ΜΟΝΙΜΕΣ ΣΤΗΛΕΣ

ΕΠΙΛΕΓΟΜΕΝΑ

Η επανάχρηση τής φάμπρικας και η βιώσιμη χρήση.

28 Φεβρουάριος, 2007

Η επανάχρηση τής φάμπρικας και η βιώσιμη χρήση.

Τα μεγάλα επενδυτικά προγράμματα και οι αρχιτεκτονικές προσπάθειες που γίνονται ιδιαίτερα τώρα τελευταία στην Πολωνία, στην Γαλλία και στο Λουξεμβούργο σχετικά με την επανάχρηση βιομηχανικών κτηρίων επαναφέρει το ζήτημα της βιομηχανικής κληρονομιάς.

Στις πόλεις Lodz και Pozman στην Πολωνία η επανάχρηση μεγάλων βιομηχανικών εγκαταστάσεων οδήγησε στην δημιουργία εμπορικών συγκροτημάτων, από τα πιο πολυσύχναστα τής χώρας, ενώ η σιδηρουργική περιοχή του Belval στο Λουξεμβούργο μετατρέπεται σε μια Πόλη των Επιστημών με στρατηγική επανοργάνωσης ολόκληρης τής περιοχής. Στην Ελλάδα έχουμε αξιόλογες προσπάθειες διατήρησης βιομηχανικών κτηρίων αλλά και σε πολλές περιπτώσεις εγκατάλειψη και κυρίως απρογραμμάτιστη επανάχρηση.

Η βιομηχανική κληρονομιά και οι βιώσιμες χρήσεις βρίσκονται σε μια δύσκολη γραμμή συμβατότητας την οποία θα προσπαθήσουμε να ανιχνεύσουμε κάνοντας μια μικρή αναδρομή Χάρτα του Nizhny Tagil και στις αρχές τού TICCHI.
Στο τέλος του 18ου αιώνα, οι καινοτομίες στη χρήση της ενέργειας και η τεχνολογική ανάπτυξη οδήγησαν σε απότομες αλλαγές, με σημαντικές κοινωνικές και οικονομικές εξελίξεις. Η Βιομηχανική Επανάσταση ήταν η απαρχή ενός ιστορικού φαινομέ¬νου που επηρέασε μεγάλα τμήματα του ανθρώπινου πληθυσμού. Τα υλικά κατάλοιπα αυτών των αλλαγών έχουν παγκόσμια ανθρώπινη αξία και η σπουδαιότητα της μελέτης και της διατήρησης αυτών των καταλοί¬πων πρέπει να αναγνωρισθεί προς χρήση και όφελος του σήμερα και του αύριο.

Η βιομηχανική κληρονομιά είναι αναπόσπαστο μέρος της πολιτισμικής κλη¬ρονομιάς, η οποία με τη σειρά της είναι το πρωταρχικό στοιχείο για την βιώσιμη ανάπτυξη μιας κοινωνίας. Η βιομηχανική κληρονομιά, σύμφωνα με το TICCIH, είναι τα κατάλοιπα του βιομηχανικού πολιτισμού που έχουν ιστορική, τεχνο¬λογική, κοινωνική, αρχιτεκτονική ή επιστημονική αξία και μπορεί να περιλαμβάνουν από κτίρια και μηχανήματα, μέχρι χώρους μεταποίησης και διύλισης καθώς και χώρους κοινωνικών δραστηριοτήτων σχετικών με τη βιομηχανία.

Η Βιομηχανική Αρχαιολογία γεννημένη στις αρχές του ’50 στην Αγγλία, αφορά από μια άποψη την ιστορία της αρχιτεκτονικής και του τόπου και από μια άλλη την τεχνολογία, τις κοινωνικές επιστήμες και την ιστορία. Είναι σύμφωνα και με τη Χάρτα του Nizhny Tagil, μια διεπιστημονική μέθοδος μελέτης όλων των μαρτυριών, υλικών και άϋλων, των τεκμηρίων, των τεχνουργημάτων, της στρωματογραφίας και των κατασκευών, των ανθρώπι¬νων οικισμών και των φυσικών και αστικών τοπίων που δημιουργήθηκαν για ή από τη βιομηχανική διεργασία. Η έννοια της βιομηχανικής αρχαιολογίας λοιπόν, είναι η μελέτη του συνόλου των παραγωγικών εγκαταστάσεων.

Η Βιομηχανία, η φάμπρικα, γεννιέται αρχικά με μια συγκεκριμένη αρχιτεκτονική μορφή, ουσιαστικά «κελυφιακή», αποδεσμευμένη από ακαδημαϊκά στυλ με καθαρά λειτουργικούς σκοπούς. Ακολούθως εντάσσεται σε αισθητικούς κανόνες που επέβαλε η κάθε εποχή εμπεριέχοντας ορισμένα πολύ ενδιαφέροντα αρχιτεκτονικά στοιχεία.

Στην πρώην Σοβιετική Ένωση και στις χώρες του ανατολικού μπλοκ, δεν χρειάστηκε κάποια έντονη προσπάθεια ανάκτησης των βιομηχανικών κτηρίων καθώς αυτά ιδωμένα ως μνημεία της εργατικής τάξης και άρα της επανάστασης, είχαν την κατάλληλη φροντίδα, ενώ στην Αγγλία και στην Ευρώπη αντιπροσωπεύουν την εποχή οικονομικής κυριαρχίας και δύναμης. Στην Ελλάδα συνδεδεμένα με αγώνες της εργατικής τάξης των εσωτερικών μεταναστών και των προσφύγων, αποτελούν τεκμήρια της ιστορίας και της μνήμης όλων των ανθρώπων πού με τον καθημερινό τους μόχθο και συχνά με δυσμενείς συνθήκες υγιεινής συνέβαλαν στην ανάπτυξη του ελληνικού  χώρου. Αυτή η πραγματικότητα για μεγάλες εργατικές μάζες του πληθυσμού προσδιόρισε το χαρακτήρα ολόκληρων περιοχών και συνοικιών και αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο τμήμα τής ιστορίας της πόλης. Πέρα από τον ιδεολογικό χαρακτήρα, η βιομηχανική αρχαιολογία είναι μια ευκαιρία εμπλουτισμού της κουλτούρας μας, του πολιτισμού μας καθώς τα βιομηχανικά κτήρια αποτελούν τον συνδετικό κρίκο με το παρελθόν.

Η επανάχρηση εγκαταλελειμμένων βιομηχανικών κτηρίων άρχισε να κερδίζει έδαφος τις δύο τελευταίες δεκαετίες. Τα μεγάλα βιομηχανικά συγκροτήματα που ήταν χωροθετημένα εκτός των ορίων του σχεδίου πόλης και προσδιόριζαν την σχέση κατοικίας και εργασίας -ιδιαίτερα τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα στην Ελλάδα-, με την πάροδο του χρόνου και την επέκταση της πόλης ενσωματώθηκαν στον αστικό ιστό δημιουργώντας απομονωμένους θύλακες σε μία κοινω¬νικά διαφοροποιημένη πόλη, και επηρεάζοντας τον χαρακτήρα της.  Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’70, η προστασία των εγκαταλελειμμένων κτηρίων σήμαινε απλά το να κηρύσσονται διατηρητέα χωρίς αυτό να εμποδίζει την εμφάνιση λειτουργικών μεταλλαγών.

 Όμως με τον όρο βιώσιμη χρήση, εννοείται η εξασφάλιση της λειτουργικότητας καθώς και η εξασφάλιση των απαραίτητων οικονομικών πόρων. Η ήπια προσαρμογή και επανάχρηση μπορεί να είναι ένας κατάλληλος και οικονομικός τρόπος εξασφάλισης της επιβίωσης των βιομηχανικών κτισμάτων και πρέπει να ενθαρρύνεται.

Όταν αναφέρεται ο όρος συμβατή χρήση, ουσιαστικά περικλείεται η ιστορικότητα, η αρχιτεκτονική και ο τρόπος που το κτήριο εγγράφεται στην πόλη και στον αστικό χώρο. Οι παρεμβάσεις πρέπει να είναι αναστρέψιμες και να έχουν ελάχιστες επιπτώσεις. Οποιεσδήποτε αλλαγές πρέπει να τεκμηριώνονται και τα σημαντικά στοιχεία που απομακρύνονται πρέπει να καταγράφονται και να αποθηκεύονται. Οι διάφορες επεμβάσεις προσθήκες κατά την ιστορική πορεία του εκάστοτε συγκροτήματος είναι αναπόσπαστο τμήμα της ακεραιό¬τητας του τόπου και έχουν τον χαρακτήρα ιστορικής μαρτυρίας συνθέτοντας τον συνολικό χαρακτή¬ρα του έργου. Είναι λοιπόν κατανοητή η αντίληψη της Χάρτας της Βενετίας που επιτάσσει τον «σεβασμό της πορείας του έργου στον χρόνο», τον σεβασμό δηλαδή των ιστορικών διαστρωματώσεων και μετατροπών που συνθέτουν την οντότητα  ενός κτιρίου.

 

Δεν μπορούμε να παραθέσουμε εδώ ένα «μοντέλο»-πρότυπο διότι υπάρχει μοντέλο επανάχρησης το οποίο μπορεί να εφαρμοστεί για όλες τις περιπτώσεις καθώς η διαφορετικότητα και η πολυπλοκότητα των περιπτώσεων συντείνουν σε μια ποικιλία χρήσεων εξαρτώμενες από τις ανάγκες της εκάστοτε τοπικής κοινωνίας. Δεν υπάρχει απολύτως συμβατή χρήση καθώς μια (βιώσιμη νέα χρήση) μπορεί να ακυρώσει την παλιά, με την απάλειψη παλαιών στοιχείων και μηχανημάτων. Η αξία και η αυθεντικότητα ενός βιομηχανικού χώρου μπορεί να μειωθεί σημαντικά αν τα μηχανήματα ή τα εξαρτήματά του απομακρυνθούν ή αν καταστραφούν. Η δυσκολία λοιπόν βρίσκεται όχι τόσο στην αναστήλωση του κελύφους, όσο στην αποκατάσταση του συγκεκριμένου χώρου και της περιρρέουσας ατμόσφαιρας γεγονός που δεν μπορεί να επιτευχθεί αποσπασματικά με διατήρηση μεμονωμένων ψηγμάτων από τα χαρακτηριστικά του χώρου (μεμονωμένα μηχανήματα). Το σημαντικό στην διατήρηση της «ατμόσφαιρας» του χώρου υφίσταται στο ότι οι ανθρώπινες δεξιότητες που ενέχονται σε πολλές παλιές βιομηχανικές διαδικασίες είναι ένας σημαντικός πολιτισμικός πόρος ο οποίος πρέπει να μεταδοθεί στις επόμενες γενιές και του οποίου η απώλεια μπορεί να είναι αναντικατάστατη. Εξαιρετικό παράδειγμα διατήρησης αυτής της ατμοσφαιρικότητας είναι η αποκατάσταση του βιομηχανικού πάρκου του Duiburg North, στη Γερμανία, από τον Peter Latz. Στους χώρους των 200 εκταρίων της παλιάς βιομηχανίας Thyssen, διατηρήθηκε ο έντονος βιομηχανικός χαρακτήρας του τοπίου με ανάδειξη των κλίβανων και των χυτηρίων, με μοναδικές παρεμβολές την διακριτική χωροθέτηση κερασιών και φυτεύσεων στους ελεύθερους ενδιάμεσους χώρους. Όπως ο  Tarkovskij στο Στάλκερ επαναφέρει τη βιομηχανική τοπιογραφία των αρχών του 20ου αιώνα με ένα ποιητικό και συμβολικό τρόπο, έτσι και εδώ ο αρχιτέκτονας μεταβολίζει την τοπιογραφία επανερμηνεύοντας το χώρο χωρίς να προσβάλει τον παλιό χαρακτήρα του συνόλου.

Η μόνη απολύτως συμβατή χρήση είναι να γίνει το κτίσμα μουσείο του εαυτού του έτσι ώστε να επιτευχθεί η κατανόηση από τους επισκέπτες της διαδικασίας παραγωγής και του τρόπου λειτουργίας των μηχανημάτων του εργοστασίου. Δεν μπορεί βέβαια αυτό να γίνει για όλα τα σύνολα της βιομηχανικής μας κληρονομιάς, ο αριθμός των οποίων είναι απαγορευτικός για κάτι τέτοιο. Άλλωστε, όπως έχει δείξει συχνά και η διεθνής εμπειρία, είναι αμφίβολο αν θα υπάρξει ένα ανταγωνιστικό προϊόν, καθώς λίγα μουσεία βγάζουν τα έξοδά τους, ενώ και το σχεδιαστικό αποτέλεσμα συχνά αποκλίνει από τους στόχους που προανέφερα. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι η απλή αποκατάσταση μεμονωμένων μηχανημάτων ή κελυφών δεν δημιουργούν απαραίτητα και ένα συμβατό μουσείο καθώς πρέπει πρωτίστως να υπάρχει η κατάλληλη επιμέλεια στο διηνεκές καθώς και ένα κατάλληλο μουσειολογικό πρόγραμμα. Πρέπει να είμαστε ρεαλιστές. Οι βιομηχανικές εγκαταστάσεις καταλαμβάνουν μεγάλη έκταση κατά συνέπεια μεγάλα είναι και τα έξοδα συντήρησης ενώ τεράστια είναι τα οικονομικά συμφέροντα, συνήθως ιδιωτικά, που επιζητούν ανταποδοτικότητα και επαρκές κέρδος.  Συνήθως οι ιδιοκτήτες είναι ιδιώτες, τράπεζες, και οι δήμοι. Όπως πολύ σωστά έχει πει και η κα Ασπασία Λούβη (Γενική Διευθύντρια του Πολιτιστικού Ιδρύματος Πειραιώς), οι πρώτοι δεν έχουν την κατάλληλη κρατική οικονομική στήριξη –ανέφικτό για όλους καθώς όπως είπαμε ο αριθμός των ιστορικών βιομηχανικών κτηρίων στην χώρα μας είναι τεράστιος – οι δεύτερες εξαρτώνται από το κέρδος, ενώ οι τελευταίοι δεν έχουν ούτε το χρόνο, ούτε τους οικονομικούς πόρους, ούτε την τεχνογνωσία.

Χρειάζεται να δημιουργηθούν οι δομές που θα ελέγχουν όλα αυτά, συνεργασία φορέων και κυρίως σύμπραξη ιδιωτικού με δημόσιου τομέα ενώ δεν πρέπει να υπάρχει αδιαλλαξία με νέες χρήσεις. Το «μνημείο» είναι ένα ντοκουμέντο. Τα «μνημεία» μιλούν, διηγούνται ιστορίες, αποτελούν ιστορία. Όμως, όπως γράφει ο Renzo Piano, ο αρχιτέκτονας διατηρεί ό,τι είναι χρήσιμο για την Ιστορία και το μετατρέπει σε κάτι καινούργιο. Χαρακτηριστικά αναφέρω το πάρκο που δημιούργησε ο Dominique Perrault στην παλιά σιδηρουργική εγκατάσταση Unimetal της πόλης Caen στη Γαλλία, το οποίο είχε ως στρατηγικό στόχο την επανάκτηση της δυναμικής του τοπίου το οποίο είχε εγκαταλειφθεί από το 1990, συνδυάζοντας την μικρή κλίμακα των διατηρητέων κτηρίων με το αχανές της έκτασης του πάρκου και επανασυνδέοντας την πόλη με τον ποταμό Orle. Σε αυτή την περίπτωση, οι τεράστιοι πύργοι απομονώθηκαν από τις προσκείμενες κατασκευές καθώς οι τελευταίες κατεδαφίστηκαν προκειμένου να αναδείξουν τους πύργους ως γλυπτικά στοιχεία μιας σύνθεσης που ο στόχος της ήταν η δημιουργία ενός αστικού πάρκου. 

Πρέπει να καταβληθεί κάθε προσπάθεια για να εξασφαλιστεί η συμβουλή και η συμμετοχή των τοπικών κοινοτήτων στην προστασία και την διατή¬ρηση της τοπικής βιομηχανικής κληρονομιάς τους. Υπάρχει όμως συλλογική μνήμη ή οι κάτοικοι και οι τοπικές κοινωνίες δεν συνδέονται με τα εν λόγω κτήρια, έχουν άλλες ανάγκες και άρα δεν ενδιαφέρονται; Αν είναι έτσι, πρέπει οι δημόσιες αρχές να προωθήσουν και να εξηγήσουν το νόημα και την αξία των βιομηχανικών χώρων μέσω των μέσων μαζικής επικοινωνίας, αποκαθιστώντας έτσι την χαμένη ταυτότητα του πληθυσμού.

Η βιομηχανική κληρονομιά, στο πρακτικό μέρος, μπορεί να παίξει σημα¬ντικό ρόλο στην οικονομική αναζωογόνηση περιοχών που φθίνουν και θα μπορούσε να γίνει ένας ισχυρός τουριστικός πόλος έλξης, όπως η αποκατάσταση της παλιάς βιομηχανίας παραγωγής τούβλων Serra de’ Conti, στην επαρχία Marches στην Ιταλία, από τον αρχιτέκτονα Nazzareno Petrini ο οποίος διατηρώντας τις αρχικές δομές του κτηρίου και τα παραδοσιακά υλικά όπως το τούβλο – χαρακτηριστικό της περιοχής –δημιούργησε παράλληλα τη βάση μιας νέας παραγωγικής δραστηριότητας. Η όλη παρέμβαση λειτούργησε αναζωογονητικά για την περιοχή.

Αυτό που πρέπει να γίνει στην Ελλάδα, με την επικουρία φυσικά των κρατικών οργανισμών, είναι η καταγραφή της βιομηχανικής κληρονομιάς, έργο εξαιρετικά δύσκολο και χρονοβόρο. Έργο που θα μπορούσε κάλλιστα να γίνει και μέσω των πανεπιστημίων της χώρας έτσι ώστε να εντοπιστεί η έκταση της βιομηχανικής τοπιογραφίας και τυπολογίας και να δημιουργηθεί ένα μητρώο το οποίο σε βάθος χρόνου να βοηθήσει στην επιλογή των διατηρητέων κτισμάτων και εκείνων που μπορούν να κατεδαφισθούν, αποδίδοντας την έκταση στο δήμο για άλλους κοινωφελείς σκοπούς.

Νικόλας Μιτζάλης
Αρχιτέκτονας Μηχανικός, I.U.A.V.,
Διδάκτορας Πολεοδομίας και Χωροταξίας Ε.Μ.Π.

 

Share |

Σχετικές Δημοσιεύσεις:

 

GreekArchitects Athens

Copyright © 2002 - 2024. Οροι Χρήσης. Privacy Policy.

Powered by Intrigue Digital