ΜΟΝΙΜΕΣ ΣΤΗΛΕΣ

ARTI-PHYSIS

Δημόσιος χώρος και συμπράξεις δημοσίου & ιδιωτικού τομέα. (Μέρος Α)

28 Οκτώβριος, 2011

Δημόσιος χώρος και συμπράξεις δημοσίου & ιδιωτικού τομέα. (Μέρος Α)

Η παρούσα ανακοίνωση του γράφοντος στο πρόσφατο συνέδριο, αποτελεί ιδιαίτερα συνεπτυγμένη και επιγραμματική αναδιατύπωση ιδεών και θέσεων που περιέχονται και αναπτύσσονται ενδελεχώς στο πλήρες κείμενο της εισήγησης...

Του Αριστοτέλη Δημητρακόπουλου

Η παρούσα ανακοίνωση του γράφοντος στο πρόσφατο συνέδριο «Δημόσιος χώρος - αναζητείται» στη Θεσσαλονίκη, αποτελεί ιδιαίτερα συνεπτυγμένη και επιγραμματική αναδιατύπωση ιδεών και θέσεων που περιέχονται και αναπτύσσονται ενδελεχώς στο πλήρες κείμενο της εισήγησης η οποία συμπεριλαμβάνεται στα πρακτικά του συνεδρίου, τα οποία έχουν δημοσιευθεί.

Παρατηρείται πως πάμπολλοι αρχιτέκτονες, θεωρητικοί και μελετητές, περιγράφουν μια απολύτως αντιθετική σχέση μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού, θεωρώντας το δημόσιο χώρο ως αμετάβλητο καθεστώς και ως δεδομένο, ανεξάρτητο αγαθό. Ταυτόχρονα παρατηρείται σύγχυση ανάμεσα στο δημόσιο και το ελεύθερο, στο κοινόχρηστο και το κρατικό, το διαθέσιμο και το αποκλεισμένο ή κατειλημμένο, στο εξουσιαστικό και το λαϊκό, στο δημόσιο και το δημοφιλές, στο ασύδοτο και το δημοκρατικό. Πώς ακριβώς θα μεταφραζόταν ο κοινός ξενικός όρος public και πώς ο όρος oeffentlichkeit του φιλοσόφου Jurgen Habermas? Στόχος της εισήγησης είναι ακριβώς η εξομάλυνση της νοητικής προσέγγισης των σχέσεων δημόσιου και ιδιωτικού και η ανάδειξη της σχέσης συνεργίας μεταξύ τους, στον αντίποδα της όποιας καταστροφολογίας και της όποιας απόρριψης της κάθε είδους κοινής πρωτοβουλίας μεταξύ ιδιωτών και αρχών του δημοσίου.

Πόσους γνωρίζει καθένας μας να προτιμούν την απόλαυση της δωρεάν ανάγνωσης νέων εκδόσεων στην άνετη καφετέρια του αγαπημένου τους βιβλιοπωλείου αντί για τη δημοτική βιβλιοθήκη της πόλης τους; Πόσοι γνωρίζουν αν υφίσταται καν Δημοτική Βιβλιοθήκη στην πόλη τους; Πόσοι επιλέγουν να παρουσιάσουν το νέο βιβλίο τους σε δημόσιο χώρο; Μπορεί να θεωρηθεί η στάση αυτή ως προδοσία προς τα κοινωνικά ιδεώδη της κοινοκτημοσύνης και του δημόσιου βίου; ποιο θα ήταν το μέγεθος αυτής της συνενοχής; Τα ιδιωτικά βιβλιοπωλεία διεθνώς έχουν αισίως αποδεχθεί τη λαθρανάγνωση και την έχουν εντάξει στις υπηρεσίες τους, θεωρώντας αυτονόητο ότι το πελατειακό κοινό δικαιούται να εξοικειωθεί με το προσφερόμενο υλικό. Έτσι, προσφέρουν δωρεάν υπηρεσίες, λειτουργώντας ως άλλα αναγνωστήρια και ως κέντρα συναντήσεων με ήπιο, φιλικό και διαχυτικό περιβάλλον σε αντίθεση με την αποστειρωμένη και ιδρυματική ατμόσφαιρα μιας δυστυχώς υποβαθμισμένης βιβλιοθήκης η οποία παρεπιπτόντως πιθανώς να ανακαινίζεται σπανίως ως προς το χώρο και ως προς το υλικό της.

Η βαρύτητα και η ζωτικότητα ενός αστικού δημόσιου χώρου ορίζεται από δύο κύριες παραμέτρους: την προσβασιμότητά του αφενός - την εγγύτητα στον τόπο κατοικίας ιδιωτών, δηλαδή στους ιδιωτικούς χώρους κατοικίας - και την πλαισίωσή του ή οριοθέτηση του από ιδιωτικούς χώρους εμπορικής φύσεως και κοινής χρήσεως αφετέρου - από τη δραστηριότητα των ιδιωτών. Άλλωστε στην αρχαία Ελλάδα ο κύριος δημόσιος χώρος κριτικής σημασίας για τα κοινά, ήταν η Αγορά, κατ' όνομα. Η δυναμική του δημόσιου χώρου είναι λοιπόν συνυφασμένη με την ιδιωτική δραστηριότητα.

Μια λαϊκή αγορά για παράδειγμα, είναι ένας εφήμερος δημόσιος χώρος υψηλής δυναμικής ακριβώς λόγω της συγκέντρωσης ιδιωτικών χώρων, των πάγκων πώλησης προϊόντων. Η απομάκρυνση των ιδιωτικών πωλητηρίων με το τέλος της αγοραστικής ημέρας συνεπάγεται την ερήμωση του δημόσιου χώρου, καταργεί την δυναμική και εξισώνει το μοναδικό χαρακτήρα του γραμμικού πολύβωου χώρου με ένα αδιάφορο οδόστρωμα μιας αστικής οδού.

Ο σχεδιασμός είναι προφανώς κρίσιμη παράμετρος για την ποιότητα του δημόσιου χώρου, όμως η επιχειρηματική δυναμική των ιδιωτών, η παρουσία τους, η ύπαρξη ορίων μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού και κατ' επέκταση το πολι-τικό ενδιαφέρον των ιδιωτών ή πολιτών, προηγείται ως συνθήκη. Οι απλές αυτές διαπιστώσεις μας υπενθυμίζουν ότι η συνύπαρξη και συνεργία μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού για την ενδυνάμωση και τον ορισμό του δημόσιου χώρου δεν είναι κάτι καινούργιο, αλλά αντίστροφα, είναι κάτι αυτονόητο. Η ίδια η πόλη, ο οικισμός, είναι ένα προϊόν ιδιωτικής πρωτοβουλίας επί της βάσης μιας δημόσιας οργάνωσης του εγχειρήματος, βάσει κοινά αποδεκτών κανόνων.

 

 

Κατά συνέπεια τα ΣΔΙΤ (οι συμπράξεις δηλαδή δημοσίου και ιδιωτικού τομέα) αναδιατυπώνουν προφανείς πρακτικές. Φυσικά, υπάρχουν άπειρες εκδοχές οργάνωσής τους και καλύτερα ή χειρότερα παραδείγματα αναφοράς. Όμως στο επίπεδο του αστικού σχεδιασμού και των μητροπολιτικών αναπλάσεων, εγχειρήματα δηλαδή ιδιαίτερης πολυπλοκότητας, ευρείας κλίμακας και μακροσκοπικού σχεδιασμού, υψηλών ρίσκων και μεγάλης επενδυτικής αξίας, είναι αναπόφευκτο να συζητά κανείς για το συγκερασμό ιδιωτικών και δημοσίων δυνάμεων. Τέτοιες αστικές παρεμβάσεις απαριθμούν αμέτρητα επιμέρους έργα τα οποία συμβάλλουν στη συνολική αναδιάρθρωση του δημόσιου τοπίου ενώ κάθε μεμονωμένο έργο αποτελεί μια ξεχωριστή περίπτωση σύμπραξης.

Πόσα παραδείγματα σύγχρονης δημοκρατικής διακυβέρνησης υφίστανται με το δημόσιο αυτόνομα και ολοκληρωτικά να υλοποιεί πλήρως και επιτυχώς μεγαλεπήβολα σχέδια αστικής εξέλιξης τα οποία έτυχαν αντίστοιχης συνέχειας χωρίς την παρέμβαση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας; Πόσο υγιή μπορούν να θεωρηθούν συγκεντρωτικά και μονομερή ή μονομανή φαινόμενα τέτοιου είδους; Ακόμη και αν υπήρξαν σε κάποιες εποχές τέτοια φαινόμενα, καθίσταται προφανές ότι με την ολοκλήρωσή τους η περαιτέρω αστική εξέλιξη επιστρέφει στα χέρια των ιδιωτών.

Είναι επίσης αυτονόητο ότι πέρα από το πεδίο των καλών προθέσεων υφίστανται περιπτώσεις στις οποίες ιδιωτικοί χώροι τείνουν επιθετικά να υποκαταστήσουν τους δημόσιους, γιατί έχουν την ανάγκη να λειτουργήσουν ως τέτοιοι - όπως στην περίπτωση των ιδιωτικών εμπορικών περιπάτων. Αντίστοιχα υφίστανται εξωφρενικά φαινόμενα όπου εκφράζονται πολιτικές προθέσεις υποβάθμισης και αφανισμού του αμιγώς δημόσιου χώρου, του υγιώς αυτονομούμενου δηλαδή χώρου που δεν αποτελεί επιτηδευμένο, ελεγχόμενο προϊόν στο οποίο οι επισκέπτες παραμένουν αμέτοχοι. Αντίστοιχες επιπλοκές όμως παρατηρούνται και αντιδιαμετρικά από ομάδες πολιτών που συστηματικά καταστρατηγούν, βανδαλίζουν, προσβάλλουν, θίγουν και οικειοποιούνται το δημόσιο χώρο προκαλώντας αντίστοιχες βλάβες, με διαφορετική αφετηρία, συχνά υπό τον ισχυρισμό άσκησης της δημοκρατικής έκφρασης και με δικαιολογία την αυτόκλητη υπεράσπιση του δημόσιου συμφέροντος.

Επιστρέφοντας στο πεδίο των καλών προθέσεων είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι κάθε είδους χώρος, είτε αποτελεί υπνοδωμάτιο, αυλή, πλατεία, ή εμπορικό κέντρο, «οικο-νομείται», ελέγχεται, επιτηρείται και κατ' επέκταση νομεύεται και αντίστοιχα αστυ-νομεύεται από τους ιδιοκτήτες του - με την ευρεία έννοια των όρων - με στόχο την ομαλή λειτουργία και την τάξη.

Τα ΣΔΙΤ, ως μέθοδος προώθησης έργων δημόσιας χρήσης, δεν ξεκινούν με αφετηρία την τεχνική ή αρχιτεκτονική επίλυση. Ως κύριο ζήτημα για την υλοποίηση σύνθετων έργων εγκαλείται η χρηματοοικονομική επίλυση, με άλλα λόγια η προσέλκυση επιχειρηματικού ενδιαφέροντος. Εκεί ακριβώς κείται και η ευαισθησία του θέματος: σε ποιο σημείο, υπό ποιο τρόπο και με ποια βαρύτητα εισάγονται τα ερωτήματα «τεχνικής» φύσεως και αντίστοιχα η επίλυσή τους. Στο πλαίσιο αυτό, για τους μη-αρχιτέκτονες διαχειριστές των έργων, ως τεχνικό ζήτημα θεωρείται και η σχεδιαστική μελέτη. Όμως η αρχιτεκτονική ποιότητα του αποτελέσματος δεν δύναται να νοείται ως απλά ένα ρίσκο που μετατίθεται στο μέλλον και μετακυλίεται στον ιδιώτη επενδυτή, αλλά, ως το ζητούμενο, μεστό αποτέλεσμα μιας σύνθετης και συλλογικής διαδικασίας η οποία απαιτεί ιδιαίτερα επίπεδα πολιτισμικής και πολιτικής ωριμότητας από όλα τα εμπλεκόμενα μέλη.

 

 

του Αριστοτέλη Δημητρακόπουλου

 

Share |

Σχετικές Δημοσιεύσεις:

 

GreekArchitects Athens

Copyright © 2002 - 2024. Οροι Χρήσης. Privacy Policy.

Powered by Intrigue Digital