστρέφειας, (περίκλειστη αυλή) με στοιχεία εξωστρεφή (γραμμική παράθεση αρχονταρικιού και ξενώνων) σε μία σύνθεση που εκφράζει το άνοιγμα-πρόσκληση του «εξωστρεφούς» να αναπαυθεί στην αγκαλιά του «εσωστρεφούς»

Αναλυτικότερα, στο ανατολικότερο τμήμα αναπτύσσεται η ενότητα των επισκεπτών η οποία περιλαμβάνει δύο κτήρια. Το αρχονταρίκι, χώρο υποδοχής των επισκεπτών, και τους ξενώνες. Δυτικότερα, διαμέσου της πύλης της μονής και του πύργου του κωδωνοστασίου εμφανίζεται η ενότητα της μοναστηριακής αυλής. Περιμετρικά της αναπτύσσονται χαρακτηριστικά μοναστηριακά κτίσματα:    η τράπεζα, ο φούρνος, το οικονομείο (κεντρική αποθήκη) και το ηγουμενείο.

Κυρίαρχη είναι η παρουσία του καθολικού, το οποίο επιβάλλεται στο χώρο λόγω του όγκου του, της κομβικής του χωροθέτησης και της ειδικής του λειτουργίας. Τέλος, στο δυτικό άκρο τοποθετούνται οι ιδιωτικοί χώροι των μοναχών της αδελφότητας (κελιά, χώροι εργασίας, παρεκκλήσια), με σημείο αναφοράς μία περίκλειστη αυλή, που ανοίγεται στο στοιχείο του βράχου. Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της πορείας είναι αυτό της διαχείρισης του ορίου με το βράχο βόρεια. Κατά μήκος αυτής της πορείας υπάρχουν αναληματικοί τοίχοι, είτε αυλάκια όπου συλλέγουν και μεταφέρουν το νερό της βροχής σε κεντρικές στέρνες όπου υπάρχουν σε κάθε μία από τις τρείς αυλές. Με τον τρόπο αυτό η πορεία του νερού σηματοδοτεί την πορεία εισόδου των επισκεπτών προς το καθολικό, με συμβολικό νόημα.

Το καθολικό
Το κτήριο του Καθολικού, λόγω της αυξημένης βαρύτητάς του για το μοναστήρι απαίτησε ιδιαίτερη σχεδιαστική προσοχή. Αφενός το καθολικό όφειλε να ανταποκρίνεται στις ειδικές λειτουργίες που επιτελούνται σε αυτό, και αφετέρου να υπακούει στο ίδιο συνθετικό λεξιλόγιο.

Στη δομή του ακολουθήθηκε ο παραδοσιακός, για την μοναστηριακή αρχιτεκτονική, τύπος του Αθωνικού ή Αγιορειτικού ναού, με την οργάνωσή του σε τέσσερις κύριους χώρους: το νάρθηκα, τη λιτή, τον κυρίως ναό και το Ιερό. Εκατέρωθεν των κεντρικών όγκων, προσαρτήθηκαν ένα βαπτιστήριο με μικρό παρεκκλήσιο και πλευρικοί χοροί των ψαλτών. Κύρια ιδέα αποτέλεσε η απελευθέρωση του άνω ορίου του ναού και η οργάνωσή του ως κύρια φωτιστική πηγή για το εσωτερικό του. Τη θέση του τρούλου που αναφέρεται στον ¨ουρανό¨ και του παντοκράτορα που τοιχογραφείται πάνω του καταλαμβάνει ο ίδιος ο ουρανός με τη θέασή του να είναι δυνατή από το εσωτερικό.

Δομικός χαρακτήρας
Στη σύνθεση έχουν χρησιμοποιηθεί δύο δομικά συστήματα. Το πρώτο, που χρησιμοποιήθηκε στους περισσότερους όγκους του μοναστηριού, εφαρμόζει συμπαγές όριο με μικρά σημειακά ανοίγματα στη μία πλευρά του όγκου και πλήρες άνοιγμά του, με μορφή ελαφρών πετασμάτων και συνεχών παραθύρων προς τη πλευρά της πρόσβασής του. Με τον τρόπο αυτό φανερώνεται η τάση του μοναστηριού και της μοναχικής ζωής να στρέφεται προς τα έσω, επιδιώκοντας την ανάπτυξη των πνευματικών αισθητηρίων και την ολοκλήρωση του σκοπού της αδελφότητας. Το εξωτερικό περιβάλλον και η θέασή του, σε αντίθεση με ότι θα συνέβαινε συνήθως σε ένα οποιοδήποτε άλλο κτήριο, υπεισέρχεται σε δεύτερη μοίρα και είναι δυνατή παρά μόνο μέσα από μικρά ανοίγματα και οπτικές φυγές, που εμπλουτίζουν τη βίωση του χώρου.

Το δεύτερο, με χαρακτηριστικά τους ξεκάθαρους πρισματικούς όγκους και μεγάλες ελεύθερες επιφάνειες, ακολουθείται σε  κτήρια με ιδιαίτερη λειτουργία που αναφέρονται στη κοινή ζωή της αδελφότητας, δηλαδή στο Καθολικό, στην Τράπεζα και στο Ηγουμενείο.

Υλικότητα
Στις μεγάλες επιφάνειες χρησιμοποιήθηκε απλός χοντρόκοκκος σοβάς, ενώ για την πλήρωση των επιφανειών που ανοίγονται στο εσωτερικό της σύνθεσης, χρησιμοποιήθηκε δομικό υλικό τύπου YTONG που επιχρίστηκε με λεπτόκοκκο έγχρωμο σοβά. Η τελική κάλυψη των δωμάτων έγινε με λαμαρίνα. Στα δάπεδα των υπαίθριων χώρων όπως και στους τοίχους αντιστήριξης χρησιμοποιήθηκε η πέτρα που προήλθε από τις εργασίες κατασκευής.

Η παρούσα διπλωματική έχει δημοσιευτεί και στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας "ΤΑ ΝΕΑ" με τίτλο: "Το μοναστήρι του 2011"

 

 

Διπλωματικές & Ερευνητικές Εργασίες - Το greekarchitects.gr, προτείνει μια  θεματική ενότητα, στην οποία παρουσιάζονται πτυχιακές ή ερευνητικές εργασίες φοιτητών από σχολές πολυτεχνείων της Ελλάδας και του εξωτερικού. Οι ενδιαφερόμενοι /νες μπορούν να μας στείλουν την διπλωματική τους εργασία.

 

Share |

Σχετικές Δημοσιεύσεις:

 

GreekArchitects Athens

Copyright © 2002 - 2024. Οροι Χρήσης. Privacy Policy.

Powered by Intrigue Digital