ΜΟΝΙΜΕΣ ΣΤΗΛΕΣ

ARTI-PHYSIS

ΠΑΡΟΔΙΕΣ ΠΡΟΘΗΚΕΣ ΚΑΙ ΥΠΕΡΑΣΤΙΚΗ ΑΝΟΙΚ[ΕΙ]ΟΔΟΜΗΣΗ: ΕΝΑ ΑΝΑ-ΔΡΟΜΙΚΟ ΙΔΕΟΛΟΓΗΜΑ

16 Ιανουάριος, 2007

ΠΑΡΟΔΙΕΣ ΠΡΟΘΗΚΕΣ ΚΑΙ ΥΠΕΡΑΣΤΙΚΗ ΑΝΟΙΚ[ΕΙ]ΟΔΟΜΗΣΗ: ΕΝΑ ΑΝΑ-ΔΡΟΜΙΚΟ ΙΔΕΟΛΟΓΗΜΑ

Η απουσία εντόπιας τυπολογίας κτηρίων επαγγελματικής χρήσης θεωρείται χαρακτηριστική του βίαια γιγαντούμενου νεοελληνικού άστεως.

Του Αριστοτέλη Δημητρακόπουλου

English version

Ενώ η σύγχρονη ελληνική πόλη οργανώνεται μονοσήμαντα με την ατέρμονη επανάληψη μιας μοναδικής κτιριακής τυπολογίας –της πολυκατοικίας- εξισώνοντας κάθε δραστηριότητα και προγραμματική δομή σε ένα αποκλειστικό και ολιστικό κατασκευαστικό προϊόν –πανδοχείο, τα αναπτυσσόμενα τμήματα των προαστιακών οδικών αρτηριών αναδεικνύονται ως καινοφανή πεδία εκτόνωσης, αντιπαραθέτοντας μιας σαφώς ορισμένη τυπολογία κτηρίων κατ’ εξοχήν επιχειρηματικής δραστηριότητας.

Ηδύφωτα αντι-προσωπεία
Δημιουργήματα προσωποπαγών επιχειρήσεων, τυπικά προοριζόμενα για ιδιοχρησία, τα κτίρια πραγματώνουν -τουλάχιστον σε επίπεδο προθέσεων- τις αντιλήψεις των επενδυτών/δημιουργών τους περί ιδεατού επαγγελματικού περιβάλλοντος. Αντικατοπτρίζοντας τη δομή της δευτερογενούς εγχώριας οικονομίας, τους κτιριολογικούς κανονισμούς και τις συχνά υποσυνείδητα –ή ακατάληπτα- προσδιοριζόμενες αντιλήψεις για τη δόμηση, την αισθητική και το χώρο, η επιχειρηματικότητα διαρθρώνεται με δραστηριότητες μεταπώλησης ετοίμων ειδών και η προγραμματική οργάνωση της μετουσιώνεται σε υβριδικά κτίρια στέγασης γραφειακών χώρων στον όροφο και εκθετηρίου στο ισόγειο.

Γ.Ο.Κ. ως ιδεότυπο: το Υψηλό [sublime]
Πρώτιστη –και συχνά αποκλειστική- σύγχρονη μορφοπλαστική αρχή αποτελεί η εξάντληση –ή υπέρβαση- των όρων δόμησης. Η μεταποίηση των προαστιακών και εκτός-σχεδίου κτιριολογικών κανονισμών γεννά εμπρόθετα παραποιημένες κατασκευές: με την εξάντληση του μέγιστου αριθμού ορόφων, το ανακόλουθα περισσό επιτρεπόμενο ύψος αποδίδεται στο ισόγειο μέχρι εξάντλησης του νόμιμου κτιριακού όγκου. Η κλίμακα του χώρου εμπορικής προβολής αναπροσαρμόζεται και άμεσα προδιαγράφεται η αυθαίρετη εισαγωγή νέας εσωτερικής στάθμης, μερικού ημι-ορόφου/παταριού σε υποχώρηση. Οι άνω όροφοι, τυπικού ύψους, ανάγονται σε στοιχεία μόρφωσης της στέψης.
Η υπερμεγέθης παρόδια βιτρίνα αναδεικνύεται με την αδιάκοπη μεγιστοποίηση του συνεχούς φέροντος υαλοστασίου, ενώ τα αδιαφανή ελεύθερα δομικά στοιχεία ελαχιστοποιούνται, απομακρύνονται από την περίμετρο, εμφανίζονται ως στοιχεία του εσωτερικού χώρου και συχνά αποσιωπώνται με ανακλαστικές επενδύσεις.
Με αυθαίρετη επι-ασφάλτωση, η πρασιά, συχνά και η πάροδος, μεθερμηνεύονται ως οικειοποιημένες επιφάνειες ιδιωτικής στάθμευσης ή υπαίθριας έκθεσης.
Ο αναλώσιμος αρχιτεκτονικός εξωραϊσμός ακολουθεί ως επουσιώδες μέσο εικονογράφησης και σύνταξης λαϊκίστικων εταιρικών φυσιογνωμίων χωρίς να παρακωλύει την εμπορική δραστηριότητα, αποφεύγοντας συγκρούσεις με εγκαθιδρυμένες επιχειρηματικές πεποιθήσεις.

Φωταγωγία: σκηνορραφικοί αρχιτεκτονισμοί
Ο τεχνητός φωτισμός ως προέκταση των δυνάμεών μας προσφέρει το καθαρότερο παράδειγμα για το πώς τέτοιες προεκτάσεις μεταβάλλουν τις αντιλήψεις μας....Είναι εξίσου αντιληπτό ότι η ηλεκτρική προέκταση της διαδικασίας [διαμόρφωσης] συλλογικής συνείδησης, δημιουργεί συνείδηση-χωρίς-τοίχους... ως άμεση προσομοίωση της συνείδησης... (1)
Marshall Mc Luhan

Η εξαϋλωση του χειροπιαστού οικοδομήματος τη νύχτα αποτελεί αυτοσκοπό και αποθέωση της δημιουργίας του: τα απτά κτιριακά όρια διαχέονται, οι συμπαγείς μάζες σβήνουν και η πραγματική αρχιτεκτονική πρόθεση ανελκύεται. Οι αναλώσιμες υποσχέσεις της καταναλωτικής πλησμονής σκηνογραφούνται ως φωτοχυσία, ως μνημειακοί ιστοί νάρκωσης, οπτικής μη-συνείδησης. (2)
Το νέο ημιαστικό τοπίο διαρθρώνεται ως γραμμική παράθεση δημοσιοποιημένων εσωτερικών χώρων, αποκαλυπτική εναπόθεση θεματικών μοντέλων διαβίωσης, ως προσποιητή εκμυστήρευση φωτεινών προτύπων ήπιας έκλυσης, ως άλλο συλλογικό peep-show, εξιδανικευμένη παράσταση που επιτρέπει στον [επιβαίνοντα] οδοιπόρο να εκμαιεύσει τις υποτιθέμενα απόκρυφες ηδονιστικές φόρμουλες ενός απενοχοποιημένου καταναλωτισμού.

Εκθάμβωση: πανοπτική συνομολόγηση
… ήρθε να πραγματώσει μια απόλυτα διάφανη μορφή, ένα βουβό σώμα εκκενωμένο από εσωτερικό εαυτό ή διάνοια δική του, εντελώς χειραγωγήσιμο και ελεγχόμενο. (3)
Christine Boyer

Το νυχτερινό αστικίζον τοπίο πέρα από τον ιστορικό πολεοδομικό πυρήνα, αρθρώνεται ως διαλεκτικό δίπολο μεταξύ απόλυτα ιδιωτικών, προσωπικών χώρων που στιγμιαία γειτνιάζουν: του κλιματικά ελεγχόμενου και λειτουργικά αυτόνομου θαλάμου επιβατών ιδιωτικού οχήματος και του επιμελώς φωτισμένου εκθεσιακού χώρου της παρόδιας βιτρίνας. Μεταξύ των δύο, ο καθ’ εαυτό δημόσιος χώρος –λεωφόρος, πάροδος και πεζοδρόμια- υποβιβάζεται σε σκοτεινή αφιλόξενη ζώνη εξαναγκαστικά δευτερεύουσας λειτουργίας, αντιτάσσεται στις εφήμερες αισθήσεις θαλπωρής, οικειότητας, ασφάλειας και ιδιαιτερότητας του ιδιωτικού. Η αντίληψη του δημόσιου χώρου διαστρέφεται, το όχημα καθίσταται ο πραγματικός κάτοικος της πόλης, με σαφή την απώλεια της συλλογικότητας και της ανθρώπινης κλίμακας, σε δυναμική και διάσταση.

Νεύρωση: ηδονιστική συναισθησία
Το αίσθημα του απόξενου υπονοεί την επιστροφή στη συγκεκριμένη δομή του χώρου στην οποία όλα συρρικνώνονται σε μέσα και έξω, και όπου το μέσα είναι επίσης το έξω.(4
Sigmund Freud

Πανταχόθεν ελεύθερα ψευδο-πολυτελή μετα- ή νεο-μοντέρνα κουτιά που εναπόκεινται στον εφήμερο θεματικό διάκοσμο για άμεσο εντυπωσιασμό, τα λαμπερά κουτιά-κτίρια των οποίων η μια πλευρά [προς την υπερτοπική λεωφόρο] εξέλιπε, ως πύλες, αυλαίες σε παράταξη, ανάγουν την εσωτερική διαμόρφωση σε εξωτερική όψη μέσω της αυτο-αναίρεσης του κτιριακού περιβλήματος, με διασφάλιση της μέγιστης οπτικής διαπερατότητας και εγγύτητας, εισάγοντας την έννοια του αυτοκινητιστικού window-shopping. Αινιγματικά τοπία, εναποθέσεις θηλυκών χώρων θέασης, επιθυμίας, υποδοχής, υποθάλπουν ανδροπρεπείς αντιδράσεις απόκτησης, εξαγοράς, απόλαυσης, κατανάλωσης.

Ανοικείωση: μη-κρύφια πεδία αυταπάτης
Το ‘πεδίο ανησυχίας’ ορίζεται από το ανοίκειο... το οποίο διαμορφώνεται ως ξαφνική φανέρωση, σαν μέσα από παράθυρο.(5
Anthony Vidler

Μέσω της παρόδιας προθήκης, οικιακά [απενοχοποιημένα] αγαθά ανάγονται σε κεντρικά συστατικά και απτά κριτήρια του επιτυχημένου και άξιου βίου. Η λειτουργική και συναισθηματική τους βαρύτητα μεταποιείται και αναπροσαρμόζεται υπηρετώντας εγχώρια πρότυπα διαβίωσης. Αλλότρια προϊόντα, πλέον ενταγμένα στην ιδιωτική, (αντιπροσωπευόμενη) τοπική αγορά, συνθέτουν αναπόσπαστα θραύσματα του ‘ελληνικού ονείρου’: φανταχτερά, πληθωρικά, ιδιωτικά νοικοκυριά με ξενόφερτο εξοπλισμό. Συνήθεις συναισθηματικές εκλάμψεις ευτυχίας αποσπώνται από τον καθημερινό βίο και επανασυστήνονται ως εξαγοράσιμη απόρροια εμπορεύσιμων αγαθών.

Κινητισμός: Πανδώρας επί-θεση
H εμφάνιση συγκαλύπτει την ουσία. Η ίδια η έλξη της ορατής επιφάνειας υποθάλπει  μια αντινομία, μια ‘διαλεκτική του μέσα και του έξω’,μια τοπογραφία που αντανακλά τη διχογνωμία έλξης/ταραχής η οποία εγείρεται από την σκηνογραφία της θηλυκότητας ως μάσκα. Το σχίσμα είναι κρίσιμο.(6)
Laura Mulvey

Η αγορά ως τόπος προσαρμοζόμενος στην αυξανόμενη κινητικότητα του αγοραστικού κοινού  χωροθετείται ακριβώς επί των πορειών κίνησης. Πλέον πρόκειται όμως για οδούς ταχείας κυκλοφορίας, πολυδιάστατα και υπερτοπικά δίκτυα μεταφοράς, αποσυσχετισμένα από την ίδια την πόλη, διατυπώνοντας το νεοσύστατο οδικό αστικισμό: τη μετάλλαξη της παραδοσιακής γραμμικής εμπορικής αγοράς των ιστορικών κέντρων.
Αν στην ‘πεζή’ πόλη η εγγύτητα και η διαφάνεια, η εικόνα και βιτρίνα στοχεύει στην αποπλάνηση του φιλήδονου περιπατητή, στον εγχώριο αυτοκινητιστικό αστικισμό η προβολή της ‘πραγμάτειας’ και η άμεση οπτική προσέλκυση παραμένει ως αυτοσκοπός αλλά η κλίμακα αναπροσαρμόζεται στις προδιαγραφές της υπερταχείας θέασης. Οριακά διογκούται η αστική διάρθρωση του πεζού αστικού πυρήνα και παραμορφωτικά γεννώνται καινοφανείς αστικές πλοκές.

Αναστροφή: τυπολογική αντιπαραβολή
Η προσέγγιση της αντίστροφης κτιριακής τυπολογίας, όπως αυτή εισάγεται από ενδυναμούμενους μη-προσωποπαγείς εταιρικούς ομίλους, αναπαράγοντας επιβαλλόμενα διεθνή επιχειρησιακά πρότυπα, αποκαλύπτει σχίσμα αντιλήψεων.
Πολυ-αγορές, υπερ-καταστήματα, και εμπορικά χωριά -γνώριμες και οικείες παραστάσεις εμπορευματικής ομοιογένειας- τυφλά κουτιά, με ελάχιστο διάκοσμο τα εταιρικά λογότυπα να σημειοδοτούν και να αναγγέλλουν την καταναλωτική δραστηριότητα, απομακρύνονται από τα όρια της παρόδου, προβάλλοντας την ατέρμονη και ‘φιλόξενη’ εικόνα της υπαίθριας στάθμευσης. Πελάγη ασφάλτου πλαισιώνουν απλοϊκά, αποκρουστικά μεγα-κτίρια εγκιβωτίζοντας εσωστρεφή, σφραγισμένα τοπία πληθωρικής ευμάρειας και εύπεπτου εντυπωσιασμού, υποτασσόμενα στο αυστηρό, γενικευμένο τυπολογικό λεξιλόγιο των πολυεθνικών αγορών-αλυσίδων. Η υπερμεγέθης ‘ταμπέλα’, μη-αρχιτεκτονικό στοιχείο, και μοναδικό επικοινωνιακό μέσο μετά την εξάλειψη της βιτρίνας και της διαφάνειας, ακυρώνει κάθε έννοια συμβολισμού και ποιητικής μεταφοράς υπεραπλουστεύοντας το λειτουργικό διάγραμμα. Η καταναλωτική αποκάλυψη συμβαίνει όταν ο επιβαίνων σταθμεύσει το όχημα και επανασυσταθεί στον πλέον εσωτερικευμένο εμπορικό χώρο ως πεζός. Ως πρωτογενές κίνητρο κυριαρχούν πλέον οι διαθέσιμες θέσεις στάθμευσης.

Μετώπια: σταλίστρες ή προθήκες;
οι επιφάνειες υπαίθριας στάθμευσης οι οποίες στην πόλη έχουν το ίδιο δημόσιο κύρος με ένα διάδρομο που οδηγεί σε αποχωρητήριο (δηλαδή είναι δημόσιοι χώροι, αλλά είναι προτιμότερο να μη τις προσέξεις), έχουν εδώ αναχθεί σε τελετουργικά στοιχεία, αποκτούν μνημειακή υπόσταση (7)
Robert Venturi

Η χωροθέτηση της υπαίθριας στάθμευσης, ανηρωϊκό αίτιο διαφοροποίησης των δύο τυπολογιών, αποτελεί προτεραιότητα που τυπικά παρακάμπτεται από τις εντόπιες, μικρότερης κλίμακας επιχειρήσεις που ανεγείρουν ιδιόκτητους επαγγελματικούς χώρους.
Η εγχώρια τυπολογία των κτιρίων-προθηκών επί του οικοδομικού ορίου, ανέρχεται και αναπαράγεται σε πλαίσιο ανοχής και εθελοτυφλικής αποστροφής προς το ζήτημα της στάθμευσης. Στο πλαίσιο μιας αποδεκτής συνήθους συλλογιστικής της καταστρατήγησης των δημόσιων χώρων, οι ιδιώτες ανθίστανται στη θυσία τομέα ακίνητης περιουσίας για τη δημιουργία θέσεων στάθμευσης.

Μετά-σταση: στάθμευση
Με την πεποίθηση πως η πόλη μπορεί να παραμείνει ως έχει, πως το όχημα είναι δεδομένο είδος απενοχοποιημένης πολυτέλειας και ο πεζός εξ ορισμού ατυχής πολίτης, οι αστικές δομές δεν ανασυντάσσονται ώστε να προσαρμοστούν στη δυναστεία του. Συνειδητά και συλλογικά το απόλυτο νεοελληνικό επικοινωνιακό μέσο, το ιδιωτικό όχημα, αγνοείται ως παρουσία, καταλήγοντας να καταλαμβάνει κάθε άτιτλη επιφάνεια, ώστε ο δημόσιος χώρος να νοείται ως κατ’ εξοχήν πεδίο άναρχης στάθμευσης.
Ο υδροκεφαλισμός, ή αντίστοιχα η θανάτωση της εμπορικής προθήκης, ορίζει τα δύο είδη υπεραστικού παρασιτισμού, της βδέλλας και της κοίλης ή θρόμβωσης αντίστοιχα, στην υπηρεσία του μετα-αστικού πολίτη: των ιδιωτικών οχημάτων.

Αριστοτέλης Δημητρακόπουλος

1)Marshall Mc Luhan, Understanding Media, The MIT Press,1964, σ. 128, 130.
2)Michael Taussig, Mimesis and Alterity: A Particular History of the Senses, Routledge, 1992, σ. 23-24. Χρήση όρου ‘optical unconscious’. 
3)Christine Boyer, Cybercities, Princeton Architectural Press, 1996, σ. 102, σχόλιο στο γυάλινο πολίτη του 3ου Ράιχ.
4)Anthony Vidler, The Architectural Uncanny, Essays in the modern unhomely [unheimlich], MIT Press, 1992, σ. 222.
5)Ibid, σ. 224.
6)Beatriz Colomina, Sexuality and Space, Princeton Architectural Press, New York, 1992, Laura Mulvey, Pandora: Topographies of the Mask and Curiosity, σ. 60.
7)Robert Venturi, Steven Izenour, Denise Scott Brown, Learning from Las Vegas, Revised Edition: The Forgotten Symbolism of Architectural Form, MIT Press, 1977, σ. 77.

The greek version of the text was published at the architectural magazine ‘Αρχιτέκτονες’ [Architects], Architectural Journal of the Hellenic Association of Architects (AIA equivalent), Athens, Greece, Issue No 43, JANUARY – FEBRUARY 2004. The English version of the text is unpublished.

Share |

Σχετικές Δημοσιεύσεις:

 

GreekArchitects Athens

Copyright © 2002 - 2024. Οροι Χρήσης. Privacy Policy.

Powered by Intrigue Digital