ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΜΑΤΙΕΣ

 

Τόποι πάνω από την πόλη

03 Νοέμβριος, 2006

Τόποι πάνω από την πόλη

Πόσο καιρό έχετε να βρεθείτε στο χώρο του δώματος της πολυκατοικίας σας; Αυτόν το χώρο πάνω από το (ή μήπως πάνω στο) συνολικό ιδιωτικό; Το παρακάτω κείμενο παρουσιάζει ένα σύντομο προβληματισμό για αυτό το «εν δυνάμει» στοιχείο της ελληνικής αστικότητας.

Προσεγγίζοντας το χώρο πάνω από την πόλη
Προσδιορισμός του αστικού δώματος

Προσπαθώντας να μελετήσει κανείς τα φαινόμενα που σχετίζονται με το χώρο πάνω από την ελληνική πόλη, έρχεται αντιμέτωπος με την πρωταρχική ανάγκη διατύπωσης ενός είδους ορισμού αυτού του χώρου και με μια σειρά από βασικά ερωτήματα:
Ποία είναι τα βασικά του γνωρίσματα; Υπάρχει κάτι ουσιαστικό που τον διαφοροποιεί από την υπόλοιπη πόλη και που δημιουργεί την ανάγκη να μελετηθεί ξεχωριστά από αυτήν; Σε κάθε περίπτωση, ποια είναι τα χαρακτηριστικά της σχέσης της πόλης με αυτό που βρίσκεται πάνω από αυτή; Σίγουρο είναι, πάντως, πως ο χώρος αυτός υπάρχει, ακόμη κι αν τις περισσότερες φορές δεν είναι ορατός ή τουλάχιστον συνειδητός στους περισσότερους από εμάς, τους «αναγνώστες της πόλης από το επίπεδο του δρόμου» (1). Ως τη στιγμή που, για κάποιο όχι συνηθισμένο λόγο, θα χρειαστεί να ανεβούμε στο δώμα της πολυκατοικίας μας και να ξανά ανακαλύψουμε το τι υπάρχει εκεί, γύρω μας, στην πόλη μας.

Βασικό χαρακτηριστικό αυτού του χώρου είναι η συνέχεια. Όπως η ελληνική πόλη, έτσι και η οριζόντια προβολή της, χαρακτηρίζεται από συνέχεια. Πάνω σ’ αυτό το στρώμα της πόλης (ή μήπως πάνω από αυτό;), λόγω της σχεδόν αποκλειστικής χρήσης του δώματος ως τρόπου επίστεψης των κτιρίων, της εφαρμογής σε μεγάλο βαθμό του συνεχούς συστήματος δόμησης και της μεγάλης πυκνότητας, δημιουργείται ένα είδος τόπου, ένα νέο έδαφος στα περίπου +25 μέτρα. Ο τόπος αυτός είναι δομικά εξαρτημένος από τον υποκείμενο οργανισμό της πόλης και η παρουσία της τελευταίας αποτελεί προϋπόθεση για την ύπαρξή του.
Αποτελεί το άνω όριο της πόλης, αλλά παρόλα αυτά διαφοροποιείται έντονα από αυτή.

 

Το βλέμμα και η ανάγνωση της αστικότητας

Σε μια πρώτη προσέγγιση πάνω από την πόλη βασικό στοιχείο αποτελεί η ανάλυση του βλέμματος ως κυρίαρχου μέσου για τον προσδιορισμό στο χώρο. Ενώ την πόλη τη βιώνει κανείς μέσα από τη φυσική κίνηση, στο χώρο του δώματος αυτή, αν και μπορεί να πραγματοποιηθεί, έρχεται σε δεύτερη μοίρα: η ανάγνωση του χώρου και της πόλης γίνεται μέσα από το βλέμμα. Ο χώρος του αστικού δώματος ενδείκνυται για μια διαφορετική βιωματική ανάγνωση της πόλης, μια ποιητική και μυθική εμπειρία του χώρου.  (2)
Ο τόπος των αστικών δωμάτων μπορεί να χαρακτηριστεί ουσιαστικά ως ενδιάμεσος χώρος. Χώρος που βρίσκεται ανάμεσα σε δύο καταστάσεις. Από τη μία η δυνατότητα του βλέμματος να διαβάσει συνολικά το τοπίο και να φτάσει μακριά δίνει την αίσθηση ενός άπειρου και συνεχούς χώρου. Από την άλλη στιγμή οι φυσικές δομές της πόλης πάνω στις οποίες μπορεί ο επισκέπτης να κινηθεί είναι πεπερασμένες. Μπορεί ωστόσο να κινηθεί κανείς με έναν διαφορετικό τρόπο, με αυτό του βλέμματος και της σκέψης.

Βασικό λοιπόν στοιχείο του τόπου αυτού αποτελεί η θέα που προσδιορίζει τα πλαίσια του χώρου: Τόσο η θέα του ορίζοντα και του φυσικού περιβάλλοντος που την πλαισιώνει, αλλά κυρίως μια διαφορετική οπτική της ίδιας της πόλης.

Ο De Certeau περιγράφοντας τη ματιά του παρατηρητή της πόλης από πάνω, αναφέρει ότι η τεράστια μάζα της πόλης, «ακινητοποιημένη, μετασχηματίζεται σε ένα κείμενο» στο οποίο συνυπάρχουν ακραίες αντιθέσεις, εικόνες και συναισθήματα. Ο παρατηρητής μπορεί να αναγνώσει στο κείμενο αυτό ένα κόσμο που βρίσκεται σε συνεχή αλλαγή. Ποια είναι όμως η φύση της βαθύτερης ευχαρίστησης του να διαβάζει κανείς ένα τέτοιο κόσμο, αναρωτιέται. Πού πηγάζει η ευχαρίστηση της ανάγνωσης του συνόλου, του αθροίσματος των «ανθρώπινων κειμένων»;

Οι καθημερινοί κάτοικοι της πόλης, βιώνοντάς την σε ένα πρώτο επίπεδο, αυτού των πεζών, δημιουργούν ένα «αστικό κείμενο», χωρίς να μπορούν οι ίδιοι από τη θέση τους να το διαβάσουν. Όλες αυτές οι διαφορετικές τροχιές-«κείμενα» διαμορφώνουν μια πολύπλευρη αστική ιστορία, χωρίς συγγραφέα και αναγνώστη, αρχή και τέλος. Το να βλέπει κανείς την πόλη από ψηλά, του δίνει τη δυνατότητα να αποδεσμευτεί από αυτή, να αποστασιοποιηθεί. Να αφήσει για λίγο όσα η καθημερινότητα τον φορτώνει και να μπερδευτεί μέσα του η ταυτότητα του συγγραφέα και του αναγνώστη του αστικού κειμένου. Η άνοδός του μετασχηματίζει τον κόσμο που παρακολουθεί και στον οποίο ‘ανήκε’ σε ένα κείμενο που παρουσιάζεται μπροστά στα μάτια του. Το αποτέλεσμα είναι ότι μια τέτοια ματιά  επιτρέπει την ανάγνωση της πολυπλοκότητας της πόλης, παγώνει την κινητικότητά της και τη μετατρέπει σε ένα διαφανές κείμενο.  (3)

Το δώμα, το σύνολο, ο τόπος πάνω από την πόλη

Θεμελιώδες συστατικό στοιχείο, δομική μονάδα αυτού του εδάφους πάνω από την πόλη είναι το αστικό δώμα. Η προβολή δηλαδή της βασικής αστικής μονάδας, της πολύ-κατοικίας που αποτελεί τόσο την υποδομή όσο και την υπερδομή της ελληνικής πόλης. (4) Καθώς οι μεμονωμένες πολυκατοικίες, η μια μετά την άλλη, δημιουργούν σύνολα, τα οποία σχηματίζουν οικοδομικά τετράγωνα, βάσει των οποίων οργανώνεται η πόλη (5), αντίστοιχα ο χώρος πάνω από αυτήν παρουσιάζεται με 3 κλίμακες:
το μεμονωμένο δώμα, τα σύνολα αστικών δωμάτων και το έδαφος πάνω από την πόλη.

Αυτή η υπερκείμενη αστική τοπιογραφία αποτελούμενη από ένα κολάζ επιφανειών, παρουσιάζει μια φαινομενική ομοιογένεια. Με μια προσεκτικότερη ματιά όμως κανείς διαπιστώνει ότι δημιουργείται ένα ιδιαίτερο ανάγλυφο, κοιλάδες και υψώματα, που οφείλονται στην διαδοχική, συνήθως μικρή, απόκλιση στα ύψη των μεμονωμένων αστικών μονάδων, των πολυκατοικιών. Χαρακτηριστικές είναι οι «σχισμές» που ακολουθούν την προβολή της γραμμικής ανάπτυξης μεγάλων δρόμων της πόλης. Αυτή η γραμμική ροή του δημόσιου δρόμου αποτελεί και το μόνο χώρο όπου είναι δυνατή μια αντίστροφη οπτική: από την πόλη στο δώμα.

 

Ξεδιπλώνοντας το τοπίο. Μεγέθη, κλίμακες, υφές

Μεγάλο ρόλο στη διαμόρφωση του τοπίου πάνω από την πόλη διαδραματίζει το μέγεθος των δωμάτων. Αυτό είναι ένα στοιχείο που διαφοροποιείται έντονα από περιοχή σε περιοχή, και σχετίζεται τόσο με το μέγεθος της ιδιοκτησίας, όσο και με το πλάτος του δρόμου με τον οποίο συνορεύει αλλά και το ύψος της πολυκατοικίας. Στοιχεία δηλαδή που διαμορφώνουν το ιδεατό στερεό του κτίσματος, κατ επέκταση τις εσοχές των τελευταίων ορόφων και την τελική επιφάνεια του δώματος. Την φυσιογνωμία εξ άλλου του τοπίου ανά περιοχές επηρεάζει και το εφαρμοζόμενο σύστημα δόμησης, το οποίο διαμορφώνει την συνέχεια ή αυτοτέλεια των αστικών δωμάτων, κατά κάποιο τρόπο την υφή του εδάφους ως ήπιου ή ανήσυχου.

Σε κάθε περίπτωση η δυναμική δεν προκύπτει από το μέγεθος του μεμονωμένου δώματος, αλλά από τη δυνατότητά του να ενταχθεί σε ευρύτερα σύνολα. Αυτές εξ άλλου οι ενότητες συνθέτουν την έννοια του εδάφους πάνω από την πόλη. Η αίσθηση της συνέχειας είναι τόσο έντονη ώστε ακόμα και στα σημεία όπου σημειώνονται μικρές υψομετρικές αποκλίσεις ανάμεσα στα δώματα, στις τυφλές πλάγιες όψεις των κτιρίων σε σειρά, αντί να τονιστεί η κατακορυφότητα της ασυνέχειας, αυτή ενσωματώνεται με τρόπο που το τοπίο θυμίζει το ξεδίπλωμα μιας άπειρης επιφάνειας, που ακολουθεί το ανάγλυφο της απόληξης της πόλης. 

 

   

 

Ημέρα και νύχτα

Την ημέρα το τοπίο πάνω από την πόλη, όπως αναφέρθηκε, είναι ομοιογενές. Ένα τοπίο προβολή της πόλης, εξοπλισμένο με ένα ετερόκλιτο πλήθος από κατασκευές που αποτελούν την τεχνητή του φύση. Ανάμεσα όμως σε αυτό το οπτικά θορυβώδες τοπίο ξεπροβάλουν κάποια εκτός κλίμακας στοιχεία εξοπλισμού: διαφημιστικές γιγαντοαφίσες. Κατακόρυφα γραφιστικά πάνελ που λειτουργούν ως υποκατάστατα της θέας. «Αποτελούν οπτικές φυγές για ένα κάτοικο που τις ξεφυλλίζει σαν διαφημίσεις ενός περιοδικού, όπου τα άρθρα σχηματίζονται από επαναλήψεις των ίδιων λέξεων». (6) Όπως σημειώνει ο Richard Scoffier, με την παρουσία τους το κιναισθητικό βάθος αντικαθίσταται από το αμιγώς εγκεφαλικό βάθος και ο χώρος πάνω από την πόλη αποκτά μια ακόμη διάσταση. (7)
Τη νύχτα όμως το τοπίο αλλάζει δραματικά μορφή. Ο σκοτεινός χώρος των δωμάτων, ενσωματώνεται με τον ορίζοντα και με τον ουρανό της πόλης. Μοναδικά στοιχεία προσανατολισμού οι φωτεινές γιγαντοαφίσες και οι μεγάλες λαμπερές επιγραφές στα πιο ψηλά σημεία των κτιρίων. Τα νέα αστικά χωρόσημα. Είναι η στιγμή που η παρουσία του τόπου πάνω από την πόλη γίνεται έντονη στον δημόσιο χώρο. Το πλήθος των υπερκείμενων φωτεινών σημάτων, εικόνων - οθονών προβολής ενός άλλου κόσμου - κατακλύζουν τα σημεία πάνω από τον ορίζοντα του βλέμματος όσων κυκλοφορούν στον δρόμο.

 

 

Το δώμα και οι ελεύθεροι χώροι

Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος της επιφάνειας των δωμάτων σε σχέση με τους ελεύθερους χώρους της πόλης, γίνεται σύγκριση για το ιστορικό κέντρο της Θεσσαλονίκης ανάμεσα στα δώματα και την επιφάνεια των ελεύθερων οργανωμένων δημόσιων χώρων (πάρκα, πλατείες, πεζόδρομοι). Η επιλογή του συγκεκριμένου τμήματος της πόλης ως πεδίου μελέτης σχετίζεται πρωταρχικά με το γεγονός ότι το κέντρο αποτελεί το σημείο της πόλης ο δημόσιος χώρος του οποίου δέχεται το μεγαλύτερο φόρτο επισκεπτών. Από την άλλη σε πολλές περιοχές του εμφανίζονται οι μεγαλύτερες πυκνότητες κατοίκησης και κατ επέκταση οι ανάγκες για οργανωμένους δημόσιους χώρους σε επίπεδο γειτονιάς είναι αυξημένες.

Στο ιστορικό κέντρο της Θεσσαλονίκης το σύνολο των ελεύθερων δημόσιων χώρων (πλατείες, πάρκα, προαύλια εκκλησιών, οργανωμένοι πεζόδρομοι) ανέρχεται σε 154 στρέμματα. Παράλληλα υπολογίζεται ότι στην περιοχή υπάρχουν περίπου 140000 μόνιμοι κάτοικοι. Άρα υπάρχει μια αντιστοιχία 1,1 μ2 ελεύθερων χώρων/κάτοικο, μέγεθος που σε κάθε περίπτωση είναι πολύ χαμηλότερο από οποιονδήποτε ενδεικνυόμενη σχέση και αποδεικνύει το πραγματικό έλλειμμα συλλογικών χώρων. Βάσει της παραπάνω προσέγγισης το σύνολο των επιφανειών των δωμάτων ανέρχεται στα 329 στρέμματα, ενώ το αντίστοιχο σύνολο των ακαλύπτων υπολογίζεται σε 352 στρέμματα.

Δύο πολύ σημαντικά συμπεράσματα προκύπτουν από την παραπάνω σύγκριση:
Πρώτο, γίνεται αντιληπτό ότι ο χώρος των δωμάτων αποτελεί τόσο ουσιαστικό απόθεμα για το χώρο της πόλης, όσο και ο χώρος των ακαλύπτων. Επομένως η συζήτηση που έχει πραγματοποιηθεί γύρω από την ενοποίηση και αξιοποίηση των υποχρεωτικών ακαλύπτων των πολυκατοικιών με το βασικό επιχείρημα της ανάγκης για νέους κοινόχρηστους χώρους, οφείλει να μεταφερθεί και στο επίπεδο των δωμάτων.
Δεύτερο, η σχέση σχεδόν 1 προς 2 ανάμεσα στους ελεύθερους δημόσιους χώρους και τον «εν δυνάμει» χώρο των δωμάτων, παρουσιάζει μια πραγματική δυναμική που και μόνο από την ποσοτική της διάσταση μπορεί υπό προϋποθέσεις να ανατρέψει και να μετασχηματίσει τη σημερινή φυσιογνωμία της πόλης.

 

Υπόβαθρο και κινήσεις πάνω από την πόλη

Σε αυτό το σημείο σχετικά με την απόδοση των ενοποιημένων δωμάτων σε κοινή χρήση και τις επεμβάσεις σε αυτά, ξαναγυρίζουμε στην θεώρηση του χώρου αυτού ως ενιαίου  υπόβαθρου πάνω από την πόλη. Αυτό το σύνολο ενοποιημένων και μεμονωμένων δωμάτων, σε επαφή, στο ίδιο ή παραπλήσια ύψη, αλλά ακόμη και αυτά που δεν εντάσσονται στην ομοιομορφία της απόληξης των 7 ορόφων δημιουργούν ένα δίκτυο, έναν οργανισμό υποδοχής.

Αυτός ο οργανισμός όπως έχει ήδη αναλυθεί παρουσιάζει τρεις κλίμακες: Το δώμα, το σύνολο, τον τόπο πάνω από την πόλη. Για τα πρώτα δύο τα πράγματα είναι αρκετά ξεκάθαρα. Για το σύνολο, αυτή τη διευρυμένη ενότητα, προκύπτει ότι υπάρχει μια δυναμική για την ενιαία αντιμετώπιση των δωμάτων σε επίπεδο οικοδομικού τετραγώνου. Βέβαια μια εκτεταμένη χρήση τέτοιων ενοτήτων ουσιαστικά προσεγγίζει την τρίτη κλίμακα, το σύνολο των αστικών δωμάτων. Όμως η έννοια του τόπου πάνω από την πόλη εμπεριέχει εν μέρει τη δυνατότητα όλου αυτού του συνόλου σε ορισμένες εκφράσεις του να λειτουργεί σαν ένα. Σαν ένας ενιαίο δίκτυο πάνω από την πόλη.

Την ευαισθητοποίηση γύρω από την επανάκτηση του χώρο των δωμάτων ως εναλλακτικού τοπίου ανάγνωσης της πόλης αλλά και φυσικής κίνησης, μπορεί να παρακολουθήσει κανείς από την δράση της ομάδας αρχιτεκτόνων «αστικό κενό». Σε κείμενά τους τονίζεται η ευκολία πραγματοποίησης μιας άλλης κίνησης σε επίπεδο οικοδομικού τετραγώνου και η δυναμική της δημιουργίας ενός νέου δημόσιου χώρου κίνησης πάνω από την πόλη. (8)

Εξ άλλου η εγκαθίδρυση νέων κινήσεων, σε πολλαπλά επίπεδα, στα πλαίσια της Γενικής πόλης χαρακτηριστικά της οποίας παρουσιάζει, όπως αναφέρθηκε, η σύγχρονη ελληνική πόλη, αποτελούν για τον Rem Koolhaas στοιχεία της απόλαυσης της.  (9)

Προσπαθώντας όμως κανείς να περιγράψει μια τέτοια θεώρηση του τόπου πάνω από την πόλη ως υποβάθρου για την ανάπτυξη συλλογικών δραστηριοτήτων, αλλά και δημόσιων κινήσεων έρχονται στο μυαλό αρχιτεκτονικές ουτοπίες. Η δυνατότητα ανάπτυξης της πόλης σε πολλά επίπεδα, η ευελιξία της προσαρμογής νέων στοιχείων στο υφιστάμενο υπόβαθρο, κινήσεις πάνω από το κτισμένο κ.α.

Τι σχέση μπορεί να έχει αυτό το σύνθετο υπόβαθρο δωμάτων πάνω από την ελληνική πόλη με το δίκτυο υποδοχής της «ηλεκτρονικής πολεοδομίας» του Τ. Ζενέτου, ή το πλέγμα υποδοχής της Spatial City του Yona Friedman ή τη δυνατότητα παρασιτικής προσαρμογής των Plug-in City και Instant City των Archigram;

Ο Ζενέτος τονίζει στη μελέτη της «ηλεκτρονικής πολεοδομίας» (10) την ανάγκη ευέλικτων λύσεων που θα απελευθέρωναν το έδαφος και θα επέτρεπαν έτσι την ανεμπόδιστη ανάπτυξη της φύσης. Η λύση που προτείνει αποτελεί ένα αναρτημένο τρισδιάστατο σύστημα καλωδίων το οποίο υποδέχεται όλες τις εγκαταστάσεις της πόλης, με τη μορφή ένθετων στοιχείων. Τα ένθετα αυτά στοιχεία ανήκουν σε δυο βασικές κατηγορίες: τεχνητά στοιχεία εδάφους που επαναλαμβάνουν την επιφάνεια της γης και έτοιμες μονάδες κατοικιών.

 

Αντίστοιχα η Spatial City του Friedman, πρόκειται για μια τρισδιάστατη χωρική κατασκευή στηριζόμενη σε πυλώνες η οποία παραλαμβάνει τα στοιχεία της νέας αστικότητας. Αυτά είναι δημόσιος χώρος και κινήσεις στο πρώτο επίπεδο, ενώ στα υπόλοιπα αναπτύσσονται περιοχές κατοικιών με την οργάνωση γειτονιών. Αυτός ο καινούργιος αστικός οργανισμός μπορεί να αναπτυχθεί πάνω από περιοχές όπου η δόμηση δεν είναι δυνατή (λόγω κορεσμού ή απαγορεύσεων), πάνω από υφιστάμενες πόλεις και στην ύπαιθρο δημιουργώντας μια νέα σχέση ανάμεσα στο φυσικό και την πόλη. Η τρισδιάστατη αυτή πόλη, με την ανεξαρτησία του φέροντος οργανισμού επιτρέπει μια ευέλικτη ανάπτυξη της καινούριας αστικότητας, με νέες σχέσεις ανάμεσα στο ιδιωτικό, το δημόσιο, την παραγωγή και τη φύση. (11)

 

Σύμφωνα με αυτή την οπτική μπορεί λοιπόν να θεωρηθεί όλος αυτός ο οργανισμός των δωμάτων, ένας «εν δυνάμει» χώρος υποδοχής. Ένα ευέλικτο υπόβαθρο, που παρουσιάζει κάποια στοιχεία τυποποίησης, όπως και η υπόλοιπη πολυκατοικία. Όπως έχει επισημανθεί η μονάδα αυτή της ελληνικής πόλης αποτελεί ένα «ανοικτό» κατασκευαστικό σύστημα που προσφέρει τη μέγιστη δυνατή άνεση και ευελιξία στον ελάχιστο χώρο.  (12)Ενώ όπως τονίζεται από πολλούς, έχει ωριμάσει πλέον η ανάγκη για εμβάθυνση στην αστική αρχιτεκτονική που μπορεί να παράγει η πολυκατοικία, με μια οπτική προσφοράς στο ευρύτερο σύνολο.  (13)

Μία τέτοια κατεύθυνση θα μπορούσε να αποτελέσει η δυνατότητα εισαγωγής στοιχείων δημόσιου χώρου στη μορφολογική μελέτη της πολυκατοικίας, που θα την αναβαθμίσουν στη μορφή και τη λειτουργία.  (14) Από την άλλη υπάρχουν περιθώρια για την αντικατάσταση των παρασιτικών κατασκευών ή τον μετασχηματισμό και την ενσωμάτωσή τους σε μια νέα κοινόχρηστη λογική. Το υπόβαθρο των αστικών δωμάτων μπορεί να δεχθεί και άλλου είδους προσθετικές κατασκευές, νέα στοιχεία τεχνητής φύσης, νέες χρήσεις, δραστικές και ήπιες χειρονομίες. Από αυτό το σημείο η αρχιτεκτονική οφείλει να απαντήσει στις ανάγκες, να ξεπεράσει τις δυσκολίες, να αξιοποιήσει τις δυναμικές, τις ποιότητες και να προσφέρει ένα νέο χώρο στην πόλη.

 

Ο «εν δυνάμει» χώρος πάνω από την πόλη και η ανάκτηση του συλλογικού

Μέσα από την προσπάθεια προσδιορισμού αυτού του χώρου, συνειδητοποιήθηκε η αξία της ιδιαίτερης ταυτότητάς του. Οι σημερινές ποιότητες ή μη-ποιότητες αυτού το εν δυνάμει χώρου πάνω από την πόλη, αυτής της σε μεγάλο βαθμό απροσδιόριστης πραγματικότητας των αστικών δωμάτων, δεν μπορούν να αγνοηθούν. Χωρίς να θέλει η εργασία να προτείνει την αισθητικοποίηση της αταξίας, την νομιμοποίηση της απουσίας οργάνωσης, οφείλει να επισημάνει το μεγάλο χωρικά ενδιαφέρον που παρουσιάζουν αυτοί οι μη-χώροι, όπως κι αν προέκυψαν. Πόσο μάλιστα όταν αυτός ο τρόπος παραγωγής τους αποτελεί ένα είδος όσμωσης ανάμεσα στο ιδιωτικό και το δημόσιο, μια υβριδική συνθήκη ανάμεσα στην έκφραση του ατόμου και το σύνολο.

Η αρχιτεκτονική χειρονομία μπορεί να ενσωματώσει στοιχεία αυτού του ιδιαίτερου, ετερογενούς, «εν δυνάμει» τόπου πάνω από την πόλη, ή να ενσωματωθεί σε αυτόν. Με την παρουσία της να ανατρέψει αναπάντεχα το σημερινό τοπίο ή με την επιλεκτική απουσία της να σταθεί κριτικά απέναντι στην ιδιαίτερη ταυτότητα αυτού του χώρου. Να αποτελέσει στοιχείο σύνδεσης του υποκείμενου χώρου και αυτού των αστικών δωμάτων ή να εντείνει την αποστασιοποίηση του δεύτερου ως ελεύθερου στοιχείου που ξεδιπλώνεται πάνω από την πόλη παρακολουθώντας την κριτικά. Σε μικρή κλίμακα να δημιουργήσει νέους κοινόχρηστους τόπους για τους κατοίκους της ίδιας πολυκατοικίας, του ίδιου οικοδομικού τετραγώνου. Να ενσωματώσει σύγχρονες παροχές απαντώντας σε σύγχρονες συλλογικές ανάγκες. Σε μεγάλη κλίμακα να προσφέρει νέες κινήσεις στον αστικό ιστό, νέους συγκινησιακούς τόπους, νέα χωρόσημα, ανατρέποντας τη σημερινή δισδιάστατη γεωγραφία του δημόσιου χώρου. Μέσω της αρχιτεκτονικής μπορεί να διαμορφωθεί ο νέος συλλογικός χώρος της πόλης πάνω από αυτή.

[ Βασικό υλικό για το παρόν κείμενο αποτέλεσε η ερευνητική μου εργασία που παρουσιάστηκε το 2004 στο τμήμα αρχιτεκτόνων ΑΠΘ, με τίτλο “Τόποι πάνω από την πόλη: η ανάκτηση του συλλογικού”, υπό την επίβλεψη της Επικ. Καθηγήτριας Σοφίας Τσιτιρίδου]

 

Νίκος Δίκας, αρχιτέκτονας MScnikosdi@mycosmos.gr




Σημ:
1.
De Certeau Michel, The practice of everyday life, University of California Press, 1984, σελ 91
2.Στεργίου Λίνα, «Ελληνική πόλη: Ευέλικτη γραφή ενός πολυπόθητου ρασιοναλιστικού αναγνώσματος», Πρακτικά 10ου Πανελλήνιου Αρχιτεκτονικού Συνεδρίου 1999, σελ 198-199   
3.De Certeau Michel, The practice of everyday life, University of California Press, 1984, σελ 91
4.Αίσωπος Γιάννης, Σημαιοφορίδης Γιώργος, Η σύγχρονη (ελληνική) πόλη, επιμ. Αίσωπος Γιάννης, Σημαιοφορίδης Γιώργος, Metapolis press, Αθήνα, 2001, σελ 40
5.Christiaanse Kees, «Το ιδεώδες σύστημα», Η σύγχρονη (ελληνική) πόλη, επιμ. Αίσωπος Γιάννης, Σημαιοφορίδης Γιώργος, Metapolis press, Αθήνα, 2001, σελ 74
6.Φιλιππίδης Μέμος, «Κάρτ-ποστάλ από την Αθήνα», Η σύγχρονη (ελληνική) πόλη, επιμ. Αίσωπος Γιάννης, Σημαιοφορίδης Γιώργος, Metapolis press, Αθήνα, 2001, σελ 198-199
7.Scoffier Richard, «Τα διδάγματα της Αθήνας», Η σύγχρονη (ελληνική) πόλη, επιμ. Αίσωπος Γιάννης, Σημαιοφορίδης Γιώργος, Metapolis press, Αθήνα, 2001, σελ 63
8.Αστικό κενό, φυλλάδιο με τίτλο «Δράσεις στους κενούς χώρους της πόλης», 1999
9.Koolhaas Rem, “The Generic City”, Η σύγχρονη (ελληνική) πόλη, επιμ. Αίσωπος Γιάννης, Σημαιοφορίδης Γιώργος, Metapolis press, Αθήνα, 2001, σελ 257-258
10.Ζενέτος Τ. Χ., «Ηλεκτρονική πολεοδομία», περιοδικό Αρχιτεκτονικά Θέματα 3/69, 7/73, 8/74
11.“La Ville”, art et architecture en Europe, 1870-1993, Le Petit Journal de L’exposition, Centre Georges Pompidou
12.Αίσωπος Γιάννης, Σημαιοφορίδης Γιώργος επιμ., Η σύγχρονη (ελληνική) πόλη, Metapolis press, Αθήνα, 2001, σελ 29
13.Busquets Joan, «Μαθαίνοντας από την ανάγνωση των αστικών μορφολογιών», Η σύγχρονη (ελληνική) πόλη, επιμ. Αίσωπος Γιάννης, Σημαιοφορίδης Γιώργος, Metapolis press, Αθήνα, 2001, σελ 68
14.Στεργίου Λίνα, «Ελληνική πόλη: Ευέλικτη γραφή ενός πολυπόθητου ρασιοναλιστικού αναγνώσματος», Πρακτικά 10ου Πανελλήνιου Αρχιτεκτονικού Συνεδρίου 1999, σελ 198-199

Share |

Σχετικές Δημοσιεύσεις:

 

GreekArchitects Athens

Copyright © 2002 - 2024. Οροι Χρήσης. Privacy Policy.

Powered by Intrigue Digital